Η κυβέρνηση δείχνει να αδημονεί για την έναρξη των διερευνητικών επαφών με την Τουρκία, επιχειρώντας να μεγιστοποιήσει στην κοινή γνώμη αυτή τη «διπλωματική επιτυχία», δηλώνοντας- μονομερώς -ότι οι συζητήσεις αφορούν μόνον «στην οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών».
Στο μεταξύ, η Αθήνα , σε στενή συνεργασία με το Βερολίνο:
Έχει σπεύσει να δώσει «συγχωροχάρτι» στη συνολική απειλητική και εχθρική στάση και πρακτική της Τουρκίας εναντίον των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, δηλώνοντας ικανοποιημένη και νικήτρια, γιατί το Όρους Ρέις «έχει πάει για συντήρηση».
Έχει υποσχεθεί ότι δε θα είναι αυστηρή στις κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας, ξορκίζοντας τις οικονομικές κυρώσεις στην Τελωνειακή Ένωση όπως ο διάβολος το λιβάνι, γνωρίζοντας όμως καλώς ότι οι κυρώσεις στην ΤΕ είναι το μόνο πράγμα που φοβάται ο Ερντογάν.
Έχει σπεύσει να διαχωρίσει εμφανέστατα τη στάση της «από το άλλο κράτος», την Κύπρο και δε συμβαδίζει χέρι χέρι με τη Λευκωσία στο βέτο για τις κυρώσεις στη Λευκορωσία, αν δεν υπάρξουν ταυτοχρόνως ομοίως αυστηρές κυρώσεις στην Τουρκία.
Στον αντίποδα, η Τουρκία του Ερντογάν το ίδιο χρονικό διάστημα:
Απειλεί ευθέως ότι αν η Ελλάδα δεν «εγκαταλείψει τις μαξιμαλιστικές θέσεις της, θα ξαναβγάλει το Όρους Ρέις για έρευνες.
Δημοσιοποιεί επισήμως και διεθνώς τις θέσεις με τις οποίες προσέρχεται στο διάλογο με την Ελλάδα και οι οποίες δεν ταυτίζονται με την ελληνική θέση για ένα και μοναδικό θέμα συζήτησης, την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών. Η Τουρκία και, μάλιστα, με τον πλέον επίσημο τρόπο -την απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας- θέτει στο τραπέζι των διερευνητικών συνομιλιών το σύνολο των θεμάτων, ήτοι: τα χωρικά ύδατα στην Ανατολική Μεσόγειο, την υφαλοκρηπίδα, την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, το νομικό καθεστώς γεωγραφικών σχηματισμών (σ.σ. νησιά του Αιγαίου που δε κατονομάζονται στις Συνθήκες Λοζάνης και Παρισίων), το εύρος του εθνικού εναερίου χώρου και τις επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης. Με την υποσημείωση ότι το σύνολο των ελληνοτουρκικών διαφορών θα αντιμετωπιστούν ως πακέτο, έτσι ώστε αν δεν υπάρξει λύση σε ένα θέμα, και τα υπόλοιπα θεωρούνται ομοίως άλυτα.
Αυτές «οι θεματικές ενότητες» διεκδικήσεων σε βάρος της Ελλάδας δεν είναι άγνωστες στην Αθήνα. Τίθενται σταθερά στο τραπέζι των διερευνητικών συνομιλιών ευθύς εξ αρχής των συνομιλιών από το 2002, δηλαδή έχουν «κατοχυρωθεί» από τουρκικής πλευράς ως θέματα συζήτησης, με στόχο, αν δε λυθούν αυτά, να μην είναι δυνατή οποιαδήποτε συμφωνία για «οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών», όπως τώρα επιμένει η ελληνική κυβέρνηση.
Το νεο-εισερχόμενο στοιχείο είναι «τα χωρικά ύδατα στην Αν. Μεσόγειο»! (;), υπονοώντας σαφώς ότι η Τουρκία έχει περιορίσει γεωγραφικώς το Αιγαίο πάνω από τη «νοητή γραμμή» Ρόδου – Καστελόριζου.
Εν αναμονή της επανάληψης των διερευνητικών συνομιλιών, η Άγκυρα δίνει ιδιαίτερη δημοσιότητα στα θέματα αποστρατιωτικοποίησης των νήσων και του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των νήσων που δεν κατονομάζονται στις Συνθήκες.
Στην πραγματικότητα, η Τουρκία, αν και επιχειρεί να εμφανιστεί ως ο «θεματοφύλακας των Συνθηκών», πολύ δύσκολα θα μπορέσει να κατηγορήσει τη Ελλάδα, διότι η χώρα ΔΕΝ έχει παραβιάσει «το γράμμα» των Συνθηκών [σ.σ. Τώρα, αν αυτές τις ημέρες διάφοροι κυβερνητικά και ακαδημαϊκά στελέχη σπεύδουν να «απολογηθούν» στην Άγκυρα λέγοντας ότι η Αθήνα «εξαναγκάστηκε» να εξοπλίσει τα νησιά λόγω της ίδρυσης της τουρκικής 4ης Στρατιάς του Αιγαίου, αυτοί είναι για κλάματα και βούτυρο στο ψωμί του Ερντογάν. Και τούτο, γιατί η Συνθήκη της Λοζάνης απαγορεύει την ίδρυση ναυτικών εγκαταστάσεων στα ελληνικά νησιά (τέτοιες δεν υπάρχουν), ενώ δεν απαγορεύει την παρουσία όπλων στα νησιά].
Η Τουρκία, όμως, βασίζεται από το 1980 και εντεύθεν στις παράνομες αποφάσεις δύο γ. γραμματέων του ΝΑΤΟ και σε μια διαταγή του SACEUR του ΝΑΤΟ, που επιμένουν στην αποστρατιωτικοποίηση των νήσων.
Στις παράνομες αυτές αποφάσεις καμιά χώρα, ΑΛΛΑ ΟΥΤΕ ΚΑΙ Η ΙΔΙΑ Η ΕΛΛΑΔΑ, αντιτάχθηκε ποτέ. Πράγμα που επιτρέπει στην Άγκυρα τώρα να προβάλει ως θέσφατα παράνομες πολιτικές αποφάσεις που δεν ανατράπηκαν ποτέ, άρα ισχύουν.
Έτσι φτάνουμε στην ουσία του θέματος: Η Αθήνα μέχρι αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζει την Άγκυρα με γενικόλογες αναφορές στο Διεθνές Δίκαιο και «επικεφαλίδες» θεμάτων προς συζήτηση. Ουδέποτε μέχρι αυτή τη στιγμή η Αθήνα έχει «ρίξει στο τραπέζι» δικές της προτάσεις και τοποθετήσεις, ώστε να «οδηγεί» αυτή τη διαπραγμάτευση, παρασύροντας και εξαναγκάζοντας την Άγκυρα να ακολουθήσει.
Της Κύρας Αδάμ