Η βία της πανδημίας «σφραγίζεται» στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού

Η βία της πανδημίας «σφραγίζεται» στους τέσσερις  τοίχους του σπιτιού

Οι «οικογενειακές υποθέσεις» στο καθημερινό μενού των αστυνομικών Αρχών

Στα επίσημα στοιχεία της Αστυνομίας αποτυπώνεται πλέον η διάχυτη αίσθηση πως οι περίοδοι εγκλεισμού που βιώνουμε τον τελευταίο σχεδόν ένα χρόνο λόγω της πανδημίας έχουν επιφέρει αύξηση των επεισοδίων και της βίας μεταξύ των μελών μιας οικογένειας.

Η αύξηση συνολικά, όπως δείχνουν τα νούμερα, δεν είναι τεράστια, ωστόσο φαίνεται ξεκάθαρα πως τους μήνες που επιβλήθηκε lockdown τα κρούσματα ήταν αρκετά περισσότερα. Παράλληλα, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι τα νούμερα της Αστυνομίας αναφέρονται σε περιστατικά στα οποία κλήθηκε και καταγγέλθηκαν (τα αδικήματα αυτά διώκονται αυτεπαγγέλτως). Όμως, υπάρχουν πολλά περισσότερα που «σφραγίζονται» στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού κι ενώ αποτελεί «κοινό μυστικό» στο περιβάλλον των «πρωταγωνιστών», κανείς δε μιλάει.

Μιλώντας στο «Θ» η ψυχολόγος – παιδοψυχολόγος, Γιώτα Παπαγεωργίου, εξηγεί πώς μπορεί να έχουν κλονισθεί οι οικογενειακές ισορροπίες από όλο αυτό που βιώνουμε, αλλά αν και ποιους ωφέλησε.

Στοιχεία
Η Αστυνομία και ο νόμος διαχωρίζουν τα περιστατικά σε αυτά της ενδοοικογενειακής βίας και σε αυτά που εμπίπτουν στα άρθρα 169Α και 358 του Ποινικού Κώδικα και αφορούν στην παραβίαση δικαστικών αποφάσεων, υποχρέωσης διατροφής, επικοινωνίας με παιδιά κ.λπ.

Το 2019, λοιπόν, διώχθηκαν αυτεπάγγελτα στην περιοχή αρμοδιότητας του Αστυνομικού Τμήματος Καλαμάτας συνολικά 105 περιστατικά. Από αυτά τα 25 αφορούσαν υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας και τα υπόλοιπα 80 παραβιάσεις υποχρεώσεων, αποφάσεων κ.λπ. Για το έτος αυτό οι περισσότερες περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας καταγράφηκαν το μήνα Οκτώβριο με έξι υποθέσεις και ακολουθεί ο Νοέμβριος με τέσσερις. Οι περισσότερες, δε, παραβιάσεις αποφάσεων και υποχρεώσεων καταγράφηκαν το μήνα Δεκέμβριο (18) και το μήνα Αύγουστο (16), οι οποίοι θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν και ως μήνες διακοπών.

Η δε στατιστική εικόνα του 2020 δείχνει πεντακάθαρα τον επηρεασμό της οικογενειακής ζωής από την επιβολή των lockdown. Συνολικά διώχθηκαν αυτεπάγγελτα στην ευρύτερη περιοχή της Καλαμάτας 130 περιστατικά. Από αυτά τα 33 αφορούσαν υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας και τα υπόλοιπα 97 παραβιάσεις υποχρεώσεων, αποφάσεων, κ.λπ.

Σε ό,τι αφορά τις περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, ενώ οι τρεις πρώτοι μήνες του 2020 κινούνται σε χαμηλά επίπεδα και καταγράφουν μόλις μία υπόθεση ανά μήνα, τον Απρίλιο (που βιώνουμε πια για τα καλά τον εγκλεισμό που μας επέβαλε ο κορωνοϊός) οι επιβεβαιωμένες περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας εκτοξεύονται στις τέσσερις. Τον επόμενο μήνα, το Μάιο, καταγράφονται δύο, τον Ιούνιο πέντε και τον Ιούλιο έξι. Τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο καταγράφηκαν από τέσσερις κάθε μήνα, τον Οκτώβριο τρεις, το Νοέμβριο καμία και το Δεκέμβριο δύο.

