Σταθερή αξία στα επενδυτικά χαρτοφυλάκια παραμένει η αγροτική γη
Σταθερή αξία στα επενδυτικά χαρτοφυλάκια παραμένει η αγροτική γη, με την κατοχή της να αποτελεί μια ολοένα και ελκυστικότερη επένδυση για αρκετούς που επιθυμούν να μεγαλώσουν τον κλήρο τους αγοράζοντας όμορα αγροτεμάχια, αλλά και για κτηνοτρόφους που ενδιαφέρονται να ιδιοπαράξουν ζωοτροφές.
Ιδιαίτερα σε καιρούς επίμονου πληθωρισμού, η επένδυση σε ένα πάγιο στοιχείο που μπορεί να παραμείνει ουσιαστικά αναλλοίωτο -αλλιώς «άφθαρτο»- αν δε χρησιμοποιηθεί ή να διατηρήσει και σε ορισμένες περιπτώσεις να αυξήσει την αξία του, αποτελεί σημαντικό πόλο έλξης για το επενδυτικό κοινό.
Επιπρόσθετα, η αρνητική εμπειρία των τελευταίων δύο ετών με το υψηλό κόστος ζωοτροφών, καθώς και ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός των αρμόδιων φορέων για την παροχή ουσιαστικών κινήτρων για την ιδιοπαραγωγή ζωοτροφών, αποτελεί έναν καταλύτη εξελίξεων, που οδηγεί ολοένα και περισσότερους κτηνοτρόφους σε μία προσπάθεια να καλλιεργήσουν και γη (ψυχανθή, καλαμπόκι), με σκοπό να είναι όσο το δυνατόν πιο αυτάρκεις σε εισροές.
Στην Ελλάδα η μέση αξία αρόσιμης γης ανήλθε το 2021 στα 1.265,7 ευρώ το στρέμμα, με την αρδεύσιμη γη να τοποθετείται στα 1.657,5 ευρώ ανά στρέμμα και τα ξερικά χωράφια στα 813,7 ευρώ ανά στρέμμα γης, σύμφωνα με τα επικαιροποιημένα στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat στις 20 Μαρτίου.
Όσον αφορά στη μέση αξία των χωραφιών, την τριετία 2019-2021 παρέμεινε σταθερή σε επίπεδο χώρας στα 1.260 με 1.270 ευρώ το στρέμμα, σε παρόμοια επίπεδα με την Ισπανία (1.290-1.300 ευρώ το στρέμμα).
H αξία της αγροτικής γης παρουσιάζει μεγάλη διακύμανση μεταξύ των 13 Περιφερειών, με το υψηλότερο κόστος αγοράς αρόσιμης γης να εντοπίζεται στην Περιφέρεια Αττικής (6.261 ευρώ το στρέμμα) και το χαμηλότερο στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας (655 ευρώ το στρέμμα).
Σύμφωνα με τα έγκυρα στοιχεία της Eurostat, τα οποία παρέχουν επίσημα τα κράτη μέλη, σε βάθος τριετίας (2019-2021) παρατηρούνται στατιστικά σημαντικές ανατιμήσεις (>2%) στην αξία αρόσιμης γης σε 3 Περιφερειακές Ενότητες της Ελλάδας και συγκεκριμένα στη Δυτική Ελλάδα (+10,1%), στη Στερεά Ελλάδα (+2,53%) καθώς και στην Πελοπόννησο (+4,31%).
Σταθερότητα παρουσιάζουν οι μέσες τιμές αγροτικής γης σε κύριες παραγωγικές Περιφέρειες όπως η Θεσσαλία και η Κρήτη, ενώ αξιοσημείωτη μείωση εντοπίζεται στην αξία καλλιεργήσιμης γης στην Κεντρική Μακεδονία (-3,86%).
Για αγορά αρδευόμενου αγροτεμαχίου, ο αγοραστής θα πρέπει να βγάλει από την τσέπη του σχεδόν διπλό ποσό σε σχέση με ένα ξερικό χωράφι σε Θεσσαλία (1.516 ευρώ το στρέμμα για αρδευόμενο έναντι 830 ευρώ το στρέμμα για ξερικό), Πελοπόννησο (3.469 ευρώ το στρέμμα έναντι 1.951 για ξερικό) και Κρήτη (αντίστοιχα 3.449 ευρώ για ποτιστικό έναντι 1.771 ευρώ για ξερικό χωράφι ανά στρέμμα) με τον ίδιο κανόνα να επαληθεύεται και σε άλλες Περιφερειακές Ενότητες όπως η Δυτική Ελλάδα.
Στην Στερεά Ελλάδα το χάσμα μεταξύ ποτιστικών και ξερικών αγροτεμαχίων φαίνεται πως είναι διαχρονικά μικρότερο, σε μία σχέση περίπου 3 προς 2, ενώ στις νησιωτικές Περιφέρειες το χάσμα είναι πολλαπλάσιο και οι τιμές για τα ποτιστικά στρέμματα γης μπορεί να είναι έως και τρεις φορές μεγαλύτερες.