«Θάρρος» 20 Οκτωβρίου 1938: Ο τραγικός επίλογος ενός έρωτος

«Θάρρος» 20 Οκτωβρίου 1938: Ο τραγικός επίλογος ενός έρωτος

Εσκότωσε την αγαπημένη του και κατόπιν εφύτευσε μίαν σφαίραν στο στήθος του δια να τους ενώση ο θάνατος!

-Ένα ερωτικό ρομάντζο που οδηγεί εις την καταστροφήν

-Το ανικανοποίητον αίσθημα ενός νέου και η μοιραία λύσις

-Θα πεθάνουμε μαζί

-Η τελευταία επιστολή του δράστου και αυτόχειρος προς την εκλεκτήν της καρδιάς του

ΤΟ ΧΘΕΣΙΝΟΝ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟΝ ΔΡΑΜΑ

Όλαι αι λεπτομέρειαι της διπλής τραγωδίας

Ένας έρως φλογερός, παράφορος, από τους έρωτας εκείνους που οδηγούν εις μοιραίας λύσεις, έγραψε χθες τον αιματηρόν επίλογον ενός συνταρακτικού δράματος, το οποίον εκυοφορείτο από πολλού χρόνου, ήρχισεν εκτυλισσόμενον την παρελθούσαν Κυριακήν και ετελείωσε περί την μεσημβρίαν χθες με οκτώ σφαίρες μπράουνιγκ.

Πρωταγωνισταί του συγκλονιστικού αυτού δράματος που συνεκίνησε βαθύτατα την καλαματιανήν κοινωνίαν υπήρξαν ο Γεώργιος Λαμπίρης και η Κατίνα Χρ. Κοντολαίμου, δύο νέοι που δεν επρόφθασαν να χαρούν την ζωήν και εγνώρισαν τον έρωτα δια να οδηγηθούν προώρως εις τον τάφον. Το δράμα αυτό ημπορεί να συνοψισθή στις λίγες αυτές γραμμές: Ο Λαμπίρης, ατυχήσας εις τον έρωτά του, εφόνευσε την αγαπημένην του και κατόπιν απεπειράθη να αυτοκτονήση.

Αλλ’ ας ίδωμεν πώς το χθεσινόν δράμα έφθασεν εις την μοιραίαν λύσιν του.

Οι πρωταγωνισταί

Ο Γεώργιος Λαμπρίρης είναι ένας νέος είκοσι μόλις ετών και ειργάζετο ως βαφεύς εις το βαφείον και καθαριστήριον ενδυμάτων του Διον. Γκόνου επί της οδού Πολυβίου παρά το εστιατόριον Δραγώνα, ήτο δε εργατικώτατος και επιμελέστατος εις την εργασίαν του.

Η Κατίνα Κοντολαίμου ήταν ηλικίας μόλις δέκα επτά ετών, αρκετά ωραία, με αδρά χαρακτηριστικά και κατήγετο εκ πτωχής, αλλά καλής οικογενείας. Ορφανή γονέων διέμενε μετά του αδελφού της και της μάμμης της εις την πατρικήν της οικίαν κειμένην παρά την οδόν Ανδανείας και εντεύθεν της γεφύρας του ξηροποτάμου της «Ράχης». Από διετίας είχεν εγκαταλείψη τα μαθητικά θρανία και ησχολείτο με τα οικιακά.

Ο Λαμπίρης επεχείρησε να συνάψη ερωτικάς σχέσεις μετά της Κατίνας την οποίαν είχεν ερωτευθή παραφόρως. Η ατυχής νέα είτε διότι συνεδέετο αισθηματικώς μετ’ άλλου τινός είτε και διότι δεν εύρισκεν εις τον Λαμπίρην τον ενσαρκωτήν των ονείρων της, μάλλον δεν ανταπεκρίνετο εις το αίσθημά του, καίτοι δια της στάσεώς της τον άφηνε να ελπίζει.

Μια δραματική συνάντησις

Παρά το γεγονός ότι η Κατίνα δεν ενέδιδεν εις τας επανειλημμένας προτάσεις του Λαμπίρη, όπως συνδεθούν αισθηματικώς και εξηκολούθει δεικνύουσα μάλλον αδιαφορίαν προς αυτόν, ούτος δεν απηγοητεύθη, αλλά συνέχιζε την πολιορκίαν. Εις τους στενούς φίλους του πολλάκις είχεν εκφρασθή ότι δεν ήτο δυνατόν να ζήση πλέον άνευ αυτής και ετόνιζεν ότι «ή θα την έκανε γυναίκα του ή θα την σκότωνε και κατόπιν θα αυτοκτονούσε».

