«Το εργασιακό νομοσχέδιο δε ρυθμίζει την αγορά εργασίας και δεν κινείται στην κατεύθυνση προστασίας της εργασίας και των εργασιακών δικαιωμάτων. Αντιθέτως εντείνει τις συνθήκες εργασιακής ζούγκλας».
Αυτό τονίζει σε ανακοίνωσή του το Εργατικό Κέντρο Καλαμάτας, καλώντας τους εργαζομένους να συμμετάσχουν στη μεγάλη απεργιακή κινητοποίηση που ετοιμάζεται για τις 10 Ιουνίου.
Αναλύοντας το Εργατικό Κέντρο τα όσα προβλέπει το νομοσχέδιο, δηλώνει την αντίθεσή του στην ατομική διευθέτηση, γιατί, όπως υπογραμμίζει, οι εργαζόμενοι χωρίς την κάλυψη της συλλογικής εκπροσώπησης δεν είναι ισότιμοι διαπραγματευτικά με τον εργοδότη και εάν ληφθεί υπ’ όψιν ότι το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών επιχειρήσεων (πάνω από το 95%) απασχολεί μέχρι 20 εργαζομένους, γίνονται κατανοητές οι συνέπειες για αυτούς.
«Αθρόες απολύσεις»
«Σταθερή διαχρονικά είναι η προσήλωσή μας στην πλήρη πενθήμερη εργασία με θωράκιση του 40ώρου, αύξηση του υποχρεωτικού χρόνου ανάπαυσης, αύξηση της αμοιβής της υπερωρίας. Επίσης πιστεύουμε ότι τα οφέλη της νέας τεχνολογίας της ψηφιακής εποχής κ.τ.λ. θα πρέπει να επιμερισθούν και στους εργαζομένους, διεκδικώντας 5νθήμερο-7ωρο-35ωρο, όπως επίσης κατάργηση όλων των ευελιξιών στο ωράριο εργασίας. Είμαστε κάθετα αντίθετοι στη μη επαναπρόσληψη σε απόλυση εργαζομένου που θα κριθεί παράνομη και καταχρηστική, με την καταβολή κάποιων επιπλέον μισθών. Εάν ψηφισθεί μια τέτοια ρύθμιση, θα έχει ως αποτέλεσμα να έχουμε αθρόες απολύσεις. Είμαστε αντίθετοι στη μετατροπή του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας σε ανεξάρτητη αρχή», τονίζει το Εργατικό Κέντρο.
Ιδιαίτερα δε, υπογραμμίζει ότι στο τοπίο που έχει διαμορφωθεί στον ιδιωτικό τομέα, όπου επικρατούν καταστάσεις ζούγκλας, τέτοιες ρυθμίσεις θα αποτελέσουν κόλαφο για τον κόσμο της εργασίας, ιδιαίτερα σε μια δύσκολη περίοδο μετά την πανδημία που υπάρχει ανάγκη για αναβάθμιση, εμπλουτισμό και θωράκιση του εργαζομένου.
Είναι αντίθετο
Επίσης, το Εργατικό Κέντρο δηλώνει αντίθετο:
-σε οποιαδήποτε αλλαγή του εμβληματικού Νόμου 1264/82 και ζητά την κατάργηση των μέχρι τώρα περιοριστικών παρεμβάσεων στο νόμο με ενίσχυση της προστασίας της συλλογικής δράσης, της απεργίας και των εκλεγμένων εκπροσώπων των εργαζομένων.
-στο θέμα της «ψηφιακής κάρτας εργασίας», το οποίο ήταν αίτημα της ΓΣΕΕ εδώ και μια 10ετία, πιστεύει ότι θα οδηγήσει στην πάταξη της αδήλωτης, υποδηλωμένης εργασίας της εισφοροδιαφυγής κ.τ.λ. ωστόσο υπάρχει προβληματισμός σχετικά με την επεξεργασία μεγάλου αριθμού προσωπικού δεδομένων που αφορούν όχι μόνο στην παρουσία, αλλά και στις συνήθειες των εργαζομένων, τα οποία θα είναι προσβάσιμα στις αρμόδιες Αρχές.
-στην ελάχιστη εγγυημένη υπηρεσία, δηλαδή του ορισμού προσωπικού ασφαλείας στις ΔΕΚΟ σε ποσοστό 33% για κάλυψη παρεχομένων υπηρεσιών, γιατί σε ένα ήδη συνταγματικό δικαίωμα έρχεται και αυτή η ρύθμιση, η οποία, αφενός, μειώνει την αποτελεσματικότητα των απεργιακών κινητοποιήσεων και, αφετέρου, δημιουργούνται επιπλέον συνθήκες για να βγει μια απεργία παράνομη και καταχρηστική.
«Διαχρονική είναι η θέση μας για την κυριακάτικη αργία, που σε συνδυασμό με την αύξηση των υπερωριών θα επιβαρύνει τη θέση των εργαζομένων. Στα θέματα που έχουν να κάνουν με την Υγεία και Ασφάλεια, πρόληψη εργατικών ατυχημάτων, τα θέματα αντιμετώπισης της βίας και παρενόχλησης στην εργασία, τα θέματα αδειών ρυθμίσεων ενίσχυσης προστασίας από τις απολύσεις είναι σε θετική κατεύθυνση. Επίσης στο θέμα της τηλεργασίας, είναι κι αυτό σε θετική κατεύθυνση, δεν υιοθετούνται όμως πλήρως οι θέσεις των συνδικάτων, τις οποίες θα προβάλουμε στη διαβούλευση. Τέλος, το μεγάλο ζήτημα της εξίσωσης της αποζημίωσης εργατοτεχνιτών με τους υπαλλήλους μάς βρίσκει σύμφωνους, γιατί ένα πάγιο αίτημα του συνδικαλιστικού κινήματος ικανοποιείται, όμως παραμένει η αντίθεσή μας στο καθεστώς της μειωμένης αποζημίωσης, όταν αυτή γίνεται με προειδοποίηση.
Συμπερασματικά στη διαβούλευση που θα πραγματοποιηθεί, το συνδικαλιστικό κίνημα με τη συνδρομή των νομικών του υπηρεσιών και του Ινστιτούτου Εργασίας θα προβάλει λεπτομερή απάντηση στις προωθούμενες διατάξεις του νομοσχεδίου με πληρότητα αξιολόγησης και επιστημονικής τεκμηρίωσης, προκειμένου να διαμορφώσουμε μια ισχυρή βάση διαπραγμάτευσης», καταλήγει η ανακοίνωση του Εργατικού.