Πρέπει να ελεγχθεί το Πολυλίμνιο, κι αν υπάρχουν σημεία με πρόβλημα, να αποκλειστούν
Λίγες μέρες μετά τη συμπλήρωση 36 χρόνων από τους σεισμούς της Καλαμάτας το «Θάρρος» μίλησε με τον καθηγητή Σεισμολογίας, Γεράσιμο Παπαδόπουλο, για τις αναμνήσεις του από τότε, την αντισεισμική θωράκιση της χώρας, την περίπτωση του «Πολυλιμνίου» και τι πρέπει να γίνει για να προφυλάσσονται οι επισκέπτες, τις κόντρες μεταξύ των σεισμολόγων, αλλά κυρίως για την πρόβλεψη που είχε κάνει για τους σεισμούς της μεσσηνιακής πρωτεύουσας, αλλά τον αγνόησαν.
Μάλιστα,
αφού είχε προειδοποιήσει αρκετές φορές για τον κίνδυνο που ερχόταν στην
περιοχή, αναγκάστηκε να δημοσιοποιήσει τα στοιχεία πριν γίνουν οι σεισμοί,
καθότι αυτό επέβαλε η συνείδησή του, όπως σχολιάζει.
Πέραν δε των ανακοινώσεων που είχε κάνει σε συνέδριο στη Γερμανία λίγες μέρες
πριν από τους σεισμούς της Καλαμάτας, είχε δώσει συνέντευξη στην
«Ελευθεροτυπία» στις 26 Αυγούστου 1986 και μιλούσε για αυτούς, αλλά τότε το
ζήτημα των προγνώσεων ήταν κάτι άγνωστο και λίγοι «το πίστευαν». Πλέον η
μέθοδος έχει εξελιχθεί και η Επιτροπή Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου μπορεί να
προειδοποιήσει τις τοπικές Αρχές, όπως έγινε στο σεισμό Αρκαλοχωρίου, σύμφωνα
με τον κ. Παπαδόπουλο.
-Πείτε μας τι θυμάστε από τους σεισμούς του 1986 στην Καλαμάτα…
Εκείνο που έχει πολύ μεγάλη σημασία είναι ότι ο σεισμός της Καλαμάτας είναι ένας εμβληματικός σεισμός. Όχι μόνο για τη συγκεκριμένη περιοχή η οποία επλήγη, όχι μόνο επειδή είχε αρκετά θύματα και εκτεταμένες βλάβες σε κτήρια, υποδομές και πολιτιστικούς χώρους (εκκλησίες, μνημεία κ.λπ.), αλλά και για το ότι σηματοδότησε το γεγονός πως έπρεπε να ξεκινήσει (και τότε ξεκίνησε) η δημιουργία της ΕΜΑΚ, διότι τότε συνειδητοποιήθηκε αυτή η πολύ σημαντική ανάγκη. Βεβαίως, δρομολογήθηκε και σιγά σιγά με τα χρόνια υλοποιήθηκε.
Ο ίδιος είχα επισκεφθεί την περιοχή αμέσως μετά και είχα δει ιδίοις όμμασι την έκταση της καταστροφής. Βέβαια, δε με εξέπληξε για το λόγο ότι η περιοχή έχει σημαντικό ιστορικό από ισχυρούς καταστροφικούς σεισμούς. Δηλαδή, και παλιότερα είχαν σημειωθεί τέτοιοι σεισμοί, και μέσα στον 20ό αιώνα αλλά και στο 19ο, όπως είναι γνωστό από ιστορικά στοιχεία.
Προσωπικά, έχει μια ακόμα διάσταση το θέμα: εκμεταλλευόμενος τότε, ως νεότατος σεισμολόγος, τα στοιχεία τα ιστορικά που υπήρχαν για την περιοχή, συνδυάζοντας το ιστορικό και τη στατιστική των σεισμών, η οποία απορρέει από το ιστορικό της περιοχής, πραγματοποιώντας τη σχετική έρευνα είχα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 περίπου, δηλαδή 20 χρόνια πριν, είχε ξεκινήσει μια διαδικασία επιταχυνόμενης σεισμικότητας στην ευρύτερη περιοχή.
Αναφέρομαι στους σεισμούς που γίνονταν στην περιοχή, όχι με τα μεγάλα μεγέθη, γιατί σε αυτό το διάστημα, δηλαδή μια εικοσαετία πριν από το ’86, δεν είχαμε μεγάλα μεγέθη, αλλά μετρίου και μικρού μεγέθους σεισμούς.
