Παλιοί αρτοποιοί μιλούν στο «Θ» για τις προετοιμασίες πριν από τα Χριστούγεννα
Γυρνώντας το χρόνο μερικές δεκαετίες πίσω, οι εικόνες που θα έβλεπε κανείς τούτο τον καιρό σε ένα τυπικό ελληνικό σπίτι αναμφίβολα θα είχαν… άρωμα φρέσκου βουτύρου, γαρύφαλλου και πορτοκαλιού, αφού τις χριστουγεννιάτικες ημέρες οι κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα έχουν την τιμητική τους.
Εικόνες από λαμαρίνες κάθε λογής, μικρές και μεγάλες, καθώς στοιχίζονταν η μία δίπλα στην άλλη, και τις νοικοκυρές να συρρέουν τις μέρες πριν από τα Χριστούγεννα στον ξυλόφουρνο της γειτονιάς για να ετοιμάσουν τα εορταστικά γλυκά, παραμένουν χαραγμένες στη μνήμη των περισσοτέρων, θυμίζοντάς μας κάτι από τα παλιά σε μια εποχή που αλλάζει.
«Θυμάμαι τέτοιες μέρες στο φούρνο γινόταν κάτι σαν πανηγύρι, υπήρχε γέλιο, χαρά και πολύ μεράκι για να ετοιμαστούν τα γλυκά του κάθε νοικοκυριού», λέει στο «Θ» ο κ. Γιάννης Λουκάς, ο οποίος σήμερα αποτελεί την τρίτη γενιά αρτοποιών στον παραδοσιακό φούρνο της οικογένειάς του.
Για τον ίδιο, ήταν μονόδρομος το να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα και του παππού του, αφού είναι κάτι που αγάπησε από πολύ μικρή ηλικία, θέλοντας παράλληλα να συνεχίσει την ιστορία που εξακολουθεί να γράφει ο παλαιότερος φούρνος της Καλαμάτας, ο οποίος φέτος συμπληρώνει το 125ο έτος λειτουργίας του.
Ανοίγοντας το χρονοντούλαπο της ιστορίας, ο κ. Λουκάς μάς μιλά για τις διαφορετικές περιόδους που έχει περάσει ο φούρνος, ενώ ξεχωριστή είναι και η αρχή λειτουργίας του, καθώς ήταν επιταγμένος στο δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και οι ιδιοκτήτες του βρήκαν εκεί εγκατεστημένα όλα τα μηχανήματα που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί.
Όπως θυμάται, τις γιορτινές ημέρες οι νοικοκυρές πήγαιναν πάντα με λαμαρίνες, μιας και οι φούρνοι ήταν πολυτέλεια στα παλιά σπίτια. «Υπήρχαν νοικοκυρές που δανείζονταν λαμαρίνες κι έφτιαχναν τα γλυκά στο σπίτι τους πριν έρθουν εδώ να τα ψήσουν, αλλά υπήρχαν και κυρίες ή κύριοι που έρχονταν κι έφτιαχναν εδώ τα διάφορα γλυκά τους, όπως μελομακάρονα, κουραμπιέδες και κουλούρια πορτοκαλιού.
Τα αρώματα ήταν φοβερά, σίγουρα δεν μπορούμε να συγκριθούμε με αυτές τις γυναίκες όσο και να προσπαθούμε!», σημειώνει χαρακτηριστικά. Άλλωστε, σε αυτό συνέβαλαν καταλυτικά το μεράκι τους και οι αμέτρητες ώρες που περνούσαν στα παρασκευαστήρια των φούρνων τις μέρες πριν από τα Χριστούγεννα.
Συγκρίνοντας τις δύο εποχές, ο κ. Λουκάς εξηγεί: «Το καταπληκτικό μεράκι τους και οι ώρες που περνούσαν πάνω από τις λαμαρίνες για να βγει ένα σωστό κουλούρι ήταν πάρα πολλές, ενώ τώρα εμείς ως επαγγελματίες δεν έχουμε πάρα πολύ χρόνο για να ακολουθήσουμε αυτή τη διαδικασία».
Δεκάδες λαμαρίνες «έκαναν βόλτα» στους ξυλόφουρνους τότε, με τη διαδικασία που ακολουθούνταν να τηρείται σχολαστικά: «Θυμάμαι τον παππού και τον πατέρα μου που κάθονταν με τις ώρες, ενώ σημείωναν τα ονόματα πάνω στις λαμαρίνες των γυναικών, ώστε αργότερα να παραλάβει η κάθε μία τη δική της».
