«Αναγκαίο, πέρα από το γρήγορο και βολικό, να φροντίσουμε το σταθερό και παραμελημένο μέσα μας»
Μία από τις καλύτερες και αγαπητές φωνές της Καλαμάτας είναι εκείνη της Μαρίας Κρασοπούλου, η οποία υπήρξε μαθήτρια του Μουσικού Σχολείου Καλαμάτας, ενώ ποτέ δε σταμάτα να μιλά σχετικά, αφού ουσιαστικά την “έσπρωξε” στο δρόμο που διανύει. Ένα δρόμο γεμάτο μελωδίες και συνεργασίες, ενώ πλέον συνεχίζει και στο δρόμο της ποίησης, με δύο μάλιστα συλλογές. Η δεύτερη φέρει τον τίτλο “Τα ύστερα του κόσμου” και κυκλοφόρησε πριν από μερικές ημέρες.
Συναντήσαμε τη Μαρία Κρασοπούλου και μας μίλησε για την ποίηση, τη μουσική, αλλά και τα σχέδιά της:
-Από τη μουσική στην ποίηση… πώς συνδυάζονται;
Η ποίηση και η μουσική είναι δύο όμοιοι ζωντανοί οργανισμοί. Μέσα στην ποίηση ενυπάρχει μουσικότητα, μέτρο, μελωδία, όπως και στη μουσική συναντά κανείς την απόλυτη εκφραστική διάθεση που έχει ένας στίχος. Φανταστείτε τα σαν δύο συγκοινωνούντα δοχεία, που το ένα νοηματοδοτεί το άλλο. Και τα δύο προκύπτουν από τη γενεσιουργό ψυχή. Έχουν φωνή εξαιρετικά δυνατή κι ωστόσο ευαίσθητη. Η μεν μουσική μιλά ακονίζοντας τις νότες, η δε ποίηση τις λέξεις. Ποίηση προστιθέμενης της μουσικής μας προσφέρει το πολύτιμο σε όλους τραγούδι. Τη συντροφιά, την παρηγοριά, την κινητήριο δύναμη του ανθρώπου σε όλες τις μεγάλες και μικρές του στιγμές. Από τη μουσική στην ποίηση, λοιπόν, και από την ποίηση στη μουσική δεν έχεις πολλά βήματα να διανύσεις.
-Πώς και πότε ξεκινήσατε να γράφετε ποίηση;
Με το γραπτό λόγο, όπως διέκριναν τουλάχιστον οι δάσκαλοί μου, είχα από τα πρώτα μαθητικά χρόνια μια έφεση, ωστόσο την ποίηση τη βρήκα και με βρήκε, θα έλεγα, στην εφηβεία.
Στην αρχή επηρεασμένη από την επαφή μου με το τραγούδι, οι στίχοι, έμμετροι και ομοιοκατάληκτοι, θύμιζαν τραγούδια εν αναμονή. Έπειτα, μεγαλώνοντας εξέλιπε σιγά σιγά το μέτρο, η ομοιοκαταληξία και άρχιζε η αφαίρεση σε λέξεις και η προσθήκη πιο ελεύθερων ενεργειών, που απαιτούν να στρέψεις το βλέμμα από τον εαυτό σου στους άλλους και να επιχειρήσεις να γράψεις για αυτά που βλέπεις, αλλά και για αυτά που δε βλέπεις, μα πρέπει να πας πιο βαθιά.
Το Μουσικό Σχολείο ήταν ένας καλός και γερός βατήρας για αυτή την πρώτη “βουτιά”.
-Η ποίηση θεωρείται ξεπερασμένη ή αντέχει ακόμα;
Ζούμε, δεν είναι κρυφό, σε έναν κόσμο με εξαιρετικά μεγάλες ταχύτητες. Η τεχνολογία ήρθε ελπιδοφόρα βοηθητική μα και απόλυτα σαρωτική ως προς τους ρυθμούς της ζωής μας.
Σήμερα μπορείς να επικοινωνήσεις ζωντανά στην άλλη άκρη του κόσμου με βιντεοκλήση χωρίς να ταξιδέψεις, να σπουδάσεις εξ αποστάσεως, να κάνεις πόλεμο εξ αποστάσεως με ένα κουμπί από το γραφείο σου, αλλά όχι και τόσο σύνθετα πράγματα, όπως το να κάνεις γρήγορες αγορές, γρήγορες συναλλαγές, απλά και σίγουρα. Προσέξατε τις λέξεις; “Γρήγορα”, “απλά” και “σίγουρα”. Αυτές δεν είναι φίλες της ποίησης.
Η ποίηση δε θέλει ταχύτητα, θέλει το δικό της χρόνο, το δικό της χώρο και, φυσικά, δεν της είναι απλό κι εύκολο τίποτα πλέον, γιατί ο κόσμος αποπροσανατολίστηκε στρέφοντας τον εαυτό του όλο και πιο έξω από τον ίδιο. Η ποίηση απαιτεί επαφή. Απαιτεί αναζητήσεις και πρώτα από όλα να γνωρίσεις τον εαυτό σου κι αυτό είναι άθλημα πολύ χρονοβόρο. Ποιος διαθέτει σήμερα τόσο χρόνο, όταν μπορεί να γνωρίσει με το ρούτερ του κάθε μέρος της γης; Είναι πιο εύκολη, δυστυχώς, μια προσομοίωση ζωής από το ίδιο το αληθινό βίωμα.
