Ανυπεράσπιστος, ανοχύρωτος και εκτεθειμένος στη δίνη των προβλημάτων ο κλάδος.
Ανυπεράσπιστος, ανοχύρωτος και εκτεθειμένος στη δίνη των προβλημάτων είναι ο μικρομεσαίος ξενοδοχειακός κλάδος, σύμφωνα με την Ένωση Ξενοδόχων Μεσσηνίας, η οποία χαιρετίζει την ανάληψη των καθηκόντων της υπουργού Τουρισμού από την κυρία Όλγα Κεφαλογιάννη, ενώ κάνει αναφορά στα προβλήματα που αντιμετωπίζει και ιδιαίτερα στη φετινή υποτονική κίνηση.
Κάνοντας αναφορά στην κα Κεφαλογιάννη, οι ξενοδόχοι της Μεσσηνίας επισημαίνουν ότι η εμπειρία της από την πρότερη θητεία της θα λειτουργήσει υπέρ της έγκαιρης, εν μέσω τουριστικής περιόδου, κατανόησης των βασικών προτεραιοτήτων και προβλημάτων του τουριστικού τομέα. «Παράλληλα, ελπίζουμε για την αποτελεσματική συμβολή της στην επίλυση των χρονιζόντων προβλημάτων του ξενοδοχειακού κλάδου που μας απασχολούν και παραμένουν ανεπίλυτα για μεγάλο χρονικό διάστημα», υπογραμμίζουν.
Στη Μεσσηνία
Η Ένωση σημειώνει ότι μετά την οικονομική κρίση και την πανδημία τα πλήγματα στον κλάδο συνεχίζονται από τις τελευταίες γεωπολιτικές, ενεργειακές, οικονομικές και πληθωριστικές πιέσεις που ασκούνται διεθνώς. «Και παρά το γεγονός ότι η τουριστική Ελλάδα, στο σύνολό της, δεν αντιμετωπίζει με την ίδια ένταση τις επιπτώσεις των παραπάνω προβλημάτων, η Μεσσηνία και γενικότερα η Πελοπόννησος, επειδή στηρίζονται περισσότερο στη μονοκαλλιέργεια του εγχώριου τουρισμού σε επίπεδο εσόδων, δεν μπορεί να αντισταθμίσει τα υπέρογκα λειτουργικά έξοδα από τις σωρευμένες υποχρεώσεις του παρελθόντος, αλλά και από τις επιπλέον επιβαρύνσεις λόγω ακρίβειας προμηθειών, λογαριασμών ρεύματος, αυξήσεων μισθών και υποχρεώσεων προς το Δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία και τις τράπεζες.
Και τούτο, διότι, διαχρονικά, διαπιστώνεται έλλειψη ενδιαφέροντος από την Πολιτεία για αναγκαίες προσαρμογές, ακόμα και από την υστέρηση των έργων υποδομής (αεροδρόμιο Καλαμάτας και οδικούς άξονες) που θα μπορούσαν να αλλάξουν άρδην το τουριστικό τοπίο και να ανοίξουν τη διεθνή αγορά.
Πολύ περισσότερο που η φετινή τουριστική χρονιά δεν ανταποκρίνεται στις ευοίωνες προβλέψεις που είχαν καλλιεργηθεί στην αρχή του έτους, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτή η κάλυψη των οικονομικών υποχρεώσεων των μικρομεσαίων ξενοδοχειακών επιχειρήσεων», επισημαίνεται στην ανακοίνωση.
«Παρασιτικές δραστηριότητες»
Και υπογραμμίζουν: «Σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο, εμείς οι ξενοδόχοι της Μεσσηνίας και όλοι οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες της Πελοποννήσου που δραστηριοποιούμαστε στον τουρισμό, νιώθουμε ότι όχι μόνο εκλείπουν οι πρωτοβουλίες για αναπτυξιακά έργα στήριξης που θα μας οδηγήσουν στο μέλλον, αλλά δεχόμαστε και το πλήγμα από παράλληλες προς τον κλάδο της φιλοξενίας δραστηριότητες, όπως είναι τα καταλύματα τύπου airbnb, τα περισσότερα από τα οποία έχουν εξελιχθεί σε παρασιτική δραστηριότητα για την περιοχή μας, λόγω του ανεξέλεγκτου χαρακτήρα τους. Πρόκειται για μια μάστιγα για την οποία πολλά έχουν ειπωθεί, αλλά ελάχιστα – έως καθόλου- έχουν γίνει. Εμείς από την πλευρά μας είμαστε υποχρεωμένοι εκ των πραγμάτων να διατηρούμε ανοιχτές τις επιχειρήσεις μας, να πληρώνουμε τους λογαριασμούς και τις λοιπές υποχρεώσεις μας, να διατηρούμε το προσωπικό μας με μισθούς που πρέπει να διασφαλίζουν την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και, εν τέλει, να τρέχουμε πίσω από τα προβλήματα προσπαθώντας να τα λύσουμε εκ των ενόντων με ελάχιστο ή ανύπαρκτο κέρδος».
Ιδιαίτερα σημειώνουν ότι ο ξενοδοχειακός κλάδος, στη μικρομεσαία του μορφή, παραμένει ανυπεράσπιστος, ανοχύρωτος και εκτεθειμένος στη δίνη των προβλημάτων, ενώ υφίσταται ανυπέρβλητες πιέσεις από την οικονομική συγκυρία.
«Νιώθει την εγκατάλειψη από όσους έχουν υποχρέωση να τον θωρακίσουν έναντι ανταγωνιστών που κινούνται “υπογείως” υποσκάπτοντας το μέλλον των επιχειρήσεων και των εργαζομένων και, γενικά, έχει αφεθεί στη μοίρα του στο πλαίσιο της νοοτροπίας “πάμε και όπου βγει”.
Καιρός είναι, λοιπόν, αντί να επαναπαυόμαστε σε πλασματικές πληρότητες που εξυπηρετούν μόνο επικοινωνιακούς και όχι οικονομικούς στόχους, να δούμε τον κλάδο του Τουρισμού στις πραγματικές του διαστάσεις. Η Ελλάδα ζει από τον τουρισμό, αλλά ο τουρισμός δε ζει το “μύθο” του στην Ελλάδα», καταλήγει η ανακοίνωση, υπενθυμίζοντας ότι παραμένει ανοικτή η πρόσκληση για διάλογο με τους αρμοδίους της Πολιτείας.