Αυτοί οι σεισμοί, λοιπόν, μας έδιναν όλο και πιο συχνές εμφανίσεις μέχρι να φτάσουμε στο 1986.
Εκείνη την εποχή υπήρχε ένας προβληματισμός επιστημονικός για τέτοιου είδους παρατηρήσεις. Κατέληξα, λοιπόν, ότι η επιταχυνόμενη αυτή διαδικασία, η διαδικασία της επιταχυνόμενης σεισμικότητας, βρισκόταν περίπου στο τελικό στάδιο. Έτσι διατύπωσα την άποψη ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα επέρχεται ισχυρός σεισμός στην περιοχή.
Πότε διατύπωσα αυτή την άποψη; Τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, δηλαδή δύο και ένα μήνα πριν από το σεισμό, σε δύο επιστημονικές εκθέσεις τις οποίες υπέβαλα στον Οργανισμό Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας, όπου τότε υπηρετούσα.
Επειδή, όμως, μέχρι τα τέλη Αυγούστου δεν έγινε κάποια ενέργεια που θα μπορούσε να γίνει, έτσι ώστε ενδεχομένως οι υπηρεσίες να είναι πιο προετοιμασμένες, να έχουν ληφθεί κάποια μέτρα που θα μπορούσαν ενδεχομένως να μειώσουν κάποιες επιπτώσεις ενός ισχυρού σεισμού, και επειδή θα αναχωρούσα για το Κίελο της Γερμανίας προκειμένου να κάνω και σχετική ανακοίνωση για το θέμα, στο ετήσιο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Γεωφυσικής, έδωσα και μια συνέντευξη και δημοσιοποίησα τα στοιχεία.
Αυτό επέβαλε η συνείδησή μου. Οι προγνώσεις, βεβαίως, δεν πρέπει να δημοσιοποιούνται. Όμως, από την άλλη μεριά, οι υπηρεσίες που λαμβάνουν γνώση τέτοιων πληροφοριών κάτι θα πρέπει να κάνουν. Όταν δεν κάνουν απολύτως τίποτα και ο επιστήμονας έχει εξαντλήσει τα περιθώρια που είχε να ενημερώσει χωρίς να δημοσιοποιεί, να ξαναενημερώσει χωρίς να δημοσιοποιεί, τότε έχω την άποψη ότι επαφίεται πλέον στη συνείδησή του τι πρέπει να κάνει. Έτσι δημοσιοποίησα το θέμα και λίγες μέρες μετά έκανα τη σχετική ανακοίνωση.
Δε σας κρύβω ότι αυτό έγινε δύο εβδομάδες πριν, 25 Αυγούστου έγινε η σχετική δημοσιοποίηση και τρεις μέρες μετά είχα ήδη πάει στη Γερμανία. Άρα βρισκόμαστε δύο εβδομάδες μόνο πριν από τον ισχυρό καταστροφικό σεισμό.
Έκτοτε έχουν γίνει πολλές έρευνες στον κόσμο και από ξένους και από Έλληνες, ακολουθώντας αυτό το πρότυπο της επιταχυνόμενης σεισμικότητας. Έχουν μείνει πολλές έρευνες για να δούμε αν μπορεί να χρησιμοποιηθεί με κάποιον πιο συστηματικό τρόπο ως ένα πρόδρομο φαινόμενο που μπορεί να μας βοηθήσει στην πρόγνωση των ισχυρών σεισμών. Έχουν γίνει βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, όμως, κατά τη δική μου άποψη όχι τόσο πολύ πλέον για τη μακροχρόνια επιταχυνόμενη σεισμικότητα όσο για τη βραχυχρόνια. Δηλαδή, να βλέπουμε την επιτάχυνση λίγους μήνες, λίγες εβδομάδες ή ακόμα και λίγες μέρες πριν από τον ισχυρό σεισμό, όπως ακριβώς έγινε τέτοια εποχή πέρυσι με το σεισμό που έπληξε το Αρκαλοχώρι Κρήτης με μέγεθος 6 Ρίχτερ.
