ΣΗΜΕΡΟΝ ο ανατέλλων ήλιος ευρίσκει νεκρόν τον εμψυχωτήν και δημιουργόν της εφημερίδος αυτής, τον Μιχαήλ Χ. Αποστολάκην.
Έπεσε και αυτός, όπως ο αείμνηστος ιδρυτής του «Θάρρους», Ιωάννης Χ. Αποστολάκης, μαχόμενος μέχρι της υστάτης πνοής του εις τας επάλξεις της δημοσιογραφίας. Το κενόν που αφήνει εις την εφημερίδα είναι δυσαναπλήρωτον. Την υπηρέτησε και ηγωνίσθη δια να την επιβάλη, επί σαράντα συναπτά έτη. Εις τον σκληρόν και άχαρον αυτόν αγώνα έδωσεν όλην την ικμάδα και το σφρίγος της πρώτης νεότητός του. Επάλαισε προς μυρίας αντιξοότητας και δεν εκάμφθη ούτε εις τας σκληροτέρας στιγμάς της εφημερίδος. Το ιδανικόν του υπήρξεν η εφημερίς. Εις αυτήν έδωσε το παν.
Μέχρι δυσμών του βίου του, και όταν ακόμη το βάρος των γηρατειών τού είχεν αφαιρέσει δυνάμεις και τον είχε καταστήσει κινουμένην σκιάν, υπήρξε δια το «Θάρρος» ο ζωοδότης πυρσός.
Από την ελαχίστην σπίθαν που ανέθρωκεν εις τα στήθη του έδιδεν ό,τι ηδύνατο δια να φωτίση τον δρόμον του. Και παρέδωσε το πνεύμα του ολύμπιος όταν, κατά τας τελευταίας στιγμάς του, οι οικείοι του τον επληροφόρησαν ότι το «Θάρρος» δεν διέκοψεν, ούτε πρόκειται να διακόψη, έστω και δια μίαν ημέραν, την ιστορικήν αποστολήν του…
Το έργον το οποίον καταλείπει οπίσω του ο Μιχαήλ Αποστολάκης είναι μέγα. Αι υπηρεσίαι δε τας οποίας προσέφερε δια της εφημερίδος του εις την Μεσσηνίαν και ιδιαιτέρως εις την πόλιν αυτήν, είναι ανυπολόγισται.
Επί κεφαλής του «Θάρρους» απεδύθη εις τραχείς αλλά γονίμους εις ευτυχή αποτελέσματα, δημοσιογραφικούς αγώνας, εις μίαν εποχήν που η Μεσσηνία εληστοκρατείτο και η Καλαμάτα δεν ήτο παρά ένα μεγάλο χωριό. Τας χειμερινάς και τας ασελήνους νύκτας του καλοκαιριού οι δρόμοι της εφωτίζοντο με φανούς. Η Παραλία ήτο σχεδόν έρημος και η συγκοινωνία της πόλεως με αυτήν εξυπηρετείτο με «λαντώ». Η Καλαμάτα δεν είχεν ούτε μεγάλας και ανθούσας βιομηχανίας, ούτε μεγαλοπρεπή μέγαρα, ρυμοτομίαν, ύδρευσιν και πάρκα όπως σήμερον.
Κατόπιν το φως του πολιτισμού έφερεν εις την πόλιν τον ηλεκτροφωτισμόν, τα πολύφωτα των πλατειών, το τραμ και το δίκτυον της υδρεύσεως. Δια να γίνουν όμως αυτά εχρειάσθη αγώνες και προσπάθειες μεγάλες. Ο Μιχαήλ Αποστολάκης εις τους αγώνας αυτούς έδωσε δια του «Θάρρους» το παν. Εμπνεόμενος από ανώτερα ιδεώδη εκράτησεν υπερήφανα την σημαίαν της εφημερίδος καθ’ όλον το τεσσαρακονταετές διάστημα των δημοσιογραφικών προσπαθειών του, δοκιμάσας στερήσεις και πικρίας όχι ολίγας. Ενίκησεν ωστόσο. Και όταν χθες παρέδιδεν εις Κύριον το πνεύμα του, ένα ελαφρό χαμόγελο ικανοποιήσεως άνθιζεν εις τα χείλη του, διότι είχε την αίσθησιν ότι εξεπλήρωσε την δημοσιογραφικήν αποστολήν του εν Μεσσηνία όσον ουδείς άλλος. Υπεράνω της κλίνης του εφώτιζε το ηλεκτρικόν πολύφωτον, ενώ από μακράν έφθανεν εις τα ώτα του ο θόρυβος των κινουμένων τροχιοδρόμων…
Aλλ’ ο αείμνηστος Μιχαήλ Αποστολάκης δεν υπηρέτησεν ως μονάς την δημοσιογραφίαν. Χάρις εις αυτόν η ελληνική δημοσιογραφία απέκτησε τους γλαφυρώτερους Καλάμιους που εξεπορεύθησαν από τα πτωχικά γραφεία του «Θάρρους».
