Ελπίδες για αποκλιμάκωση του πληθωρισμού προκαλεί η σημαντική μείωση της τιμής του φυσικού αερίου τις τελευταίες ημέρες, ακόμη και κάτω από τα 100 ευρώ η μεγαβατώρα (στο TTF της Ολλανδίας), καθώς η συμβολή του στον πληθωρισμό στην Ελλάδα ξεπερνάει το 50%. Ταυτόχρονα, η αποκλιμάκωση συνολικά των τιμών της ενέργειας ενδεχομένως αποτρέψει, όχι βεβαίως στο σύνολο των αγαθών και υπηρεσιών, την εμφάνιση δευτερογενών επιπτώσεων στις τιμές των υπολοίπων προϊόντων, υπηρεσιών και αμοιβών.
Στο παραπάνω θετικό σε γενικές γραμμές σενάριο, ωστόσο, υπάρχει μία αρνητική παράμετρος: η ενδεχόμενη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού να επέλθει λόγω σημαντικής υποχώρησης της ζήτησης, προκαλώντας περαιτέρω επιβράδυνση της ανάπτυξης, αν όχι έναν νέο γύρο ύφεσης. Ακόμη δε και εάν η μείωση των τιμών της ενέργειας έχει διάρκεια, η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού δεν αναμένεται να είναι γρήγορη: πρώτον, διότι υπάρχει απόθεμα προϊόντων που έχουν παραχθεί με υψηλό κόστος και σε καμιά περίπτωση οι παραγωγοί τους δεν πρόκειται να τα διαθέσουν σε πολύ χαμηλότερες τιμές –με δεδομένο άλλωστε ότι υπάρχει ήδη πίεση στα περιθώρια κέρδους–, δεύτερον, διότι υπάρχουν προϊόντα των οποίων το κόστος παραγωγής συνεχίζει να αυξάνεται, καθώς αυτό επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από πρώτες και δεύτερες ύλες που εξακολουθούν να έχουν σημαντικά υψηλές τιμές.
Πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα γαλακτοκομικά και τυροκομικά προϊόντα, καθώς η πρώτη ύλη, το γάλα, παραμένει σε σταθερά ανοδική πορεία. Τον Αύγουστο, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού «Δήμητρα» (ΕΛΓΟ «Δήμητρα») η μέση τιμή παραγωγού για το αγελαδινό γάλα είχε διαμορφωθεί 0,55 ευρώ/κιλό έναντι 0,38 ευρώ/κιλό έναν χρόνο πριν, αύξηση δηλαδή της τάξης του 45%. Τις τελευταίες ημέρες, μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες από την αγορά, έχουν γίνει συμφωνίες ανάμεσα σε γαλακτοβιομηχανίες και παραγωγούς για τιμή στα 0,60 ευρώ/κιλό.
Ανάλογη είναι η κατάσταση και στο πρόβειο και κατσικίσιο γάλα, που χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή φέτας και άλλων τυριών. Τον Αύγουστο η μέση τιμή παραγωγού του πρόβειου γάλακτος διαμορφώθηκε σε 1,28 ευρώ/κιλό από 0,97 ευρώ/κιλό τον Αύγουστο του 2021, αύξηση δηλαδή 32%. Ωστόσο, τα νέα συμβόλαια που κλείνουν οι βιομηχανίες αυτό το διάστημα προβλέπουν τιμές παραγωγού ακόμη και προς 1,70 ευρώ/κιλό. Στο κατσικίσιο γάλα η μέση τιμή διαμορφώθηκε τον Αύγουστο σε 0,79 ευρώ/κιλό από 0,61 ευρώ/κιλό τον Αύγουστο του 2021, αυξημένη δηλαδή κατά 29,5%.
Η εξέλιξη αυτή σχετίζεται τόσο με το ενεργειακό κόστος, με τις τιμές της ενέργειας στον κλάδο γεωργίας – κτηνοτροφίας να αυξάνονται στο οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2022 κατά 46,1%, αλλά και με την αύξηση των τιμών των ζωοτροφών κατά 23,9%. Μάλιστα, όπως επισημαίνουν οι κτηνοτρόφοι, αλλά και στελέχη της γαλακτοβιομηχανίας, πλέον δεν υπάρχουν αποθέματα ζωοτροφών από πέρυσι και όλες έχουν παραχθεί και έχουν αγοραστεί σε πολύ υψηλότερες τιμές, λόγω της διαταραχής που επέφερε στην τροφοδοσία της αγοράς με σιτάρι, κριθάρι και καλαμπόκι ο πόλεμος στην Ουκρανία. Τα νέα μάλιστα από την παγκόσμια αγορά σιτηρών δεν είναι και πολύ ευχάριστα, καθώς, σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις του Διεθνούς Συμβουλίου Σιτηρών (IGC), η συνολική παραγωγή αναμένεται να είναι μειωμένη την περίοδο 2022-2023, κυρίως λόγω της σημαντικής υποχώρησης που προβλέπεται στην παγκόσμια παραγωγή καλαμποκιού στην Ουκρανία, στην ΕΕ, αλλά και τις ΗΠΑ. Η άνοδος των τιμών των ζωοτροφών αναμένεται ότι θα συνεχίσει να ωθεί προς τα πάνω και τις τιμές των κρεάτων, από τα κοτόπουλα μέχρι το μοσχαρίσιο κρέας.