Συγκεκριμένα, είχαμε διαπιστώσει από τις αρχές Ιουνίου ότι υπήρχε μια τέτοια εξελισσόμενη σεισμική δραστηριότητα στη συγκεκριμένη περιοχή. Αρχίζοντας από τον Ιούνιο μέχρι τέλη Σεπτεμβρίου που έγινε ο κύριος σεισμός είναι περίπου 4 μήνες, είναι μια βραχυχρόνια επιταχυνόμενη σεισμικότητα.
Είχαμε δει τα σημάδια και λέω είχαμε δει, γιατί ήταν συλλογική τότε ενέργεια, δηλαδή η έκτακτη σύγκληση της Επιτροπής Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου, η οποία αποφάνθηκε ότι «ακόμα και αν δεν είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι θα γίνει ένας ισχυρός σεισμός, καλό θα είναι και επιβάλλεται οι τοπικές Αρχές να λάβουν προληπτικά μέτρα».
Να σημειώσω ότι η Επιτροπή Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου δημιουργήθηκε στη χώρα για πρώτη φορά το 1992. Συνεπώς το 1986 δεν υπήρχε, κι αυτό είναι και ένας επιπλέον λόγος που βάρυνε στη συνείδησή μου να δημοσιοποιήσω τα στοιχεία, διότι δεν υπήρχε κανένας πέραν του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού, του οποίου η τότε διοίκηση δεν έπραξε κάτι. Δεν υπήρχε η Επιτροπή. Αν υπήρχε τότε, νομίζω ότι δε θα παρέλειπε καθόλου να εξετάσει το θέμα και δε θα είχαμε βεβαίως τη δημοσιοποίηση.
Το παραπάνω, λοιπόν, ήταν το ιστορικό, το οποίο αναφέρω για να δείξω τις δυνατότητες που υπάρχουν από επιστημονική άποψη για πρόγνωση των ισχυρών σεισμών, αλλά και τις επιχειρησιακές δυσκολίες που έχουμε. Πώς δηλαδή, κάποια αποτελέσματα μπορούν να μετουσιωθούν σε επιχειρησιακή πράξη.
Οι εμπειρίες, λοιπόν, είναι πολλές, εμπλουτίζονται και σιγά σιγά βελτιωνόμαστε και σε αυτόν τον τομέα.
-Αναφέρετε την περίπτωση του Αρκαλοχωρίου. Υπήρξε ενημέρωση δηλαδή πριν;
Βεβαίως και υπήρξε προειδοποίηση, αμέσως μετά την έκτακτη συνεδρίαση της Επιτροπής στις 21 Ιουλίου, δηλαδή δύο μήνες πριν από τον ισχυρό σεισμό. Το πόρισμα πήγε αμέσως στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, που κι αυτή αμέσως το έστειλε στις τοπικές Αρχές. Έτσι γίνεται. Αυτό λένε τα Πρωτόκολλα.
Ο Δήμος και η Περιφέρεια και κυρίως ο Δήμος που απειλείται, θα πρέπει να λάβει τα μέτρα και, βεβαίως, υπό την καθοδήγηση των κεντρικών φορέων.
-Το συγκεκριμένο πόρισμα και την πρόγνωση για έναν επερχόμενο σεισμό είναι κάτι που οι κάτοικοι πρέπει να μαθαίνουν;
Τα πράγματα έχουν προοδεύσει, κι επειδή η λήψη προληπτικών μέτρων σε μια περιοχή δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη συμμετοχή του πληθυσμού, τώρα πια, αυτό που ονομάζουμε «προληπτικά μέτρα» περιλαμβάνει και την ανοιχτή ενημέρωση των κατοίκων. Αφού κι αυτοί καλούνται από τη μεριά τους κάτι να κάνουν, όχι μόνο οι Αρχές, κάτι πρέπει να κάνουν υπό την καθοδήγηση των Αρχών. Ποιοι είναι οι ορθοί τρόποι αντισεισμικής συμπεριφοράς; Στην κατοικία, στην επιχείρηση, στο κατάστημα, στο σχολείο, οπουδήποτε αλλού, υπάρχουν πολλά θέματα οδηγιών, που δεν μπορεί να γίνουν ερήμην των κατοίκων.
Είχε υπάρξει μια ενημέρωση τότε εκεί στην Κρήτη για το θέμα αυτό, ανοιχτά, χωρίς να προκληθεί, αν θέλετε, πανικός, χωρίς να προκληθεί αναστάτωση, διότι όταν προέρχεται από τις Αρχές η πληροφορία, τα πράγματα είναι αρκετά πιο ελεγχόμενα.