Έχων αισθήματα αλτρουιστικά, εβοήθησεν όσον ηδύνατο τα δημοσιογραφικά τέκνα της εφημερίδος του να ανέλθουν και να σταδιοδρομήσουν. Οι Βεντήρηδες και ο Κώστας Αθάνατος, ο Γεράσιμος Λύχνος και ο αείμνηστος Οικονομόπουλος, ο Ηλίας Κατσαντώνης και ο μακαρίτης Πότης Γιαννακόπουλος, ο Στράτης Κτεναβέας, ο Πότης Τσιμπιδάρος και τόσοι άλλοι εξέχοντες δημοσιογράφοι που εφώτισαν και φωτίζουν τον ελληνικόν Τύπον, αποτελούν τον δημοσιογραφικόν αστερισμόν του «Θάρρους», που εδημιούργησεν αποκλειστικά ο μεγάλος νεκρός της εφημερίδας αυτής. Και οποία ικανοποίησις δι’ αυτόν, οποία χαρά όταν έβλεπε τα δημοσιογραφικά τέκνα του ευημερούντα εις την πρωτεύουσαν, με ευγνωμοσύνη να του φιλούν τα χέρια και να τον αποκαλούν «πατερούλη»!
Νεώτεροι ημείς αυτών, κλίνομεν ευλαβικά το γόνυ προ της σορού του και υποσχόμεθα ότι με την ιδίαν εγκαρτέρησιν θα συνεχίζωμεν το ωραίον έργον του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΝΑΠΛΙΩΤΗΣ
Επικήδειος εκφωνηθείς υπό του Π. Ψαλτήρα
«ΘΑΡΡΟΣ 31 Αυγούστου 1939
Την 11ην π.μ. χθες εκηδεύθη εν μέσω γενικής θλίψεως και με αθρόαν συμμετοχήν της καλαματιανής κοινωνίας ο αείμνηστος ιδιοκτήτης του «Θάρρους» Μιχαήλ Χ. Αποστολάκης. Επί της σορού του κατετέθησαν στέφανοι εκ μέρους των οικογενειών Χαρ. Αδαμοπούλου, Νομιάτρου, Ιωάν. Κάρτσωνα και του συνδέσμου των εφημεριδοπωλών. Τον νεκρόν απεχαιρέτησεν εις τον Μητροπολιτικόν Ναόν ο λογοτέχνης και ποιητής Πότης Ψαλτήρας ως εξής:
Ευσεβές εκκλησίασμα,
Εάν είναι μια μεγάλη αλήθεια, ότι ο πολιτισμός και η πρόοδος της ανθρωπότητος, οφείλονται πρώτα πρώτα στη διάδοσι των πνευματικών φώτων και της μορφωτικής αναπτύξεως ατόμων και κοινωνιών, είναι άλλο τόσο αληθινό – για να έχωμε μια ακόμη παράδοξη αντινομία μέσα στις τόσες άλλες της ζωής και του κόσμου αυτού – ότι οι άνθρωποι οι οποίοι αφιερώνουν τις πνευματικές των δυνάμεις και γενικά τους κόπους των και τις προσπάθειές των στο σκοπό αυτό της διαδόσεως του πνευματικού φωτισμού, πολύ σπάνια κατορθώνουν να μείνουν ικανοποιημένοι από τον τρόπο της ζωής που τους χαρίζουν οι αγώνες των για την πνευματική προκοπή και καθοδήγησι των συνανθρώπων των.
Εκτός από την ηθική ικανοποίησι, ότι καθοσιώνουν το βίο τους και εξοδεύουν το καλλίτερο απόθεμα της πνευματικής των δυναμικότητος, στην εξυπηρέτησι επιδιώξεων πνευματικών, καμμιάν άλλη ωφέλεια δεν προσπορίζονται. Αντίθετα μάλιστα και περισπασμούς αντιμετωπίζουν στην εκπλήρωσι της αποστολής των, αλλά και θυσίες υλικές σημαντικές αναγκάζονται να υποστούν. Ένα παράδειγμα τέτοιο αποτελεί και η ζωή του πολύκλαυστου νεκρού Μιχ. Αποστολάκη, ο οποίος αφιέρωσε τη ζωή του στην υπηρεσία του ημερησίου Τύπου, που αποτελεί σπουδαίο όργανο δημοσίου φωτισμού του αείμνηστου ιδιοκτήτου της έγκρισης εφημερίδος «ΘΑΡΡΟΣ», όστις κείται άψυχος εμπρός μας, για να οδηγηθή σε λίγο στην τελευταία του κατοικία.