Δεν είναι ξεπερασμένη η ποίηση μα ο τρόπος θέασής της στα πράγματα. Ο βαθιά ανθρώπινος κι ο ακατανόητα ρομαντικός που χάσαμε ή χάνουμε. Είναι αναγκαίο, όμως, πέρα από το γρήγορο και βολικό, να φροντίσουμε το σταθερό και παραμελημένο μέσα μας. Όσο υπάρχει αυτή η ανάγκη, θα αντέχει κι η ποίηση.
Κι όταν το μέσα μας γλυκάνει και εξανθρωπιστεί ξανά, η ποίηση θα αντέχει ακόμα πιο πολύ, γιατί θα βρει κάπου να θεμελιωθεί.
-Πώς μια νέα ποιήτρια πάει σε έναν εκδοτικό οίκο και ζητά να εκδοθεί το βιβλίο της;
Τα ποιητικά έργα στέλνονται στους λιγοστούς πλέον εκδοτικούς οίκους κι εκείνοι κρίνουν ποια είναι άξια έκδοσης, σύμφωνα με τα κριτήρια που έχει ο κάθε ένας. Άλλοι έχουν κριτήριο το περιεχόμενο της ποίησης, την πίστη στο πρόσωπο του ίδιου τον ποιητή, την αναγκαιότητα ύπαρξης νεοελληνικής λογοτεχνικής παραγωγής κι άλλοι την εμπορική σημασία του έργου αυτή καθαυτή. Υπήρξα εξαιρετικά τυχερή και στις δύο εκδόσεις μου, γιατί συναντήθηκα με εκδότες που δεν κοίταξαν το κέρδος μα το περιεχόμενο. Το λέω αυτό γνωρίζοντας πως η πρώτη συλλογή βρέθηκε στα χέρια πολλών ανθρώπων. Δε λέω, λοιπόν, ότι είναι εύκολη η έκδοση. Αντιθέτως, ειδικά η ποίηση είναι εξαιρετικά δύσκολη στο να εκδοθεί. Όταν συμβαίνει, όμως, με τον τρόπο που σας περιέγραψα και με τον τρόπο που το βίωσα εγώ ως νέα ποιήτρια, είναι ευχής έργον για το μέλλον του βιβλίου και της λογοτεχνίας, ειδικά στις πονηρές αυτές ημέρες.
-Μιλήστε μας για τα δύο σας βιβλία…
Η πρώτη συλλογή εκδόθηκε το 2016 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη, που μετά το χαμό του Σάμη Γαβριηλίδη δε δραστηριοποιούνται προς το παρόν. Οι “Ήχοι αθόρυβοι” ήταν μια συρραφή ποιημάτων που κρατούσα στο αρχείο μάλλον χωρίς προσδοκία έκδοσης. Το τόλμησα και αισθάνομαι πολύ τυχερή, γιατί η πρώτη συλλογή αποτέλεσε εφαλτήριο για τη δεύτερη, που εδώ και λίγες μέρες ανοίγει πανιά στα δύσκολα, θα έλεγα, νερά της θάλασσας των ποιητικών βιβλίων. “Το ύστερα του κόσμου” από τις εκδόσεις 24 γράμματα κάνει από τον τίτλο του ήδη έναν αισιόδοξο υπαινιγμό. Για το ύστερα, το μετέπειτα που, ό,τι κι αν συμβαίνει στις ειδήσεις μας, στη γειτονιά και στην ψυχή μας, πρέπει να υπάρξει για να πάει πιο κάτω το κουβάρι. Το “ύστερα του κόσμου” το ξεπροβοδίζω με την ευχή να ταξιδέψει όσο πιο μακριά, αργά μα σταθερά στις πιο δεκτικές μα και ακατάδεκτες ματιές.
-Η μουσική παραμένει στη ζωή σας;
Καθότι μιλούμε για ποίηση, ας μου επιτραπεί μια φράση που για εμένα δεν υπερβάλλει ούτε φορά το προσωπείο ενός κοινού κλισέ. Η μουσική είναι βιοτική μου ανάγκη, είναι ένας παράγοντας που, αν εκλείψει, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Το τραγούδι είναι ο τρόπος μου να μιλώ στους ανθρώπους. Παραμένει και θα παραμένει και θα εμπλέκομαι κι εγώ μαζί του όσο βαστώ να το υποστηρίζω, γιατί ο άνθρωπος, μην ξεχνάμε, είναι από φθαρτά υλικά. Ως τώρα δεν έχω μετρήσει ημέρα από τη ζωή μου που να μην έχω έστω σιγομουρμουρίσει ένα τραγούδι. Ως τώρα δεν έχω μετρήσει φορά που να μην έχω χαρεί για την ευλογία αυτή να τραγουδώ μπροστά στους ανθρώπους.
-Ανάμεσα στα δύο τι προτιμάτε;
Ποιο θα προτιμούσε κάποιος: τροφή ή νερό;
-Τα σχέδιά σας…
Δύσκολη εποχή να μιλά κανείς για σχέδια! Υπάρχει το πλάνο της παρουσίασης της συλλογής στην πόλη μας και σίγουρα στην Αθήνα, με την ελπίδα οι καταστάσεις να επιτρέπουν συναθροίσεις. Υπάρχει η ευχή να μπορέσουμε να βρεθούμε στα live των Bit gia Bit, όπως κάθε χειμώνα, με έναν ασφαλή τρόπο για όλους. Ο κόσμος δε σταματά και δεν πρέπει να σταματά τη φορά του κι εμείς θα πρέπει να ακολουθήσουμε όσο καλύτερα μπορούμε.
Του Παναγιώτη Μπαμπαρούτση