Στις χαμηλότερες θέσεις πλήρως εμβολιασμένων άνω των 60 ετών κατατάσσεται η Περιφέρεια Πελοποννήσου σε μελέτη του Πανεπιστημίου Κρήτης, που δημοσιοποίησε το iatropedia, ενώ η εμβολιαστική κάλυψη στο σύνολο του πληθυσμού στην Περιφέρεια δε φτάνει το 55%, σε επίπεδο δε Μεσσηνίας ίσα που ξεπερνάει πια το 55%.
Ευτυχώς, η Περιφέρειά μας βρίσκεται σε καλή θέση σε ό,τι αφορά τον αριθμό θανάτων ανά 1 εκατομμύριο πληθυσμού, καταλαμβάνοντας την 8η θέση ανάμεσα στις 13 Περιφέρειες και όχι με τεράστια διαφορά αριθμητικά από την τελευταία σε θανάτους, που είναι το Νότιο Αιγαίο.
Οι δεκάδες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές που μετράμε καθημερινά δεν είναι απλοί αριθμοί, αλλά συνάνθρωποί μας, κάποιοι εκ των οποίων ίσως σήμερα να βρίσκονταν στη ζωή εάν είχαν εμβολιαστεί, όπως διαπιστώνει μελέτη του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Στοιχεία μελέτης
Σύμφωνα με τη μελέτη του Πανεπιστημίου, διπλάσιους αριθμούς θανάτων ανά 1 εκατομμύριο πληθυσμού εμφανίζουν οι Περιφερειακές Ενότητες της Βόρειας Ελλάδας σε σχέση με την Αττική και έως εξαπλάσιους σε σύγκριση με άλλες περιοχές της χώρας.
Ο βαρύς φόρος αίματος που πληρώνουν η Μακεδονία και η Θράκη οδήγησε τους επιστήμονες σε σημαντικά συμπεράσματα σχετικά με τις πιθανές αιτίες που οδηγούν σε αυξημένη θνησιμότητα στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, μέσα από τη χρήση των ειδικών μαθηματικών μοντέλων.
Όπως αποδεικνύεται, από την έναρξη των εμβολιασμών τον περασμένο Ιανουάριο και μέχρι σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία των περιοχών που εμφανίζουν τη μεγαλύτερη θνησιμότητα είναι όσες έχουν τη χαμηλότερη εμβολιαστική κάλυψη στους ηλικιωμένους άνω των 60 ετών.
Ο επικεφαλής της μελέτης, καθηγητής Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Νίκος Τζανάκης, σχολιάζει τα συμπεράσματα στο iatropedia.gr: «Αυτό που είδαμε είναι ότι τουλάχιστον για τη μισή διάρκεια του προηγούμενου κύματος και σε αυτό το κύμα, αυτή η μεγάλη θνησιμότητα εξαρτάται πάρα πολύ από αυτόν τον παράγοντα: τη χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη των άνω των 60 ετών σε συγκεκριμένες περιοχές και κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα».
Η μελέτη που πραγματοποίησε το Πανεπιστήμιο Κρήτης διαπίστωσε πως από την αρχή της πανδημίας και μέχρι σήμερα στην Κεντρική Μακεδονία έχουν καταγραφεί περίπου 2.900 θάνατοι ανά 1 εκατομμύριο πληθυσμού. Αντίστοιχα στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη ήταν πάνω από 2.000.
Στην ίδια λογαριθμική κλίμακα, στην Κρήτη και το νότιο και βόρειο Αιγαίο, οι θάνατοι δεν ξεπερνούν τους 600 με 630, κάτι που σημαίνει πως στις συγκεκριμένες περιοχές εντοπίζεται έως και πέντε φορές χαμηλότερη θνησιμότητα από την Κεντρική Μακεδονία.
Στην Περιφέρεια Πελοποννήσου, οι θάνατοι δεν ξεπερνούν τους 800.
Ακόμη και στην Αττική οι θάνατοι ανά ένα εκατομμύριο πληθυσμού καταγράφονται στους 1.450, δηλαδή σχεδόν οι μισοί από 2.850 της Κεντρικής Μακεδονίας, παρότι η Αθήνα είναι το μεγαλύτερο και πιο πυκνοκατοικημένο αστικό κέντρο της χώρας και, ως εκ τούτου, περισσότερο “ευάλωτο” στη διασπορά του ιού.
Τήρηση μέτρων και καιρός
Αντιστρόφως ανάλογη εμφανίζεται την ίδια στιγμή η καμπύλη των εμβολιασμών στις ηλικίες άνω των 60 ετών. Τις ηλικίες, δηλαδή, που δίνουν τις βαριές μολύνσεις, τις νοσηλείες στις ΜΕΘ και τους θανάτους.
Όπως αποδεικνύεται ξεκάθαρα μέσω της γραφικής αποτύπωσης των δεδομένων της μελέτης, η αυξητική τάση της θνησιμότητας στη βόρεια Ελλάδα, συνοδεύεται από μία αντιστρόφως αρνητική τάση στους εμβολιασμούς των άνω των 60 ετών.
Στην Περιφέρεια Πελοποννήσου το ποσοστό εμβολιασμένων άνω των 60 ετών φτάνει το 66%.
«Διαπιστώσαμε πως περιοχές που έχουν πάνω από 75% με 80% ποσοστά εμβολιασμένων στους άνω των 60 ετών, είναι αυτές που έχουν την πιο χαμηλή θνησιμότητα. Σε αντίθεση με τις περιοχές που παρουσιάζουν κάτω από 65% ή 70% εμβολιασμό στους άνω των 60», σχολιάζει ο Καθηγητής Νίκος Τζανάκης.
Οι εμβολιασμοί δεν αποτελούν, όμως, την αποκλειστική ερμηνεία για την διαπιστωμένα αυξημένη θνησιμότητα στη βόρεια Ελλάδα.
Στις άλλες πιθανές αιτίες συγκαταλέγονται, σύμφωνα με τον ειδικό, η απειθαρχία των πληθυσμών στα περιοριστικά μέτρα, οι καιρικές συνθήκες που ευνοούν το μεγαλύτερο συγχρωτισμό στους κλειστούς χώρους, αλλά και η πίεση του υγειονομικού συστήματος, που επέφερε μειωμένη αποδοτικότητα.
«Σίγουρα δεν είναι η μόνη ερμηνεία τα χαμηλά εμβολιαστικά ποσοστά. Άλλες αιτίες που εικάζουμε ότι συμβάλλουν σ’ αυτήν την εικόνα της αυξημένης θνησιμότητας είναι ίσως οι διαφοροποιήσεις στο επίπεδο παροχής υγειονομικής φροντίδας, καθώς στη Βόρεια Ελλάδα πιέστηκε πολύ το ΕΣΥ και δεν απέδωσε τα αναμενόμενα. Επίσης, οι πληθυσμοί εκεί τηρούν δύσκολα ή ακόμα και δε λαμβάνουν τα ατομικά μέτρα. Επίσης, σίγουρα παίζουν ρόλο και οι καιρικές συνθήκες. Στη Βόρεια Ελλάδα επικρατεί περισσότερο ψύχος και μεγαλύτερο συγχρωτισμός που ευνοεί την κυκλοφορία του ιού», προσθέτει ο καθηγητής Νίκος Τζανάκης.
Της Βίκυς Βετουλάκη