Κατόπιν της ερώτησης του ευρωβουλευτή της Ελληνικής Λύσης και της Πολιτικής Ομάδας του ECR, Μανώλη Φράγκου, για το θέμα ΠΟΠ Ελιά Καλαμάτας, η απάντηση της Επιτροπής, σύμφωνα με σχετικό δελτίο Τύπου, δείχνει πως επιβεβαιώνεται το μπέρδεμα που έχει προκαλέσει η Υπουργική Απόφαση του 2018 που απελευθέρωσε τη χρήση της ονομασίας Καλαμάτα σε όλο τον πλανήτη, την οποία αφήνει άθικτη και η σημερινή πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΑΤ.
Η Επιτροπή, αφενός, επιβεβαιώνει πως μια ονομασία ποικιλίας δεν μπορεί να μετατρέπεται σε ΠΟΠ. Άρα, η Ελιά Καλαμάτας ΠΟΠ με την ονομασία προέλευσης Καλαμάτα, η οποία προστατεύεται από την αναγνώρισή της το 1996 δεν μπορεί να μετατραπεί σε ποικιλία ούτε μπορεί να ήταν ποτέ ποικιλία, καθώς δε θα μπορούσε να είχε αναγνωριστεί ως ΠΟΠ.
Αφετέρου, η Επιτροπή αναγκάζεται να επιχειρήσει έναν ακροβατισμό εξαιτίας της υπουργικής Απόφασης Αποστόλου – Αραχωβίτη – Βορίδη – Λιβανού, εφόσον είναι επίσημη θέση μέχρι και σήμερα της Ελλάδας, θέτοντας ως πιθανή τη δυνατότητα χρήσης με προαπαιτούμενο να τηρείται το άρθρο 42, δηλαδή να εκδώσει η Ελλάδα κανόνες που θα καθορίζουν με ποια ονομασία θα κυκλοφορούν οι Ελιές ΠΟΠ και με ποια οι μη ΠΟΠ, ώστε να μην παραπλανώνται οι καταναλωτές, γεγονός που εδώ και 4 χρόνια δεν έχει συμβεί.
Όπως σημειώνεται: Άρα, για άλλη μια φορά, το ΥΠΑΑΤ παραπλανά την Επιτροπή αφού βέβαια έχει προχωρήσει στη μεγαλύτερη ατιμία για τη χώρα μας που είναι η χορήγηση μέσω λαθροχειρίας της δυνατότητας να διακινεί ο κάθε ένας στον πλανήτη ελιές Καλαμών με την ονομασία Καλαμάτα.
Απαιτείται άμεση παρέμβαση της ελληνικής κυβέρνησης για το μείζον αυτό εθνικό ζήτημα μιας και πλέον το αρμόδιο υπουργείο δεν εφαρμόζει συνειδητά την ενωσιακή νομοθεσία για την εμβληματική αυτή Γεωγραφική Ένδειξη.
Έτσι από την απόλυτη προστασία της ονομασίας προέλευσης «Καλαμάτα» του 2015 που επιβεβαίωνε ο Επίτροπος Χόγκαν, έχουμε τη σημερινή απάντηση που έρχεται ως απόρροια των αποφάσεων των ελληνικών κυβερνήσεων από το 2016 έως σήμερα, που συνηγορούν στην ελεύθερη χρήση του όρου Καλαμάτα από τρίτες χώρες, παραβιάζοντας ωστόσο την Ενωσιακή Νομοθεσία, παραποιώντας την ιστορία και την παράδοση του προϊόντος».