Παραγωγοί, πρόεδροι Συναιτερισμών και τυποποιητές μιλούν στο «Θ» για τα προβλήματα του πρωτογενούς τομέα
Την τελευταία διετία η εκτόξευση του κόστους λιπασμάτων, ενέργειας, πρώτων υλών, εργατικών και μεταφορικών, εκτός από τα προβλήματα που δημιουργεί στους παραγωγούς και, κατ’ επέκταση, στην παραγωγή τροφίμων, κατάσταση που μετακυλίεται άμεσα στην τσέπη του καταναλωτή, έφερε στην επιφάνεια και τα δομικά ζητήματα του πρωτογενούς τομέα –και- στη Μεσσηνία. Ουσιαστικά, φέρνει επιτακτικά στο προσκήνιο τον επανασχεδιασμό της αγροτικής μας πολιτικής, προκειμένου μεσοπρόθεσμα να μην οδηγηθούμε σε τραγικά αδιέξοδα.
Το “Θ” συνομίλησε με παραγωγούς, προέδρους συνεταιρισμών και μεταποιητές, προκειμένου να αφουγκραστούμε την κατάσταση στην οποία βρίσκονται, αλλά και να μας «δώσουν» την προσωπική τους ματιά για όλα αυτά που συμβαίνουν σε αγρότες και κτηνοτρόφους της περιοχής.
Κώστας Μπουλουλής, γεωπόνος και παραγωγός ελαιολάδου
Για τον Κώστα Μπουλουλή η φετινή συγκυρία λειτουργεί “σαν από μηχανής Θεός”, καθώς, παρά τα προβλήματα κόστους, οι τιμές του ελαιολάδου “μακιγιάρουν” την κατάσταση. Όπως μας εξήγησε, η αύξηση κόστους στις ποτιστικές ελιές είναι ελεγχόμενη σε σχέση με τις ξερικές, όπου είναι μεγαλύτερο.
Βέβαια, καθώς είναι και ιδιοκτήτης καταστήματος που πουλά αγροτικά είδη, μας είπε ότι η κρίση έχει επηρεάσει και τις πωλήσεις στο μαγαζί, αφού οι παραγωγοί προσέχουν περισσότερο τις αγορές τους.
Ανοίγοντας την εικόνα και συνομιλώντας για το τι πρέπει να γίνει, προκειμένου να αποφύγουμε τα χειρότερα, ήταν αφοπλιστικά ειλικρινής: «Όταν η Mercedes αλλάζει κάθε χρόνο και έναν τύπο αυτοκινήτου της, είναι φυσικό ότι πρέπει και στον πρωτογενή τομέα να δούμε τα πράγματα διαφορετικά. Εν ολίγοις, χρειάζεται καινοτομία και συνεχής γνώση και αναζήτηση βέλτιστων πρακτικών, για να μη μείνεις πίσω. Παράλληλα, χρειάζονται να υλοποιηθούν και όλα τα έργα υποδομών που έχουν εξαγγελθεί στο νομό για τον πρωτογενή τομέα».
Σε κάθε περίπτωση, ευελπιστεί ότι η κρίση θα δώσει τη δυνατότητα να δούμε τα πράγματα διαφορετικά, είτε είμαστε παραγωγοί είτε κεντρική εξουσία.
Γιώργος Κόκκινος, πρόεδρος “Νηλέα”
Η πρώτη αντίδραση από τον πρόεδρο ενός εγχειρήματος που άφησε το δικό του αποτύπωμα στις ομάδες παραγωγών, Γιώργο Κόκκινο, ήταν ότι «σήμερα τα πράγματα δεν είναι μαύρα, αφού η τιμή του ελαιολάδου φτάνει και τα 4,30 ευρώ το κιλό».