Ο Μιχαήλ Αποστολάκης, ένθερμος και αυτός ζηλωτής του δημοσιογραφικού στίβου, εστάθηκε πολύτιμος βοηθός του αείμνηστου αδελφού του και διακεκριμένου δημοσιογράφου Ιωάννη Αποστολάκη, όταν εξέδωκεν ούτος το 1899 την εφημερίδα «Θάρρος», που εκδίδεται χωρίς διακοπή μέχρι σήμερα.
Στα 1905, ο Μιχαήλ Αποστολάκης, αφού για ένα διάστημα διετέλεσεν υπάλληλος της Νομαρχίας, έπαθε το μεγάλο ατύχημα να χάση τον αγαπημένο αδελφό του Ιωάννη και τότε ακριβώς εχρειάσθη να εκδηλώση όλη του την ευφυία και τη δραστηριότητα, για να κρατήση την εφημερίδα και να της δώση νέα ώθησι προόδου, εκείνη που της έδωκε. Και είχε να παλαίση με τόσες δυσχέρειες και εναντιότητες, τις οποίες όμως κατόρθωσε να υπερνικήση.
Σ’ αυτό τον εβοήθησε πολύ και η ικανότητα που είχε να διακρίνη τα δημοσιογραφικά ταλέντα και να τα ελκύη στην εφημερίδα του, από τα γραφεία της οποίας εβγήκαν εκλεκτοί δημοσιογράφοι και λόγιοι, οι οποίοι έγιναν ευρύτερα γνωστοί και κατέλαβαν λαμπρές θέσεις στα ελληνικά γράμματα και στην ελληνική δημοσιογραφία.
Και ενώ ο Μιχαήλ Αποστολάκης εστάθηκε ένας λαμπρός ιδιοκτήτης, οργανωτής και οδηγητής ημερησίας εφημερίδας, μολαταύτα για να πραγματοποιηθή και σ’ αυτόν εκείνο που είπα πρωτύτερα, σχετικά με τη μοίρα των ανθρώπων που χαρίζουν τις δυνάμεις των στο έργο του πνευματικού φωτισμού της κοινωνίας. Ζημιές και μόνο ζημιές υλικές έπαθε, μ’ όλη τη νοικοκυρίστικη διαχείρισι και το οικονομικό πνεύμα που τον εχαρακτήριζε.
Ο Μιχ. Αποστολάκης φιλόστοργος οικογενειάρχης, πάντοτε σεμνός πολίτης και μετριόφρων, ήταν ακόμη ένας ειλικρινής φίλος των ανθρώπων της πέννας, τους οποίους ήξερε και ηθικώς να ενθαρρύνη, αλλά και υλικώς ενίσχυε. Γενικά, η συμβολή του Μιχαήλ Αποστολάκη εστάθηκε σημαντική στην πρόοδο του καλαματιανού Τύπου, στην ιστορία του οποίου θα καταλάβη μια εκλεκτή θέσι το όνομά του και η δράσι του, για την οποία ευτύχησε ν’ αφήση άξιο και ικανό συνεχιστή τον υιό του Ιωάννη.
Πολυθρήνητε νεκρέ,
Η στιγμή αυτή του θανάτου σου, στιγμή μεστή από αγωνία για την ανθρωπότητα, που την απειλεί ο φριχτότερος πόλεμος, απ’ όσους εγίνηκαν πάνω στη γη, μας γεμίζει από δέος και κάνει βαθύτερη τη συγκίνησί μας, όταν συλλογιζώμεθα το αμέτρητο θέρισμα της ανθρώπινης ζωής, που κρέμεται επάνω μας και που ευχόμεθα από τα βάθη της ψυχής μας να μη θελήση η μοίρα να το ιδούμε.
Μα εάν δε σταθή βολετό να τ’ αποφύγωμε, τότε μακαρισμένη για σένα η στιγμή αυτή όπου μας φεύγεις. Μακαρισμένη για σένα μα για τους δικούς και για όσους σ’ εγνώρισαν και σ’ αγάπησαν, στιγμή σπαρακτική, γιατί σ’ αποχωρίζονται για πάντα.
Η καλαματιανή γη, που θα σε σκεπάση, ας είναι ελαφρά, η μνήμη σου αιωνία και το ουρανόπεμπτο άρωμα της θείας παρηγοριάς ας γλυκάνη τον πόνο της πολυφίλητης συζύγου σου, του μονάκριβου γυιού σου και των άλλων συγγενών σου.
