Από το 2018 είχε ξεκινήσει η διαβούλευση και χρειάσθηκε να περάσουν τέσσερα χρόνια για να κατατεθεί στη Βουλή το σχέδιο νόμου που προβλέπει τη σύσταση Δικαστικής Αστυνομίας, η οποία θα γίνει από τα πιο σημαντικά εργαλεία στο χώρο των δικαστηρίων.
Η φύλαξη των χώρων αυτών, η εκτέλεση ποινικών αποφάσεων και επιδόσεων δικογράφων είναι «βραχνάς» για την Ελληνική Αστυνομία, καθώς σημαντικό μέρος του προσωπικού της πρέπει να απασχολείται στα δικαστήρια.
Ο σχεδιασμός προβλέπει την ίδρυση κεντρικής υπηρεσίας Δικαστικής Αστυνομίας στο υπουργείο και ταυτόχρονα περιφερειακά τμήματα στις Εισαγγελίες Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης και στις έδρες των Εφετείων, όπως στην Καλαμάτα. Αυτό θα αποσυμφορήσει σημαντικά τις τοπικές αστυνομικές υπηρεσίες, αρκεί να μη γίνει απόσπαση δικού της προσωπικού για τη λειτουργία της Δικαστικής Αστυνομίας.
Ένστολο και ένοπλο
Ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Καλαμάτας, Κώστας Μαργέλης, χαρακτήρισε πολύ θετικό το όλο εγχείρημα και προς τη σωστή κατεύθυνση, για να απεμπλακούν αστυνομικές δυνάμεις από έργα, όπως οι επιδόσεις δικαστικών εγγράφων.
Με τις διατάξεις του νομοσχεδίου για τη δικαστική αστυνομία ικανοποιείται ένα πάγιο αίτημα των δικαστικών λειτουργών, των δικαστικών υπαλλήλων και του νομικού κόσμου της χώρας.
Με το σχέδιο νόμου η Δικαστική Αστυνομία ιδρύεται ως αυτοτελές Σώμα που θα υπάγεται στο υπουργείο Δικαιοσύνης και θα στελεχώνεται τόσο από ένστολο όσο και από πολιτικό-επιστημονικό προσωπικό.
Το ένστολο τμήμα της Δικαστικής Αστυνομίας θα στελεχώνεται από μόνιμα τοποθετημένα στα κατά τόπους δικαστήρια ένστολα και ένοπλα στελέχη, που θα υπάγονται στις άμεσες οδηγίες των ασκούντων τη διοίκηση των δικαστηρίων, με κύρια καθήκοντα τη διατήρηση της τάξης και της ασφάλειας εντός των δικαστικών αιθουσών και τη φύλαξη των δικαστικών καταστημάτων, απελευθερώνοντας πολύτιμους ανθρώπινους πόρους για την Ελληνική Αστυνομία. Παράλληλα, στα καθήκοντα του ένστολου τμήματος της Δικαστικής Αστυνομίας περιλαμβάνεται η εκτέλεση των εκκρεμών ποινικών καταδικαστικών αποφάσεων.
Και επιστημονικό προσωπικό
Αντίστοιχα, με τη δημιουργία του πολιτικού – επιστημονικού κλάδου προβλέπεται η πρόσληψη εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού, το οποίο θα παρέχει τις εξειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις τους σε κρίσιμους τομείς και σε ζητήματα επί εκκρεμών δικών, επικουρώντας ουσιαστικά τους δικαστές και τους εισαγγελείς στο έργο τους.
Με την ίδρυση του πολιτικού κλάδου της Δικαστικής Αστυνομίας επιλύεται το πρόβλημα άντλησης εξειδικευμένων επιστημονικών γνώσεων επί ζητημάτων που αφορούν εκκρεμείς ενώπιον των δικαστηρίων υποθέσεις και συνδρομής των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών. Σύνθετα οικονομικά και τραπεζικά ζητήματα, χρηματιστηριακές συναλλαγές, ηλεκτρονικές απάτες, ιατρικά θέματα, μετάφραση και διερμηνεία στην επικοινωνία με αλλοδαπές Αρχές ή αλλοδαπούς διαδίκους, είναι μερικά από τα ζητήματα που έως τώρα έμοιαζαν αδιάβατα εμπόδια στο έργο των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, για τα οποία αναζητούνταν λύση με τη βοήθεια επιστημόνων-πραγματογνωμόνων που περιέχονταν στους σχετικούς καταλόγους.
Επιπλέον, για την υποβοήθηση του έργου των δικαστηρίων στα βασικά καθήκοντα του πολιτικού – επιστημονικού προσωπικού της Δικαστικής Αστυνομίας περιλαμβάνεται η διενέργεια προανακρίσεων και προκαταρκτικών εξετάσεων.
Της Διεύθυνσης Δικαστικής Αστυνομίας θα προΐσταται ανώτατος ή ανώτερος συνταξιούχος δικαστικός λειτουργός, ο οποίος ορίζεται ως διευθυντής της με απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης για θητεία 3 ετών, που μπορεί να ανανεωθεί για ακόμη μία φορά.
Την εποπτεία της περιφερειακής υπηρεσίας θα ασκεί ο διευθύνων την Εισαγγελία.
Της Βίκυς Βετουλάκη