Η αποκάλυψις
«ΘΑΡΡΟΣ» 4 Οκτωβρίου 1901
Οι αναγνώσται ημών ενθυμούνται την επί ημέρας ολοκλήρους δημοσιευθείσαν εις το «Θάρρος» ικετήριον και συγκινητικήν δήλωσιν, δι’ ης εις πατήρ εξώρκιζεν εν ονόματι της φιλανθρωπίας τους λαβόντας γνώσιν της υπάρξεως της κόρης του, να σπεύσωσι να γνωρίσωσι τούτο εις την αστυνομίαν ή προς ημάς όπως σώσωσιν ολόκληρον οικογένειαν, μητέρα και αδελφούς σηπωμένους εις την φυλακήν ως αδελφοκτόνους!
Ο πατήρ εκείνος, Ζούζουλας ονόματι, κλαίων τότε ο δυστυχής και οδυρόμενος, μας ενέπνευσε τόσην πεποίθησιν περί της αδικοπαθείας της οικογενείας του ώστε αφιερώσαμεν την επομένην άρθρον δι’ ου καθιστώμεν προσεκτικήν την ανάκρισιν συνιστώντες ταχύτητα και στην περαίωσιν της υποθέσεως ταύτης.
Δυστυχώς η φωνή μας απέβη άκαρπος.
Αλλ’ ευτυχώς των πραγμάτων το κύρος επήλθεν αρωγόν προς σωτηρίαν οικογενείας πασχούσης και χανομένης.
Μυθιστορική όντως η υπόθεσις. Με αρχήν μυθιστορήματος με πλοκήν, με ακμήν, με λύσιν!
Αφηγούμεθα το μυθιστόρημα από της αρχής του, ίνα κορέσωμεν την αδηφάγον περιέργειαν των αναγνωστών μας, ήτις λίαν δικαίως εν τω ζητήματι τούτω εξήφθη. Αφηγούμεθα δε σήμερον ως απλοί χρονογράφοι το γεγονός, έχοντες την απόφασιν αύριον να πραγματευθώμεν αυτό από της σπουδαιοτάτης αυτού απόψεως, της δικαστικής πλάνης, ήτις όντως επαχθή έσχεν αποτελέσματα δια την ταλανισθείσαν οικογένειαν.
Ιδού το ιστορικόν
Την 3ην του παρελθόντος Ιουλίου εκ των εν Παμίσω κτημάτων του Ν. Αναστασοπούλου ή Ζούζουλα εγένετο άφαντος η κόρη αυτού Χαρίκλεια άγουσα το 17ον έτος της ηλικίας της.
Άμα τη απωλεία αυτής ο ατυχής πατήρ της έσπευσεν εις την Αστυνομίαν και ανήγγειλεν το γεγονός ζητήσαν έγκαιρον την συνδρομήν προς ανεύρεσιν της κόρης του. Περιττόν είναι βεβαίως να είπωμεν ότι η αστυνομία ουδέν απεκάλυψε χωρίς να διακριθή εν τω ζητήματι τούτω η δραστηριότης της. Αλλά το φοβερότερον πάντων είναι ότι ολίγας ημέρας μετά την εξαφάνισιν της Χαρικλείας η οικογένεια αυτής, η μήτηρ μετά των αδελφών της, προσαγομένη εις τα ανακριτικά γραφεία ωδηγείτο μετ’ ου πολύ εις τας φυλακάς επί τη υπονοία ενοχής εις απαίσιον και φρικαλέον ανοσιούργημα φόνου του ιδίου τέκνου και αδελφής.
Εκ της οικογενείας εσώζετο ο δυστυχής πατήρ μη προφυλακισθείς ούτος διότι κατά τύχην κατά τον χρόνον καθ’ ον απεδίδετο η τέλεσις του εγκλήματος απουσίαζεν εκ του οίκου του.
Ο δυστυχής ούτος άνθρωπος, εστερημένος της κόρης του και της οικογενείας του ολοκλήρου, περιέστη εις αληθή απόγνωσιν. Προσήλθεν εις το γραφείον μας και κλαίων, έδωκεν εις δημοσίευσιν την γνωστήν δήλωσιν κατασυγκινήσας δύο εγκρίτους συμπολίτας μας ευρισκομένους κατά την στιγμήν εκείνην εις τα γραφεία μας.
Παρήλθον τρεις μήνες αφ’ ης εν ταις φυλακαίς ολόκληρος οικογένεια εταλαιπωρείτο, κλίνουσα υπό το άχθος της φυλακίσεως και την οδύνην της απωλείας αγαπητής κόρης και αδελφής, ότε από μηχανής θεός εις εξάδελφος της απωλεθείσης απροσδόκητον όλως εποιήσατο εν Μεσσήνη αποκάλυψιν. Και ιδού πώς.
