Δεύτερη ημέρα η σημερινή, Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2022, εργασιών για το Διεθνές Συνέδριο για το Ολοκαύτωμα, τις Γενοκτονίες και τις Μαζικές Θηριωδίες, το οποίο πραγματοποιείται στην πόλη της Καλαμάτας.
Κεντρικός ομιλητής ο Σεβ. Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος, ο οποίος ομίλησε με θέμα: «Το ήθος της Ορθοδοξίας έναντι του Ολοκαυτώματος και της Γενοκτονίας». Ο Μητροπολίτης στην εμπεριστατωμένη ομιλία του, κάνει λόγο για έλλειψη μιας αποτελεσματικής δράσης, ικανής να εμπνεύσει ουσιαστικά τον τρόπο διαχείρισης της ίδιας της ζωής, η οποία καθιστά την κοινωνία ηθικά ελλειμματική γι’ αυτό και συνεχίζονται τα Ολοκαυτώματα και οι Γενοκτονίες. Συνάμα υποστηρίζει ότι η Ορθοδοξία μπορεί να προσφέρει πολλά και η επιτυχία της έγκειται στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται τη λειτουργία των θεσμών, με σκοπό την πραγμάτωση ενός βιώσιμου μοντέλου μιας κοινωνίας εμποτισμένης από τις αρχές του ήθους της.
Τέλος, σημειώνει ότι τα Ολοκαυτώματα και οι Γενοκτονίες θα πάψουν να υπάρχουν όταν απορρίψουμε έμπρακτα κάθε είδους ρατσισμό, ξενοφοβία και απομονωτισμό, στοιχεία ξένα προς το ήθος της Ορθοδοξίας και προς κάθε υγιή θρησκευτικό πολιτισμό.
Η σημερινή ημέρα εργασιών είναι αφιερωμένη στην ανθρωπογεωγραφία του Ολοκαυτώματος και των Γενοκτονιών, καθώς και στη μνήμη και διαμόρφωση του μέλλοντος, με συντονίστριες τις κυρίες Φωτεινή Τομαή, πρέσβη Ε.Τ. και Ελπίδα Οικονομίδη, δημοσιογράφο.
Στη συνέχεια ακολούθησαν και άλλες ενδιαφέρουσες ομιλίες από διακεκριμένες
προσωπικότητες.
Παρέστησαν ο Βουλευτής Μεσσηνίας Π. Μαντάς, ο Περιφερειάρχης Πελοποννήσου Π. Νίκας, οι Αντιπεριφερειάρχες Ευστ. Αναστασόπουλος και Α. Καλογεροπούλου, οι Δήμαρχοι Καλαμάτας Αθ. Βασιλόπουλος και Πύλου-Νέστορος Π. Καρβέλας, καθώς και εκπρόσωποι άλλων τοπικών φορέων.
Ολόκληρη η ομιλία:
«Τό ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας ἒναντι τοῦ ὁλοκαυτώματος καί τῆς γενοκτονίας»
1. Ἐν πρώτοις θά ἤθελα νά ἐκφράσω τίς εὐχαριστίες μου γιά τήν διοργάνωση τοῦ παρόντος Διεθνοῦς Συνεδρίου, στήν πόλη τῆς Καλαμάτας, καί δεύτερον γιά τή δυνατότητα πού μοῦ δίνετε νά μιλήσω ἐνώπιον ἑνός τόσο ὑψηλοῦ καί ἐκλεκτοῦ ἀκροατηρίου καί μάλιστα γιά ἕνα θέμα τόσο ἐπίκαιρο καί σημαντικό, τό ὁποῖο θά πρέπει νά προβληματίζει ὄχι μόνο τόν πολιτικό κόσμο ἀλλά καί τόν θρησκευτικό πολιτισμό μας, ἀφενός γιατί βρισκόμαστε μπροστά σέ μία πρόκληση διαχρονική, ὅπως τά ὁλοκαυτώματα καί οἱ γενοκτονίες, καί ἀφετέρου γιατί οἱ Θρησκεῖες καί οἱ Ἐκκλησίες καλοῦνται νά ἀναλάβουν ἕνα πρωταρχικό ρόλο στήν διαμόρφωση τοῦ νέου κοινωνικοῦ μοντέλου ὣστε νά συμβάλλουν ἐποικοδομητικά καί οὐσιαστικά στήν ἑδραίωση μιᾶς ἔμπρακτης ἐφαρμογῆς τῶν ἀγαθῶν τῆς εἰρήνης, τῆς καταλλαγῆς, τῆς ἀλληλεγγύης καί τῆς συνεργασίας μεταξύ τῶν λαῶν καί τῶν πολιτισμῶν.
