Μια εβδομάδα μετά την επίσκεψη του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη στη Λιβύη για την αποκατάσταση των σχέσεων και το ελληνικό αίτημα για την κατάργηση του τουρκο/λιβυκού Συμφώνου για την ΑΟΖ, και όταν ο ΥΠΕΞ Ν Δένδιας βρισκόταν στη Βεγγάζη για την επαναλειτουργία του εκεί ελληνικού Προξενείου, η Τρίπολη έδωσε την επίσημη απάντησή της:
Ο Λίβυος πρωθυπουργός της μεταβατικής κυβέρνησης κ. Ντμπεϊντά επισκέφθηκε στις 12/04/2021 επίσημα την Άγκυρα για συναντήσεις με τον Τ. Ερντογάν, συνοδευόμενος από 14 υπουργούς, τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ και άλλους επιτελείς.
Τόσο στην κοινή συνέντευξη Τύπου όσο και στην Κοινή Δήλωση που υπέγραψαν οι δύο στην Άγκυρα, επιβεβαίωσαν τη συμφωνία τους για τις θαλάσσιες ζώνες (σ.σ. το Μνημόνιο για την ΑΟΖ) και κάλεσαν σε διάλογο τις ενδιαφερόμενες χώρες της Μεσογείου. Με άλλα λόγια, δηλαδή, Τουρκία και Λιβύη από κοινού και με βάση το δικό τους Μνημόνιο για την ΑΟΖ κάλεσαν εμμέσως την Ελλάδα «να προστεθεί» και αυτή στο «δικό τους» Μνημόνιο, τουτέστιν η Ελλάδα να διαπραγματευθεί τη δική της ΑΟΖ νοτίως της Κρήτης και με την Άγκυρα και με την Τρίπολη.
Έτσι, όμως, επανέρχεται η αρχική πρόταση που παρουσιάστηκε στην ελληνική κυβέρνηση το Σεπτέμβριο του 2019, στη γενική συνέλευση του ΟΗΕ από τον Λίβυο πρέσβη για λογαριασμό του Ερντογάν, να καθίσουν οι τρεις χώρες από κοινού να συμφωνήσουν την ΑΟΖ. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αρνήθηκε την πρόταση, άρα γνώριζε τα σχέδια της Άγκυρας, αλλά ουδέν έπραξε μέχρι να της έρθει «έτοιμο» το τουρκο/λιβυκό Μνημόνιο, από το οποίο είναι σχεδόν απίθανο να υπαναχωρήσει η Λιβύη με οποιαδήποτε κυβέρνηση…
Στην προσπάθειά της να αποδυναμώσει το τουρκο/λιβυκό Μνημόνιο, η Αθήνα – θεωρώντας μάλλον λανθασμένα την Τρίπολη «ως αδύναμο κρίκο» -επανήλθε με την πρόταση να επαναληφθούν οι ελληνο/λιβυκές συνομιλίες για την οριοθέτηση της μεταξύ τους ΑΟΖ.
Η μεταβατική κυβέρνηση της Λιβύης δεν προέβαλε αντίρρηση στην ελληνική πρόταση, αν και κατά την επίσκεψη στην Άγκυρα πρότεινε να «προστεθεί η Αθήνα» στο τουρκο/λιβυκό Μνημόνιο. Αλλά και στη μια και την άλλη περίπτωση η Λιβύη έχει καταθέσει επισήμως στον ΟΗΕ με επίσημο έγγραφό της το Νοέμβριο του 2019- δηλαδή μαζί με την κατάθεση του τουρκο/λιβυκού Μνημονίου – τις θέσεις στη διαπραγμάτευση της ελληνο/λιβυκης ΑΟΖ και τους λόγους για τους οποίους σταμάτησαν οι ελληνο/λιβυκές διαπραγματεύσεις το 2014.
Σύμφωνα με το έγγραφο αυτό, η Λιβύη- ακολουθώντας κατά γράμμα την πολιτική της Άγκυρας σε βάρος της Ελλάδας- δε δέχεται ότι τα νησιά νοτίως της Κρήτης (Γαύδος, Χρυσή Αστραφτερή και Μαύρη) έχουν υφαλοκρηπίδα και απαιτεί να εφαρμοστεί η αρχή της αναλογικότητας , δηλαδή η μέτρηση των ΑΟΖ από ακτή σε ακτή χωρίς τα νησιά, από την οποία η Τρίπολη υπολογίζει να αποκομίσει περίπου 45% της ελληνικής ΑΟΖ.
Το πρόβλημα, επομένως, δε λύνεται ούτε εύκολα ούτε γρήγορα, με την προϋπόθεση ότι η ελληνική κυβέρνηση δε θα εφαρμόσει την ελληνική πατέντα της «μειωμένης επήρειας των νήσων», όπως έπραξε κυρίως στην ελληνο/αιγυπτιακή Συμφωνία για την ΑΟΖ, με το Καστελόριζο και τη Ρόδο να έχουν 0% ΑΟΖ.
Επιπροσθέτως, Άγκυρα και Τρίπολη ενισχύουν τους μεταξύ τους δεσμούς:
•Στη συνεργασία στις μεταρρυθμίσεις στον τομέα της ασφαλείας και της πάταξης της τρομοκρατίας (σ.σ. γεγονός αυτό που λίγες αμφιβολίες αφήνει για την αποχώρηση των τουρκικών δυνάμεων από το λιβυκό έδαφος).
•Στον τομέα της ενέργειας για τη συνεργασία στις φυσικές πηγές υδρογονανθράκων και την εκμετάλλευσή τους , γεγονός που ενοχλεί σφόδρα την Αθήνα, τη Ρώμη και το Βερολίνο
•Στον τομέα των κατασκευών με τον Τ. Ερντογάν να υπόσχεται ότι θα σταθεί στο πλευρό της Λιβύης για την ανοικοδόμηση της χώρας.
Της Κύρας Αδάμ