Τονίζω, όμως, ότι ναι σήμερα η κοινωνία στην Ελλάδα, όπως και αλλού, είναι πολύ πιο ώριμη να δέχεται τέτοιες πληροφορίες και να δει πώς μπορεί να αντιμετωπίσει ή, έστω, να μειώσει ενδεχόμενες επιπτώσεις ισχυρών σεισμών.
-Σε επίπεδο αντισεισμικής θωράκισης πού βρίσκεται η χώρα;
Ένα βασικό όπλο που έχουμε στην αντισεισμική πολιτική, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες που έχουν σεισμούς, είναι ο Αντισεισμικός Κανονισμός. Στην Ελλάδα είναι πολύ καλός. Βασίζεται, δηλαδή, στα πραγματικά δεδομένα που έχουμε για τους σεισμούς και τις επιπτώσεις τους στη χώρα μας, ενώ από την άλλη ακολουθεί διεθνείς προδιαγραφές.
Το μεγαλύτερο μέρος των οικοδομών, λοιπόν, στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες γίνεται με Αντισεισμικούς Κανονισμούς.
Να πω ότι ο Αντισεισμικός Κανονισμός για πρώτη φορά επιβλήθηκε στη χώρα μας το 1959. Έκτοτε έχει επικαιροποιηθεί για να φτάσουμε στο σύμφωνο, το λεγόμενο νέο Ελληνικό Αντισεισμικό Κανονισμό.
Εκείνο, βέβαια, που πρέπει να τονίσουμε είναι μερικές περιπτώσεις όπου υπάρχει πολύ μεγάλη κοινωνική πίεση για κατοικία, κυρίως παραθεριστική, κυρίως τουριστική. Παρατηρείται, λοιπόν, το φαινόμενο των αυθαιρέτων, κάτι άλλωστε γνωστό, και σε αρκετές περιπτώσεις αυτά τα αυθαίρετα δεν ακολουθούν τον Αντισεισμικό Κανονισμό.
Από την άλλη μεριά οι παλιές κατασκευές, πριν από το 1959, που έχουν κατασκευαστεί χωρίς Αντισεισμικό Κανονισμό, είναι αρκετές. Νομίζω, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Τεχνικού Επιμελητηρίου, το 40% των κατοικιών.
Κατά συνέπεια, είναι πιο ευάλωτες σε σχέση με εκείνες που χτίστηκαν με Αντισεισμικό Κανονισμό.
Θέλω να καταλήξω στο εξής: υπάρχουν τα τεχνολογικά και επιστημονικά όπλα, υπάρχουν όμως και προβλήματα, δεν είναι όλα θετικά και ρόδινα. Υπάρχουν, λοιπόν, τα προβλήματα, κυρίως των παλαιών κατοικιών, των παλιών κτισμάτων, όπως είδαμε και πάλι με το πρόσφατο παράδειγμα του Αρκαλοχωρίου. Εκεί επλήγησαν κατά κανόνα πολλά παλιά.
Επίσης, υπάρχει το Επιχειρησιακό Σχέδιο «Εγκέλαδος», που προβλέπει τόσο τη λήψη προληπτικών μέτρων όσο και τη λήψη μέτρων ανακούφισης της περιοχής έπειτα από ισχυρό σεισμό.
Δε σας κρύβω ότι, σύμφωνα με το προληπτικό σκέλος του Επιχειρησιακού Σχεδίου «Εγκέλαδος», οι τοπικές Αρχές σε όλη τη χώρα θα πρέπει να λαμβάνουν μέτρα αντισεισμικής προστασίας, ανεξαρτήτως του αν υπάρχει συγκεκριμένη πληροφορία ότι σε μερικούς μήνες ενδέχεται (αφού δεν είναι ποτέ βέβαιο) να γίνει κάποιος ισχυρός σεισμός. Αυτό σε πάρα πολλές περιπτώσεις δε γίνεται, δε λαμβάνονται δηλαδή εκείνα τα μέτρα που προβλέπει το προληπτικό σχέδιο του Επιχειρησιακού Σχεδίου «Εγκέλαδος». Γι’ αυτό και πέρυσι η Επιτροπή Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου υπενθύμισε με έμφαση την αναγκαιότητα να λαμβάνονται προληπτικά μέτρα γενικώς, πολύ περισσότερο όταν υπάρχουν ενδείξεις συγκεκριμένες σε κάποια περιοχή ότι μπορεί να επέλθει ισχυρός σεισμός.