Σήμερα, τα πράγματα είναι αλλιώς. Διάφοροι παράγοντες έχουν συμβάλει με τον τρόπο τους σε αυτό: «Οι καινούργιες νοικοκυρές δε θα προτιμήσουν να φτιάξουν τα χριστουγεννιάτικα γλυκά τους στο φούρνο, αφού αυτό μπορεί να γίνει και από το σπίτι τους, ή θα προτιμήσουν να προμηθευτούν έτοιμα γλυκά. Το οικονομικό, εξάλλου, δε βοηθά αρκετά σε κάτι τέτοιο».
«Έθιμα που πλέον αποτελούν μια παλιά, καλή ανάμνηση…»
Για τις αναμνήσεις που διατηρεί και ο ίδιος μας μιλά ο κ. Χρήστος Φραγγέας, ο οποίος συνεχίζει να λειτουργεί την παραδοσιακή επωνυμία φούρνων της οικογένειάς του στην Καλαμάτα, ενώ φέτος μετρά πενήντα χρόνια στο επάγγελμα του αρτοποιού.
«Υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά του χθες με το σήμερα. Τα παλαιότερα χρόνια οι φούρνοι πουλούσαν τα δικά τους μελομακάρονα και κουραμπιέδες, όπως και τα ζαχαροπλαστεία, όμως εμείς οι φούρνοι, ιδιαίτερα, ψήναμε για μέρες ολόκληρες τα γλυκά που έφερνε ο κόσμος από το σπίτι του», θυμάται. Αναφερόμενος στη διαδικασία που ακολουθούσαν για να φτιάξουν τα εορταστικά γλυκά, προσθέτει ότι ξεκινούσαν μερικές μέρες πριν από την 25η Δεκεμβρίου, όμως «κυρίως δινόταν έμφαση στις δυο-τρεις μέρες πριν από τα Χριστούγεννα και δεν προλαβαίναμε τις λαμαρίνες που πήγαιναν κι έρχονταν στο φούρνο! Όμως, αυτό έχει τελειώσει σήμερα, έχει περάσει…».
Γυρνώντας πίσω, όταν και ο ίδιος από νεαρή ηλικία βοηθούσε τους μεγαλύτερους στο φούρνο, θυμάται χαρακτηριστικά: «Κουβαλούσα τις λαμαρίνες τα Χριστούγεννα από σπίτι σε σπίτι, όταν κάποιες νοικοκυρές τις χρειάζονταν για να φτιάξουν τα γλυκά ή όταν κάποιες ξεχνούσαν να μας τις φέρουν».
Όσο για τις εικόνες που ξεχωρίζει από τότε, κάνει λόγο για πολλά κιλά χειροποίητων γλυκών από το κάθε είδος, με τα μελομακάρονα να υπερτερούν συγκριτικά με τους κουραμπιέδες και τα παραδοσιακά κουλούρια πορτοκαλιού.
Σύμφωνα με τις αναμνήσεις του κ. Φραγγέα από εκείνη την εποχή, κυριαρχούσαν τα αστεία πειράγματα και το γέλιο ανάμεσα στις νοικοκυρές που έψηναν τα γλυκά τους, για το ποια έχει φτιάξει τους καλύτερους κουραμπιέδες και τα πιο τραγανά μελομακάρονα.
«Είναι όλα αυτά, όμως, μια παλιά, καλή ανάμνηση…», σχολιάζει με νόημα.
Μιλώντας για το πώς βιώνει τη σημερινή εποχή ως επαγγελματίας αρτοποιός, αναφέρει ότι υπάρχουν και σήμερα λίγες νοικοκυρές που θα πάνε τα γλυκά τους για ψήσιμο στον ξυλόφουρνο, όμως αυτή η εικόνα δεν έχει καμία σχέση με τότε. «Τώρα είμαστε σε ένα 10% της συνολικής εικόνας που υπήρχε, δηλαδή, τη δεκαετία του ’80» σχολίαζει.
Από την άλλη πλευρά, εξηγώντας τι είναι αυτό που θεωρεί ότι έχει διαφοροποιηθεί σήμερα, σημειώνει: «Από τότε μέχρι σήμερα έχει αλλάξει ο τρόπος ζωής μας, κι αυτό έχει φέρει μια νέα, καλύτερη ποιότητα καταστημάτων, αφού εκείνα τα χρόνια ήταν πιο δύσκολα. Τώρα, οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιούμε είναι, ίσως, καλύτερες από αυτές που μπορεί να χρησιμοποιήσει μια νοικοκυρά. Ενώ παλιά ήταν διαφορετικά».
«Τέτοιες μέρες οι αναμνήσεις είναι πολλές και πάντοτε συγκινούμαι»
Τις δικές του αναμνήσεις από τον παραδοσιακό φούρνο που συνεχίζει να διατηρεί με την οικογένειά του (απόκτημα που του μεταφέρθηκε από τον πατέρα του, ο οποίος ξεκίνησε να τον λειτουργεί το 1954 στην περιοχή της Ράχης Καλαμάτας) μας μεταφέρει ο κ. Παναγιώτης Μπαρνασάς.
