Αριστεροί σχηματισμοί και ρεύματα που μαζικοποιήθηκαν ως διέξοδος απέναντι στο «αδιέξοδο» του νεοφιλευθερισμού, από τη στιγμή που αποκτούν επίσημη πολιτική έκφραση, μεταλλάσσονται και λειτουργούν ως κρατικοποιημένοι πολιτικοί μηχανισμοί, με αποτέλεσμα να απεμπολούν την κινηματική αγωνιστική λογική τους και να γίνονται ευάλωτοι.
Αυτή η μετάλλαξη του συλλογικού πολιτικού βιώματος της αγωνιστικότητας και αλληλεγγύης την βιώνουν ως αιτία προσωπικών συγκρούσεων.
Όταν οι συγκρούσεις προσωποποιούνται στην Αριστερά, η ρήξη είναι κοντά, ιδίως εάν έχουν την «ατυχία» να γευτούν τα «μήλα» της εξουσίας.
Βλέπετε, υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ θεωρίας και πράξης.
Αφήνοντας το θεωρητικό μέρος και πιάνοντας τα της ημετέρας Αριστεράς, η σύγκρουση έχει ήδη προσωποποιηθεί μετά το 3ο συνέδριο.
Η ρωγμή ανάμεσα στους προεδρικούς (αναθεωρητές) και στους επαναστάτες (ορθόδοξοι ή όπως θα ήθελαν «συνεπείς») βαθαίνει.
Τα ιστορικά στελέχη της Αριστεράς, οι ορθόδοξοι, υφίστανται τις συνέπειες των αποφάσεών τους.
Είχαν συμβιβαστεί με την πασοκοποίηση ήδη από το 2012. Είχαν συμβιβαστεί ακόμη με τον Καμμένο, δικαιολογώντας το συμβιβασμό τους ως ιστορική ανάγκη στο μακρύ δρόμο για το Σοσιαλισμό.
Τώρα που η μετάλλαξη παίρνει την οργανωτική της ολοκλήρωση, η κομματική ορθοδοξία, οι φορείς των λαβάρων μιας ανεύρετης επανάστασης, ο τελευταίος κρίκος μιάς ιστορικής παρακαταθήκης που αργά ή γρήγορα θα χαθεί στη λήθη, αντιδρά εκ των υστέρων σαν να ήταν παρθένες.
Πάντως, μία είναι η αλήθεια. Χωρίς τη δημαγωγική τεχνολογία Τσίπρα, δε θα ήσαν ποτέ σε θέση να εγείρουν πλειοψηφικές αξιώσεις. Μαζί δεν κάνουν. Χώρια δεν υπάρχουν.
Οι «χαμένοι» του συνεδρίου, οι ορθόδοξοι που πορεύτηκαν για καιρό μαζί με τον Τσίπρα, ξέρουν πρόσωπα και καταστάσεις. Αυτή η κοινή πορεία είναι το όπλο των «χαμένων».
Του Μιχάλη Βασ. Σούμπλη