Αυτή, λοιπόν, είναι μια γενικότερη πολιτική που έχουμε για την Αντισεισμική Πολιτική της χώρας. Δεν υπάρχει, πάντως, καμία αμφιβολία ότι από τη δεκαετία του ’80 έχουν γίνει πολλά βήματα.
Βέβαια, η δική μου αντίληψη λέει ότι ποτέ δεν πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι, πρέπει να προσπαθούμε για το καλύτερο, να προσπαθούμε όσο γίνεται να έχουμε νεότερα αποτελέσματα στην Αντισεισμική Πολιτική. Μιλάμε, άλλωστε, για ανθρώπινες ζωές, αλλά και υλικές απώλειες.
-Πριν από λίγες μέρες και ειδικότερα στις 4 Σεπτεμβρίου είχατε δημοσιεύσει στο Facebook ότι δε θα κατεβαίνατε στην παραλία Ναυάγιο της Ζακύνθου, αφού, κατά τη γνώμη σας, πρόκειται για επικίνδυνο σημείο. Έπειτα από λίγες μέρες, και ειδικότερα στις 8 Σεπτεμβρίου, σημειώθηκε σεισμός, με κάποιες, μικρές βέβαια, πτώσεις.
Με αφορμή αυτό, αλλά και τη δική μας περίπτωση στο Πολυλίμνιο, όπου μια 24χρονη έχασε τη ζωή της όταν καταπλακώθηκε από βράχο, τι θα μπορούσε να γίνει σε τέτοια μέρη που είναι ανοιχτά για το κοινό και πολυσύχναστα, αλλά η πραγματικότητα δείχνει ότι είναι επικίνδυνα;
Πρόκειται για ένα μεγάλο θέμα. Υπάρχουν πάρα πολλές τέτοιες περιπτώσεις σε παράκτιες περιοχές στη χώρα, αλλά και σε σημεία όπως το Πολυλίμνιο. Επίσης σε νησιωτικές περιοχές, όπως στη Ζάκυνθο, στη Λευκάδα, στην Κεφαλλονιά, στη Σαντορίνη, στα Κύθηρα και αλλού. Δεν έχει σημασία να σας απαριθμήσω και άλλες.
Σημασία έχει το γενικό θέμα, το οποίο λέει ότι ναι υπάρχουν τέτοιες περιοχές, οι οποίες κυρίως τους θερινούς μήνες γίνονται πόλος έλξης για Έλληνες και ξένους επισκέπτες, όμως ταυτόχρονα αποτελούν εστίες σοβαρής επικινδυνότητας.
Νομίζω ότι ένας γενικός κανόνας που θα έλεγε «κλείστε τες, απαγορεύστε τες όλες» δε θα ήταν ο ορθότερος, με την έννοια ότι η κάθε μία περίπτωση θα πρέπει να εξεταστεί συγκεκριμένα, ενώ με βάση εμπεριστατωμένη μελέτη θα πρέπει να λαμβάνονται αποφάσεις.
Εάν η μελέτη καταλήγει σε αποτέλεσμα που θα αναφέρει «απαγορευτικό», θα πρέπει να τεθεί απαγορευτικό.
Εάν η μελέτη καταλήξει ότι εκείνο το τμήμα είναι το επικίνδυνο, τότε δεν το επισκεπτόμαστε κ.ο.κ.
Ανάλογα, λοιπόν, με το πώς θα εξειδικεύσει τις προτάσεις για μέτρα προστασίας η μελέτη, θα πρέπει να ληφθούν αποφάσεις.
Πάντως, γενικά να αφήνουμε απροστάτευτα τέτοια σημεία είναι απαράδεκτο. Κι αν δε γίνεται κάτι για ενδεχόμενα επικίνδυνα τμήματα ενός τέτοιου χώρου, η μόνη λύση είναι να πούμε: «κλείστε όλες αυτές τις παραλίες, αλλά και τα υπόλοιπα τέτοια σημεία».
Δεν μπορούμε να αφήνουμε στο έλεος της τυχαιότητας ανθρώπους που πηγαίνουνκαι από τύχη να μη σκοτώνονται ή να σκοτωθούν, όπως σκοτώθηκε η κοπέλα στο Πολυλίμνιο.