Κάνοντας λόγο για έναν από τους μεγαλύτερους ξυλόφουρνους που υπάρχουν πλέον στη χώρα, αφού φτάνει τα 4,75 μέτρα σε μήκος, μας διηγείται πολλά από όσα έχει ζήσει ως αρτοποιός τρίτης γενιάς τα τελευταία σαράντα χρόνια. «Οι αναμνήσεις είναι πολλές και συγκινούμαι τέτοιες ημέρες, γιατί θυμάμαι το κλίμα που επικρατούσε τα παλιότερα χρόνια», λέει στο «Θ».
Εμφανώς χαρούμενος που έχει ζήσει εντελώς διαφορετικές εποχές, θυμάται καταστάσεις και γεγονότα από τότε, όταν οι λαμαρίνες γίνονταν ολόκληρες στοίβες, στοιχισμένες η μία δίπλα στην άλλη, αφού κάθε νοικοκυρά πήγαινε αρκετές με χειροποίητα γλυκά για να ψηθούν παραδοσιακά στον ξυλόφουρνο.
«Αυτό που έχει αλλάξει σήμερα είναι ότι οι νοικοκυρές προτιμούν τα έτοιμα συνήθως. Αυτό δε σημαίνει, όμως, ότι δε φτιάχνουν και σήμερα, αλλά συμβαίνει ελάχιστα», αναφέρει, για να συνεχίσει: «Σήμερα ζούμε στην εποχή της ταχύτητας, οι νοικοκυρές είναι εργαζόμενες γυναίκες και παίρνουν έτοιμα τα εορταστικά γλυκά, αφού δεν υπάρχει πολύς χρόνος για το σπίτι. Δυστυχώς έχουν αντιστραφεί οι όροι».
«Από το πρωί μέχρι το βράδυ το ψήσιμο των χριστουγεννιάτικων γλυκών»
Ένας ακόμα από τους παλιούς αρτοποιούς, ο οποίος δραστηριοποιείται στην Καλαμάτα για πάνω από μια εικοσαετία, είναι ο κ. Δημήτρης Γιούργας. Κι αυτός επιβεβαιώνει τη σημερινή εικόνα, όπως και οι υπόλοιποι, ότι δηλαδή στις μέρες μας είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που ένα νοικοκυριό θα απευθυνθεί στο φούρνο της γειτονιάς για το ψήσιμο των γλυκών του, ενώ θεωρεί αυτή την κατάσταση ως μία από τις αλλοιώσεις που προκαλεί η ευρύτερη κατάσταση που βιώνει η χώρα, όπως είναι οι δυσκολίες των σημερινών οικογενειών.
«Οι νοικοκυρές τα παλαιότερα χρόνια ξεκινούσαν σε κάποιες περιπτώσεις και δύο εβδομάδες πριν από τα Χριστούγεννα, προκειμένου να προλάβουν να ετοιμάσουν τα εορταστικά γλυκά που συνηθίζονται αυτή την περίοδο. Ανάμεσα σε μελομακάρονα και κουραμπιέδες που κατέφθαναν για να ψηθούν παραδοσιακά από το πρωί μέχρι το βράδυ, συγκαταλέγονταν και κουλούρια, που δεν έλειπαν από κανένα σπίτι, σε κάθε γιορτή», λέει ο κ. Γιούργας.
Όπως σημειώνει, ο όγκος των γλυκών μπορεί να έφτανε και τις 50 με 60 λαμαρίνες, οι οποίες αντιστοιχούσαν από 4-5 σε κάθε οικογένεια.
Φέρνοντας στη μνήμη του εκείνες τις μέρες, θυμάται τα διάφορα όμορφα πράγματα που γίνονταν: «Εκατοντάδες μελομακάρονα, κουραμπιέδες, κουλούρια πορτοκαλιού, αλλά και τα παραδοσιακά χριστόψωμα, όπου η κάθε νοικοκυρά φιλοτεχνούσε διάφορα “κεντήματα”, έκαναν την ξεχωριστή εμφάνισή τους τότε… Μοσχοβολούσε η γειτονιά από άκρη σ’ άκρη».
Όσον αφορά στη σημερινή εποχή, ο κ. Γιούργας λέει ότι έχουν αλλάξει πολλά: «Οι νέες νοικοκυρές δεν είναι εύκολο να ασχοληθούν, μιας και επιβαρύνονται με πολλά έξοδα σε σχέση με τότε. Έτσι, προτιμάται να αγοράζουν τα γλυκά έτοιμα από ζαχαροπλαστεία και φούρνους. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις ίσως να φτιάχνουν τα γλυκά τους, τα οποία όμως ψήνουν στους οικιακούς τους φούρνους…».
Της Χριστίνας Μανδρώνη