Οι Αμερικανοί μετρούν ψήφο ψήφο το μέλλον τους, αλλά και οι Ευρωπαίοι μαδούν τη μαργαρίτα Μπάιντεν-Τραμπ για τις ευρωατλαντικές σχέσεις.
Με την εξαίρεση λίγων μόνον ευρωπαϊκών κρατών-μελών «του ανατολικού μπλοκ» (Πολωνία, Σλοβενία, Ουγγαρία κ.λπ.) οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν κρύβουν ότι επιθυμούν την εκλογή Μπάιντεν, ευελπιστώντας ότι οι σχέσεις Ουάσιγκτον – Βρυξελλών θα «επιστρέψουν στην ομαλότητα».
Ήδη η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν, ανήγγειλε έτοιμη να αγωνιστεί για μια καινούργια ευρω/ατλαντική ατζέντα, όποιος και αν είναι ο νικητής των αμερικανικών εκλογών. Περισσότερο από όλους η Άγκελα Μέρκελ είναι αυτή που θα επιθυμούσε την εκλογή Μπάιντεν, καθώς οι σχέσεις της με τον Ντ. Τραμπ κάθε άλλο παρά «ζεστές» ήταν, το ίδιο πρέπει να επιθυμεί και ο Ε. Μακρόν, τον οποίο ανεπιτρέπτως είχε πολλές φορές «στολίσει» φραστικά ο Τραμπ.
Όμως, η «επιστροφή στην παλαιά κανονικότητα» είναι μάλλον άπιαστο όνειρο, καθώς οι ΗΠΑ από την τελευταία περίοδο Ομπάμα και εντεύθεν έχουν αυξήσει τις αποστάσεις τους από τη Γηραιά Ήπειρο.
Για παράδειγμα, είναι εδραιωμένη πλέον η αντίληψη στην Ουάσιγκτον ότι η Ευρώπη οφείλει και μπορεί να εξασφαλίσει μόνη της την ασφάλειά της και να μην κρέμεται από τις ΗΠΑ (σ.σ. ο Μπάιντεν έχει προαναγγείλει ότι θα αποσύρει όλα τα πυρηνικά όπλα από ξένες χώρες πλην αυτών που βρίσκονται στην αμερικανική βάση του Ραμστάιν στη Γερμανία). Επομένως, η Ευρώπη θα πρέπει να δώσει πολλά στις απρόθυμες ΗΠΑ για την εξακολούθηση μιας «αμερικανικής ομπρέλας ασφαλείας» στην Ευρώπη, με ένα ΝΑΤΟ αποδυναμωμένο αυτή την στιγμή.
Οι Ευρωπαίοι, με πρόεδρο τον Μπάιντεν, ευελπιστούν σε καλύτερες εμπορικές σχέσεις με τις ΗΠΑ χωρίς τις απειλές για επιβολή αυστηρών δασμών σε ευρωπαϊκά προϊόντα, που προωθεί ο Τραμπ (σ.σ. που επηρεάζουν μέχρι τις εξαγωγές ελληνικού ελαιόλαδου στις ΗΠΑ), καθώς και σε ένα «modus vivendi» στις σχέσεις με την Κίνα. Όμως, όσο κοντύτερα έρχονται, λόγω γερμανικών εξαγωγών, οι σχέσεις Ευρώπης –Κίνας, τόσο περισσότερο απομακρύνονται λόγω εμπορικού ανταγωνισμού οι σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας.
Επιπροσθέτως, όσο μεγαλύτερη σημασία δίνουν οι Ευρωπαίοι στη Συμφωνία των Παρισίων» για την κλιματική αλλαγή -πάνω στην οποία, ως γνωστόν, βασίζουν όλες τις προσδοκίες τους για μια «πράσινη οικονομία» που θα επιτρέψει στην Ευρώπη να βγει από το τέλμα- άλλο τόσο έχει απομακρυνθεί η Ουάσιγκτον του Τραμπ.
Το πρόβλημα είναι ότι ο κ. Μπάιντεν, ως εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ, θα έχει – λόγω ηλικίας, είναι 78 ετών- μόνον μια και μοναδική προεδρική θητεία για να «συμμαζέψει την Αμερική και τις σχέσεις με τον κόσμο, μπροστά σε μια Γερουσία και Βουλή των Αντιπροσώπων που θα αντιμάχονται σφοδρά μεταξύ τους, περιορίζοντας τις κινήσεις του προέδρου.
Σε ό,τι αφορά στις σχέσεις του κ. Μπάιντεν με την Ελλάδα, αυτές, δυστυχώς, μπορούν να εκτιμηθούν μόνον από κοινού με τις σχέσεις Μπάιντεν με την Τουρκία.
Ουδείς -και ορθώς -διατηρεί φρούδες ελπίδες ότι ο κ. Μπάιντεν θα ανατρέψει την πολιτική ίσων αποστάσεων και μη ανάμειξης στις ελληνοτουρκικές τριβές που ακολουθούν οι αμερικανικές κυβερνήσεις.
Ωστόσο, μια κίνηση που θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά είναι η κατάργηση από το νέο Λευκό Οίκο της παράδοσης των αμερικανικών F- 35 στην Άγκυρα. Πράγμα και αυτό εξαιρετικά δύσκολο σε μια ημιτελή συμφωνία. Η οποία, όμως, παρέχει το δικαίωμα στην ελληνική κυβέρνηση να προωθήσει -αν μπορεί και το τολμήσει- της ρήτρας απαγόρευσης χρήσης ή απειλής χρήσης αμερικανικών όπλων από την Τουρκία εναντίον άλλου κράτους μέλους του ΝΑΤΟ.
Της Κύρας Αδάμ