Αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών του Αν Αιγαίου, ιδιοκτησιακό καθεστώς νήσων που δεν περιλαμβάνονται στις Συνθήκες, τουρκική ΑΟΖ έξω από τα 6νμ ελληνικά χωρικά ύδατα, κατάληψη κι κατάλυση ελληνικής κυριαρχίας ,μεταξύ 6-10νμ του εθνικού εναερίου χώρου και δύο ανεξάρτητα κράτη στην Κύπρο, είναι «το ποτ-πουρί» των τουρκικών θέσεων και διεκδικήσεων εναντίον στης Ελλάδας για το 2022.
Η Τουρκία το δεύτερο μισό του 2021, δεν αύξησε την ένταση με στρατιωτικές κινήσεις σε βάρος εθνικών συμφερόντων Ελλάδας και Κύπρου. Αντιθέτως πολλαπλασίασε τις διεθνείς διπλωματικές κινήσεις της σε βάρος της Ελλάδας, κυρίως, αλλά και της Κύπρου, σε διεθνείς Oργανισμούς, όπως στον ΟΗΕ, με τουλάχιστον τέσσερεις επιστολές της με καταγγελίες σε βάρος της Ελλάδας για την στρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών , παραβιάζοντας τις Συνθήκες.
Τη «βασιλική οδό» γι’ αυτό το γαϊτανάκι καταγγελιών σε βάρος της Ελλάδας , άνοιξαν δυστυχώς πέρσι τον Απρίλιο οι αυθόρμητες και όχι διπλωματικά και πολιτικά προετοιμασμένες δηλώσεις Δένδια στην Άγκυρα, για στρατό στα νησιά, ( γεγονός παντελώς αναληθές), «αφού η Ελλάδα απειλείται από την Τουρκία».
Αρπάζοντας την πρόχειρη φράση Δένδια, η Τουρκία την εκμεταλλεύθηκε για να στηρίξει τους ανακριβείς και αναληθείς ισχυρισμούς της περί στρατικοποίησης των νησιών, που περιλαμβάνονται στις Συνθήκες Λωζάννης και Παρισίων και να προχωρήσει τον καταγγελτικό ισχυρισμό της ακόμα πάρα πέρα: Επειδή τα νησιά αυτά κατά δήλωση του Έλληνα ΥΠΕΞ στρατιωτικοποιούνται παράνομα, αυτό σημαίνει ότι και οι ελληνικές εθνικές αεροναυτικές ασκήσεις στα νησιά αυτά είναι ομοίως παράνομες, ζητώντας δηλαδή τον αφοπλισμό των νησιών του Αν Αιγαίου και την πλήρη απουσία εθνικής προστασίας της ελληνικής κυριαρχίας και των εθνικών συμφερόντων στην περιοχή του Αν Αιγαίου.
Ανακινώντας πλέον φανερά επισήμως και διεθνώς το θέμα των Συνθηκών και της τήρησης τους από την Ελλάδα, η Τουρκία έφερε στο επίσημο και διεθνές προσκήνιο το θέμα του ιδιοκτησιακού καθεστώτος νήσων νησίδων και βραχονησίδων στο Αιγαίο, που δεν περιλαμβάνονται στις Συνθήκες. Με άλλα λόγια, νησιά όπως ο Αϊ Στράτης, η Θάσος , τα Αντίψαρα οι Οινούσσες , βραχονησίδες όπως οι Καλόγεροι, αλλά και το «τείχος» των βραχονησίδων στα Δωδεκάνησα απέναντι στις τουρκικές ακτές, δεν έχουν αποδοθεί στην Ελλάδα με τις Συνθήκες , άρα δεν της ανήκουν. Δεν ανήκουν όμως ούτε και στην Τουρκία γι’ αυτό και η Άγκυρα, με την προσφιλή της μέθοδο αρχίζει να ζητά ,τα «αδέσποτα» αυτά νησιά, να «μοιραστούν δίκαια» ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία…
Σημειώνεται πάντως ότι ό μεγάλος όγκος των ετήσιων τουρκικών ασκήσεων στο Αιγαίο γίνονται ακριβώς στις περιοχές των ελληνικών νησιών του Αιγαίου που διεκδικεί η Τουρκία, καταλαμβάνοντας για μεγάλα χρονικά διαστήματα ελληνική εθνική κυριαρχία, γράφοντας την Αθήνα και τις ανύπαρκτες διεθνείς αντιδράσεις της στα παλιά της τα παπούτσια.
Είναι ενδεικτικό ότι στα μέσα Δεκεμβρίου 2021, ο Τούρκος ΥΠΕΞ Τσαβούσογλου, μιλώντας στη Βουλή παρατήρησε ότι αφού τα ελληνικά νησιά της Λωζάννης δεν είναι αποστρατικοποιημένα, και επομένως δεν ισχύει αυτός ό όρος για την παραχώρηση τους στην Ελλάδα, τότε εγείρεται θέμα κυριαρχίας και για τα νησιά αυτά.
Αυτή είναι η «παρακαταθήκη» που άφησε το 2021 στις τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο και ουδείς μπορεί να αποκλείσει ότι η Τουρκία δε θα εντείνει τις ενέργειες της και στο νέο έτος, παρά την εσωτερική κρίση της. Στη Ελλάδα τουλάχιστον , όλοι, οφείλουν να γνωρίζουν ότι η τουρκική εξωτερική πολιτική είναι μια και ενιαία, ανεξαρτήτως πολιτικής κυβέρνησης και σχεδιάζεται ακαταπαύστως επί δεκαετίες.
Μετά τα βαριά τουρκικά «χουνέρια» με το Ορούς Ρέις και την στρατιωτική ένταση του 2019 στην Αν Μεσόγειο, η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζει μια «απάθεια» απέναντι στις προκλητικές τουρκικές ενέργειες στο Αιγαίο και στη διεθνή διπλωματική σκηνή.
Επικεντρώθηκε μόνο στην αύξηση της ελληνικής ισχύος ( με Ραφάλ κι Μπελαρά) και σημαντικές διμερείς αμυντικές συμφωνίες, κινήσεις αυτές που είχε ανάγκη η Ελλάδα.
Ωστόσο η «αμυντική θωράκιση» της χώρας, (δυστυχώς όσο καλή και αν είναι αυτή, δεν μπορεί να εξουδετερώσει τον μεγάλο επιχειρησιακό κίνδυνο από τους τουρκικούς πυραύλους S 400 σε περίπτωση σύγκρουσης), είναι η μισή κίνηση απέναντι στην Τουρκία. Το υπόλοιπο μισό και ζητούμενο επί πολλές δεκαετίες, είναι η ισχυρές διεθνείς καταγγελίες της Ελλάδας εναντίον της Τουρκίας, ( και όχι ενημερωτικές επιστολές και έκφραση παραπόνων στον γ γραμματέα του ΟΗΕ). Που όμως οφείλουν να είναι πολύ καλά δομημένες και αποστομωτικές, συνοδευόμενες κι από πρακτικές κυρώσεις ( πχ στην ΕΕ). Που όμως δεν γίνονται.
Της Κύρας Αδάμ