«Δεύτερη επιστολή προς τους πιστούς των Φιλιατρών» συνέταξε χθες και απέστειλε για δημοσίευση ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Τριφυλίας & Ολυμπίας κ.κ. Χρυσόστομος. Στην επιστολή αναγράφεται:
«Εν Κυπαρισσία, τη 4η Φεβρουάριου 2022 Προς τούς ευσεβείς Χριστιανούς των Φιλιατρών.
Προσφιλέστατοί μοι, έχω να απαντήσω συντόμως τα έξης: Η Αγία Γραφή διδάσκει ποια προσευχή είναι ευάρεστος στον Θεόν. Είναι η σιωπηλή και καρδιακή της προφήτιδος Άννης, μητέρας του προφήτου Σαμουήλ (Α’ Βασ. 1, 13) και του τελώνου η ταπεινή και μονολόγιστη: “Ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ” (Λουκ. 18, 13). Μάλιστα, το Άγιον Πνεύμα, με το στόμα του προφήτη Ησαΐα, μας διδάσκει ποιες προσευχές είναι ευπρόσδεκτοι (Ήσ. 1, 10-20). Το πλήθος των θυσιών και των εορτών δεν είναι δεκτόν. Και “εάν πληθύνητε την δέησιν, ουκ εισακούσομαι υμών” (Ήσ. 1,15).
Μόνο η συμμόρφωσις με τις θείες εντολές επισύρει το έλεος του Θεού. Στο Ευαγγέλιο, ο Κύριος ενομοθέτησε πώς πρέπει να προσευχόμαστε: Όχι “εστώτες εν ταις γωνίαις των πλατειών”, αλλά “εν τω κρυπτώ” (Ματθ. 6, 5-6). Σωστά γράφουν οι Χριστιανοί των Φιλιατρών ότι “λιτανεία” και “λιτή” σημαίνουν την έντονον και ευλαβή προσευχή.
Ερωτώ: Ποιος λογικός άνθρωπος μπορεί να ισχυριστεί ότι με όλην την φασαρίαν και τον περισπασμόν κατά την περιφοράν των άγιων Εικόνων τηρούνται οι επιταγές της Αγίας Γραφής, οι σχετικές με την προσευχήν; Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, θα παραδεχτούμε ότι όλη η πορεία πολύ λίγο ευνοεί την σχέσιν με την καθαρά προσευχήν.
Άλλωστε, το θεμελιώδες γνώρισμα της χριστιανικής λατρείας από τα αποστολικά χρόνια είναι ότι τελείται μέσα σε οικοδομήματα. Γι’ αυτό συναντούμε στην Καινή Διαθήκη συχνά την φράσιν “κατ’ οίκον Εκκλησίαν”. Καθώς ερμηνεύουν οι επιστήμονες θεολόγοι, η φράσις σημαίνει την Εκκλησία, τους πιστούς δηλαδή, που συγκεντρώνονταν στο σπίτι κάποιου Χριστιανού και εκεί επιτελούσαν την λατρείαν (Ρωμ. 16, 4, Α’ Κορ. 16, 19, Κολ. 4, 15, Φιλήμ. 1, 2). Εκεί τελούσαν την θείαν ευχαριστίαν (Πράξ. 2, 46). Αυτή ήταν η λατρεία των Χριστιανών της εποχής των Αποστόλων και των Πατέρων, την οποία πρέπει να έχουμε κανόνα. Αντιθέτως, οι εθνικοί (ειδωλολάτρες) δεν έμπαιναν μέσα στον ναόν τους, αλλά παρακολουθούσαν απ’ έξω την θυσίαν.
Επιπλέον, είχον περιφορές των ειδώλων και πομπές με μουσικές και με την παρουσίαν αρχόντων και αντιπροσώπων από άλλες πόλεις των “θεωρών”. Όλη αυτή την λαμπρότητα, την απέκρουαν με βδελυγμίαν οι αρχαίοι Χριστιανοί, οι οποίοι είχον πνευματικήν λατρείαν και ευσέβειαν χωρίς επίδειξιν. Έχοντας όλα αυτά υπόψιν, ποτέ δεν είπα ότι ευχαριστούνται οι άγιοι με τις περιφορές των Εικόνων και δεν είναι σωστό να μου αποδίδει η επιστολή φράσιν που δεν είπα ποτέ.
Για την φράσιν των επιστολογράφων, ότι κέντρον της ζωής μας είναι ο Χριστός και όχι ο κορωνοϊός, έχω την τιμήν να απαντήσω τα εξής: Συμφωνώ απολύτως.
Ο Χριστός μάς διδάσκει να μη ζητούμε θαύματα από τον Θεόν, ούτε να Τον εκπειράζουμε, όπως έπραττε ό πονηρός. Ο Κύριος εθαυματούργησε όποτε έκρινε ο ίδιος, όχι όταν Του το ζήτησε ο Σατανάς (Ματθ. 4, 3), η “γενεά πονηρά και μοιχαλίς” (Ματθ. 12, 38-39). Οφείλουμε να μην ξεχνούμε ότι ενώ τελούσε ο Θεός τα μεγάλα θαύματα της εξόδου των Εβραίων από την Αίγυπτον, που εχώρισε στα δύο την Ερυθράν Θάλασσαν και τους επέρασε απέναντι, τους έθρεψε, τους επότισε στην έρημον και τους έσωσε από τους Αμαληκίτες.
Έδωσε και υγειονομικές διατάξεις σχετικές με την λέπραν. O λεπρός, σύμφωνα με τον Μωσαϊκόν Νόμον, ζούσε σε απομόνωση, ώστε να μην διαδίδεται η νόσος (Λευιτ. 13, 46). Ο λεπρός λοιπόν, κατά τον Νόμον του Θεού, ζούσε μακριά από τον ναόν και την συναγωγήν και την λατρείαν. Δεν εμπόδισαν όμως όλα αυτά έναν λεπρόν Σαμαρείτην από το να είναι κοντά στον Θεόν.
Ο Κύριος, που τον εθεράπευσε, τον επαίνεσε για την ευγνωμοσύνη και για την πίστιν του (Λουκ. 17, 15-19). Το αδιάσειστον συμπέρασμα είναι ότι η εφαρμογή των υγειονομικών μέτρων δεν εμποδίζει από την πίστιν, ούτε από την πνευματικήν λατρείαν του Θεού.
Με γνώμονα την διδασκαλίαν των Αγίων Γραφών διαμορφώθηκε το πρόγραμμα των ιερών ακολουθιών ΕΙΔΙΚΑ και μόνον για την περίοδον της πανδημίας.
Ο Λόγος του Θεού είναι οδηγός μας και κάθε μέτρο που εφαρμόζουμε, προσπαθούμε να είναι σύμφωνον με αυτόν. Το αναπτύξαμε επί μακρών κατά το παρελθόν.
Οι πιστοί και ευσεβείς Χριστιανοί οφείλουν να μην μείνουν προσκολλημένοι σε συνήθειες λαογραφικές, αλλά να ακολουθούν σε όλα το θέλημα του Θεού, όπως αποκαλύπτεται στην Αγία Γραφή. Για όσους δεν πείθονται στον λόγον του Θεού, ο Κύριος είπε “ει Μωϋσέως και των προφητών ουκ ακούουσιν, ουδέ εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται” (Λουκ. 16, 31).
Ευχόμαστε και προσδοκούμε ότι οι πιστοί και τώρα θα πιστεύσουν στον λόγον τού Θεού.
Μετ’ ευχών και τιμής
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ».