«Μένω άφωνη από αυτή την υπόθεση. Με έχει συγκλονίσει. Ένα γιατί μένει στο μυαλό μου που δεν έχει βρει απάντηση και κανείς δεν μπορεί να βρει. Είμαι σίγουρη ότι και ο κατηγορούμενος έχει αυτό το γιατί προκάλεσε τόσο κακό για απολύτως κανέναν λόγο. Σας ζητώ να αποδώσετε Δικαιοσύνη. Και ο κατηγορούμενος σε αυτό ελπίζει. Γνωρίζει τι έκανε και περιμένει από εμάς να αποδώσουμε Δικαιοσύνη, γιατί μέσα από αυτή θα ηρεμήσει και η δική του η ψυχή».
Με τα λόγια αυτά χθες νωρίς το απόγευμα η εισαγγελέας του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Καλαμάτας ολοκλήρωσε την αγόρευσή της ζητώντας την ενοχή για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση με ενδεχόμενο δόλο, παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία του 73χρονου που πέρυσι στις 7 Απριλίου για ένα λογαριασμό σταθερού τηλεφώνου που δεν πήρε σε έντυπη μορφή σκότωσε με μια σφαίρα τον 39χρονο ιδιοκτήτη του καταστήματος «Γερμανός» στην Κυπαρισσία.
Λίγες ώρες αργότερα τακτικοί δικαστές και ένορκοι ομόφωνα αποφάσισαν την ενοχή και κατά πλειοψηφία (μειοψήφησε μία τακτική δικαστής) την καταδίκη του σε ισόβια κάθειρξη για τη δολοφονία του 39χρονου Κώστα. Επίσης, του επιβλήθηκε ομόφωνα συνολική ποινή φυλάκισης 3 ετών και 6 μηνών και χρηματικό πρόστιμο 1.300 ευρώ για τις κατηγορίες της οπλοφορίας, της οπλοχρησίας και της οπλοκατοχής.
Τέλος, το δικαστήριο απέρριψε όλα τα αιτήματα για αναγνώριση ελαφρυντικών.
Συγκλονιστικές περιγραφές
Η συνεδρίαση χθες το πρωί ξεκίνησε με την κατάθεση μάρτυρα που βρισκόταν τη στιγμή της δολοφονίας στο κατάστημα ως πελάτης. Όπως περιέγραψε, ο κατηγορούμενος τον προσπέρασε με ταχύ βήμα και πήγε στο ταμείο όπου βρισκόταν ο 39χρονος. Τον άκουσε να λέει «κατέβασε τα παντελόνια σου» και πυροβόλησε, ενώ ο άτυχος Κώστας δεν πρόλαβε να πει τίποτα. Μετά, σημείωσε, ο δράστης βγήκε από το κατάστημα και φώναξε «πάρτε την Αστυνομία που θα μου πεις εμένα ότι με γράφεις», ενώ για κάποια ώρα πηγαινοερχόταν κρατώντας το όπλο στο χέρι.
Όπως ανέφερε, ο κατηγορούμενος κατά την άποψή του ήταν ήρεμος και πιστεύει ότι «πήγε για να τον σκοτώσει» .
Ακολούθως κατέθεσε εργαζόμενη στο Νοσοκομείο Κυπαρισσίας που εκείνη τη στιγμή πάρκαρε με την αδελφή της έξω από το κατάστημα «Γερμανός». Άκουσαν, όπως είπε, τον κρότο και αρχικά νόμισε ότι ήταν από αεροβόλο. Μετά είδε τον κατηγορούμενο να βγαίνει από το κατάστημα με το όπλο στο χέρι και όπως κατέθεσε, τον άκουσε να λέει: «Τώρα που σε σκότωσα, πάρε τηλέφωνο την Αστυνομία, που θα μου πεις εμένα ότι με γράφεις στα α…».
Περιέγραψε ότι τον έβλεπαν να πηγαινοέρχεται έξω από το κατάστημα με το όπλο στο χέρι και όταν απομακρύνθηκε, η ίδια μπήκε στο κατάστημα και ρώτησε αν έχει χτυπήσει κάποιος. Της έδειξαν τον Κώστα πίσω από το ταμείο στο έδαφος και προσπαθούσε μιλώντας του να τον καθησυχάσει μέχρι να φτάσει το ασθενοφόρο. Σε μια συγκλονιστική μαρτυρία περιέγραψε τις τελευταίες στιγμές του 39χρονου, ενώ είπε ότι διαπίστωσε να έχει πολύ ασθενή σφυγμό. Το ασθενοφόρο έφτασε πολύ γρήγορα, αλλά όταν τον έβαλαν, δεν είχε ούτε ασθενή σφυγμό και ξεκίνησε ΚΑΡΠΑ μέχρι το νοσοκομείο που έφτασαν, όπου και έπειτα από λίγο ο 39χρονος κατέληξε.
Η γυναίκα είπε ότι όλα αυτά που έζησε τα βλέπει ακόμα στον ύπνο της, ενώ περιέγραψε το δράστη ως ήρεμο και με μια δόση υπεροψίας.
Ακολούθως στο δικαστήριο προβλήθηκαν τα βίντεο από τη δολοφονία που είχαν καταγράψει οι κάμερες του καταστήματος, ενώ κατέθεσαν και δύο μάρτυρες υπεράσπισης, ένα ανιψιός κι ένας συγχωριανός του κατηγορουμένου.
«Έχω καταδικάσει πρώτος τον εαυτό μου»
Ξεκινώντας την απολογία του ο κατηγορούμενος, για πρώτη φορά δήλωσε μετανιωμένος, λέγοντας πως όσες συγγνώμες και να ζητήσει, δε φτάνουν και πως πρώτος έχει καταδικάσει τον εαυτό του. Είπε ότι δεν έπρεπε να ενεργήσει με αυτό τον τρόπο, αλλά ένιωσε προσβολή από τα λόγια του θύματος. Μάλιστα, ανέφερε ότι αν πήγαινε με τα πόδια στο σπίτι και γυρνούσε στο κατάστημα, χωρίς να πάρει ταξί, θα του είχε περάσει ο θυμός και δε θα γινόταν τέτοιο κακό.
Όπως κατέθεσε, η διαφωνία ήταν γιατί δε λάμβανε σε έντυπο το λογαριασμό του τηλεφώνου. Το θύμα τού είπε ότι ήταν από την εταιρεία και τότε του ζήτησε να γίνει διακοπή του συμβολαίου. Ο 39χρονος του απάντησε ότι δεν μπορεί να το ακυρώσει, ενώ ο δράστης υποστήριξε ότι του είπε τότε «και τι θα γίνει τώρα» και το θύμα του απάντησε: «στα α…». Αυτό, όπως ισχυρίσθηκε, τον προσέβαλε, πήγε στο σπίτι και χωρίς να τον δει η γυναίκα του πήρε το όπλο και τις σφαίρες και επέστρεψε με το ταξί στο κατάστημα.
«Πριν μπω είχα βγάλει το περίστροφο για να το δει και να μου ζητήσει συγγνώμη. Στα πόδια ήθελα να τον πυροβολήσω. Δεν ήθελα να τον σκοτώσω. Έριξα μια σφαίρα. Πήρα ταξί και πήγα στην Αστυνομία και παραδόθηκα. Όταν με έφεραν στην Καλαμάτα και τελείωνε η ανάκριση, με ρώτησε ο αξιωματικός “θα το ξανάκανες” και είπα ναι. Δεν ήξερα ότι είχε πεθάνει. Νόμιζα ότι τον είχα τραυματίσει. Όταν μου είπε ότι πέθανε, σηκώθηκα όρθιος και είπα “δε θέλω πια να ζω”. Τι να την κάνω τη ζωή μου πια. Η οικογένειά μου με έχει απομονώσει και με το δίκιο τους. Κουράστηκα στη ζωή μου και δεν πίστευα ότι η ζωή μου θα κλείσει έτσι. Ό,τι περιουσία έχω την παραχωρώ στο ανήλικο παιδί του Κώστα. Μακάρι να μπορούσα να φέρω το χρόνο πίσω. Ζητάω και πάλι συγγνώμη, τι να πω, σκότωσα άνθρωπο… Περνάω δύο φυλακές. Μία από την οικογένειά μου και μια αυτή», κατέληξε στην απολογία του ο 73χρονος.
Καταπέλτης η εισαγγελέας
Η εισαγγελέας στην αγόρευσή της μίλησε για μια τραγωδία, για ένα έγκλημα που κατέστρεψε, όχι μια οικογένεια, αλλά περισσότερες από τρεις, ίσως και τη μελλοντική ζωή του ορφανού πλέον παιδιού του 39χρονου.
Μίλησε για έγκλημα χωρίς αιτία, που ζητά δικαίωση. Ωστόσο, ό,τι κι αν πει η Εισαγγελική Αρχή, δεν μπορεί να υποκαταστήσει αυτή την αδικαιολόγητη πράξη.
Αναφέρθηκε στα περιστατικά, χαρακτηρίζοντας τον κατηγορούμενο βιοπαλαιστή και άνθρωπο της διπλανής πόρτας. Σημείωσε ότι από την πρώτη του επίσκεψη στο κατάστημα ο 73χρονος φαίνεται και στο βίντεο ότι είχε μια ένταση.
Αισθάνθηκε προσβεβλημένος, όπως συνέχισε η εισαγγελέας, και ένιωσε ότι θίχτηκε η αξιοπρέπειά του από τον τρόπο της συζήτησης που είχε με το θύμα, ενώ ο χαρακτήρας του, μαζί με την ευθιξία του και την ηλικία του τον οδήγησαν στην πράξη του.
«Ήθελε να εκδικηθεί γι’ αυτή την προσβολή που αισθάνθηκε», είπε η εισαγγελέας και περιέγραψε τις κινήσεις του μέχρι τη δολοφονία.
«Όλα αυτά έγιναν σε μια κατάσταση ναι μεν θυμωμένη, αλλά πλήρως συντονισμένη και σε ήρεμη κατάσταση», πρόσθεσε, ενώ είπε ότι πυροβόλησε με σταθερό χέρι και σχεδόν σε ευθεία. Απέρριψε δε τον ισχυρισμό του κατηγορούμενου ότι ήθελε να πυροβολήσει το θύμα στα πόδια.
Δήλωσε με βεβαιότητα ότι σκοπός του ήταν να σκοτώσει και πως είχε σχεδιάσει τι θα κάνει «και να αποδώσει το δίκαιο, όπως αυτός θεωρούσε».
«Σήμερα που πέρασε ένας χρόνος και λέει δεν ήθελα να τον σκοτώσω, λέει αλήθεια. Τώρα που πέρασε η υπερένταση και ο θυμός κατάλαβε ότι κατέστρεψε πολλές ζωές. Αυτό, όμως, δεν το δεχόμαστε. Λέει ότι έχει μετανιώσει γιατί κατάλαβε τι κακό προκάλεσε. Αλλά δεν έχει μετανιώσει πραγματικά», τόνισε η εισαγγελέας, ζητώντας την ενοχή του όπως κατηγορείται.
Της Βίκυς Βετουλάκη