Ἐξαιτίας αὐτοῦ τοῦ ρόλου τους οἱ Θρησκεῖες καί οἱ Ἐκκλησίες καλοῦνται νά ἀπαντήσουν σέ ὁρισμένα ἐρωτήματα, τά ὁποῖα εἶναι στοιχεῖα καθοριστικά τῆς ταυτότητάς τους: α) Οἱ Θρησκεῖες καί οἱ Ἐκκλησίες μποροῦν νά καλλιεργοῦν καί νά ἐπιστηρίζουν τή βία καί τόν θάνατο; Μποροῦν νά εἶναι ἀρωγοί σέ κάθε ἔννοια «ἱεροῦ πολέμου»; Μποροῦν νά μήν σέβονται τήν διαφορετικότητα καί νά μήν ἀγωνίζονται γιά τήν ἑδραίωση τῆς ἑτερότητας; Ἀποδέχονται μέσα ἀπό τήν ἀνεκτικό-τητα τόν θρησκευτικό καί ἐθνικό πλουραλισμό, ὡς στοιχεῖα πολιτισμοῦ;
Ἡ προϋπόθεση γιά τίς ἀπαντήσεις σέ ὅλα αὐτά τά ἐρωτήματα εἶναι ἡ ἀπαλλαγή ἀπό τά φοβικά σύνδρομα τῆς θρησκευτικῆς ἐσωστρέφειας ἤ καθαρότητας καί τοῦ ἀπομονωτισμοῦ, γιατί εἶναι στοιχεῖα πού καλλιεργοῦν τήν ψευδαίσθηση τῆς ὑπεροχῆς καί τῆς αὐτάρκειας ἔναντι τῶν ἄλλων, καί συγχρόνως δίνουν τή δυνατότητα σέ κάποιους ἡγέτες, πολιτικούς ἤ καί θρησκευτικούς νά ἐμφανίζονται καί νά δροῦν ὡς αὐτό-κλητοι σωτῆρες καί παράγοντες ἐθνοκάθαρσης μέ συγκεκριμένα χαρα-κτηριστικά, δηλαδή τήν ἀπόρριψη τῆς διαφορετικότητας, τήν υἱοθέτηση τῆς ἀποκλειστικότητας, τοῦ φονταμενταλισμοῦ τοῦ νεοσυντηρητισμοῦ καί τῶν ἀποκλεισμῶν ἀλλά καί τήν ἀνάπτυξη ἐπιχειρησιακῶν σχεδιασμῶν ὁλοκληρωτικοῦ ἀφανισμοῦ ἐθνῶν καί λαῶν προκειμένου νά ἐπιβληθοῦν ἐθνικά καί θρησκευτικά.
Ἒκφραση τέτοιου ἐθνικοῦ καί θρησκευτικοῦ ἀφανισμοῦ εἶναι τό ὁλοκαύτωμα, ὅπως αὐτό σχεδιάστηκε καί ὑλοποιήθηκε ἀπό τούς Ναζί, καί οἱ γενοκτονίες τοῦ Ἀρμενικοῦ λαοῦ, τοῦ Ποντιακοῦ καί τοῦ Μικρασιατικοῦ Ἑλληνισμοῦ ἐν ὀνόματι μιᾶς ἐθνοκάθαρσης.
