Σε χαμηλές ταχύτητες θα κινείται πλέον το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Χιονοστιβάδα εμποδίων και ανατροπών θα αντιμετωπίσουν οι φετινοί υποψήφιοι των πανελλαδικών εξετάσεων. Εκτός από την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής που πέρυσι δημιούργησε εκατόμβες εξοστρακισμένων υποψηφίων, την αυξημένη εξεταστέα ύλη σε σχέση με το 2021, τον κυκεώνα των νέων συντελεστών βαρύτητας στα εξεταζόμενα μαθήματα, που έφτασαν συνολικά τους 5.611 για 461 τμήματα, στον εξεταστικό Γολγοθά, ήρθε να προστεθεί η περικοπή 9.021 θέσεων εισακτέων στα ΑΕΙ της χώρας. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη ονομαστική μείωση εισακτέων τα τελευταία 20 χρόνια, η οποία ανακοινώθηκε μια ανάσα πριν από τις Πανελλαδικές, κόβοντας τα πόδια των υποψηφίων.
Το υπουργείο Παιδείας, λοιπόν, ανακοίνωσε πρόσφατα τον αριθμό των εισακτέων ανά Πανεπιστημιακή Σχολή/Τμήμα για το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023 (συνολικά 68.394 φέτος από 77.415 πέρυσι, δηλαδή 9.021 θέσεις λιγότερες), ενώ ήδη είναι γνωστοί και οι συντελεστές βάσει των οποίων καθορίζεται η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής ανά Σχολή/Τμήμα και οι συντελεστές βαρύτητας των πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων ανά τμήμα.
Από την παραπάνω κατάσταση πλήττονται καίρια τμήματα του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου που λειτουργούν στην Καλαμάτα. Ενδεικτικά, το Τμήμα Γεωπονίας θα έχει μείον 100 θέσεις, το Τμήμα Ιστορίας Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών μείον 49 θέσεις και το Τμήμα Φιλολογίας μείον 51 θέσεις.
Ανάλογες περικοπές γίνονται και σε τμήματα που λειτουργούν σε άλλες πόλεις της Περιφέρειας.
Παράλληλα, σε χαμηλές ταχύτητες «αναγκάζει» επί της ουσίας το υπουργείο Παιδείας να κινούνται τα τμήματα των περιφερειακών ΑΕΙ, τη στιγμή που τα συγγενικά τους κεντρικά μπορούν να παράγουν το ακαδημαϊκό τους έργο –διδακτικό και ερευνητικό– υπό καλύτερους όρους.
Με βάση την απόφαση του υπουργείου, τμήματα με ακριβώς το ίδιο αντικείμενο παίρνουν για το επόμενο ακαδημαϊκό έτος 2022-2023 τον ίδιο αριθμό εισακτέων, ωστόσο έχουν μεταξύ τους σημαντικές αποκλίσεις και ως προς τον αριθμό των διδασκόντων.
Η εικόνα στα πλέον εμβληματικά τμήματα του πεδίου των ανθρωπιστικών σπουδών είναι ενδεικτική. Οι 51 καθηγητές στη Φιλολογία Αθήνας θα υποδεχθούν τον προσεχή Οκτώβριο 310 πρωτοετείς φοιτητές. Σχετικά λιγότερους, συγκεκριμένα 244, θα υποδεχθούν στα Γιάννενα οι –σαφώς λιγότεροι των 51– 18 καθηγητές του αντίστοιχου τμήματος του ΑΕΙ της Ηπείρου. Στο Ρέθυμνο η Φιλολογία έχει 24 διδάσκοντες και θα δεχθεί 200 πρωτοετείς, και στην Καλαμάτα 14 διδάσκοντες και θα πάρει 150 πρωτοετείς.
Οι αυξομειώσεις αυτές επηρεάζουν το διδακτικό και ερευνητικό έργο των τμημάτων και έχουν σαφή επίδραση (τόσο στους ποσοτικούς όσο και στους ποιοτικούς δείκτες) στις κατατάξεις των οίκων αξιολόγησης των ΑΕΙ διεθνώς.
Βέβαια, υπάρχει το αντεπιχείρημα πως κάθε χρόνο ο αριθμός των εισακτέων των κεντρικών ΑΕΙ αυξάνεται κατά περίπου 15% λόγω των μετεγγραφών, ωστόσο αυτό δε μεταβάλλει την αναλογία των θέσεων πρωτοετών/θέσεων διδασκόντων, η οποία δεν ευνοεί τα περιφερειακά ιδρύματα.
Α.Π.