Εν τω μεταξύ ο Λαμπίρης του οποίου το ερωτικόν αίσθημα προς την Κατίναν διαρκώς εμεγάλωνε, προσπαθούσε να εύρη την κατάλληλον ευκαιρίαν και να συναντηθή μετ’ αυτής με την ελπίδα ότι θα κατόρθωνε να την μεταπείση. Την συνάντησην ταύτην επέτυχε και επραγματοποίησε το απόγευμα της παρελθούσης Κυριακής.

Προς τούτο ο Λαμπίρης εχρησιμοποίησε την δεκατετραέτιδα φίλην της Ντίναν, γνωστήν με το όνομα «Τουρκάλα», η οποία και έπεισε την Κατίνα να συναντηθή μετά του Λαμπίρη. Η συνάντησις εγένετο εις την οικίαν της Ντίνας την 1ην μετά μεσημβρίαν της παρελθούσης Κυριακής.

Οι δύο νέοι παρέμεινον συνομιλούντες μέχρι της 8ης εσπερινής οπότε και εχώρισαν. Κατά την συνάντησιν ταύτην ο τραγικός αυτόχειρ εξωμολογήθη προς την εκλεκτήν της καρδιάς του τον παράφορον έρωτα τον οποίον ησθάνετο δι’ αυτήν και κατέβαλε κάθε προσπάθειαν δια να την πείση να τον ακολουθήση. Η συζήτησίς των υπήρξε πράγματι δραματική, διότι ο Λαμπίρης δεν παρέλειψε να πη «ορθά κοφτά» εις την Κατίναν, ότι ήτο αποφαισμένος πλέον δι’ όλα. Η εκλεκτή του τον διεβεβαίωσε ότι τον συμπαθούσε, αλλά όμως δεν του έδωσε σαφή απάντησιν. Τούτο εξώργισε τον Λαμπίρην, ο οποίος πρέπει να σημειωθή είχεν υπονοίας ότι η Κατίνα συνεδέετο αισθηματικώς με άλλον νέον αλλ’ απέφυγεν ούτος πάσαν λύσιν. Πάντως οι δύο νέοι εχωρίσθησαν σαν ξένοι.

Την επομένην, Δευτέραν, ο Λαμπίρης διεμήνυσεν εις την Κατίναν, ότι ήθελε να συναντηθή μαζί της. Εκείνη ηρνήθη προφανώς αποφασισμένη να διακόψη πάσαν μετ’ αυτού επαφήν. Από της στιγμής εκείνης ο ήρως της χθεσινής ερωτικής τραγωδίας περιέπεσεν εις μελαγχολίαν και ήρχισε να σκέπτεται πώς θα τερματίση την υπόθεσιν αυτήν που τον εβασάνιζε φοβερά. Εφαίνετο σιωπηλός και δύσθυμος, έκτοτε δε απέφευγε και αυτούς τους φίλους του οι οποίοι ματαίως προσπαθούσαν να τον παρηγορήσουν.

«Θα πεθάνωμε μαζί»

Ούτω είχον τα πράγματα ότε χθες περί την 10.30 π.μ. ο Λαμπίρης ανεχώρησεν εκ του βαφείου όπου ειργάζετο και μετέβη εις την οικίαν της Κατίνας. Η οικία είναι ημιανώγειος και αποτελείται εκ τεσσάρων δωματίων και μικράς ταράτσας. Ανήλθε την κλίμακα και εισήλθεν εις το μεσημβρινόν δωμάτιον της οικίας όπου κατ’ εκείνην την στιγμήν ευρίσκετο η Κατίνα μετά της φίλης Ντίνας «Τουρκάλας» και του εικοσιπενταετούς Χρήστου Μήτσου.

Ο τελευταίος ούτος εκάθητο επί μιας κλίνης και εξεφύλλιζεν ένα ρωμάντζο – τη «Νύχτα του Τρόμου» – του οποίου την ανάγνωσιν μόλις προ ολίγου είχε τελειώσει η Κατίνα. Το θύμα εκάθητο επί καθίσματος παρά το ανοικτόν μεσημβρινόν παράθυρον του δωματίου και κεντούσε. Παρ’ αυτήν ευρίσκετο η νεαρά φίλη της και συνωμιλούσαν.

Η εμφάνισις του Λαμπίρη εις την είσοδον του δωματίου δεν προκάλεσε καμίαν ανησυχίαν. Αφού ούτος αντήλλαξε λέξεις τινάς μετά του Χρ. Μήτσου, ο οποίος ήτο γνωστός του, ηρώτησε την Κατίναν αν ο αδελφός της ευρίσκετο την στιγμήν εκείνην εις την οικίαν.

