ΤΗΝ παρελθούσαν Κυριακήν περί την 5ην μ.μ. διηρχόμην δια της οδού Μαυρομιχάλη εις ην συνήντησα την κηδείαν της Σταμάτας Κούκουρα. Ερωτήσας τινά περί του θανάτου της νεκράς με διεβεβαίωσεν ότι ο θάνατος προήλθεν εκ των πολλών βασανιστηρίων, ξυλοκοπημάτων και μυρίων άλλων δεινών παρά του γνωστού εις το αστυνομικόν τμήμα Γεωργοβασίλη Βασιλείου. Έμαθον επίσης ότι η γυνή αύτη κατώκει εις μίαν οικίαν εγγύς της πλατείας Συντάγματος πλέουσα τας στολάς των στρατιωτών, ίνα εξοικομομή τα προς το ζην των δύο ορφανών τέκνων της. Είχε συνάξει δε εκ της οικονομίας της αρκετά χρήματα.
ΤΟΥΤΟ μαθών ο ανωτέρω Γεωργοβασίλης εισήλθεν εις την οικίαν της με τον σκοπόν να της αφαιρέση δια της βίας τα χρήματά της μη επιτυχών όμως τούτο εξυλοκόπησε ταύτην βαναύσως. Συλληφθείς παρά των αστυνομικών οργάνων παρεπέμφθη εις τον Εισαγγελέα, όστις μη δυνηθείς να συλλέξη αρκετάς πληροφορίας αφήκε τούτον ελεύθερον χαρακτηρίσας την πράξιν πλημμέλημα.
ΜΕΤΑΒΑΣ και πάλιν εις την οικίαν της άνω χήρας Κούκουρα μετά την απελευθέρωσίν του προσεπάθησε να την εκβιάση δι’ απειλών να του παραδώση τα χρήματά της κρατών αμφίστομον μάχαιραν, εξέδυσε ταύτην ασελγήσας κτηνωδώς δια της βίας, ρίψας δε ταύτην επί της γης εχοροπήδα επί της κοιλίας της ταλαιπώρου γυναικός.
ΜΕΤΑ ταύτα αφήρεσε και τα χρήματα ανερχόμενα περί τας 8 χιλιάδας δραχμάς. Τα κτυπήματα όμως υπήρξαν ως απεδείχθη δια της ιατρικής πραγματογνωμοσύνης σοβαρότατα. Είχον εντελώς καταστρέψη τα εντόσθιά της και δεν ήργησε να επέλθη ο θάνατος μετά τινάς ημέρας.