H καλλιτεχνική διευθύντρια του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας μιλά στο «Θ»
Πέρασαν 6 χρόνια από τη στιγμή που η Λίντα Καπετανέα ανέλαβε τη διεύθυνση του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας και σε όλο αυτό το διάστημα έχει καταφέρει να αφήσει το δικό της στίγμα. Ένα στίγμα δυναμικό, ανανεωτικό, εξωστρέφειας, στιβαρό, άγχους, αλλά στο τέλος με ένα αφοπλιστικό χαμόγελο… Αυτή είναι η Λίντα Καπετανέα.
Την ερχόμενη Παρασκευή, λοιπόν, κάνει πρεμιέρα το 29ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, με την καλλιτεχνική του διευθύντρια να μας μιλά για την εμπειρία της όλα αυτά τα χρόνια, τη φετινή διοργάνωση, τη διοργάνωση των 30 ετών που ήδη σκέφτεται και, φυσικά, το χορό, αφού είναι η ζωή της…
-Έκτος χρόνος στο τιμόνι του Φεστιβάλ Χορού. Μιλήστε μας
για όλο αυτό το ταξίδι…
Τι να πρωτοπώ… Πολλή δουλειά, άγχος, αγωνία, ρίσκο, συναντήσεις, υπομονή,
αγάπη, ενθουσιασμός, υποστήριξη, δημιουργικότητα, κίνηση, ταξίδια, άπειρα μέιλ,
μηνύματα, τηλεφωνήματα, εκνευρισμός, φίλοι, εμπιστοσύνη, συνεργασία,
ομαδικότητα, περηφάνια, συγκίνηση.
Κάθε χρόνο κάνουμε κι έναν μικρό άθλο. Ή πολλούς, όπως το βλέπει κανείς.
Στο Φεστιβάλ διδάχθηκα την υπομονή και την προσαρμοστικότητα, βιώνω την πολυπλοκότητα, το τι σημαίνει να παίρνεις γρήγορες αποφάσεις στα επείγοντα θέματα, τι σημαίνει διπλωματία. Ότι δε θα γίνουν όλα όπως τα θέλω και στο χρόνο που θέλω. Ότι οι άνθρωποι, ειδικά στη χώρα μας, έχουν στερηθεί τα θετικά σχόλια και τα μπράβο. Ότι ένα χαμόγελο μπορεί να αλλάξει κυριολεκτικά τις συνθήκες. Ότι υπάρχουν δομές ετών που έχουν τη δική τους κουλτούρα και τις δικές τους συνήθειες, που πρέπει να γίνουν κι αυτές σεβαστές για να προχωρήσει η συνεργασία. Ότι με τον τρόπο του ο καθένας που ασχολείται με το φεστιβάλ θέλει να το δει να γίνεται μεγάλο και σπουδαίο. Και ότι, τελικά, όλοι θέλουν να συμμετέχουν σε μια όμορφη ιστορία, σε έναν κοινό όμορφο στόχο.
-Σίγουρα όταν αναλάβετε είχατε θέσει κάποιους στόχους. Σε
τι βαθμό αυτοί έχουν εκπληρωθεί, τι έχει απομείνει και «πώς ήταν να το βλέπετε
έξω από το χορό», αλλά τώρα όλα να περνούν από το χέρι σας;
Αυτά τα έξι χρόνια έχουμε πετύχει πολλά. Έχουμε κάνει μια πολύ εντατική
προσπάθεια για ανανέωση και αναβάθμιση του θεσμού, για τόνωση της εξωστρέφειάς
του, για εμβάθυνση της σχέσης του με την πόλη, το δημόσιο χώρο, αλλά και τους
κατοίκους όλων των ηλικιών, μέσω του προγράμματος εργαστηρίων κίνησης και του
Keep Dancing για μαθητές που «τρέχει» όλη τη χρονιά, για στήριξη Ελλήνων
καλλιτεχνών και πρωτοβουλιών του θεσμού για όλο και μεγαλύτερα ανοίγματα σε
συνεργασίες με φορείς, ιδρύματα και άλλα φεστιβάλ από την Ελλάδα και το
εξωτερικό.