-Όχι, του απήντησε ξηρά.

-Έχω κάτι να σου δώσω, επρόσθεσεν ο Λαμπίρης και συγχρόνως εξήλθε κατευθυνθείς εις το απέναντι δωμάτιον όπου ευρίσκετο η μάμμη του θύματος. Η Κατίνα απευθυνομένη προς την φίλη της, είπε:

-Πήγαινε να δης τι θέλει.

Ο Λαμπίρης εισελθών εις το αντικρυνόν δωμάτιον έγραψεν επί φύλλου τετραδίου το ακόλουθον σημείωμα με τον τίτλον «Ζηλέψανε»:

«Κι οι δυο μας το θελήσαμε. Για μιαν αγάπη κλείσαμε συμβόλαιο τρελλό. Τα χείλη μας ενώθηκαν. Κι οι δύο καρδιές σκλαβώθηκαν μ’ ένα φιλί δειλό. Ζηλέψανε που σε κρατούσα αγκαλιαστά. Πεισμώσανε γιατί με προτιμούσες. Θυμώσανε που τους περιφρονούσες. Ζηλέψανε, ζηλέψανε και μας χωρίσαν μια βραδυά. Ωρκίσθηκαν, ωρκίσθηκες, ποτέ δεν συλλογίστηκες πως θάρθουν δυο βραδυές, οι έρωτες θα σβύσουνε, χωρίς να πλημμυρίσουνε με πίκρες δύο καρδιές. Γελάσθηκα, γελάσθηκες, ποτέ δεν το φαντάσθηκες το παν πως θα χαθή. Κι ο έρωτας επέρασε. Μας άσπρισε, μας γέρασε σαν όνειρο βαθύ».

Μετά ταύτα ο Λαμπίρης επέστρεψεν εις το δωμάτιον της Κατίνας και από της εισόδου ήρχισε να πυροβολή κατ’ αυτής κραυγάζων:

-Και τώρα θα πεθάνουμε μαζί!

Το δράμα εξετυλίσσετο υπό τα όμματα του Χρ. Μήτσου, ο οποίος έντρομος είχε συσπειρωθή εις μίαν γωνίαν, ενώ η μικρά Ντίνα έσπευδε προς την έξοδον κραυγάζουσα:

-Πω, πω τη σκότωσε!

Εναντίον της Κατίνας ο Λαμπίρης έρριψεν επτά σφαίρες εκ των οποίων την έπληξαν οι πέντε και την αφήκαν άπνουν χωρίς να προλάβη να είπη έστω και μίαν λέξιν. Ακολούθως ο φονεύς έστρεψε την κάννην του περιστρόφου προς την καρδίαν του και έσυρε την σκανδάλην. Ηκούσθη ένας ακόμη πυροβολισμός και ο επίλογος του δράματος ετελείωνε…

Ο Μήτσου εν τω μεταξύ έσπευσε προς την έξοδον της οικίας δια να σωθή, ενώ ο Λαμπίρης πληγείς εις την καρδιακήν χώραν και κραδαίνων το φανικόν περίστροφον εις την χείραν του ετρέπετο τρεκλίζων προς την σκάλαν, όπου και εσωριάσθη βαρέως τραυματισμένος.

Αι αρχαί επί τόπου

Εις το άκουσμα των πυροβολισμών έσπευσαν εις την οικίαν του δράματος χωροφύλακες του Βου Τμήματος οι οποίοι παρέλαβον τον Λαμπίρην εν κακή καταστάσει και τον μετέφεραν εις την παρακειμένην κλινικήν του Τσόλκα. Επίσης κατέφθασεν επί τόπου ο Διοικητής του Βου Τμήματος ανθυπομοίραρχος Ανδρικογιαννόπουλος, ο οποίος επελήφθη προχείρου ανακρίσεως. Εκ των πρώτων ανέκρινε τον Λαμπίρην ο οποίος είπεν ότι εσκότωσε την Κατίναν διότι την αγαπούσε και δεν μπορούσε να ζήση χωρίς αυτήν. Περαιτέρω ανέφερε την δραματικήν συνάντησίν του μετά της εκλεκτής του εις την οικίαν της «Τουρκάλας», η οποία ήτο ανεψιά του ως και την άρνησιν αυτής όπως ανταποκριθή εις το αίσθημά του.

