Μετά τις αλλαγές στον κλάδο της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας και την είσοδο νέων προμηθευτών στον τομέα αυτό, έχει γεννηθεί ένα μεγάλο ερώτημα το οποίο απασχολεί έντονα πολλούς καταναλωτές, και αυτό δεν είναι άλλο, από το ποιος έχει τελικά το φθηνότερο ρεύμα.
Η ΔΕΗ μέχρι το 2016 κατείχε σχεδόν το 95% του μεριδίου αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Με διάφορες πολιτικές αποφάσεις εν μέσω μνημονίων, η γκάμα του ανταγωνισμού ανοίγει και έτσι η ΔΕΗ μειώνει το μερίδιο της σε αυτήν. Σε αυτό συνέβαλλε σημαντικά και η ραγδαία αύξηση στους λογαριασμούς της η οποία αποδιδόταν στα πλαίσια του σχεδίου οικονομικής διάσωσης του οργανισμού. Ταυτόχρονα, μεγάλο δέλεαρ για τους καταναλωτές ήταν τιμολόγια με μεγάλες εκπτώσεις που προσέφεραν ανταγωνιστικές εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας μέσω της ρήτρας αναπροσαρμογής που εφάρμοσαν τότε, καθώς τα δεδομένα το επέτρεπαν.
Ένα σημείο που επηρέασε σημαντικά τις εξελίξεις στην ενέργεια, είναι επίσης οι αποφάσεις για πώληση λιγνιτικής παραγωγής από την ΔΕΗ σε άλλους προμηθευτές ενέργειας και ανταγωνιστές της, ως μεταρρυθμιστικό μέτρο για το κλείσιμο της καταδικαστικής υπόθεσης της χώρας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, για το μονοπώλιο που είχε μέχρι τότε στον λιγνίτη ο οργανισμός της ΔΕΗ. Αυτό ήταν κάτι που έδωσε την ευκαιρία σε άλλες εταιρείες ενέργειας να αποκτήσουν ποσότητες σε μια κλίμακα σταθερότητας και μακροχρόνιας προοπτικής, μειώνοντας έτσι σημαντικά το ρίσκο από την είσοδο τους στην αγορά και επιτρέποντας τους να αναπτύξουν στρατηγικές που θα προσέλκυαν πιο εύκολα καταναλωτές. Όλα αυτά τα γεγονότα καθόρισαν τον τρόπο διαμόρφωσης του χάρτη του ανταγωνισμού στο πεδίο της ενέργειας, στο οποίο η ΔΕΗ θα μπορούσε να πει κανείς συνεχίζει να παίζει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο.
Το μεγάλο δίλλημα αλλαγής τιμολογίου ΔΕΗ σε κάποια άλλη εταιρεία ηλεκτρικής ενέργειας
Τα δεδομένα αυτά σηματοδότησαν μια εποχή που ευνοεί την
εναλλαγή στους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας και το δίλλημα να κάνουμε την αλλαγή ΔΕΗ σε κάποιον άλλο πάροχο τώρα ή καλύτερα όχι, να
εμφανίζεται όλο και πιο συχνά σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Η τάση του
ανταγωνισμού θα μπορούσε να πει κανείς είναι να προσφέρει ποικιλία
προγραμμάτων, εκπτώσεις και μεγάλες προσφορές στα τιμολόγια και ευνοϊκούς όρους
με σκοπό να κερδίσει κομμάτι από την πίτα και να υπερκεράσει την δυσκολία του καταναλωτή
σε μια πρώτη αλλαγή και του ρίσκου που θα μπορούσε αυτή να συνεπάγεται. Η πρώτη
αλλαγή στην καταναλωτική συμπεριφορά, απαιτεί κάποιες φορές περισσότερη σκέψη
και αρκετά κίνητρα για να συμβεί γιατί είναι πιο δύσκολο να εμπιστευτεί κανείς κάτι που δεν το ξέρει και
κατά συνέπεια δεν το εμπιστεύεται, ακόμα και αν αυτό που έχει χρόνια πλέον δεν
τον ευχαριστεί ή αντιμετωπίζει προβλήματα με αυτό.
