Σημαντικές παράμετροι για τη διαμόρφωση αντισεισμικής πολιτικής στη χώρα μας είναι η παλαιότητα, η συντήρηση των κτηρίων και η αυθαίρετη δόμηση. Έχουν δηλωθεί πάνω από 500.000 αυθαίρετα κτήρια κατηγορίας 5. Τι έχει γίνει σχετικά με την απαίτηση του νόμου για υποβολή της στατικής μελέτης; Δέσμη μέτρων αντισεισμικής προστασίας, με προτεραιότητα τις περιοχές που βρίσκονται στη ζώνη σεισμικής επικινδυνότητας ΙΙΙ.
Ο πρόσφατος καταστροφικός σεισμός σε Τουρκία και Συρία αποτέλεσε την αφορμή να ανοίξει ο διάλογος για να αφυπνιστεί η Πολιτεία και να επανεξετάσει την αντισεισμική πολιτική στη χώρα μας, η οποία με τα χρόνια και λόγω της οικονομικής κρίσης έχει ατονήσει.
Είναι η κατάλληλη ώρα να χαράξουμε αντισεισμική πολιτική με έναν τρόπο ολιστικό, αντιμετωπίζοντας συνολικά το πρόβλημα της θωράκισης του κτηριακού δυναμικού, στα πρότυπα της πρόληψης και όχι της εκ των υστέρων αποκατάστασης, έπειτα από τεράστιες απώλειες. Είναι η ώρα να πείσουμε την Ευρωπαϊκή Ένωση για την αναγκαιότητα της αντισεισμικής πολιτικής της, ώστε να χαραχτούν πολιτικές και να εγκριθούν προγράμματα χρηματοδότησης για τη θωράκιση των κτηρίων.
Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι ως χώρα έχουμε έναν πολύ καλό αντισεισμικό κανονισμό, ο οποίος δημιουργήθηκε σταδιακά, με βαθμιαίες αλλαγές, έπειτα από μακρά αλλά και επώδυνη εμπειρία που αποκτήθηκε από τους συχνούς σεισμούς που πλήττουν τη χώρα μας, μερικοί εκ των οποίων καταστροφικοί, με απώλεια ζωών και τεράστιες οικονομικές επιπτώσεις.
Έτσι, μετά τον πρώτο αντισεισμικό κανονισμό του 1959, που ακολούθησε τον καταστροφικό σεισμό της Κεφαλλονιάς, είχαμε την εφαρμογή των πρόσθετων άρθρων στον Αντισεισμικό του 1984, έπειτα από τον ισχυρό σεισμό στις Αλκυονίδες.
Με εφαρμογή αυτών των πρόσθετων άρθρων ανακατασκευάστηκε και η Καλαμάτα μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 1986. Στη συνέχεια είχαμε το νέο αντισεισμικό (ΝΕΑΚ 1993) και μετά το σεισμό της Αθήνας τον ΕΑΚ 2000, καθώς και τον κανονισμό επεμβάσεων (ΚΑΝΕΠΕ) και τον κανονισμό για τα κτήρια με τοιχοποιία (ΚΑΔΕΤ).
Οι σύγχρονοι Αντισεισμικοί Κανονισμοί δίδουν την ελπίδα ότι οι νέες αντισεισμικές κατασκευές θα συμπεριφερθούν πολύ καλύτερα στους μελλοντικούς σεισμούς, αλλά δεν μπορούμε να εφησυχάζουμε, εάν μέσα από ένα ολιστικό πλαίσιο δεν αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που είναι καθοριστικά για τη στατική επάρκεια του συνόλου του κτηριακού δυναμικού της χώρας, έτσι ώστε να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε μεγάλα συμβάντα με τις λιγότερες δυνατές συνέπειες.
Η σεισμική αντοχή ενός κτηρίου είναι ανάλογη του τρόπου με τον οποίο σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε, λαμβάνοντας υπόψη το σχήμα του, τον τρόπο κατασκευής των θεμελίων του, την εσωτερική δομή του και, φυσικά, τη σεισμική επιτάχυνση εδάφους για την οποία έχει επιλεγεί να σχεδιαστεί και να μελετηθεί.
Αυτή η επιλογή καθορίζεται από την Πολιτεία με τον καθορισμό των σεισμικών ζωνών και των αντίστοιχων σεισμικών συντελεστών και προκύπτει έπειτα από στάθμιση πολλών παραγόντων, όπου σταθμίζονται, από τη μια, η ανθρώπινη ζωή και το κόστος απώλειάς της και, από την άλλη, το οικονομικό κόστος της κατασκευής και ποιο μπορεί να είναι το αποδεκτό όριο, που δε θα οδηγήσει σε απαγορευτικά ύψη κατασκευής.
Σημαντικές παράμετροι που πρέπει να διερευνηθούν για τη διαμόρφωση αντισεισμικής πολιτικής στη χώρα μας είναι η παλαιότητα των κτηρίων, η αυθαίρετη δόμηση και η συντήρηση των κτηρίων.