Ο εξάδελφος της απωλεσθείσης Ζούζουλας μετά τινός Ηλία Σαραντάκη είχον κατέλθη μετά προβάτων εν Μεσσήνη, ότε συνήντησαν έφιππον εν ανδρική περιβολή την εξαφανισθείσα Χαρίκλειαν.
Πλησιάσας αυτήν τότε την ηρώτησε πώς ονομάζεται. Αύτη δε του απεκρίθη ότι ελέγετο Γεώργιος Αναστασόπουλος και ότι κατήγετο εκ Σιμίζης. Έκπληκτος ο εξάδελφος της έρριψε την χείρα επί του στήθους και το μυστήριον απεκαλύφθη. Ο έφιππος βουκόλος ήτο η δεκαεπταετίς δροσερά αγρότις.
Μετά την αποκάλυψιν ταύτην η Χαρίκλεια ωδηγήθη ενώπιον του αστυνόμου Μεσσήνης, όπου εποιήσατο την πρόχειρον κατάθεσίν της. Σήμερον δε την πρωίαν ήχθη ενώπιον του εισαγγελέως προπεμφθείσα εις τον σιδηροδρομικόν σταθμόν Μεσσήνης υπό πολλού πλήθους περιέργων.
Το ανδρογύναικον αυτό το οποίον τόσας πικρίας επότισε την ατυχή οικογένειάν του, είδομεν και ημείς εις το εισαγγελικόν γραφείον.
Την ιστορίαν της σας την διηγείται η ίδια.
Η μήτηρ της την έδειρε πολύ και βαρέως φέρουσα τους ραβδισμούς τούτους και υπό φόβου συνεχομένη ανεχώρησεν εκ της πατρικής της οικίας και ενδυθείσα τα ενδύματα ενός των αδελφών της ετράπη τον βουκολικόν βίον. Προσελήφθη εις την υπηρεσίαν του Κωνσταντίνου Τάντηρη εκ Μεσσήνης και ανέλαβε την βοσκήν των βοών του διαβεβαιώσασα την οικογένειάν του ότι κατήγετο εκ Σιμίζης της Ιθώμης, ότι ονομάζετο Γεώργιος Αναστασόπουλος και ότι εχρημάτισε καλογεροπαίδι εις την Μονήν της Βελανιδιάς δια να δικαιολογήση ίσως την μακράν κόμην της.
Οι πλησιάζοντες αυτήν ουδόλως ανεγνώρισαν το φύλον της και τούτω αναδεικνύται έξοχος υποκριτής.
Την περιπετειώδη νεάνιδα την γενομένην πρόξενον τόσης οικογενειακής δυστυχίας κατ’ εντολήν της Εισαγγελίας επεθώρησαν σήμερον οι ιατροί Β. Γκονόπουλος, Κωνστ. Χρυσικόπουλος και Χρήστος Παναγιωτόπουλος προς βεβαίωσιν του φύλου και της παρθενίας αυτής. Η δε εξέτασις απέδειξεν αυτήν παρθένον ήτις ιδιότης εξήγνισεν αυτήν δια τα προς την οικογένειάν της κακά.
Ο ατυχής πατήρ της ευχαριστημένος ήδη της διευκόλυνε την εις το φύλον της επάνοδον προσκομίσας γυναικεία φορέματα!
Η οικογένεια απηλευθερώθη ενώ οι περίεργοι σήμερον την πρωίαν επλήρουν εν συνωστισμώ την παρά τα ανακριτικά γραφεία οδόν.
ΑΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΑΙ ΠΛΑΝΑΙ
«ΘΑΡΡΟΣ» 5 Οκτωβρίου 1901
Όπισθεν της δικαστικής πλάνης η οποία ανεκαλύφθη χθες, υπάρχει ο Καιάδας της δυστυχίας μιας ολοκλήρου οικογενείας. Όπισθεν της μεγάλης χαράς, την οποίαν παρέσχε το τυχαίον της χθες γεγονός, αναιρέσαν εν εικαζόμενον έγκλημα, ανευρίσκεται μία απογοητευτική αποκάλυψις, μία πικρά αλήθεια, η πλάνη της δικαιοσύνης.
