«Νιώθω μια ανασφάλεια σε αυτή τη χώρα. Όταν δεν δουλεύει τίποτα, κάποια στιγμή θα γινόταν»
Γεμάτος φόβο πια για το πόσο ασφαλής είναι στη χώρα του και με ένα σοκ που δύσκολα θα αποχωριστεί, ο 21χρονος Φίλιππος από την Καλαμάτα, φοιτητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, είναι από τους πολύ τυχερούς της ασύλληπτης για τη χώρα μας και για δεκάδες οικογένειες, τραγωδίας των Τεμπών.
Επιβάτης της μοιραίας επιβατικής αμαξοστοιχίας, ο ίδιος και οι γονείς του δεν μπορούν ακόμα να πιστέψουν πόσο τυχεροί στάθηκαν και την ίδια στιγμή πλημμυρίζουν από θλίψη για τόσους άλλους γονείς και συγγενείς που δεν έλαβαν την ίδια χαρά, αλλά αντίθετα έχουν βυθισθεί σε απέραντο πόνο και πένθος.
Ο Φίλιππος, σπουδάζει Ιστορία – Αρχαιολογία στο Αριστοτέλειο και όλα αυτά τα χρόνια, για τα ταξίδια του από και προς την Καλαμάτα, χρησιμοποιούσε το τρένο. Αόριστος φυσικά: «χρησιμοποιούσε»… Γιατί δεν ξέρει πότε θα μπορέσει να ταξιδέψει πάλι με τρένο.
Το τριήμερο της Καθαρής Δευτέρας, με την παρέα του πήγαν στην Πάτρα για το καρναβάλι. Η παρέα του έφυγε επίσης με το τρένο την Τρίτη, αλλά νωρίτερα με άλλα δρομολόγια. Ο ίδιος αναχώρησε μόνος του από Αθήνα για Θεσσαλονίκη με την Intercity 62 των 19.22, το μοιραίο τρένο για τόσες αθώες ψυχές…
Τη στιγμή που περίμενε να ξεκινήσει το ταξίδι αυτό, ποτέ δεν φανταζόταν ότι θα γραφόταν στη μνήμη και την καρδιά του με τα πιο ανεξίτηλα μαύρα χρώματα…
Αν κι έχουν περάσει κάποιες ημέρες, ακόμα δεν αισθάνεται άνετα να αναφέρεται σε ότι συνέβη και γι’ αυτό σεβαστήκαμε την επιθυμία του να μη δημοσιευτεί το επώνυμό του, καθώς μόνο ένας στενός κύκλος ανθρώπων γνωρίζει ότι εκείνο το μοιραίο βράδυ βρισκόταν μέσα στο τρένο.
«Κοιτάξαμε, μήπως χρειάζεται κάποιος βοήθεια»
Όπως έκανε πάντα, έβγαλε το εισιτήριό του ηλεκτρονικά και πήρε το τρένο από το σταθμό της Αθήνας. Υπήρξε καθυστέρηση περίπου μισής ώρας, όμως δεν διαπίστωσε να συμβαίνει κάτι περίεργο, ούτε πριν ξεκινήσουν, ούτε κατά τη διαδρομή.
Τα ταξίδι κυλούσε ομαλά και τίποτα δεν προμήνυε το κακό που έρχεται, μέχρι που ακούστηκε ένας δυνατός κρότος και ταρακουνήθηκαν τα πάντα.
«Ήμουν στο 6ο βαγόνι και το βίωσα πιο ομαλά από τους υπόλοιπους. Η παρέα μου είχε φύγει με άλλο τρένο την ίδια ημέρα. Όσοι ήμασταν στο βαγόνι, δεν είχαμε αντιληφθεί κάτι νωρίτερα. Ξαφνικά νιώσαμε ένα δυνατό τράνταγμα, σαν τρακάρισμα. Η αλήθεια, είναι ότι εκείνη τη στιγμή δεν καταλάβαμε τι ακριβώς έγινε. Κοιτάξαμε λίγο να δούμε τι γίνεται με τους γύρω μας, και μήπως χρειάζεται κάποιος βοήθεια. Ήταν μια κυρία που είχε χτυπήσει στο πρόσωπο, τη μύτη της νομίζω και είχε αίματα, της δώσαμε λίγο χαρτί», είναι τα πρώτα λόγια του Φίλιππου.