Οι περισσότερες παραβιάσεις αποφάσεων και υποχρεώσεων που καταγράφηκαν το 2020 ήταν το μήνα Μάιο με 14 υποθέσεις και το μήνα Οκτώβριο με 16.

Ξεκάθαρα φαίνεται ότι στο πρώτο lockdown υπήρξε μια έξαρση τέτοιων περιστατικών, ενώ τα εν λόγω στοιχεία αποδεικνύουν αυτό που παρακάτω μας περιγράφει η ψυχολόγος κα Παπαγεωργίου: ότι μετά το πρώτο σοκ που υπέστη η ψυχολογία μας, λειτούργησε ο μηχανισμός προσαρμογής μας και μειώθηκαν οι αρνητικές επιπτώσεις.

«Δεν υπάρχουν οδηγίες χρήσης»
Στην πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση που είχαμε με την ψυχολόγο – παιδοψυχολόγο, Γιώτα Παπαγεωργίου, για το πώς έχει επηρεάσει όλο αυτό την οικογένεια και την ψυχολογία μας, παρατήρησε ότι οι ζωές όλων έχουν αλλάξει τους τελευταίους μήνες και οι οικογενειακές ισορροπίες έχουν κλονιστεί. «Τα αποτελέσματα που άφησε ο κορωνοϊός και συνεχίζει να αφήνει είναι πρωτόγνωρα για όλους. Διαχειριζόμαστε μία κατάσταση που δεν έχουμε ξαναβιώσει και δεν υπάρχουν οδηγίες χρήσης ως προς το πώς πρέπει να αντιδρούμε. Tην περίοδο των lockdown βγήκαν στην επιφάνεια και πυροδοτήθηκαν ενδότερα ψυχολογικά προβλήματα, τα οποία προσπαθούμε να καλύψουμε στην καθημερινότητα» σχολίασε.

Όπως μας εξήγησε στη συνέχεια, η περίοδος του εγκλεισμού επηρέασε ποικιλοτρόπως τους ανθρώπους, άλλους αρκετά θετικά και άλλους αρνητικά: «Άνθρωποι οι οποίοι είχαν πολύ καλές σχέσεις μέσα στην οικογένειά τους δέθηκαν ακόμη περισσότερο. Βρήκαν το χρόνο να παίξουν με τα παιδιά τους, να κάνουν καθημερινά πράγματα, ό,τι τους έλειπε, οπότε και το απόλαυσαν. Επίσης, άτομα που δεν είχαν οικογενειακές υποχρεώσεις και που ήταν σίγουρα ότι θα υπάρξει κρατική αποζημίωση για το διάστημα που δε θα δούλευαν, το βρήκαν ως μοναδική ευκαιρία να κάνουν τόσα πράγματα για τον εαυτό τους που θα τους έκαναν να νιώσουν όμορφα. Για άτομα που αντιμετώπιζαν δυσκολίες και συγκρούσεις μέσα στην οικογένειά τους, ο εγκλεισμός είχε ως αποτέλεσμα να αυξήσει την ένταση και τη συχνότητά τους. Άτομα με αναπηρίες αποδιοργανώθηκαν τελείως, καθότι η ρουτίνα τους άλλαξε ολοκληρωτικά. Κάποιοι άλλοι καθόριζαν το δικό τους πρόγραμμα.

Στα άτομα που ήδη βρίσκονταν σε ψυχοθεραπευτική διαδικασία δεν παρατηρήθηκε σημαντική αλλαγή ή αρνητική επίδραση του εγκλεισμού, κι αυτό γιατί ήδη είχαν έρθει, μέσω της ψυχοθεραπείας, σε επαφή με τον εαυτό τους, είχαν ήδη περάσει από τη διαδικασία ενδοσκόπησης. Για τους υπόλοιπους ανθρώπους τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα, καθώς χωρίς να έχουν προετοιμαστεί, αναγκάστηκαν να περάσουν χρόνο με τον εαυτό τους και για ορισμένους αυτό δεν είναι καθόλου ευχάριστο».