Δέν πρέπει νά μᾶς διαφεύγει ὃτι τό ὁλοκαύτωμα ἀπό τούς Ναζί προκλήθηκε ἀπό Χριστιανούς κατά Ἑβραίων καί οἱ γενοκτονίες τῶν Ἀρμενίων, τῶν Ποντίων καί τῶν Ἑλλήνων τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἀπό Μουσουλμάνους κατά τῶν Χριστιανῶν.
Ἀνάλογη μορφή σύγχρονης ἔκφρασης γενοκτονίας καί ὁλοκαυτώματος ἀποτελοῦν καί τά γνωστά γεγονότα τῆς 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στίς Η.Π.Α, καί ὅ,τι ἀκολούθησε σέ πολιτικό καί θρησκευτικό ἐπίπεδο.
Ὃλα αὐτά τά γεγονότα ἐπιβεβαιώνουν ὅτι τά συγκεκριμένα θέματα δέν εἶναι μόνο πολιτικά ἀλλά ὅτι ἔχουν καί τήν θρησκευτική τους διάσταση καί προέλευση.
Ἡ συγκεκριμένη λοιπόν θρησκευτική διάσταση τῶν ὁλοκαυτωμάτων καί τῶν γενοκτονιῶν φέρνει καί πάλι στό προσκήνιο τῶν συζητήσεων τά παρακάτω βασικά καί οὐσιαστικά ἐρωτήματα:
α) «Πότε μία θρησκεία ἤ θρησκευτική κοινότητα χαρακτηρίζεται ὡς ὑγιής ;».
β) «Ποιά εἶναι τά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά αὐτῆς τῆς ὑγιοῦς θρησκευτικότητας;».
γ) «Τό ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας ἀποτελεῖ ἒκφραση ὑγιοῦς θρησκευ-τικότητας;».
Οἱ ἀπαντήσεις στά παραπάνω ἐρώτηματα ἐπιβάλλονται καί ἀπό τή σπουδαιότητα τοῦ θέματος καί τό σκοπό τοῦ παρόντος συνεδρίου.
2. Χωρίς νά παραβλέπουμε τήν ἱστορική πραγματικότητα, ὅτι δηλαδή ἡ Ὀρθοδοξία ἀνέκαθεν μαρτυροῦσε τό ἦθος της καί μάλιστα σέ δύσκολες πολιτισμικά ἐποχές, ἀναγνωρίζουμε ὅτι σήμερα καλεῖται νά δώσει καί πάλι τό στίγμα της μέσα σέ ἕνα νέο διεθνοποιημένο περιβάλλον ἰδιαιτέρως ἀνομοιογενές, πολυθρησκευτικό καί πολυπολιτισμικό. Ἐντός αὐτοῦ θά πρέπει νά ἐπισημάνουμε ὅτι ὀφείλει νά συνδιαλλαγεῖ, ἀμετά-πτωτη ὡς πρός ἀπό τά δομικά στοιχεῖα τῆς παράδοσης καί τοῦ ἤθους της, πάντοτε ὃμως μέ εἰρηυνική διάθεση ὥστε νά ἀναδείξει τά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά της, προκειμένου νά καταστεῖ ὠφέλιμη καί ἀναγκαία στό πλαίσιο τῆς διεθνοῦς σκηνῆς καί τοῦ διαλόγου.
Ὁρισμένες διευκρινίσεις ὡς πρός τό περιεχόμενο τῆς ἔκφρασης «Ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας» θεωρῶ ὃτι εἶναι ἀναγκαῖες.
