Αναμφίβολα ο θεσμός των λαϊκών αγορών διαδραματίζει σημαντικό ρόλο τόσο όσον αφορά στην προσφορά ποιοτικών αγροτικών προϊόντων όσο και στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, παρέχοντας στον καταναλωτή χαμηλές τιμές.
Είναι η μοναδική αγορά που λειτουργεί πραγματικά ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης υπέρ του καταναλωτή. Είναι η αγορά όπου ο παραγωγός μπορεί να πουλά τα προϊόντα του απευθείας χωρίς την εκμετάλλευση από τους μεσάζοντες.
Αυτή την αδιαμεσολάβητη σχέση μεταξύ του παραγωγού με τον καταναλωτή επί 100 και πλέον χρόνια, καταργεί το προωθούμενο νομοσχέδιο για τις λαϊκές αγορές από το υπουργείο Ανάπτυξης. Σίγουρα χρειάζεται αναδιάρθρωση των λαϊκών αγορών, αλλά με γνώμονα πάντα τη φιλοσοφία, τον κοινωνικό της χαρακτήρα, την ασφάλεια των καταναλωτών και το συμφέρον των πωλητών λαϊκών αγορών.
Η κυβέρνηση, λοιπόν, για άλλη μια φορά, χωρίς να έχει προηγηθεί η απαραίτητη διαβούλευση με παραγωγούς, μικροπωλητές και τις ενώσεις τους, προωθεί νομοσχέδιο για τις λαϊκές αγορές, το οποίο, αντί να αντιμετωπίζει τα προβλήματα για το υπαίθριο εμπόριο και τις λαϊκές αγορές, επιδιώκει την αλλαγή του χαρακτήρα των λαϊκών.
Γι’ αυτό το λόγο παραγωγοί και πωλητές λαϊκών αγορών τάσσονται ενάντια στις αλλαγές που προωθεί η κυβέρνηση, επισημαίνοντας τα σημεία αιχμής στα οποία αντιδρούν:
1) Καταργείται η έννοια της άδειας (επαγγελματία πωλητή και παραγωγού πωλητή) και αντικαθίσταται από το «δικαίωμα θέσης» σε κάθε λαϊκή αγορά. Αυτή η κάθε θέση για τον πωλητή (παραγωγό ή επαγγελματία- ο οποίος πλέον λέγεται «μη παραγωγός») θα δημοπρατείται ουσιαστικά και θα την αποκτά αυτός που θα πλειοδοτεί. Έως σήμερα οι άδειες χορηγούνται με διάφορα κοινωνικά και εισοδηματικά κριτήρια (ανεργία, ύψος εισοδήματος κ.λπ.) και συγχρόνως όσοι παίρνουν την άδεια, στη συνέχεια τους δίνονται συγκεκριμένες θέσεις σε κάποιες από τις λαϊκές αγορές. Με την επικείμενη αλλαγή οι θέσεις θα πωλούνται μέσω διαδικασίας πλειοδοσίας, ενώ σήμερα για την κάθε θέση ο παραγωγός ή πωλητής πληρώνει ένα προκαθορισμένο ημερήσιο τέλος το οποίο διανέμεται κατά 60 στην Περιφέρεια και 40 στο Δήμο. Μάλιστα, οι θέσεις δίνονται για ένα έως τρία χρόνια για τους παραγωγούς και τέσσερα χρόνια για τους πωλητές
Ωστόσο, διαφωνούμε κάθετα στο θέμα του πλειστηριασμού, που σημαίνει θάνατος του μικρού παραγωγού και επαγγελματία, αφού οι μεγάλες εταιρείες θα δίνουν χαμηλές τιμές.
2) Σήμερα η ευθύνη των λαϊκών αγορών ανήκει στην Περιφέρεια. Πλέον ιδιωτικοποιούνται μέσω ΣΔΙΤ. Ο νέος Φορέας που θα προκύπτει μετά την ιδιωτικοποίηση θα είναι ο μόνος που θα έχει δικαίωμα επί των λαϊκών αγορών. Αυτός θα αποφασίζει για την τιμή της κάθε θέσης, αυτός θα χορηγεί τις θέσεις, αυτός θα εισπράττει. Ταυτόχρονα, θα μπορεί να δώσει σε τρίτους ιδιώτες κομμάτια από τη λειτουργία των λαϊκών αγορών (καθαριότητα, φύλαξη κ.λπ.)
3) Εκτός από τους παραγωγούς και πωλητές θα δίνεται η δυνατότητα να συμμετέχουν στις λαϊκές αγορές και εταιρείες. Αρχικά σε ποσοστό 5% επί των θέσεων, το οποίο, όμως, μπορεί να αλλάξει στη συνέχεια.
4) Για να συμμετέχει ένας πωλητής σε μια διαδικασία πλειστηριασμού μίας θέσης θα πρέπει να πληροί δύο κριτήρια. Το πρώτο αφορά στα τυπικά προσόντα, μεταξύ των οποίων είναι ο τίτλος σπουδών. Όσο πιο υψηλός ο τίτλος σπουδών, τόσο περισσότερα και τα μόρια. Ένας απόφοιτος ΑΕΙ θα παίρνει 20 μόρια, ενώ ο απόφοιτος Γυμνασίου 5 μόρια. Το δεύτερο έχει να κάνει με τα χρήματα για τη θέση, πόσα δηλαδή περισσότερα θα δώσει κάποιος από έναν άλλο πωλητή που ενδιαφέρεται για την ίδια θέση.
5) Αφαίρεση άδειας αν δεν πουληθεί το 70%, της δηλωθείσας στο ΟΣΔΕ παραγωγής. Δηλαδή, για τον υπουργό φταίει ο παραγωγός για την αναδουλειά και αντί να στηριχθεί, τιμωρείται από πάνω με αφαίρεση άδειας.
Ευελπιστώ ότι θα ληφθούν υπόψη από την κυβέρνηση οι ουσιαστικές και τεκμηριωμένες προτάσεις των εμπλεκόμενων φορέων στις λαϊκές αγορές, προς όφελος των παραγωγών, των πωλητών και των καταναλωτών.
Υ.Γ. 1. Πτυχίο για τους πωλητές λαϊκών αγορών, αλλά όχι για το διοικητή της ΕΥΠ.
2. Το δικαίωμα του παραγωγού να πουλά απευθείας στους καταναλωτές μετατρέπεται σε εμπόρευμα που εκπλειστηριάζεται, με συνέπεια την εύνοια του οικονομικά ισχυρότερου.
Του Παναγιώτη Αλευρά
Γεωπόνου, πρώην αντιπεριφερειάρχη Μεσσηνίας