Για τα διαθέσιμα αποθέματα ελαιολάδου μίλησε στον ΑγροΤύπο και στη Δήμητρα-Κωνσταντίνα Σεβαστέλη ο ελαιοπαραγωγός από την Τριφυλία, Αλέξης Χηνάρης, προχωρώντας παράλληλα σε προσωπικές εκτιμήσεις για την επόμενη ελαιοκομική περίοδο.
Σύμφωνα με τον ελαιοπαραγωγό, τα διαθέσιμα αποθέματα ελαιολάδου, τουλάχιστον στην περιοχή της Τριφυλίας, αγγίζουν περίπου τους δέκα χιλιάδες τόνους. Το ποσό αυτό ο συνεντευξιαζόμενος αντιπαραθέτει με τους εξήντα χιλιάδες τόνους ελαιολάδου που είχαν αρχικά παραχθεί, με τον ίδιο να εκτιμά, ότι «έως και το Σεπτέμβρη δε θα υπάρχουν άλλα αποθέματα, καθώς μέρα με τη μέρα το λάδι πουλιέται».
Την περίοδο που διανύουμε η τιμή του ελαιολάδου ανά κιλό σημειώνει ελάχιστες αυξομειώσεις, ήτοι της τάξεως των δέκα λεπτών του ευρώ. Ο κ. Χηνάρης, μάλιστα, πιστεύει ότι η αγορά στο σύνολο της, μέχρι την τελική διάθεση των διαθέσιμων αποθεμάτων, θα κυμανθεί μεταξύ του ποσού των πέντε ευρώ και πενήντα λεπτών του ευρώ (5,50 ευρώ) έως του ποσού των έξι ευρώ (6,00 ευρώ), σημειώνοντας ότι μια τέτοια τιμή είναι αρκετά καλή για ελαιόλαδο περσινής παραγωγής, το οποίο, μάλιστα, όπως παρατηρεί «ακόμα δε διαβάζεται περσινό ελαιόλαδο, από τα τέλη Σεπτεμβρίου θα θεωρείται περσινό».
Εκτιμήσεις για την επόμενη ελαιοκομική περίοδο
Καθοριστικό ρόλο αναφορικά με την τιμή του ελαιολάδου της επόμενης ελαιοκομικής περιόδου θα διαδραματίσει η παραγωγή της Ισπανίας, καθώς «εάν δεν είναι καλή», όπως τόνισε ο ελαιοπαραγωγός από την Τριφυλία, «το λάδι θα ξεκινήσει με υψηλότερη τιμή». Μάλιστα, σύμφωνα με την προσωπική του εκτίμηση η τιμή του ελαιολάδου ανά κιλό μπορεί να φτάσει στο ποσό των πέντε ευρώ και πενήντα λεπτών του ευρώ (5,50 ευρώ), ενώ δεν είναι απίθανο, πάντοτε σύμφωνα με τον ίδιο, να εκτοξευτεί και στην τιμή των έξι ευρώ (6,00 ευρώ).
Ο παραγωγός Αλέξης Χηνάρης εξήγησε ότι η τιμή του ελαιολάδου της περσινής χρονιάς διαμορφώθηκε κατόπιν μιας σειράς οικονομικών διακυμάνσεων. Ειδικότερα, η τιμή του ελαιολάδου ανά κιλό αρχικά ανερχόταν στο ποσό των τεσσάρων ευρώ και ογδόντα λεπτών του ευρώ (4,80 ευρώ), εν συνεχεία σημείωσε μια μικρή μείωση και συγκεκριμένα ανήλθε στο ποσό των τεσσάρων ευρώ και πενήντα λεπτών του ευρώ (4,50 ευρώ), ύστερα η τιμή του κιλού του ελαιολάδου αυξήθηκε στο ποσό των πέντε ευρώ (5,00 ευρώ) και τέλος, μετά την περίοδο του Πάσχα, σκαρφάλωσε στο ποσό των έξι ευρώ (6,00 ευρώ) ανά κιλό.
«Τις τελευταίες είκοσι μέρες λέγαμε την τιμή και την επόμενη μέρα το ελαιόλαδο είχε άλλη τιμή», πρόσθεσε ο συνεντευξιαζόμενος, σημειώνοντας, παράλληλα, ότι ναι μεν η αύξηση που σημειώθηκε αποτελεί ένα θετικό πρόσημο για τον ελαιοπαραγωγό και τον έμπορο, ωστόσο δύναται να οδηγήσει τον καταναλωτή στην επιλογή ενός οικονομικότερου ελαιολάδου που θα βρει διαθέσιμο στο ράφι.
Για το λόγο αυτό, προέχει η διατήρηση μιας ισορροπίας μεταξύ της ποιότητας του ελαιολάδου και της τιμής του, ώστε ο καταναλωτής να μην καταφεύγει σε φτηνότερες λύσεις, αμφιβόλου προελεύσεως, ικανές να βλάψουν τόσο τον ελαιοπαραγωγό όσο και τον έμπορο.
Κλείνοντας, προέβλεψε ότι η επόμενη ελαιοκομική περίοδος θα είναι ενθαρρυντική, με τις τιμές να κυμαίνονται μεταξύ του ποσού των πέντε ευρώ και πενήντα λεπτών του ευρώ (5,50 ευρώ) έως και του ποσού των έξι ευρώ (6,00 ευρώ) ανά κιλό ελαιολάδου.