Παλαιότητα: Με βάση την απογραφή των κτηρίων του 2011 τονίζεται ότι ο αριθμός των κτηρίων της χώρας ανήλθε σε 4.105.637 κτήρια. Το μεγαλύτερο ποσοστό των κτηρίων (704.340 κτήρια) κατασκευάστηκε την περίοδο 1971-1980 (ποσοστό 17,2%). Τα αμέσως επόμενα ποσοστά είναι 15,6% (639.475 κτήρια) που κατασκευάστηκαν τη χρονική περίοδο 1961-1970 και 14% (573.250 κτήρια) που κατασκευάστηκαν την περίοδο 1946-1960.
Με δεδομένη την εξέλιξη της θέσπισης αντισεισμικών κανονισμών στη χώρα μας προκύπτει ότι το μεγαλύτερο θέμα εντοπίζεται με τα παλαιότερα κτήρια της δεκαετίας του ’50. Επίσης, τα κτήρια που σχεδιάσθηκαν πριν από τα πρόσθετα άρθρα του 1984 είναι πιο ευάλωτα, ενώ τα κτήρια που σχεδιάστηκαν με τους μετά το 1985 και 1995 αντισεισμικούς κανονισμούς, κατά κανόνα, υπερτερούν σημαντικά ως προς την αντισεισμική τους ασφάλεια σε σχέση με τα παλαιότερα κτήρια.
Αυθαίρετη δόμηση: Το γεγονός ότι οι νόμοι τακτοποίησης αυθαιρέτων θεσπίστηκαν μέσα στην περίοδο οικονομικής κρίσης συνέβαλε στην έκπτωση των απαιτήσεων αντισεισμικού έλεγχου στο σύνολο των αυθαίρετων κατασκευών. Με τους νόμους 4178/13 και 4495/17 υποβλήθηκαν πάνω από 2.000.000 υπαγωγές αυθαίρετων, εκ των οποίων πάνω από 500.000 κτήρια είναι κατηγορίας 5, δηλαδή εξ ολοκλήρου αυθαίρετα ή με υπερβάσεις δόμησης πάνω από το 40% της επιτρεπόμενης δόμησης, αλλά και κατηγορίας 4, όπου πολλά εξ αυτών αφορούν αυθαίρετες προσθήκες ενός ή και περισσότερων ορόφων.
Για τα κτήρια που εντάχθηκαν με το Ν. 4178/13 προβλεπόταν η σύνταξη του δελτίου δομικής τρωτότητας, που αποτελεί μια πρώτη προσέγγιση, αλλά δεν αποτελεί στατική μελέτη επάρκειας.
Σύμφωνα με το Ν. 4495/17, για το στατικό έλεγχο των παραβάσεων απαιτείται μελέτη στατικής επάρκειας που εκπονείται για κάθε κατασκευή, εκτός των περιπτώσεων των κατηγοριών 1, 2 και 3 του άρθρου 96 (δηλαδή τα κτήρια προ του ’75 και προ του ’83). Η μελέτη στατικής επάρκειας μπορεί να υποβάλλεται μέσα σε προθεσμία τριών (3) ετών από την ημερομηνία υπαγωγής για τα κτήρια σπουδαιότητας Σ4, Σ3 και πέντε (5) ετών για τα κτήρια σπουδαιότητας Σ2.
Δεν έχουμε καμιά γνώση και παρακολούθηση μέσα από την πλατφόρμα υπαγωγής των αυθαιρέτων για την κάλυψη αυτής της απαίτησης του νόμου σχετικά με την υποβολή της στατικής μελέτης, ενώ πρέπει να επανεξεταστεί η απαλλαγή από τη στατική μελέτη που προβλέπεται για κτήρια κατηγορίας 1 και 2.
Συντήρηση: Είναι γεγονός ότι τα κτήρια χρειάζονται συντήρηση. Τα υλικά κατασκευής έχουν μειωμένη αντοχή λόγω της γήρανσης των σκυροδεμάτων, αλλά και της διάβρωσης του οπλισμού. Σήμερα οι παράγοντες που επηρεάζουν την υγεία του σκυροδέματος είναι αναγνωρισμένοι και πλήθος μεθόδων πρόληψης, επιβράδυνσης και αποκατάστασης των φθορών έχουν αναπτυχθεί. Ωστόσο, πρέπει να πραγματοποιείται συστηματική παρακολούθηση από τους μηχανικούς.
Επίσης, επεμβάσεις, όπως η αλλαγή χρήσης στο ισόγειο, η αφαίρεση τοίχων σε ορόφους, μπορούν να συμβάλλουν στην τρωτότητα του κτηρίου. Δε γνωρίζουμε, εάν και σε ποια κλίμακα υπάρχουν άστοχες ή και επικίνδυνες παρεμβάσεις, στο βαθμό που δεν υπάρχει υποχρεωτική περιοδική επιθεώρηση των κτηρίων.