Σε υψηλά επίπεδα παραμένουν επίσης οι τιμές σε διάφορα υλικά συσκευασίας, από τις γυάλινες φιάλες, των οποίων οι τιμές έχουν αυξηθεί κατά 80%, των πωμάτων για φιάλες με αυξήσεις έως 70%, ενώ η διατήρηση των τιμών του αλουμινίου σε πολύ υψηλά επίπεδα επηρεάζει σημαντικά το κόστος των συσκευασιών πληθώρας τροφίμων και ποτών, αλκοολούχων και μη. Σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με πέρυσι παραμένουν, εξάλλου, οι τιμές των πλαστικών, παρά την κάμψη που καταγράφουν τις τελευταίες εβδομάδες.
Λιγότερες αγορές με περισσότερα χρήματα στο 9μηνο
Με τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή να σημειώνει στο εννεάμηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2022 ετήσια αύξηση 9,5% κατά μέσον όρο (τον Σεπτέμβριο ο πληθωρισμός έκλεισε στο 12%), αλλά τα εισοδήματα την ίδια ώρα να αυξάνονται μόλις κατά 1,7%, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το δεύτερο τρίμηνο του 2022, οι καταναλωτές στην Ελλάδα αλλάζουν άρδην συνήθειες. Αλλωστε το 90% των καταναλωτών στην Ελλάδα, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα καταναλωτικών τάσεων της εταιρείας ερευνών αγοράς NielsenIQ, αισθάνεται περισσότερο από ποτέ ότι οι τιμές ακολουθούν ανοδική πορεία. Το αντίστοιχο ποσοστό το 2020 ήταν 70%.
Ετσι, λοιπόν, οι καταναλωτές αναγκάζονται να αγοράσουν λιγότερα προϊόντα, κάτι βεβαίως που δεν σημαίνει ότι δίνουν και λιγότερα χρήματα. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της NielsenIQ, το εννεάμηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2022 δώσαμε στα σούπερ μάρκετ 7,27 δισ. ευρώ, περίπου 320 εκατ. ευρώ περισσότερα χρήματα σε σύγκριση με το αντίστοιχο εννεάμηνο του 2021, προκειμένου να αγοράσουμε συνολικά 1,8% λιγότερα προϊόντα.
Η υποχώρηση του όγκου πωλήσεων μάλιστα αφορά και τις τρεις μεγάλες ομάδες προϊόντων, και δη τα τρόφιμα, τα είδη οικιακής χρήσης (απορρυπαντικά, χαρτικά κ.λπ.) και τα είδη ατομικής φροντίδας και ομορφιάς (σαμπουάν, αφρόλουτρα κ.ά.). Σύμφωνα με τα στοιχεία της IRI, επίσης εταιρείας ερευνών αγοράς, στο οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου οι πωλήσεις σε τεμάχια στα τρόφιμα υποχώρησαν κατά 0,9% σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2021, στα είδη οικιακής χρήσης κατά 6,3% και στα είδη ατομικής φροντίδας και ομορφιάς κατά 4,9%.
Η τάση εκτιμάται από τους αναλυτές της αγοράς ότι είναι ανάλογη και τον Σεπτέμβριο αλλά και τον Οκτώβριο. Κατακόρυφη, δε, είναι η μείωση των πωλήσεων στη λεγόμενη κατηγορία ειδών bazaar που πωλούνται στα σούπερ μάρκετ (είδη ένδυσης και υπόδησης, λευκά είδη, σκεύη μαγειρικής κ.ά.), καθώς, παρά τις ανατιμήσεις, η εν λόγω κατηγορία καταγράφει μηδενική αύξηση τζίρου.
Μεγάλη επίσης είναι η στροφή των καταναλωτών στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, προϊόντα οι πωλήσεις των οποίων «τρέχουν» με ρυθμό 11,2% στο οκτάμηνο, ενώ το μερίδιο αγοράς βρίσκεται από τα μέσα του 2021 σε διαρκή ανοδική πορεία.
Πηγή: monewreview.gr