Από την άλλη πλευρά, όμως, μας τόνισε ότι με την τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα και την εκτόξευση του κόστους παραγωγής, σε όλη την αλυσίδα, το μέλλον δεν είναι ευοίωνο. Με τα δικά του λόγια, «θα αναγκαστούμε να αλλάξουμε μοντέλο παραγωγής. Μακάρι να ήμουν αισιόδοξος και να έλεγα ότι αυτή η κρίση είναι συγκυριακή, αλλά, δυστυχώς, τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Το κόστος των πρώτων υλών, η τρομακτική αύξηση της ενέργειας, αλλά και η έλλειψη εποχιακών εργατών, οι οποίοι στήριξαν επί της ουσίας τη μονοκαλλιέργεια της ελιάς και του ελαιολάδου στη Μεσσηνία, είναι μηνύματα δυσοίωνα.
Το άνοιγμα του “κουτιού της Πανδώρας” φέρνει παντού εκπτώσεις και μειώσεις. Ιδιαίτερα στις καλές καλλιεργητικές πρακτικές, γεγονός που αυτόματα οδηγεί και σε μείωση της ποιότητας, αλλά και της παραγωγής».
Για τον ίδιο, αν δεν υπάρξει ριζική αναδιάρθρωση της παραγωγής και υλοποίηση έργων υποδομής, δεν έχουμε και πολλά περιθώρια ανάκαμψης. Αν δεν αλλάξει κάτι βραχυπρόθεσμα να ανακουφιστούν οι αγρότες και αν δεν υπάρξει μακροπρόθεσμος σχεδιασμός, θα πληγεί πιθανόν ανεπανόρθωτα η γεωργία, κι αυτό θα έχει επιπτώσεις και στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας και στους πολίτες.
Ο κ. Κόκκκινος μας είπε, επίσης, ότι θα πρέπει οι παραγωγοί να μπουν σε ένα νέο μοντέλο συνεργατισμού, διαφορετικά δε βλέπει λύση. Κι όπως τόνισε, «θα είναι κρίμα να απογοητεύσουμε, κράτος και κοινωνία, όλα τα νέα παιδιά που μπαίνουν στην παραγωγή με όνειρα και φιλοδοξίες».
Ασημάκης Ντεμερούκας, παραγωγός, πρόεδρος Αγροτικού Συλλόγου Γαργαλιάνων
«Την τελευταία διετία με την εκδήλωση της πανδημίας και τις τεκτονικές αλλαγές που προκλήθηκαν στο ενεργειακό και την εφοδιαστική αλυσίδα, οι φορείς του πρωτογενούς τομέα και οι αγρότες μιλούν διαρκώς για την έλευση της “τέλειας καταιγίδας”. Τα δεδομένα που διαμορφώνονται φέτος δείχνουν ότι η καταιγίδα έχει ήδη έρθει και τα μαύρα σύννεφα δε θα φύγουν γρήγορα.
Οι αυξήσεις στα ράφια και οι εντεινόμενες φωνές για επιπλέον μέτρα στήριξης από τους παραγωγούς, η συζήτηση για την επισιτιστική επάρκεια που δε γινόταν τόσο έντονα ούτε την εποχή των σεναρίων του Grexit και ο κίνδυνος για τις ελληνικές εξαγωγές, αποτελούν τη νέα κανονικότητα.
Ο διπλασιασμός κατά περιπτώσεις του κόστους παραγωγής για ορισμένους κλάδους εξαιτίας της αύξησης των τιμών στο ηλεκτρικό ρεύμα, το πετρέλαιο, τις ζωοτροφές, τα λιπάσματα, τα μεταφορικά, τα ακραία καιρικά φαινόμενα κ.ά., είναι μια πρώτη απλή ερμηνεία.
Πίσω από αυτό κρύβονται, όμως, και χρόνιες διαρθρωτικές αδυναμίες του ελληνικού αγροτικού τομέα, που έχει χάσει αρκετές ευκαιρίες πραγματικής αναμόρφωσης», ήταν κάποια από αυτά που μας είπεΑσημάκης Ντεμερούκας, προκειμένου να δώσει τις δικές του εξηγήσεις για όσα βιώνουμε.
Και συνέχισε: «Όταν ακριβαίνουν το λίπασμα, η ενέργεια και το αγροτικό πετρέλαιο, δοκιμάζεται συνολικά η γεωργία. Δεκάδες προϊόντα έχουν πρόβλημα, όμως τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα στα θερμοκηπιακά και μη προϊόντα.