Και η δικαιοσύνη όντως πλανάται. Διότι δεν είναι καταπεπιστευμένη εις χείρας όντων υπερανθρώπων. Όπως ο έμπορος πλανάται εις τους υπολογισμούς του και ο τραπεζίτης εις τους ιδικούς του, είναι πολύ φυσικόν να πλανάται εις την μόρφωσιν των πεποιθήσεών του ο δικαστής, όστις πολλάκις εξ εικασιών καλείται να μορφώση την γνώμην του.
Αλλ’ η πλάνη του εμπόρου και του τραπεζίτου πρέπει να σημειωθή ότι πολύ απέχει της πλάνης του δικαστού, διότι αν όντως η ανθρωπίνη φύσις επιβάλλει την αναγνώρισιν και της παρακολουθούσης τον δικαστήν αδυναμίας, ουδέν ήττον η αντίληψις των πολλών, πάνυ δικαίως τείνει να αναγνωρίση εις τον δικαστήν το αλάθητον, όπερ αποτελεί τη βάσιν του προς την δικαιοσύνην σεβασμού.
Η δικαιοσύνη εις την συνείδησιν του λαού δεν πρέπει να επιβάλλεται δια μόνης της παρακολουθούσης αυτήν δυνάμεως όπως πραγματοποιή τας αποφάσεις αυτής. Αλλ’ είναι ανάγκη την επιβολήν αυτής να ασκή δι’ αυτού του περιεχομένου των βουλευμάτων και των αποφάσεων αυτής. Διότι αν όντως αι αποφάσεις της δικαιοσύνης δεν δικαιολογούνται εις την συνείδησιν των πολλών, η δικαιοσύνη καταντά εις έννομον και ανεγνωρισμένην βίαν ευφήμως περιβαλλομένην της Θέμιδος το επιβλητικόν όνομα.
Χάριν λοιπόν της διαφυλάξεως αυτής της υπολήψεως της δικαιοσύνης, επιβάλλεται εις τους λειτουργούς αυτής, μετά μεγίστης προσοχής και περισκέψεως να προβαίνωσιν εις τας αποφάσεις αυτών και τα βουλεύματα, διότι η εσφαλμένη κρίσις δεν δημιουργεί εν μόνον θύμα αλλά δύο. Και το μεγαλείτερον εκ των θυμάτων τούτων είναι αυτή η δικαιοσύνη!
Διότι ο δικαστής πλανώμενος, δίδει στάδιον ευρύ εις τους λυμαινομένους την ελληνικήν κοινωνίαν εκμεταλλευτάς, να ιδιοποιώνται επ’ ωφέλεια αυτών τας πλάνας ταύτας, επί τελεία καταπτώσει του γοήτρου της δικαιοσύνης.
Αναγνωρίζομεν ότι ο δικαστής εύρηται προ διλήμματος πολλάκις. Εν τοιαύτη όμως περιπτώσει αυτός ο νόμος προτιμών την επιεική λύσιν όταν πρόκειται να κρίνη μεταξύ αυστηρού και επιεικούς, δίδει κοινωνικόν μάθημα βαρυσήμαντον εις τον δικαστήν προκειμένου να εκτιμήση πραγματικά γεγονότα.
Όταν εκ της επαληθεύσεως ενός μόνου αμφιβόλου συλλογισμού εξαρτάται μία βαρεία ποινή και εις κοινωνικός θάνατος ενός ατόμου επιβάλλεται μεγάλη εφεκτικότης και περίσκεψις. Διότι καθ’ ημάς προτιμότερον είναι να διαφύγη εις εγκληματίας, παρά να στερηθή η πολιτεία νέου μέλους αυτής αθώου, απλώς και μόνον ίνα δημιουργηθή δεύτερον θύμα!
Και εις την προκειμένην περίπτωσιν επί της καταδειχθείσης χθες πλάνης η δικαιοσύνη δεν εξέρχεται άτρωτος. Το μόνον τον οποίον μετά την απόδειξιν της αληθείας παραμένει αμφίβολον ως εκ της ανακριτικής εχεμυθείας είναι ο βαθμός της πλάνης εις ην περιέστη η δικαιοσύνη.
Οπωσδήποτε οι μάρτυρες ψευδείς θα υπάρχωσιν ή εικασίαι περιπλανημέναι.
Αν υπάρχωσι ψευδομάρτυρες, ο ποινικός νόμος τούς περιποιείται με αρκετά σοβαράν ποινήν και η δικαιοσύνη σώζουσα εαυτόν έχει καθήκον να καταδιώξη αυτούς αμειλίκτως. Αν πεπλανημέναι εικασίαι και συλλογισμοί ήγαγον εις συμπέρασμα ενοχής, είναι ζήτημα της καθ’ όλου ενεργείας της δικαιοσύνης.