H οικονομική κρίση που μάστιζε τις χώρες που αποσχίστηκαν από τη Σοβιετική Ένωση την έφερε το 1997 στην Ελλάδα, οι συγκυρίες ή η τύχη στην Αρχαία Μεσσήνη, ο έρωτας, ο γάμος, η οικογένεια κρατούν τη ρίζα της εκεί εδώ και 23 χρόνια, οι σπουδές της και η αγάπη της για την Ιστορία και την Αρχαιολογία τής έδωσαν το υπόβαθρο για να βρει τον ιδανικό επαγγελματικό της προορισμό…
Ο λόγος για τη Μολδαβή στην καταγωγή Βικτώρια Γιαβόρσκαγια (Victoria Yavorskaya), η οποία αποτελεί μια εξαιρετική περίπτωση ανθρώπου που ενσαρκώνει το γνωστό ρητό ότι Έλληνες είναι οι της ελληνικής παιδείας μετέχοντες.
Με αρχικό εφαλτήριο τον οικογενειακό ξενώνα, «Λυκούργος», που λειτουργεί στο χωριό Μαυρομμάτι, με επιπλέον εφόδια τις ξένες γλώσσες (Αγγλικά, Ρωσικά, Ελληνικά, Ρουμανικά), με εμπειρία από την αρχαιολογική ανασκαφή στην ομάδα του καθηγητή Πέτρου Θέμελη, με νέα ώθηση μέσα από το μεταπτυχιακό από το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτιστικών Πόρων και εν τέλει με το δίπλωμα και την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος του ξεναγού, η Βίκα, όπως είναι το χαϊδευτικό της, συστήνει τις ομορφιές της πατρίδας μας στο ρωσόφωνο (και όχι μόνο) τουριστικό κοινό.
Αλλά πώς «ρίζωσε» στην Αρχαία Μεσσήνη;
«Μένω απέναντι από την πηγή που με βρήκες. Την πρώτη μέρα που ήρθα ήπια νερό από αυτή τη μαγική πηγή, όταν έμαθα το μύθο, την πιο παλιά παράδοση της Μεσσηνίας που σχετίζεται με τον Δία Ιθωμάτα, που γεννήθηκε πάνω στο όρος Ιθώμη, έπινε νερό και λουζόταν σε αυτή την πηγή, κι εγώ πίνω νερό που έπινε ο Δίας και μένω κοντά σε αυτό το νερό 24 χρόνια, πώς μπορώ να αισθάνομαι; Είμαι κατά κάποιον τρόπο φύλακας αυτής της πηγής. Νομίζω ότι υπάρχει λίγη μαγεία σε αυτό…
Αγαπάω πολύ αυτό που κάνω, αλλά η οικογένεια είναι πάνω απ’ όλα. Αγαπάω τους ανθρώπους, αγαπάω το μέρος και θεωρώ ότι η Ελλάδα είναι μια ιδιαίτερη γη».
Η Βικτώρια είναι η μοναδική διπλωματούχος ξεναγός στη ρωσική γλώσσα σε όλη την Πελοπόννησο και από το 2013 προβάλλει την Αρχαία Μεσσήνη, μεταξύ άλλων, μέσα από εκπομπές στη ρωσική τηλεόραση, ενώ με ιδιαίτερη χαρά λέει: «Πρόπερσι, πριν από τον κορωνοϊό, είχα καταφέρει να μη φεύγω από την Αρχαία Μεσσήνη, καθώς έρχονταν επισκέπτες που ήθελαν ξενάγηση από μένα ξανά και ξανά».
Η ίδια αναφέρεται στο αναξιοποίητο συγκριτικό πλεονέκτημα του νομού μας: «Πώς μπορεί να μην εντυπωσιαστεί κάποιος; Η πιο επιτυχημένη ξενάγηση εδώ στο Νότο είναι συνδυασμός, να δείξεις τη Σπάρτη με την πλούσια ιστορία της και μετά τη Μεσσήνη, μέσα από την οποία φαίνεται μια τρομερή αντίθεση.
Εκεί υπάρχει το όνομα, αλλά εδώ υπάρχουν εντυπωσιακοί αρχαιολογικοί χώροι, που όμως δεν έχουν προβληθεί επαρκώς.