Οι συντελεστές κόστους σε όλη την αλυσίδα, από τον παραγωγό ως τον τελικό καταναλωτή, κινούνται ανοδικά. Δεν είναι μόνο το κόστος παραγωγής που ανεβαίνει με γεωμετρική πρόοδο, αλλά και τα μεταφορικά, το κόστος μεταποίησης (στις δευτερογενείς μονάδες) και το εργατικό κόστος, καθώς οι Έλληνες και πάρα πολλοί μετανάστες εργαζόμενοι, όταν είναι διαθέσιμοι, απλά δεν μπορούν να δουλέψουν με τα ίδια μεροκάματα όταν ανεβαίνει τόσο πολύ το κόστος ζωής.
Υπάρχουν ορισμένα προϊόντα, όπως η πατάτα, που πολύ φοβάμαι ότι θα λείψουν από το τραπέζι μας το χειμώνα.
Οι αυξήσεις θα παγιωθούν στη λιανική, με το πρόβλημα να μετακυλίεται στον καταναλωτή, ο οποίος με τη σειρά του περιορίζει τις αγορές του. Η κατάσταση μας προβληματίζει, αφού δεν προβλέπεται να εξισορροπήσει σύντομα, δημιουργώντας κίνδυνο φτωχοποίησης σε ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού.
Γενικότερα, οι χρόνιες παθογένειες στο σχεδιασμό αγροτικής πολιτικής, μας φέρνουν τώρα τα… απόνερά τους. Χρειάζονται γενναίες και καινοτόμες αποφάσεις από την κεντρική εξουσία, δίχως αυτό να σημαίνει ότι και ο παραγωγός δεν πρέπει να αλλάξει τον τρόπο που σκέπτεται».
Τέλος, σημείωσε ότι συνεχώς χάνουμε προϊόντα, όπως η σταφίδα, τα οποία έχουν υψηλή προστιθέμενη αξία και δεν μπορούμε να εκμεταλλευτούμε.
Γιώργος Πετρόπουλος, τυποποιητής, πρόεδρος της εταιρείας “Τυροκομική Μεσσήνης”
Μια πρώτη καταγραφή δείχνει ότι η κρίση είναι εντονότερη στην κτηνοτροφία. Σύμφωνα με τον Γιώργο Πετρόπουλο, πρόεδρο της «Τυροκομικής Μεσσήνης», οι συντελεστές κόστους σε όλη την αλυσίδα, από τον κτηνοτρόφο, το μεταποιητή ως τον τελικό καταναλωτή, κινούνται ανοδικά.
Ειδικά στην κτηνοτροφία, μεταξύ 2019 και 2022 το κόστος παραγωγής έχει διπλασιαστεί, ενώ σε σχέση με πέρυσι το φθινόπωρο έχει αυξηθεί τουλάχιστον κατά 25%, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
«Με τις ζωοτροφές και την ενέργεια να αποτελούν το 85% του κόστους παραγωγής, τα πράγματα δε θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά.
Για να αποφευχθούν τα πιο δυσοίωνα σενάρια δεν αρκούν “έκτακτες επιδοτήσεις”, αλλά είναι αναγκαίο η νέα ΚΑΠ να έχει παραγωγικό αποτύπωμα και να οδηγήσει σε επενδύσεις. Μόνο με αυτόν τον τρόπο η γεωργία και η κτηνοτροφία θα είναι πιο ανθεκτικές αύριο σε παρόμοιες κρίσεις (οικονομικές, γεωπολιτικές, περιβαλλοντικές) που θα ξαναέρθουν», σημείωσε.
«Αυτό σημαίνει ότι κινδυνεύουν να μειωθούν οι ελληνικές εξαγωγές σε ΠΟΠ προϊόντα όπως η φέτα, να επιταχυνθεί η ερήμωση της υπαίθρου, καθώς ο πληθυσμός των κτηνοτρόφων είναι “γερασμένος”, αλλά και να ακριβύνει ακόμα περισσότερο το τραπέζι του Έλληνα καταναλωτή», συμπλήρωσε.
Του Αντώνη Πετρόγιαννη