Λογική συνέπεια της κατάστασης αυτής είναι ο οργανισμός της ΔΕΗ να μην μείνει
απαθής στον ανταγωνισμό και να προσπαθήσει να κρατήσει την «μερίδα του λέοντος»
στην ενέργεια στην χώρα μας. Για τους καταναλωτές που επιθυμούν να μείνουν
πιστοί στην προμήθεια του ρεύματός τους από την ΔΕΗ, ο οργανισμός προσφέρει
κάποιες ευκαιρίες εξοικονόμησης χρημάτων.
Μία ευκαιρία εξοικονόμησης χρημάτων με φθηνότερο τιμολόγιο είναι η παροχή
νυχτερινού ρεύματος. Το νυχτερινό ρεύμα σε ένα τιμολόγιο έχει χαμηλότερη χρέωση
της προμήθειας κιλοβατώρας ενώ ταυτόχρονα δεν περιλαμβάνει και κάποιες άλλες
χρεώσεις διανομής και μεταφοράς. Πρακτικά μπορεί να είναι ωφέλιμο για την χρήση
ηλεκτρικών συσκευών που καταναλώνουν πολύ ρεύμα στις ώρες που ορίζεται το
νυχτερινό ρεύμα και μεταβάλλεται ανάλογα με την περίοδο του έτους. Σημαντική
προϋπόθεση είναι να ελέγξει ο κάθε καταναλωτής, εάν υπάρχουν οι προϋποθέσεις
για την παροχή του νυχτερινού τιμολογίου.
Μία άλλη σημαντική περίπτωση για μείωση του κόστους στους λογαριασμούς ρεύματος
που αφορά τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού είναι το κοινωνικό οικιακό
τιμολόγιο. Οι δικαιούχοι του οικιακού κοινωνικού τιμολογίου χωρίζονται σε δύο
κατηγορίες, κατηγορία Α΄ και κατηγορία Β΄, και ανάλογα με αυτόν τον διαχωρισμό,
παρέχεται μια σημαντική έκπτωση. Κάτι που πολύς κόσμος δεν γνωρίζει, είναι πως
οι παραπάνω δύο περιπτώσεις τιμολογίων ρεύματος, δεν προσφέρονται μόνο από την
ΔΕΗ, αλλά είναι παροχές που μπορούν να προσφερθούν και από άλλους προμηθευτές
ηλεκτρικής ενέργειας. Έτσι λοιπόν, μία ακόμα περίπτωση παροχής έκπτωσης στο
τιμολόγιο μας που έχει συνυφαστεί με τις πολιτικές πληρωμής της ΔΕΗ, αλλά δεν
αποτελεί αποκλειστική παροχή από αυτήν στους καταναλωτές, είναι η έκπτωση συνέπειας. Η ΔΕΗ
εφάρμοσε αυτήν την πολιτική έκπτωσης συνέπειας τον Σεπτέμβριο του 2019
προσφέροντας 5% έκπτωση στους συνεπείς πελάτες της. Αυτό το μέτρο ωστόσο έχουν
εφαρμόσει κι άλλες εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας, στις οποίες όμως διαφέρουν
τα ποσοστά έκπτωσης.
Όλα αυτά βέβαια δεν μπορούν να απαντήσουν ξεκάθαρα στο δίλλημα της αλλαγής του
παρόχου ενέργειας από την εταιρεία της ΔΕΗ σε μια άλλη εταιρεία. Αυτό όπως
φαίνεται, είναι κάτι που μπορεί να απαντηθεί μόνο από τον κάθε καταναλωτή
προσωπικά, ανάλογα πάντα με τις ανάγκες του.