Πολλά ακόμα μπορούν να γίνουν και κάθε χρόνο αυτό προσπαθούμε. Για να γίνουν
τομές, αυτό είναι μιαν άλλη ιστορία. Δηλαδή, για να γίνουμε μεγαλύτεροι σε
διάρκεια, δράσεις, «να ανοίξουμε» σε συμπαραγωγές κ.λπ., χρειάζεται ένα εντελώς
νέο μοντέλο διαχείρισης και χρηματοδότησης και ένα εντελώς νέο πλαίσιο
λειτουργίας του Μεγάρου Χορού.
-Ένας από τους βασικούς σας στόχους ήταν ο κόσμος της
Καλαμάτας να γνωρίσει το φεστιβάλ. Είναι κάτι που θεωρείτε ότι έχει επιτευχθεί;
Όχι μόνο ο κόσμος της Καλαμάτας να γνωρίσει το φεστιβάλ. Ήταν ευρύτερος στόχος
να αναγνωριστεί παραπάνω στην Ευρώπη και στην Ελλάδα φυσικά. Και γίνεται σιγά
σιγά. Προσπαθούμε κάθε χρόνο να προσελκύουμε κόσμο, να γνωρίσει την κίνηση και
να δει την τέχνη του χορού διαφορετικά.
-Το φεστιβάλ είναι γνωστό παγκοσμίως. Αποτελεί ένα από τα
«όπλα σας» όταν προσπαθείτε να φέρετε μια ομάδα στην πόλη;
Είναι μεν γνωστό παγκοσμίως, όπως όμως και πολλά άλλα σημαντικά φεστιβάλ. Η
θερινή περίοδος είναι φεστιβαλική περίοδος. Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός
φεστιβάλ που λαμβάνουν χώρα την ίδια ακριβώς περίοδο με αυτό της Καλαμάτας. Οι
καλλιτέχνες πολλές φορές επιλέγουν πού θα πάνε. Νομίζω ο συνδυασμός του
ονόματος του φεστιβάλ και το γεγονός ότι γνωρίζω προσωπικά πολλούς χορογράφους,
μου επιτρέπει να έχω μια πιο άμεση επαφή μαζί τους. Είμαι μέσα στη δουλειά και
ως καλλιτέχνης, ως δημιουργός και ως χορεύτρια. Επίσης, ταξιδεύω συνεχώς για τα
μαθήματά μας με τον Γιόζεφ. Αυτό μου δίνει τα δυνατότητα να παρακολουθώ χορό
και χορευτές από όλο τον κόσμο.
-Αφού μιλήσαμε για ομάδες, μιλήστε μας για τις ελληνικές.
Είστε της άποψης ότι το φεστιβάλ πρέπει να βασίζεται σε ελληνικές ομάδες;
Το φεστιβάλ είναι διεθνές. Ένας από τους στόχους μου είναι να κάνουμε ελληνικές
συμπαραγωγές ή, ακόμα καλύτερα, τις δικές μας παραγωγές ως φεστιβάλ. Είμαι της
άποψης να φιλοξενώ στην Καλαμάτα νέα χορογραφικά ταλέντα, αλλά και χορευτές και
χορογράφους που έχουν ήδη μια σημαντική πορεία στο σύγχρονο χορό και πρέπει να
τους γνωρίσει το κοινό. Είτε είναι από την Ελλάδα είτε από το εξωτερικό.
Την ίδια στιγμή, όμως, αυτός ο θεσμός δίνει βήμα στις ελληνικές ομάδες, γιατί έχουμε κι εμείς τη δική μας χορευτική σκηνή που αναπτύσσεται και εξελίσσεται διαρκώς. Αυτό, όμως, που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι ο χορός είναι μια παγκόσμια γλώσσα. Οι ξένες ομάδες έχουν χορευτές από όλα τα μέρη του κόσμου, και Έλληνες. Η δική μου με τον Γιόζεφ είναι μικτή. Θέλω να πω ότι αυτοί οι διαχωρισμοί δεν έχουν πολλή σημασία στο χορό. Συνήθως οι χορευτές αναφέρονται στη βάση τους, όχι στον τόπο καταγωγής τους. Δηλαδή, στον τόπο όπου ζουν, εργάζονται και παρουσιάζουν τη δουλειά τους, όχι πού γεννήθηκαν, και αυτοί οι τόποι είναι τόποι που έχουν επενδύσει στον πολιτισμό. Μακάρι να επενδύσουμε κι εμείς στο χορό όπως έκανε το Βέλγιο.