Α. Τό «Ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας» δέν ἀποτελεῖ κάποιο σύστημα ἠθικῶν ἀξιῶν, πού ὑπαγορεύει μία συγκεκριμένη συμπεριφορά ἀλλά εἶναι ἕνας τρόπος ζωῆς πού περιγράφεται μέσα ἀπό τίς προοπτικές τῶν εὐαγγελικῶν ἀρχῶν τῆς ἀγάπης, τῆς ἐλευθερίας καί τῆς ἀποδοχῆς τῶν ἂλλων, στοιχεῖα τά ὁποῖα ὑποδεικνύονται ὂχι μόνο στήν Ἁγία Γραφή ἀλλά καί στήν Παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Μέ βάση τά στοιχεῖα αὐτά ἡ Ὀρθοδοξία μπορεῖ νά ἀποτελέσει τό γόνιμο ἔδαφος γιά τήν ἀνάπτυξη μιᾶς διαλεκτικῆς στό πεδίο τῶν διεθνῶν σχέσεων, νοηματοδοτώντας τίς σχέσεις τῶν λαῶν, χωρίς ἀποκλεισμούς ἀλλά καί τῶν Θρησκειῶν χωρίς ἀπολυτοποιήσεις.
Β. Ἡ θεώρηση τοῦ ἀνθρώπου ἀποκλειστικά καί μόνο ὡς ἀτόμου, καί ἡ προστασία τῶν ἀτομικῶν δικαιωμάτων του μέ διακηρύξεις καί διεθνεῖς ἀποφάσεις μόνο, δέν ἑδραιώνουν μίαν αὐτάρκεια καί δέν ἀποτελοῦν συστατικά στοιχεῖα τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, ὃταν εἶναι ἀποκομμένα ἀπό τή ζωή καί τήν ὕπαρξη τῶν ἄλλων συνανθρώπων μας, γιατί ὁ ἄνθρωπος περιχαρακωμμένος στά δικαιώματά του ἀτομικά καί μόνο ἀπολυτοποιεῖται θρησκευτικά. Τό λάθος αὐτό ἐπιτείνεται μάλιστα ὅταν ὁ κάθε πολίτης ἤ κάθε ἔθνος αἰσθάνεται νά ἀπειλεῖται, ὁλοένα καί περισσότερο, ἀπό τήν παρουσία ἄλλου ἔθνους ἤ πολίτου, γι’ αὐτό καί ἀπορρίπτει τήν ἑτερότητα καί δέν ἀποδέχεται τήν διαφορετικότητα, μέ ἀποτέλεσμα νά ὁδηγεῖται σέ μία δυαλυτική ἀσυδοσία.
Προφανῶς, αὐτή ἡ περιορισμένη θεώρηση τοῦ ἀνθρωπιστικοῦ μοντέλου δέν εἶναι ἐπαρκής, ἀκόμη καί ὡς διακριτική ἀποδοχή καί ἐγγενῆ ἀξιοπρέπεια τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, γιατί εἶναι ἄλλο θέμα ἡ ἐκδήλωση σεβασμοῦ στό ἀνθρώπινο πρόσωπο τοῦ ὁποίου ἡ παρουσία του καθίσταται σημαντική, ἀπαραίτητη καί ἀποδεκτή μόνο στό βαθμό πού δέν ἀπειλεῖ τή ζωή μου ἤ στό βαθμό πού μοῦ εἶναι χρήσιμος γιά τήν ἐπίτευξη τῆς ἀτομικῆς μας εὐτυχίας καί τῶν ἐπιδιώξεών μου, ἐνῶ συγχρόνως μοῦ προκαλεῖ φόβο, καί ἄλλη σημασία ἒχει ὁ ἂλλος ὅταν τόν θεωρῶ ὡς πλησίον καί ἀδελφό καί ὡςἐπιβεβαίωση τοῦ ἑαυτοῦ μου, ἡ ὁποία ἐκφρά-ζεται μέσῳ τῆς ἒμπρακτης ἀποδοχῆς του.