Θα πρέπει, κατά τη δική μου άποψη, να υπάρξει μια μέση λύση: με μελέτη να προτείνονται τα μέτρα εκείνα που και θα προστατεύουν, αλλά τουλάχιστον κάποια τμήματα, αν όχι όλα, να είναι προσβάσιμα.
-Κλείνοντας, όταν το 1986 ανακοινώσατε στους υπόλοιπους επιστήμονες ότι υπάρχει κίνδυνος για σεισμός στην περιοχή μας, πώς αντέδρασαν;
Τότε γενικός διευθυντής στον ΟΑΣΠ ήταν ο κύριος Γιάννης Σμπώκος. Είναι γνωστός, όχι ως διευθυντής τότε του ΟΑΣΠ, αλλά αργότερα από το σκάνδαλο του προγράμματος εξοπλισμών στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, ενώ φυλακίστηκε με τον αείμνηστο Τσοχατζόπουλο. Αυτό είναι γνωστό. Αυτός είναι ο κύριος Γιάννης Σμπώκος που τότε είχα διευθυντή. Δε θέλω να πω κάτι εναντίον του. Δε σχολιάζω, απλώς λέω γιατί είναι γνωστός, από εκείνο το σκάνδαλο, που και με τη δικαστική τελεσίδικη βούλα ήταν σκάνδαλο.
Ενώ προφορικά, λοιπόν, μου είπε τότε «τι θες να κάνουμε, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα», χωρίς να το γνωρίζω έστειλε τις εκθέσεις μου σε δύο τότε καθηγητές Σεισμολογίας να του πουν τη γνώμη τους. Το τελευταίο δεν είναι κακό. Άλλωστε, δεν υπήρχε Επιτροπή Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου.
Γνωρίζω
πάρα πολύ καλά πως ο ένας καθηγητής, ουδέποτε απάντησε, ενώ ο δεύτερος απάντησε
κατόπιν εορτής.
Καταλαβαίνει, λοιπόν, κάποιος ότι στην ουσία δε λειτούργησε το σύστημα αυτό.
Έτσι, λοιπόν, εγώ τότε δε γνώριζα καν, τότε έμαθα, εμένα μου σήκωναν τους ώμους
και μου έλεγαν ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Εγώ είχα άλλη αντίληψη και
έγιναν αυτά που έγιναν.
-Κάτι τελευταίο, επειδή μιλήσατε για άλλους σεισμολόγους. Συχνά παρατηρούμε κόντρες, ειδικά για τις προγνώσεις σεισμών, πώς το σχολιάζετε όλο αυτό;
Η κόντρα πλέον δεν υπάρχει, υπήρχε. Βλέπετε πλέον να γίνεται καμιά φασαρία; Αυτό το λέω, γιατί όλη η φασαρία που ταλαιπώρησε τη χώρα επί σαράντα χρόνια για τις προγνώσεις ήταν το λεγόμενο ΒΑΝ. Τώρα που αυτό μας τελείωσε, τελείωσαν και οι προγνώσεις.
Θέλω, λοιπόν, να πω ότι μας τελείωσε από τη βιολογική άποψη. Ο πατέρας του ΒΑΝ, ο καθηγητής Βαρώτσος, έχει συνταξιοδοτηθεί. Είναι πλέον ανενεργός. Όμως, αν η μέθοδος ήταν σωστή, δε θα σταματούσε με τη βιολογική απομόνωση του επιστήμονα.
Τη μέθοδο στην επιστήμη, όταν είναι αποδοτική, την παίρνουμε και τη συνεχίζουμε άλλοι. Για παράδειγμα, αυτός που επινόησε την ασπιρίνη. Δεν έμεινε η ασπιρίνη μαζί με αυτόν. Τελείωσε βιολογικά ο επινοητής της ασπιρίνης, τελείωσε και η ασπιρίνη; Όχι, βέβαια. Ο άνθρωπος έχει αποδημήσει εις Κύριον εδώ και πολύ καιρό, όμως ασπιρίνη παίρνουμε. Είναι ένα απλό παράδειγμα για να γίνει αντιληπτό τι λέω. Τελείωσαν, λοιπόν, τα θέματα με τις προγνώσεις, ένα τεράστιο θέμα, με τεράστιο παρασκήνιο, τελείωσαν και οι φασαρίες.
Του Παναγιώτη Μπαμπαρούτση