Ευκαιρίες ανάπτυξης θα υπάρχουν πάντα για τον ελαιοκομικό τομέα, παρά τις όποιες δυσκολίες, όπως αποδεικνύει η δυναμική του ελληνικού ελαιολάδου, η οποία αντικατοπτρίζεται κυρίως στις εξαγωγές του προϊόντος σε επώνυμη, τυποποιημένη μορφή. Αυτό επισήμαναν, μεταξύ άλλων, οι συμμετέχοντες στο WEBCAST, σύμφωνα με ρεπορτάζ του “Οικονομικού Ταχυδρόμου”, που διοργάνωσε διαδικτυακά ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Τυποποίησης Ελαιολάδου – ΣΕΒΙΤΕΛ.
Οι εξαγωγές αποτελούν στην παρούσα οικονομική κρίση που διέρχεται η χώρα μας και ο ελαιοκομικός τομέας τη μόνη διέξοδο από την πτώση και συρρίκνωση των πωλήσεων στο εσωτερικό. Άλλωστε, οι εξαγωγές συμβάλλουν, μεταξύ άλλων, στην ενίσχυση του κύκλου εργασιών, του επιπέδου δραστηριότητας, αλλά και των θέσεων εργασίας του τομέα.
Οι πρωτοβουλίες των επιχειρήσεων, σύμφωνα με το δημοσίευμα, είναι απαραίτητο να συνοδεύονται και από τις συντονισμένες προσπάθειες της πολιτείας με τη δημιουργία ενός υγιούς περιβάλλοντος δραστηριοποίησης των εξαγωγικών επιχειρήσεων, την αποκατάσταση των όποιων δυσλειτουργιών, με την παράλληλη πρόσβαση σε πληροφόρηση και σε πηγές χρηματοδότησης.
Ο σύμβουλος ΟΕΥ Α’ της χώρας μας στην Κωνσταντινούπολη, Απόστολος Ντιγκμπασάνης, αναφέρθηκε στις εξαγωγικές δυνατότητες του ελληνικού ελαιολάδου γενικώς, ακόμα και σε ελαιοπαραγωγές χώρες, όπως η Τουρκία, όπου υπάρχει παντελής απουσία του επώνυμου ελληνικού ελαιολάδου (σε αντίθεση με ιταλικά, ισπανικά και τυνησιακά), παρά τις καλές προοπτικές που διαφαίνονται.
Παράλληλα, παρουσίασε μια εκτενή εικόνα της τουρκικής αγοράς (δημογραφικά στοιχεία, στοιχεία αγροτικής παραγωγής και στατιστικά για το ελαιόλαδο), επισημαίνοντας παράλληλα τη συγγένεια της γαστρονομίας των δύο χωρών.
Με την ευκαιρία του εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας Ελαιολάδου και Ελιάς στις 26/11/2022, το Γραφείο ΟΕΥ της Πρεσβείας μας σχεδιάζει μια προωθητική δράση του ελληνικού ελαιολάδου, της επιτραπέζιας ελιάς και της ελληνικής γαστρονομικής παράδοσης, στην Κωνσταντινούπολη (στους χώρους του Σισμανόγλειου Μεγάρου) με Β2Β συναντήσεις Ελλήνων εξαγωγέων και τούρκων εισαγωγέων, διανομέων και επιχειρηματιών της μαζικής εστίασης, ευελπιστώντας στη θετική ανταπόκριση της προσπάθειας από τους εξαγωγείς μας και τους κλαδικούς τους φορείς.
Ο κ. Κωνσταντίνος Κατσιγιάννης, πρόεδρος του Ελληνο-Καναδικού Επιμελητηρίου, σκιαγράφησε την κατάσταση της καναδικής αγοράς τροφίμων και ελαιολάδου και την επιρροή της μεσογειακής διατροφής και της ελληνικής κουζίνας στους κατοίκους των μεγάλων πόλεων της χώρας αυτής. Ωστόσο, σχολίασε με σκεπτικισμό τη μείωση του μεριδίου του ελληνικού ελαιολάδου το οποίο έχασε τη 2η θέση που επί χρόνια κατείχε, από την Τυνησία, παρά το μεγάλο ρεύμα των Καναδών τουριστών προς την χώρα μας.
Ο γενικός γραμματέας του Ελληνο-Ρουμανικού Επιμελητηρίου, Γιάννης Αλφιέρης, αναφέρθηκε στη γνωριμία των Ρουμάνων με το ελληνικό ελαιόλαδο και γενικότερα με την ελληνική γαστρονομία λόγω των επισκεπτών – τουριστών κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα.
Σημείωσε την ανάγκη ενημέρωσης ειδικότερα των αγοραστών των αλυσίδων σούπερ μάρκετ, καθώς και της τοπικής φαρμακευτικής βιομηχανίας, η οποία χρησιμοποιεί ποσότητες ελαιολάδου. Παράλληλα, αναφέρθηκε σε περιπτώσεις διακίνησης ανώνυμου ελαιολάδου σε λαϊκές αγορές και σε μεγάλους περιέκτες, ενώ ενημέρωσε και για την προγραμματισμένη για το Μάιο εκδήλωση στο Βουκουρέστι, για την προβολή και προώθηση του ελληνικού ελαιολάδου και της επιτραπέζιας ελιάς.
Στην ανάγκη συλλογικών δράσεων, αλλά και τη σημασία μιας καλά οργανωμένης διαδικασίας εξαγωγών, αναφέρθηκε η σύμβουλος εξαγωγών της Εταιρείας SIMPLY EXPORTS, Τζένη Σκοτίδη. Ένα καλά οργανωμένο τμήμα εξαγωγών απαιτεί επαγγελματική προσέγγιση και προσεκτικές διαδικασίες προστασίας από απρόβλεπτους κινδύνους, διαρκείς ελέγχους ποιότητας, ελέγχους φυσικοχημικών και οργανοληπτικών χαρακτηριστικών και παρακολούθηση άλλων κρίσιμων παραγόντων. Η εξωστρέφεια είναι επιδίωξη και όραμα πολλών επιχειρήσεων, αλλά προϋποθέτει δέσμευση της εταιρείας, υπομονή, συνέπεια και συνέχεια δράσεων, τόνισε η κα Σκοτίδη.
Οι ενδιαφέρουσες εισηγήσεις του webcast του ΣΕΒΙΤΕΛ ολοκληρώθηκαν με την παρέμβαση του Δημοσθένη Μπρούσαλη, της εταιρείας DASK Branding, ο οποίος τόνισε με πρακτικά παραδείγματα ότι η Ελλάδα διαθέτει ισχυρό brand name, αλλά δεν έχει εθνικό brand. Η αξιοποίηση του τουρισμού και της γαστρονομίας είναι σημαντικά στοιχεία που θα προσδώσουν υπεραξία σε όλα τα ελληνικά τρόφιμα και φυσικά στα εθνικά μας προϊόντα, το ελαιόλαδο και την επιτραπέζια ελιά.