Ἐδῶ νομίζω εἶναι καί τό ἰδιαίτερα λεπτό σημεῖο, τό ὁποῖο ἀπαιτεῖ πολύ προσοχή. Πῶς δηλαδή ἀποδεχόμαστε τόν ἄλλον; Γιατί καί ὁ τρόπος ἀκόμη μέ τόν ὁποῖον τόν ἀποδεχόμαστε εἶναι μία ἄλλη ἒκφραση φόβου πρός αὐτόν καί ἀπόρριψης τῆς ἑτερότητας. Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι ἀκόμη κι ἄν ἀποδεχόμαστε κάποιον, τόν ἀποδεχόμαστε ὑπό τόν ὅρο ὅτι εἶναι κάπως σάν ἐμᾶς, ἀφοῦ ἡ ἴδια ἡ διαφορετικότητα, ἡ ἑτερότητα δηλαδή, μπορεῖ νά κατανοεῖται καί ὡς ἀπειλή. Ἡ πρώτη ἀντίδρασή μας στόν ἄλλον ἐκδηλώνεται εἴτε μέ ἕναν τρόπο ἤπιο, προβάλλοντας μέ κάποιο τρόπο τό πρότυπο τοῦ δικοῦ μας ἑαυτοῦ, εἴτε μέ ἕναν τρόπο βίαιο καί ἀκραῖο, ὁ ὁποῖος ἐκφράζεται μέ τήν ἀπόρριψη ἤ τήν βία καί τήν διαίρεση, τήν ἀπομόνωση ἤ καί τόν ἀποκλεισμό. Αὐτό ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά διαμορ-φώνει μία συμπεριφορά, σέ ἀνησυχητικό μάλιστα βαθμό γιά τίς συνέπειές της, μέ προεκτάσεις μάλιστα κοινωνικές καί κοινωνιολογικές. Συγκεκριμένα, οἱ κοινωνίες δομοῦνται σέ μία ἰσορροπία, ἡ ὁποία ὅμως διαρκεῖ ὅσο διαρκοῦν τά ἀμοιβαῖα συμφέροντα καί μπορεῖ εὔκολα ἡ ἰσορροπία αὐτή νά μετατραπεῖ σέ ἀντιπαράθεση καί σύγκρουση σέ τοπικό καί σέ διεθνές ἐπίπεδο, ἐάν δέν ἑρμηνευθοῦν σωστά ἤ ἐάν δέν κατανοηθοῦν ὀρθά καί σύμφωνα πρός τό «Ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας».
Ἡ ἀπάντηση στό παραπάνω ἐρώτημα ἀφορᾶ στήν ἀποδοχή τοῦ ἄλλου, μέσα ἀπό μία διαδικασία ἡ ὁποία περιγράφεται ὡς ἀνεκτικότητα, συμπληρωματικότητα, προσαρμοστικότητα, ἐπικουρικότητα, καί ἡ ὁποία ἐκ-δηλώνεται μέσα ἀπό μία σχέση κοινωνίας.
Τότε κανένας λαός δέν πρέπει νά ζῇ μόνο γιά τόν ἑαυτό του. Πρέπει νά συνδέεται μέ τήν συνεισφορά του, τήν ἰδιαίτερη δηλαδή συμβολή του, στή ζωή τῶν ἄλλων λαῶν καί στήν συνύπαρξη τῶν ἐθνῶν.
Ὅλες αὐτές οἱ περιγραφικές ἐκφράσεις ὑποκρύπτουν μέσα τους δύο στοιχεῖα: τήν ἐλευθερία καί τήν ἀγάπη, τά ὁποῖα ἀποτελοῦν τό περιεχόμενο τοῦ ἰδιαίτερου τρόπου ζωῆς καί ὕπαρξης, δηλαδή τό πολιτισμικό φορτίο τοῦ «Ἦθους τῆς Ὀρθοδοξίας» καί τό θετικό πρόσημο σέ μία μορφή κοινωνίας, ἐπειδή τό συγκεκριμένο ἦθος, ὡς πολιτισμός, ἐπιβεβαιώνεται μέσα ἀπό τίς σχέσεις καί τήν ἑδραίωση τῆς διαφορετικότητας.
3. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει τό σωστό ὅραμα αὐτῆς τῆς ἰσόρροπης σχέσης κοινωνίας, καί πρέπει, στό πλαίσιο μιᾶς συνεργασίας, νά δώσει τή μαρτυρία της, μέ τήν ὀρθή νοηματοδότηση τῶν παραπάνω ὅρων, τονίζοντας τήν ἐλεύθερη κατάφαση στήν ἑτερότητα, ὡς σεβασμό καί ἀποδοχή τοῦ ἄλλου, τοῦ διαφορετικοῦ, στοιχεῖα τά ὁποῖα συνεπάγονται ὃτι ὁ ἄλλος, ὁ διαφορετικός εἶναι ὅπως ἐγώ. Μέ βάση δηλαδή τήν ἀρχή τῆς ἰσόρροπης κοινωνίας ὡς σχέσης, ἐπιτυγχάνεται ἡ κοινωνική συνοχή καί συγχρόνως ἡ ὑπέρβαση τοῦ κοινωνικοῦ διχασμοῦ μεταξύ τοῦ ἐγώ καί τοῦ ἄλλου.
Τό δικαίωμα στήν ἑτερότητα ἀναγνωρίζει τόν ὑγιῆ ἀνταγωνισμό, χωρίς ἀποκλεισμούς ἤ ἀποκλειστικότητες, γιατί μέ τόν τρόπο αὐτό μετα-τρέπεται ἡ ἀνισότητα σέ διαφορετικότητα, χωρίς νά δημιουργεῖ φοβίες γιά μετασχηματισμό ἤ ἀλλοίωση τῆς ταυτότητάς μας.
Κατά τοῦτο, ἡ Ὀρθοδοξία προσκαλεῖ καί τίς ἄλλες Χριστιανικές Ἐκκλησίες νά πραγματοποιήσουν τήν δική τους ἔξοδο ἀπό τόν ἐγκλωβισμό τους, τόν ἐσωστρεφῆ ἀπομονωτισμό τους, τήν ψευδαίσθηση τοῦ κοινωνι-κοῦ ἀκτιβισμοῦ τους, καί νά προτείνουν τίς δικές τους ἀρχές καί θεωρίες ζωῆς, δηλαδή ἤθους, οἱ ὁποῖες θά ἀποτελέσουν µία πραγματικά δυναμική συμβολή γιά καταλλαγή καί ὁλοκληρωμένη ἀνάπτυξη, δηλαδή μιᾶς κοινωνίας ἀνθρώπινης καί χρηστικῆς πρός τούς ἂλλους. Δέν εἶναι λοιπόν τυχαῖο, ὅτι ἀναζητεῖται ὁ προσδιορισμός τοῦ περιεχομένου τῶν θεμελιω-δῶν ἀρχῶν τῆς κοινωνίας σήμερα ἀπό τήν διεθνή κοινότητα, ἡ ὁποία ἀντιμετωπίζει ὀξύ πνευματικό ὑπαρξιακό πρόβλημα μέ ἐπιπτώσεις στήν ἑνότητά της. Οἱ εἰδήμονες ἀναγνωρίζουν ὅτι δέν θά μπορέσει νά σταθεῖ γιά πολύ ἀκόμη χωρίς ἑνιαῖο πνευματικό προσανατολισμό, χωρίς κάποιο εἶδος κοσμοθεωρίας.
Στό «Ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας» ἡ ὕπαρξη τῶν διαφορῶν δέν σημαίνει καί διαίρεση, γιατί ἡ διάκριση δέν φέρνει διάσπαση καί ἡ ἑνότητα στηρίζεται στήν ἀποδοχή τῆς ἑτερότητας καί ὄχι στήν ἰσοπεδωτική ταύτιση. Αὐτή ἡ ἀρχή ἔχει κάποιες συνέπειες µέ ἰδιαίτερη σημασία γιά τήν σύγχρονη κοινωνία τῶν λαῶν, τῶν πολιτῶν, τῶν πολιτισμῶν, γιά τή λειτουργία τοῦ διαλόγου καί τήν ἀποφυγή τοῦ ἀπομονωτισμοῦ. Εἶναι τό πνευματικό ὑπόβαθρο τῆς πολιτισμικῆς ἀλληλοπεριχώρησης καί τῆς συνύπαρξης.
Κάθε ἔθνος, κάθε λαός, κάθε Θρησκεία ἔχει ὁρισμένα καί ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά, μέ τά ὁποῖα δομεῖται. Εἶναι αὐτά τά στοιχεῖα μέ τά ὁποῖα διακρίνεται ἀπό τούς λαούς καί ἐκφράζει τήν ἰδιοπροσωπεία του. Αὐτό πρέπει νά τό κατέχει καί τό διατηρεῖ κάθε λαός, κάθε ἔθνος καί κάθε Θρησκεία χωρίς ὅμως νά τό ἐγκλωβίζει ἤ νά δημιουργεῖ τείχη ἀπομονωτισμοῦ καί ἀποξένωσης. Ἡ θεώρηση αὐτή σημαίνει ἀπόρριψη κάθε μορφῆς συγκεντρωτισμοῦ καί ἀτομοκεντρικῆς θεώρησης τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς καί τῆς κοινωνίας.
Ἡ θεώρηση αὐτή τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων πρέπει να νοηματο-δοτήσει δυναμικά τήν θεώρηση τῆς λειτουργίας τῶν κοινωνικῶν δομῶν.
Ἡ Ὀρθοδοξία προτείνει σεβασμό στήν ἀξία τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, ὄχι ἠθικιστικά καί πολιτισμικά, γεγονός τό ὁποῖο σημαίνει τήν ἔμπρακτη ἀναγνώριση τῆς προσωπικῆς ἀξίας τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς καί τοῦ ἀνθρώπου σέ ἀναφορά πάντοτε πρός τόν ἄλλον ἄνθρωπο καί τό περιβάλλον καί ὂχι ἀποκλειστικά καί μόνο πρός τόν ἑαυτό του. Αὐτό συνεπάγεται ὑπέρβαση κάθε μορφῆς χρησιμοθηρισμοῦ, ὠφελιμισμοῦ καί σκοπιμότητας καί ὄχι στασιμότητα καί ἀπραξία ἀλλά πραγμάτωση κοινωνικῆς δυναμικότητας καί ἀνάπτυξης Ὁ ἄνθρωπος δέν κατέχει τίποτε, συμμετέχει ὅμως παντοῦ σέ ὅλες τίς δραστηριότητες τῆς κοινωνικῆς δράσης καί τῆς ζωῆς. Μέσα ἀπό αὐτή τή συμμετοχή ἀξιολογεῖ καί ἀξιολογεῖται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εἶναι ὁ κίνδυνος τῶν γενοκτονιῶν καί τῶν ὁλοκαυτωμάτων ἀκόμη καί σήμερα στίς σύγχρονες κοινωνίες, τόν ὁποῖο θά μπορέσουμε νά ἀποτρέψουμε, μόνον ὅταν κατανοήσουμε τήν ριζοσπαστική ἀξιολογική θεώρηση τῆς διαφορετικότητας, ὡς στοιχεῖο ἀνάπτυξης καί κυριαρχίας τοῦ δώρου τῆς ἴδιας ζωῆς πρός ὅλους καί γιά ὅλους. Τότε μόνο μποροῦμε νά ὁμιλοῦμε γιά ὑγιές ἦθος κάθε Θρησκείας ἤ Ἐκκλησίας, γι’ αὐτό καί τό «Ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας» εἶναι ὑγιές γιατί δέν ἀντιμάχεται τούς ἄλλους ἀλλά καλ-λιεργεῖ τήν συνύπαρξη στά πλαίσια τῆς διαφορετικότητας, ἀντλῶντας μέσα ἀπό τόν τρόπο αὐτό τήν ἰσόρροπη σχέση μέ τούς ἄλλους, μέ τόν ἔμπρακτο σεβασμό πρός τήν ἐλευθερία καί τήν προσωπικότητα τοῦ ἄλλου.