_____
MEΦΙΣΤΟΦΕΛΕΙΑ
Μιχαήλ Χ. Αποστολάκης
«ΘΑΡΡΟΣ 3 Σεπτεμβρίου 1939
Η στήλη αυτή που τις περισσότερες σχεδόν φορές έχει κάποιον εύθυμο τόνο, σήμερα εκπληρώνοντας ένα θλιβερόν καθήκον θα πάρη μια λυπητερή φόρμα για τη μνήμη εκείνου που συνεχιστής του μεγάλου έργου του αδελφού του Γιάννη Αποστολάκη, που όμοια σαν και τον προχθεσινόν μας μεγάλον νεκρό, έπεσε κι αυτός στις επάλξεις του δημοσιογραφικού αγώνος.
Θα αφιερωθή στη μνήμη εκείνου, που παλεύοντας τριάντα τρία ολόκληρα χρόνια (1906 – 1939), έδωσε ό,τι ήταν δυνατόν να δώση, σαν άνθρωπος, στη μεγάλη του αγαπημένη, τη Δημοσιογραφία, τα νιάτα, το πνεύμα, την υγεία, για να δώση προχθές κι αυτή ακόμα τη ζωή του.
Στη μνήμη εκείνου που πάντα ήρεμος, ανεξίκακος, και με το αθώο, το ανεπιτήδευτο, το γλυκό χαμόγελο στα χείλη, δεχόταν στο φτωχικό κι απέριττο γραφείο του «Θάρρους» καθέναν που είτε κάποια ανάγκη τον έφερνε μέχρις εκεί, είτε το «μικρόβιο» της δημοσιογραφίας είχε και σ’ αυτόν αρχίσει να δημιουργή «εστία μολύνσεως», μολύνσεως τόσο άχαρις μα και τόσο γλυκειάς.
Θα αφιερωθή στη μνήμη εκείνου που κάτω από την στιβαρή πνευματική του καθοδήγηση, ρίχτηκαν στο σκληρό κι απαιτητικό δημοσιογραφικό στίβο τόσαι και τόσαι προσωπικότητες.
Όχι σαν ασήμαντοι αθληταί, αλλά σαν πρωταθληταί και που ελάμπρυναν και λαμπρύνουν ακόμη την ελληνική δημοσιογραφία και που όλοι μαζί αποτελούν, όπως τόσο χαρακτηριστικά έγραφε προχθές ο φίλος Γιάννης Αναπλιώτης, τον δημοσιογραφικόν αστερισμό του «Θάρρους» του Μιχαήλ Χ. Αποστολάκη.
Ο μεγάλος μας νεκρός που τόσο γρήγορα η κακή μοίρα μάς τον στέρησεν, αγωνίστηκε πάντα, όσον του ήταν τουλάχιστον δυνατόν, με όλας του τας δυνάμεις, για κάθε τι καλό και προοδευτικό και οι πολύτιμες στήλες του «Θάρρους» ήταν και θα είναι ασφαλώς πάντα ανοικταί, γιατί και οι συνεχισταί του μεγάλου έργου που εγκατέλειψε από τας βασικάς κατευθύνσεις και την πολιτείαν εκείνου θα εμπνέονται για οποιονδήποτε που αγωνίζεται «με την πέννα» στο χέρι για κάτι το δίκαιο, για κάτι που η επικράτησίς του επρόκειτο να δώση είτε τοπικά είτε γενικά κάποιο καλό.
Αγωνίστηκε τόσα και τόσα χρόνια και ενώ θα ‘πρεπε, του ήταν δυνατόν, μέσα στον πολιτικό σάλο του κακού παρελθόντος, να πλουτίση κι αυτός όπως τόσοι και τόσοι άλλοι, έμεινε πάντα λευκός, τίμιος, ειλικρινής αγωνιστής, πάνω σε κάτι που η τίμια συνείδησίς του του έλεγε ότι ήταν εθνωφελές, παραβλέποντας το δικό του συμφέρον, που μπορούσε να ικανοποιήση άριστα, χωρίς και να ξεφεύγη από τις τίμιες κατευθύνσεις της συνειδήσεώς του.
Η Καλαμάτα που τόσα και τόσα του οφείλει, γιατί στην πρόοδόν της τόσα και τόσα εκείνος, ηθικά, της προσέφερε με την εφημερίδα του, τόσα που κάθε δωρεά, κάθε κόπος και κάθε προσπάθεια δεν θα μπορούσε να παραβλεφθή ποτέ με όσα αυτός έκανε, τον συνώδευσε προχθές με δάκρυα στα μάτια μέχρι εκεί που δεν θα μπορεί πια ο αχόρταγος Μινώταυρος – η εφημερίδα – να του ζητήση άλλο τίποτε.
Ό,τι είχε να της δώση, της το έδωσε, ως κι αυτή την ζωή του.
ΜΕΦΙΣΤΟ