Για να αναπτύξεις μια τουριστική αγορά πρέπει να πας και να μιλήσεις. Θέλει να αναπτύξεις ανθρώπινες σχέσεις. Στο Δήμο Μεσσήνης, δεν υπάρχει μια ομάδα που θα ασχοληθεί με τον τουρισμό επαγγελματικά. Επειδή ταξιδεύω πολύ και δουλεύω σε όλη την Ελλάδα, υπάρχουν κάποια παραδείγματα Δήμων που δουλεύουν πάρα πολύ δραστήρια. Διοργανώνουν πολιτιστικές εκδρομές και αναπτύσσουν δίκτυα σχέσεων, προβάλλονται μέσα από εφημερίδες και κανάλια, ξεναγούν και φιλοξενούν ανθρώπους, προσφέροντας τοπικά προϊόντα, όπως σύκα ή λάδι.
Πιστεύω ότι ο τουρισμός βασίζεται στις ανθρώπινες σχέσεις. Πολύ σημαντικές είναι και οι υποδομές, εμείς γενικά είμαστε σε ικανοποιητικό επίπεδο, αλλά μας λείπουν ξενοδοχεία, καθώς και η συνείδηση των ντόπιων. Διακρινόμαστε για τη φιλοξενία, αλλά θα πρέπει να δούμε πώς η μεσσηνιακή φιλοξενία θα μπορούσε να γίνει brand name. Το λάδι Καλαμάτας, επίσης, είναι γνωστό και μπορούμε να το προσφέρουμε στους επισκέπτες στοχεύοντας σε μεγαλύτερα οφέλη.
Έχουμε φοβερή γαστρονομική πλέον αγορά στην Καλαμάτα κι αυτό είναι κάτι που αναδείχθηκε τα τελευταία χρόνια ως ένας συνδυασμός πολλών πραγμάτων, που χτίζονται.
Όταν γνώρισα την Καλαμάτα πριν από 24 χρόνια δε μου άρεσε να πηγαίνω, δέκα χρόνια μετά έχει αλλάξει φοβερά, με νεολαία, ποδηλατόδρομους, πάρκα, νεοκλασικά κτήρια. Υπάρχουν πραγματικά πολλές δυνατότητες. Θέλω να οργανώσω έναν περίπατο, ένα city tour στα ρωσικά. Στα ελληνικά το κάνουμε, δείχνουμε το κάστρο, την Υπαπαντή, ένα από τα 2-3 μουσεία, στην πλατεία, φτάνοντας μέχρι το πάρκο. Θα είχε πολύ ενδιαφέρον ένα γαστρονομικό city tour από την αγορά, να δείξεις μεσσηνιακά προϊόντα στα μαγαζιά που υπάρχουν, να πιούμε έναν καφέ, να γευτούμε ένα γλυκό, να δοκιμάσουμε σύκα και ελιές Καλαμών, να πάμε κάπου και να φάμε ωραία με διάφορα πράγματα που προσφέρουν, και μέσα από αυτά να δούμε και τα μνημεία που υπάρχουν.
Είναι μια πόλη που ξεναγείται η Καλαμάτα» τονίζει η Βικτώρια Γιαβόρσκαγια, ενώ συνεχίζει λέγοντας: «Η Μεσσηνία είναι παντού ενδιαφέρουσα. Το μόνο που απουσιάζει είναι το βόρειο κομμάτι, εδώ που ήταν τα προϊστορικά που τα αναφέρει και ο κ. Θέμελης, ο καθηγητής μας. Δεν έχουν αναδειχθεί τα προϊστορικά της Μεσσηνίας, δηλαδή δεν ξέρουμε πού ήταν η Ανδανία. Δε γνωρίζουμε για τους Δωριείς, οι οποίοι σίγουρα κατέβηκαν και εγκαταστάθηκαν εδώ βόρεια. Όλη αυτή η περιοχή είναι ακόμα στο σκοτάδι.
Υπάρχουν όμως η Μάνη από το Βορρά μέχρι τη Στούπα, η Πυλία, η Κορώνη και η Αρχαία Κορώνη που είναι στο Πεταλίδι και γίνεται προσπάθεια να αναδειχθεί, η Τριφυλία, η Αρχαία Θουρία…
Υπάρχει όμως κι ένα δίκτυο βυζαντινών μνημείων που μπορούμε να δείξουμε. Η Χριστιανούπολη στην Τριφυλία, όπου η ίδια η τοπωνυμία μιλάει για το πόσο σημαντικό χριστιανικό κέντρο ήταν για όλη τη Μεσσηνία, ο ναός της Ζωοδόχου Πηγής Σαμαρίνας κοντά στην Ανδρούσα και, φυσικά, το Ανδρομονάστηρο, που είναι ένα ολοκληρωμένο σύμπλεγμα».