Πράγματι, είναι εξαιρετικά δαπανηρή η επένδυση σε σεισμική ενίσχυση από τη στιγμή που έχει κατασκευαστεί ένα κτήριο και λειτουργεί και υπεισέρχονται μια σειρά από εμπόδια που σχετίζονται με την πολυιδιοκτησία, την πιθανή αναγκαιότητα για διακοπή χρήσης στο στάδιο της επισκευής, γι’ αυτό και «αναπόφευκτα γίνονται επιλογές με κριτήριο το πρόσκαιρο οικονομικό όφελος», γιατί οι άνθρωποι, δυστυχώς, ξεχνούμε γρήγορα το διακύβευμα, που στην περίπτωση των σεισμών αφορά στην ίδια μας τη ζωή.
Είναι προφανές ότι πρέπει να ξανασυζητήσουμε με νηφαλιότητα και υπευθυνότητα, για να αντιμετωπίσουμε τις αβεβαιότητες και επισφάλειες στην αντοχή των κτηρίων μας, δημόσιων και ιδιωτικών, παλαιών αλλά και νεότερων, τακτοποιημένων, αυθαίρετων ή όχι, με μια συνολική δέσμη μέτρων που να συνιστούν αντισεισμική πολιτική η οποία να καλύπτει το κτηριακό δυναμικό της χώρας.
Δέσμη μέτρων αντισεισμικής προστασίας με προτεραιότητα τις περιοχές που βρίσκονται στη ζώνη σεισμικής επικινδυνότητας ΙΙΙ:
-Ευρωπαϊκό πρόγραμμα «Θωρακίζω» με χρηματοδότηση της αντισεισμικής θωράκισης των υφιστάμενων κτηρίων προ ’85, για χώρους συνάθροισης κοινού αλλά και κατοικίες
-Άμεση σύνδεση του προγράμματος «Εξοικονομώ» με το πρόγραμμα «Θωρακίζω». Προϋπόθεση για τη χρηματοδότηση ενεργειακής αναβάθμισης, για τα κτήρια προ του ’85, στη ζώνη επικινδυνότητας 3, ο έλεγχος στατικής επάρκειας του κτηρίου
-Προγράμματα με κρατική αρωγή και άτοκα δάνεια στα κτήρια προ του ’85, όπου απαιτείται στατική ενίσχυση, αντίστοιχα με αυτά που χορηγούνται στις περιπτώσεις που κτήρια χαρακτηρίζονται ως κατεδαφιστέα ή επισκευαστέα, έπειτα από σεισμούς, γιατί η πρόληψη είναι πάντα καλύτερη από τη θεραπεία.
-Απαλλαγή από ΦΠΑ και έκπτωση από φορολογητέο εισόδημα για όσους προβαίνουν σε εργασίες στατικής ενίσχυσης των κτηρίων τους
-Καταγραφή μέσω της πλατφόρμας των υπαγωγών που τηρείται στο ΤΕΕ των αυθαιρέτων που έχουν υποβάλει στατική μελέτη και αυτών που υπολείπονται
-Απαίτηση υποβολής στατικής μελέτης για την ταυτότητα κτηρίων.
-Επανεξέταση του θεσμικού πλαισίου που διέπει τη στατική επάρκεια των αυθαίρετων κατασκευών, ώστε να συμπεριλάβει στη υποχρέωση στατικής μελέτης και τα κτήρια κατηγορίας 1 και 2, αλλά και όλες τις αυθαίρετες κατασκευές που δεν έχουν νομιμοποιηθεί και είναι σε καθεστώς υπαγωγής
-Επικαιροποιηση των ζωνών σεισμικής επικινδυνότητας, λαμβάνοντας τα νέα δεδομένα από την παρακολούθηση της σεισμικής δραστηριότητας
-Περιοδικοί έλεγχοι ανά δεκαετία στα κτήρια. Ο αρχικός σχεδιασμός της Ταυτότητας Κτηρίου προέβλεπε περιοδική επιθεώρηση όλων των υφιστάμενων κτηρίων της χώρας ανά πενταετία περίπου, αλλά αντιμετωπίστηκε ως χαράτσι προς όφελος των μηχανικών
-Άμεσος προσεισμικός έλεγχος σχολείων, νοσοκομείων, ξενοδοχείων, εργοστασίων που έχουν κατασκευαστεί πριν από το ’85
-Ενεργοποίηση και συγκρότηση των Παρατηρητήριων που προβλέπονται στο Ν. 4495/17 ως υπηρεσιακής δομής ελέγχου δόμησης που θα έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του δομημένου περιβάλλοντος, όπως και παρακολούθηση, εποπτεία, έλεγχο και υλοποίηση όλων των δράσεων που αφορούν στη στατική επάρκεια, τη θωράκιση των κτηρίων και γενικότερα την ασφάλεια του συνόλου του κτηριακού δυναμικού της χώρας μας.
Της Σταυρούλας Αγρίου
Πολιτικού μηχανικού, MSc, μέλους Κεντρικής Αντιπροσωπείας ΤΕΕ