–Διαβάσαμε ότι ένας από τους στόχους σας είναι η
Καλαμάτα να δημιουργήσει τη δική της παραγωγή. Είναι κάτι εφικτό;
Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, με τον προϋπολογισμό που έχουμε, αυτό δεν είναι
εφικτό. Παραγωγή ενός έργου σημαίνει πολλά χρήματα. Θα μπορούσαμε να
ξεκινήσουμε με πολύ μικρές παραγωγές, αλλά κι αυτό πάλι χρειάζεται έξτρα
χρηματοδότηση, ειδικά γι’ αυτό το σκοπό.
-Και φέτος θα δούμε μια Καλαματιανή που ξεκίνησε από την
τότε σχολή της ΔΕΠΑΚ και συνεχίζει σε διεθνές επίπεδο. Εσείς παρακολουθείτε τη
Δημοτική Σχολή Χορού; Έχετε δει μαθητές που ξεχωρίζουν;
Παρακολουθώ τη σχολή τα τελευταία χρόνια λόγω της συνεργασίας μας με το
φεστιβάλ. Η διευθύντρια κάνει εξαιρετική δουλειά με τα παιδιά και τις δράσεις
της σχολής, ενώ είναι ανοικτή σε κάθε συνεργασία μαζί μας. Ενημερώνομαι πάντα
από τους καθηγητές του προγράμματος KEEP DANCING του φεστιβάλ, που τρέχει όλη τη χρονιά,
για το πολύ καλό επίπεδο και τη θέληση των παιδιών να εξελιχθούν. Έχει γίνει
μια πολύ καλή προσπάθεια να φιλοξενούμε για 8 μήνες το χρόνο ένα ΣΚ το μήνα
σεμινάρια χορού για χορευτές, ενώ αυξάνεται διαρκώς ο αριθμός των παιδιών που
συμμετέχουν.
Εύχομαι κάποια στιγμή η σχολή να λειτουργήσει στο Μέγαρο Χορού για τα μαθήματα, καθώς το Μέγαρο έχει πολύ καλύτερες υποδομές.
-Επίσης αρκετοί έρχονται εδώ για να παρακολουθήσουν τα
σεμινάρια…
Φέτος έχουμε γύρω στους 75 χορευτές που συμμετέχουν στα επαγγελματικά σεμινάρια,
και εδώ να πούμε ότι οι 35 είναι από το εξωτερικό. Πολύ θετικό για εμάς που έχουμε
τόσο κόσμο από το εξωτερικό.
Από την άλλη, θα ήθελα να προσελκύσουμε ακόμα περισσότερους Έλληνες για το επαγγελματικό τμήμα, καθώς οι δάσκαλοι που φέρνουμε είναι από το εξωτερικό και έτσι έχουν μια καλή ευκαιρία να δουλέψουν μαζί τους, χωρίς να πρέπει να ταξιδέψουν εκτός Ελλάδος.
-Μπορεί ένας νέος χορευτής να ζήσει από το χορό; Και
γενικότερα, όταν κάποιος καταφέρει να ανέβει, θα μπορέσει;
Όταν είσαι νέος χορευτής, όχι δε ζεις από το χορό. Όταν εδραιωθείς
επαγγελματικά, εξαρτάται από το πόσο μπορείς να ζήσεις με διδασκαλίες και
παραστάσεις. Και πάλι είναι αρκετά δύσκολο.