Το πτώμα της Κοντολαίμου μετεφέρθη το απόγευμα εις το νεκροτομείον όπου εγένετο επ’ αυτού νεκροψία. Έφερε τέσσαρα καίρια τραύματα και ένα επιπόλαιον. Το ένα επί της θηλής του δεξιού μαστού, έτερον ολίγον κάτωθι του αριστερού μαστού, δύο εις την κοιλιακήν χώραν και το επιπόλαιον επί του αριστερού μηρού.

Εις το στήθος της η Κατίνα εφύλασσεν δύο σημειώματα, τα οποία ανευρέθησαν διάτρητα εκ των σφαιρών και πλημμυρισμένα εις το αίμα. Το ένα εξ αυτών είχε γραφή από την ίδιαν και απηυθύνετο προς κάποιον Βαγγέλην. Το έτερον δυσανάγνωστον έφερε την υπογραφήν «Λάκης» και απηυθύνετο προς αυτήν. Μεταξύ άλλων ανέφερε το σημείωμα εκείνο:

«Κατίνα, μια κοπέλα έκλεξα εις την ζωή μου και αυτή είσαι εσύ, την οποίαν ηγάπησα με όλην μου την αγάπην και θα θυσιάσω το παν δια να σταθώ εις την θέσιν που σου αξίζει. Θα προσπαθήσω να θάψω κάθε σάπιο ερείπο περί την φήμην σου αφού προχωρούμεν μαζί εις το έργον… Και το βράδυ να έλθης εις το σπίτι… Αν όμως δεν κάνω τίποτε την Κυριακήν έχω κλειστά και θα είμαι… (δυσανάγνωστον).

ΛΑΚΗΣ».

Ο Λαμπίρης φέρει θανάσιμον εξωκάρδιον τραύμα, ελάχισται δε ελπίδαι διασώσεώς του υπάρχουν. Έτσι ετελείωσε ένα ερωτικό ρωμάντζο που εστοίχισε την ζωήν εις μίαν ωραίαν νέαν και κατέστρεψε την ευτυχίαν ενός ακόμη νέου – του χθεσινού τραγικού αυτόχειρος.

Η οπτασία της Κατίνας

Ο Λαμπίρης εις την κλινικήν του Τσόλκα, όπου αφήκε χθες αργά το εσπέρας την τελευταίαν πνοήν του, έζησε τας τραγικάς στιγμάς του επιλόγου του θλιβερού δράματός του με την οπτασίαν της αγαπημένης του. Από της πρωίας ήτο ομιλητικώτατος και εφαίνετο μάλλον μετανοημένος δια την πράξιν του. Χαρακτηριστικόν είναι το γεγονός ότι παρηκολούθη αγωνιωδώς τας υστάτας προσπαθείας του θεράποντος ιατρού του όπως τον σώση από το μοιραίον.

Μέχρι των απογευματινών ωρών διετήρει πλήρως τας αισθήσεις του, οι δε σφυγμοί του ήσαν μάλλον κανονικοί. Εις την κατάστασιν αυτήν εύρε τον τραγικόν αυτόχειρα η χθεσινή δημοσιογραφική επίσκεψίς μας. Μας κατέθεσε ότι προέβη εις την πράξιν του διότι δεν μπορούσε να ζήση χωρίς την Κατίνα.

Και ολίγον βραδύτερον, καταληφθείς υπό υψηλού πυρετού, περιέπεσεν εις ένα εκτάκτως συγκινητικόν παραλήρημα. Εζούσε πλέον τας τελευταίας στιγμάς του μαζί με την εκλεκτήν της καρδιάς του. Ενόμιζεν ότι την είχε μπροστά του και μιλούσε μαζί της. Μόλις και μετά βίας ηκούετο η φωνή του:

-Κατίνα, πού είσαι; Γιατί με άφησες;

-Α, ήρθες!… Ήρθες, είσαι κοντά μου. Τι ωραία που είναι έτσι η ζωή!

Κατόπιν ρωτούσε την ατυχή μητέρα του που εκάθητο συντετριμμένη παρά την κλίνην του:

-Πού είναι η Κατίνα;

-Έφυγε, παιδί μου, αλλά θα ρθη..

-Έφυγε; Τι λες! Αφού τη βλέπω. Νάτην.

Και κατόπιν το αποκορύφωμα του παραληρήματός του.

-Α, ήρθαν και αεροπλάνα να μας πάρουν. Θα κάνουμε ωραίο ταξίδι…

-Το παραλήρημα αυτό συνεχίσθη μέχρι της 7.30 εσπερινής, οπότε ο Λαμπίρης έσβυσεν απαλά – απαλά συλλαβίζοντας το όνομα της αγαπημένης του.

 Ι. Αναπλιώτης