Ψυχολογικές επιπτώσεις
Η ίδια συμπλήρωσε ότι η πανδημία του κορωνοϊού αρχικά είχε σημαντικές ψυχολογικές επιπτώσεις σχεδόν στο σύνολο των ανθρώπων. Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά είπε, η εικόνα της αντίδρασής τους προσιδιάζει στις αντιδράσεις σε καταστάσεις κρίσεων. «Αρχικά, καθώς δημιουργήθηκε μια κατάσταση ανασφάλειας, παρατηρήθηκε αύξηση του επίπεδου άγχους, του φόβου και των κρίσεων πανικού. Στην πορεία, όμως, μέσω των έμφυτων μηχανισμών προσαρμογής που διαθέτουμε όλοι οι άνθρωποι, μειώθηκαν οι αρνητικές επιπτώσεις και επήλθε ψυχική ισορροπία σε αυτούς που δεν είχαν πρωτύτερα ψυχιατρικά προβλήματα. Άνθρωποι οι οποίοι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας είναι περισσότερο φοβισμένοι. Αυτό έχει ως συνέπεια να κλειστούν στα σπίτια τους, μακριά από φίλους και συγγενείς, πιστεύοντας ότι με αυτό τον τρόπο ελέγχουν ομαλά την κατάσταση. Άτομα που ανήκουν σε οικογένειες που έχουν ένα άτομο που νοσεί (από οποιασδήποτε μορφής ασθένεια) νιώθουν αρκετά ενοχικά, όταν θα επιθυμήσουν να διασκεδάσουν ή να ταξιδέψουν, φοβούμενοι ότι με την επιστροφή τους θα μεταφέρουν τον ιό στον άρρωστο άνθρωπό τους. Συνεπώς, ακόμα και τα άτομα αυτά απομονώνονται από φίλους και γνωστούς, για να αισθάνονται καλύτερα απέναντι στον ευπαθή της οικογένειάς τους. Κάποιοι, ωστόσο, που επιθυμούν και θέλουν να συνεχίσουν τη ζωή τους έρχονται αντιμέτωποι με πολλά ηθικά διλήμματα. Άτομα που χαρακτηρίζονταν από άγχος και ανασφάλεια έχουν φορτωθεί συναισθηματικά ακόμη περισσότερο λόγω της κατάστασης. Παρατηρούν τον τζίρο της δουλειάς τους αρκετά πεσμένο, ανησυχούν μήπως δεν καταφέρουν να συντηρήσουν οικονομικά την επιχείρησή τους και, άρα, την οικογένειά τους, κι αυτό τους αποδιοργανώνει. Πολλοί επίσης αισθάνονται ότι είναι περιορισμένοι. Δε βρίσκουν την απόλαυση, την ικανοποίηση, τη χαρά, καθότι δεν μπορούν να αγγίξουν τους ανθρώπους τους, να πάνε σε μέρη που θεωρητικά ήταν μέρη όπου υπήρχε αρκετός κόσμος, να καθίσουν κάπου άνετα δίχως το φόβο του ποιος είναι δίπλα. Ωστόσο, υπάρχουν και άτομα που μέσα σε όλο αυτό το χάος που προκάλεσε η πανδημία βρήκαν χρόνο να δουν τον εαυτό τους και να αναζητήσουν τρόπους για να γίνουν καλύτεροι, να βελτιώσουν κομμάτια του εαυτού τους, κι αυτό γιατί μόνο τώρα βρήκαν διαθέσιμο χρόνο για να το επεξεργασθούν», εξήγησε.

Πού μπορεί να οδηγήσει, όμως, όλη αυτή κατάσταση; «Η έκθεση των ατόμων σε αυτή τη μεγαλύτερη αβεβαιότητα και ανασφάλεια, ανάλογα με το βαθμό ανοχής της αβεβαιότητας που έχει το κάθε άτομο, μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση αγχωδών ή και καταθλιπτικών διαταραχών, ακόμη και σε άτομα που ποτέ μέχρι τώρα δεν είχαν εμφανίσει κάποια ψυχιατρική διαταραχή.

Εν κατακλείδι, φαίνεται πως αυτή η περίοδος πανδημίας θα μπορούσε να παρομοιαστεί με τη λειτουργία ενός μεγεθυντικού φακού: τα άτομα με ψυχική ανθεκτικότητα γίνονται ανθεκτικότερα, ενώ τα άτομα με ψυχικά ελλείμματα δυσκολεύονται και περισσότερο», κατέληξε η κα Παπαγεωργίου.

Της Βίκυς Βετουλάκη