-Βλέποντας την καθημερινότητά σας παρατηρούμε ότι η Λίντα
Καπετανέα κάνει τα πάντα. Πόσο δύσκολο είναι αυτό; Τι σημαίνει, τελικά, ο χορός
για εσάς;
Τίποτα δεν είναι δύσκολο, αν το αγαπάς. Ναι, τα κάνω όλα. Το πιο σημαντικό
είναι να τα προγραμματίζεις όλα σωστά, έτσι ώστε να μη χάνεσαι στο φόρτο
εργασίας. Ο χορός είναι κίνηση και η κίνηση είναι ζωή. Η ακινησία έχει βαρύ
τίμημα.
-Υπάρχει ένα κομμάτι από όλα αυτά που σας αρέσει
περισσότερο;
Μου αρέσουν όλα, τα αγαπάω όλα και δίνω τον καλύτερό μου εαυτό σε όλα.
–Μιλήστε μας για το φετινό φεστιβάλ. Τίτλος του «(Επι)Στροφή στο Σώμα». Θεωρείτε ότι ο κόσμος έχει αμελήσει το σώμα του; Αν ναι, τι πρέπει να αλλάξει;
«Επιστροφή στο Σώμα» σημαίνει να αναλογιστούμε το νόημα του να είμαστε ζωντανοί και θνητοί. Καλούμαστε να δούμε το σώμα ως έναν τόπο βιωμένης γνώσης, ατομικής και συλλογικής εμπειρίας. Πόσο γνωρίζουμε το ανθρώπινο σώμα ή το δικό μας σώμα; Ενώ το σώμα μπήκε στο επίκεντρο με ιατρικούς όρους λόγω της πανδημίας, φοβάμαι ότι γίναμε όλοι ειδικοί ξαφνικά, μέσα από αποσπασματικές πληροφορίες. Δεν αντιλαμβανόμαστε την ολότητα των πραγμάτων ούτε τη διασύνδεση με τη φύση. Και νιώθω ότι ξεχάσαμε πολύ γρήγορα αυτή την πρώτη αίσθηση που είχαμε όλοι όταν ακούσαμε τα αποτελέσματα των lockdowns στη φύση. Δεν αμφισβητούμε πραγματικά το πώς ζούμε και το τι θα αφήσουμε στις επόμενες γενιές. Ο τίτλος εκφράζει την ανάγκη να αποκτήσουμε μέσα από το βίωμα μια πιο βαθιά αντίληψη και συνείδηση για ό,τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στον κόσμο και εκφράζει, τελικά, την ανάγκη για περισσότερη πνευματικότητα.
Το σώμα και το πνεύμα, όσο κι αν προσπαθούμε να τα διαχωρίσουμε, πορεύονται μαζί όσο είμαστε ζωντανοί. Και μόνο αυτό θα έπρεπε να είναι αρκετό για να καταλάβουμε το σεβασμό απέναντι στη ζωή, στον εαυτό μας, στη φύση, στον Άλλον, όποιος κι αν είναι.
-Υπάρχουν παραστάσεις που εσείς ξεχωρίζετε;
Εννοείται πως όχι. Το πρόγραμμα κάθε χρόνο είναι έτσι σχεδιασμένο και
μοιρασμένο, που από τη μια κάθε παράσταση μπορεί να αποτελέσει ξεχωριστή
εμπειρία και από την άλλη τα έργα αλληλοσυμπληρώνονται σε ένα μοναδικό 10ημερο
δράσεων.
-Και πάμε του χρόνου για το 30ό… Έχετε ήδη ξεκινήσει το
σχεδιασμό;
Κάθε φορά και κάθε χρονιά που έχει ολοκληρωθεί ο προγραμματισμός, σκέφτομαι το
επόμενο φεστιβάλ. Τα 30 είναι επετειακή χρονιά και θα θέσουν τον πήχη ακόμα πιο
ψηλά καλλιτεχνικά. Αλλά σκεφτείτε λίγο το 31ο πόσο πιο δύσκολο θα είναι μετά τα
30!
-Κάτι από εσάς…
Σας περιμένουμε!
Του Παναγιώτη Μπαμπαρούτση