Ἡ Ὀρθοδοξία καλλιεργεῖ τήν σχέση αὐτή διαλεκτικά μέ τόν ἄλλον ὅσο διαφορετικός καί ἄν εἶναι, καί συμβάλλει μέ τόν τρόπο αὐτό στήν ἑνότητα καί ὄχι στήν διαίρεση, στήν ἐλευθερία καί ὄχι στήν καταπίεση, στήν συνέπεια καί ὂχι στήν ἀσυδοσία. Ἀπορρίπτει κάθε μορφή ἐθνο-κάθαρσης, γενοκτονίας καί ὁλοκαυτώματος καί ἀγωνίζεται γιά τήν διατή-ρηση τῆς ἑνότητας καί τῆς εἰρήνης μεταξύ τῶν λαῶν.
Σήμερα ἡ ἔλλειψη μιᾶς ἀποτελεσματικῆς δράσης, ἱκανῆς νά ἐμπνεύσει οὐσιαστικά τόν τρόπο διαχείρισης τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς, ὡς κοινωνία σχέσης, καθιστᾶ τήν ἴδια τήν κοινωνία ἠθικά ἐλλειμματική γι’ αὐτό καί συνεχίζονται οἱ γενοκτονίες καί τά ὁλοκαυτώματα. Ἡ Ὀρθοδοξία μπορεῖ νά προσφέρει πολλά. Ἡ ἐπιτυχία της ἔγκειται στόν τρόπο µέ τόν ὁποῖο ἡ ἴδια ἀντιλαμβάνεται τήν λειτουργία τῶν θεσμῶν, μέ σκοπό τήν πραγμά-τωση ἑνός βιώσιμου μοντέλου κοινωνίας ἐμποτισμένου ἀπό τίς ἀρχές τοῦ ἤθους της. Τό ἐξέφρασαν ἔμπρακτα μέ τόν ἀνυπέρβλητο ἀγῶνα τους οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες κληρικοί ὅλων τῶν βαθμίδων τῆς ἱερωσύνης γιά τή σωτηρία Ἑλλήνων Ἑβραίων ἀπό τή θηριωδία τοῦ Γερμανικοῦ ναζισμοῦ στά κρεματόρια, ὅπου ὁδηγοῦνταν ὡς «πρόβατα ἐπί σφαγήν» γενόμενοι «ὁλοκαύτωμα» θυσίας στό βωμό τῆς ἀρρωστημένης ρατσιστικῆς καί σωβινιστικῆς ἰδεολογίας καί κοσμοθεωρίας, καί γι’ αὐτό δικαίως ὃλοι αὐτοί οἱ κληρικοί χαρακτηρίστηκαν ὡς «οἱ Καλοί Ποιμένες». Τότε καί μόνο τότε οἱ γενοκτονίες καί τά ὁλοκαυτώματα θά πάψουν νά ὑπάρχουν ὅταν ἀπορρίψουμε ἔμπρακτα κάθε εἴδους ρατσισμό, ξενοφοβία καί φονταμεν-ταλιστικό ἀπομονωτισμό, στοιχεῖα ξένα πρός τό «Ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας» καί πρός κάθε ὑγιῆ θρησκευτικό πολιτισμό.