Στο Ανδρομονάστηρο
Είχαμε πρόσφατα την ευκαιρία να απολαύσουμε μια μοναδική ξενάγηση στο Ανδρομονάστηρο από τη Βίκα, που διήρκεσε περίπου δύο ώρες, διαπιστώνοντας από πρώτο χέρι τον ενθουσιασμό, τη θεατρικότητα, τις πολύπλευρες γνώσεις της, εν ολίγοις την αγάπη που έχει γι’ αυτό που κάνει και το σεβασμό της για τον ιστορικό τόπο (αλλά και τους φύλακές του, τον Γιάννη και τη διάδοχό του Σοφία). Περιηγηθήκαμε και γνωρίσαμε κάθε γωνία του χώρου και της ιστορίας, αποτυπωμένης ως παλίμψηστο χάρις στην υποδειγματική αναστήλωση του βυζαντινού μοναστηριακού συγκροτήματος που βρίσκεται 5 χλμ. μακριά από την Αρχαία Μεσσήνη, κοντά στο Πετροχώρι.
Είδαμε την αναγεννημένη μουριά μέσα στη μουριά, απαράμιλλης τέχνης, αλλά και διαφορετικής τεχνικής ψηφιδωτά, το ζωογόνο «κρυφό» νερό, τα συμπληρωματικά στον Ι.Ν. Μεταμόρφωσης του Σωτήρος εκκλησάκια του Προφήτη Ηλία και της Αγίας Αικατερίνης, το πατητήρι, τους φούρνους, την τράπεζα, τα κελιά και το ηγουμενείο με το μυστικό του θησαυροφυλάκιο, τις καταπακτές και τις κρύπτες, φανταστήκαμε το μοναστήρι να σφύζει από ζωή…
Η ξεναγός μάς λέει από την πλευρά της: «Μου δίνει μεγάλη χαρά όταν οι άνθρωποι, όχι μόνο οι ρωσόφωνοι, αλλά και πολλοί Έλληνες, μου ζητάνε επανειλημμένα να τους ξεναγήσω και καταλαβαίνω γιατί. Εγώ δείχνω τη Μεσσηνία με τη δική μου ματιά. Είμαι μια ξένη που ήρθα εδώ, αγάπησα τη γη, τους ανθρώπους και τα μνημεία, μέσα από τα οποία βλέπω την ιστορία του τόπου. Εγώ πάλι δεν ξέρω ποια είμαι, δεν έχω καθαρό αίμα και δεν ανήκω σε έναν πολιτισμό. Μεγάλωσα σε μια χώρα, όπου άκουγα 4-5 γλώσσες καθημερινά, έχω πολωνικό επώνυμο, μολδαβικό-πολωνικό-κοζάκικο-ουκρανικό-γκαγκαούζικο αίμα, μιλάω τη ρωσική γλώσσα, κουβαλάω σοβιετική κουλτούρα και ελληνοποιήθηκα…
Μέσα από αυτό που είμαι και μέσα από τις εμπειρίες και τις γνώσεις μου απέξω είναι μια ιδιαίτερη ιστορία που ακούει ο ξένος, που δε θ’ ακούσει από τον ντόπιο. Ένας μετανάστης πάντα είναι ιδιαίτερος, γιατί είναι μοιρασμένος στα δύο και έχει μέσα του συναισθήματα και από τους δύο τόπους, και ο ξεναγός που άγει τους ξένους, πρέπει να ξέρει και τη γλώσσα του ξένου. Για να ξεναγήσω κάπου πρέπει να το αγαπάω και όταν αλλάζουν οι τόποι μεταμορφώνεσαι κι εσύ, από Μεσσήνια της Αρχαίας Μεσσήνης, γίνεσαι του Ανδρομονάστηρου, της Χριστιανούπολης…
Οι ξεναγοί είμαστε… λίγο απ’ όλα, βάζοντας στην ξενάγηση γνώσεις ιστορίας και αρχαιολογίας, αλλά επίσης ψυχολογίας, τα ταξίδια, τη φύση, την επιστήμη, αλλά είμαστε και λίγο ηθοποιοί και πρέπει να μαντέψουμε τι θέλει να ακούσει ο καθένας.
Ειδικά όταν πρόκειται για γκρουπ, όσο πιο πολλά μάτια τόσο πιο ηθοποιός γίνεσαι…», λέει η Βικτώρια που δε σταματάει να μαθαίνει κι η ίδια ποτέ.
Της Χριστίνας Ελευθεράκη