Θυμάται ότι τα φώτα στο δικό τους βαγόνι έσβησαν στιγμιαία, αλλά μετά επανήλθαν. «Αμέσως μετά κοιτάξαμε αν ανοίγουν οι πόρτες για να μπορέσουμε να βγούμε, γιατί δεν υπήρχε κάποιος να μας ενημερώσει ή να μας δώσει οδηγίες. Ευτυχώς, οι πόρτες άνοιξαν γρήγορα».
Επίσης, το καλό ήταν ότι το δικό τους βαγόνι δεν έφυγε από τις ράγες κι έτσι έμεινε όρθιο και μπόρεσαν όλοι να βγουν εύκολα έξω.
«Η φωτιά ήταν μεγάλη, μύριζε παντού καμένο»
«Με το που άνοιξαν όμως οι πόρτες, άρχισε να μυρίζει έντονα καμένο. Μόλις βγήκαμε έξω, είδαμε τη φωτιά στα μπροστινά βαγόνια. Και είδαμε, το βαγόνι 3 νομίζω ήταν, που είχε πέσει πιο κάτω από τα υπόλοιπα. Σαν να ήταν σε γκρεμό. Ακούγαμε κόσμο να ζητάει βοήθεια. Κάποιοι σκεφτήκαμε να κινηθούμε προς τα μπροστά για να δούμε τι έχει γίνει, αλλά η φωτιά ήταν μεγάλη και φοβηθήκαμε. Κι έτσι αρχίσαμε να κινούμαστε προς τα πίσω και επάνω στις ράγες του τρένου, προκειμένου να βγούμε κάπου που θα μπορούσαν να μας μαζέψουν. Δεν ξέραμε καν που ήμασταν», μας διηγήθηκε ο Φίλιππος.
«Στην αρχή που έγινε το τράνταγμα έπαθα σοκ, αλλά λέω απλώς τρακάραμε και τέλος. Δεν φανταζόμουν με τίποτα ότι θα έχει γίνει αυτό που αντίκρισα μετά. Όταν άρχισε να μυρίζει καμένο, πανικοβληθήκαμε, αλλά μέχρι και την ώρα που ήρθαν τα λεωφορεία και μας πήραν δεν είχα καταλάβει ότι θα υπάρχουν νεκροί. Όταν είδα το βαγόνι να έχει πέσει και να έχει πάρει φωτιά κατάλαβα ότι είναι κάτι πιο σοβαρό, αλλά και πάλι δεν μπορούσα να διανοηθώ αυτή την τραγική κατάσταση».
Αφού βγήκε από το βαγόνι, το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να τηλεφωνήσει στο σπίτι του στην Καλαμάτα. Μίλησε με τη μητέρα του, της είπε τι έγινε και ότι είναι καλά.
«Ήταν θέμα στιγμής να συμβεί»
Οι υπόλοιπες ημέρες δεν έχουν περάσει και πολύ ήρεμα για τον ίδιο, βλέποντας πια από τι γλύτωσε. Έχει αρχίσει να νιώθει λίγο καλύτερα, τις τελευταίες δύο ημέρες.
«Τι σκέφτεσαι τώρα, μετά από όλο αυτό», είναι η επόμενη ερώτηση.
«Έχω αρχίσει να φοβάμαι να μείνω σ’ αυτή τη χώρα. Δεν ξέρω τελικά από πού μπορεί να προκύψει οτιδήποτε. Νιώθω μια ανασφάλεια», εκμυστηρεύεται ο Φίλιππος.
«Και για τις ευθύνες;», τον ρωτάμε.
«Για τις ευθύνες, δεν είμαι εγώ εκείνος που θα πω. Σίγουρα είναι και ανθρώπινο λάθος, αλλά με όσα έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια, πιο πολύ το ρίχνω στην τύχη. Ότι από τύχη έγινε. Τη στιγμή που όλα είναι λάθος, θα γινόταν. Απλώς ήμασταν άτυχοι εμείς. Ήταν θέμα στιγμής να συμβεί. Όταν δεν δουλεύει τίποτα, κάποια στιγμή θα γινόταν…»
«Θα ταξιδέψεις πάλι με τρένο;», είναι η τελευταία μας ερώτηση και η απάντηση αναμενόμενη.
«Δεν νομίζω τώρα σύντομα… Εκτός αν δω ότι αλλάζουν βασικά πράγματα, ίσως…»
Της Βίκυς Βετουλάκη