•Όταν στα μέσα του 20ού αιώνα στις ΗΠΑ ο Τζόρτζ Γκάλοπ ίδρυσε την πρώτη εταιρεία σφυγμομέτρησης της κοινής γνώμης, ούτε ο ίδιος είχε προβλέψει τη δύναμη αυτού του εργαλείου έρευνας στην πολιτική, στην οικονομία κ.α. Το 1948, όμως, όταν απέτυχε παταγωδώς να προβλέψει τη «βέβαιη» νίκη του υποψήφιου προέδρου Ντιούι σε βάρος του Τρούμαν που επανεκλέχθηκε, το Ινστιτούτο Γκάλοπ, όχι μόνο απώλεσε το κύρος και την αξιοπιστία του, αλλά πολλοί το χαρακτήρισαν τυραννία.
•Στη χώρα μας οι δημοσκοπήσεις τα τελευταία (20) χρόνια, σε κάθε προεκλογική περίοδο, πρωτοστατούν είτε ως εργαλεία έρευνας είτε συχνά ως εργαλεία προπαγάνδας. Ίσως να μη χαρακτηρίζονται «τύραννοι», όπως η εταιρεία «Γκάλοπ», σίγουρα όμως οι πολίτες είναι απέναντί τους καχύποπτοι και συχνά εχθρικοί. Πολλοί κλείνουν το τηλέφωνο, άλλοι απαντούν παρελκυστικά και κάποιοι ειρωνικά. Η απαξίωση έχει πολλές αιτίες. Βασικότερη όλων είναι η παταγώδης αποτυχία να προβλέψουν αποτελέσματα πρόσφατων εκλογών.
-Το Γενάρη του 2015 έξι εταιρείες (εκτός της «Palmos») τρεις μέρες πριν από τις εκλογές προέβλεπαν νίκη του ΣΥΡΙΖΑ με διαφορά 3-5%, αλλά η διαφορά ήταν τελικά 8,5%.
Στο δημοψήφισμα «ΝΑΙ – ΟΧΙ» προέβλεπαν «ντέρμπυ», αλλά το «όχι» υπερίσχυσε με 23% (!) διαφορά. Τον Σεπτέμβρη 2015 πάλι σχεδόν όλες προέβλεπαν «ντέρμπυ» και μία (Μέτρον Ανάλυσις) οριακή νίκη (!) της Ν.Δ. Ο ΣΥΡΙΖΑ νίκησε με διαφορά 7,5 μονάδες.
Τον Ιούλιο του 2019 προέβλεπαν για τον ΣΥΡΙΖΑ ποσοστό 27-28%, αλλά πήρε 31,5%. Δηλαδή, κατά διαβολική σύμπτωση σχεδόν όλοι οι δημοσκόποι πάντοτε υποεκτιμούσαν τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ και «φούσκωναν» αυτά της Ν.Δ.
•Το «Βατερλώ των δημοσκόπων» υποκινεί την καχυποψία των πολιτών. Όταν, μάλιστα, υπάρχουν και σοβαρές ενδείξεις διαπλοκής κάποιων εξ αυτών με κέντρα και παράκεντρα εξουσίας, η καχυποψία ενισχύεται, μαζί και η αναξιοπιστία τους. Αυτή η παραδοχή (εργαλεία προπαγάνδας) δε σημαίνει ότι κάποιες εταιρείες δεν προσπαθούν έντιμα και επιστημονικά να κάνουν την έρευνά τους και να αποτυπώσουν, έστω ως φωτογραφίες της στιγμής, τις τάσεις στην κοινωνία.
Οι υπαρκτές δυσκολίες καταγραφής των τάσεων (άρνηση απάντησης, έλλειψη σταθερού τηλεφώνου σε ομάδες πληθυσμού όπως νέοι, φτωχοί, «χωρίς φωνή» κ.ά.) δεν ακυρώνουν τη γενική καχυποψία και απαξίωση των δημοσκοπικών εταιρειών, δυστυχώς και εκείνων που έντιμα κάνουν τη δουλειά τους.
•Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις για τις εκλογές της 21ης Μαΐου δίνουν προβάδισμα στη Ν.Δ. Εκ των πραγμάτων εμφανίζονται ως εργαλεία προπαγάνδας, αφού στο παρελθόν πάντοτε υποεκτιμούσαν τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ και έπεσαν έξω. Οι ίδιες εταιρείες πριν από λίγους μήνες έπεσαν πάλι έξω στις εκλογές της Κύπρου και κατά «σύμπτωση» πάλι σε βάρος της Αριστεράς. Αναμένοντας ένα νέο πιθανό «Βατερλώ» τους, επισημαίνω συνάμα ότι η πιο έγκυρη και σίγουρη δημοσκόπηση είναι η κάλπη.
Το βράδυ της 21ης Μαΐου θα κριθεί από τους πολίτες, όχι κυρίως η αξιοπιστία των δημοσκόπων. Θα κριθεί, αν η χώρα θα κυβερνηθεί πάλι από τη χειρότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης του κ. Μητσοτάκη ή αν από την κάλπη της απλής αναλογικής θα προκύψει αλλαγή πορείας με νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας.
Οι καιροί ου μενετοί!
Της Μαρίας Ν. Βεργινάδη
Δικηγόρου, υποψήφιας βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. Μεσσηνίας