Φυσικά και απορούμε με τα… χειροκροτήματα ορισμένων για την… ευημερία των οικονομικών δεικτών της χώρας. Όσο υψηλό ποσοστό λήθης κι αν περιέχουν, δεν μπορούν να κρύψουν τη μικρή αλλά και τη μεγάλη εικόνα της οικονομίας.
Με αφορμή την τελευταία εξαμηνιαία έρευνα από το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων ΓΣΕΒΕΕ, η οποία “ξεβολεύει” τον ενθουσιασμό ορισμένων, μιλήσαμε με τον πρόεδρο του Επιμελητηρίου Μεσσηνίας, Βαγγέλη Ξυγκώρο, για την κατάσταση της πραγματικής οικονομίας στην περιοχή.
Αν και φειδωλός στις δηλώσεις του, ξεκίνησε λέγοντας: “Η κατάσταση είναι εμφανώς πολύ δύσκολη. Αν συνυπολογίσουμε, δε, την ανάσχεση της δυναμικής που είχαμε αποκτήσει με την επιβολή συνεχόμενων περιοριστικών μέτρων, τα πράγματα έγιναν πιο δύσκολα. Γιατί τα περιοριστικά μέτρα λόγω της πανδημίας δεν προκαλούν δυσλειτουργία σε μια μορφή επιχειρηματικότητας, αλλά σε ένα ευρύτερο σύνολο. Ελπίζουμε η κατάσταση να μη συνεχιστεί, γιατί, εκτός των άλλων, υπάρχει και ο ψυχολογικός παράγοντας που επηρεάζει έναν επισκέπτη και όχι μόνο.
Από την άλλη πλευρά, το πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο κομμάτι των επιχειρήσεων στη Μεσσηνία είναι τρομακτικό. Επί της ουσίας οι περισσότερες επιχειρήσεις είναι εκτός δανεισμού από τις τράπεζες, με αποτέλεσμα την όποια ρευστότητα να την ψάχνουν από την κατανάλωση, που κι αυτή αντιμετωπίζει προβλήματα.
Η αύξηση των τιμών σε μια σειρά από προϊόντα πρώτης ανάγκης, θέμα πολυπαραγοντικό, έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των διαθέσιμων χρημάτων.
Έπειτα είναι και μια σειρά από υποχρεώσεις που έρχονται για τις επιχειρήσεις (επιστρεπτέες προκαταβολές και όχι μόνο), που εκτροχιάζουν την οικονομία από την όποια “κανονικότητα”.
Αν δε ληφθούν συγκεκριμένα και στοχευμένα μέτρα, τότε η κατάσταση θα γίνει πολύ χειρότερη σε σύντομο χρονικό διάστημα. Το Επιμελητήριο Μεσσηνίας έχει στείλει συγκεκριμένες προτάσεις προς τους αρμοδίους, αλλά δε γνωρίζουμε το μέλλον τους”.
Και από τον Βαγγέλη Ξυγκώρο περνάμε στην έκθεση τα ΙΜΕ ΓΣΒΕΕ. Σε αυτή επιβεβαιώνεται πως ένα σημαντικό ποσοστό από τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (ΜμΕ) έχουν ήδη προχωρήσει σε αυξήσεις των τιμών στα αγαθά και τις υπηρεσίες τους. Παράλληλα καταγράφεται ότι σχεδόν παρόμοιο ποσοστό θα προχωρήσει σε αυξήσεις τιμών στο προσεχές μέλλον.
Ειδικότερα, στην έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για την αποτύπωση του οικονομικού κλίματος στις εν λόγω επιχειρήσεις (0-49 άτομα προσωπικό, οι οποίες αποτελούν το 99,6% των ελληνικών επιχειρήσεων) γίνεται λόγος για ένα νέο πρόβλημα: τη σημαντική άνοδο των τιμών που μειώνει τα εισοδήματα νοικοκυριών και επιχειρήσεων, ναρκοθετώντας τις προοπτικές ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.
Ρευστότητα και βιωσιμότητα
Εξάλλου, αν και σημειώνεται πως τα μέτρα στήριξης και η άρση των περιορισμών έχουν επιτρέψει στις επιχειρήσεις να παραμείνουν «ζωντανές», εντούτοις υπογραμμίζεται ότι μεγάλο μέρος τους συνεχίζει να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα βιωσιμότητας, όπως προκύπτει από τα ευρήματα της έρευνας.
Η έλλειψη ρευστότητας παραμένει το πρόβλημα για τις ΜμΕ και διατρέχει τον κίνδυνο να γίνει χρόνιο, ιδιαίτερα για τις επιχειρήσεις που ανέστειλαν τη λειτουργία τους με κρατική εντολή, όπως οι επιχειρήσεις του κλάδου της εστίασης.
Το παρατεταμένο διάστημα που οι επιχειρήσεις αυτές υπολειτούργησαν (ή δε λειτούργησαν) τις έχει επιβαρύνει ιδιαίτερα, διατηρώντας υψηλά τον κίνδυνο βιωσιμότητας που αντιμετωπίζουν, παρά μάλιστα τα μέτρα στήριξης που υιοθετηθήκαν.
Έτσι, υψηλά παραμένουν τα ποσοστά των επιχειρήσεων που έχουν μειωμένη ή/και καθόλου ρευστότητα. Συγκεκριμένα, 4 στις 10 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (42,4%) έχουν ταμειακά διαθέσιμα το πολύ για ένα μήνα. Μάλιστα, 1 στις 5 επιχειρήσεις (21,4%) δεν έχει καθόλου ρευστότητα.
Δε θεωρείται, συνεπώς, παράδοξο που το ποσοστό των επιχειρήσεων που εκφράζει φόβο για ενδεχόμενη διακοπή της δραστηριότητάς του το επόμενο διάστημα παραμένει ιδιαίτερα υψηλό (36,7%).
Α.Π.