Το 1979, η Σουηδική Ακαδημία τίμησε για δεύτερη φορά έναν Έλληνα ποιητή, τον Οδυσσέα Ελύτη, απονέμοντάς του το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. O πρώτος ήταν ο Γιώργος Σεφέρης, ο οποίος έλαβε το βραβείο το 1963 «διά το υπέροχον λυρικόν ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από εν βαθύ αίσθημα δια το ελληνικόν πολιτιστικόν ιδεώδες». Δεκαέξι χρόνια αργότερα, ένας ακόμη εκπρόσωπος της λογοτεχνικής γενιάς του ’30, ο Οδυσσέας Ελύτης παραλάμβανε το δικό του βραβείο.
Η είδηση της απονομής του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας στον Ελύτη προκάλεσε μεγάλο ενθουσιασμό στους Έλληνες. Τόσο η πολιτειακή και πολιτική ηγεσίας της χώρας όσο και ο ελληνικός Τύπος συνεχάρησαν τον ποιητή για την απονομή του Νόμπελ.
Το Νόμπελ Λογοτεχνίας για το 1979 απονεμήθηκε στον Ελύτη από τη Σουηδική Ακαδημία «για την ποίησή του, που με φόντο την ελληνική παράδοση περιγράφει με αισθησιακή δύναμη και υψηλή πνευματική διορατικότητα τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για την ελευθερία και τη δημιουργία». Στην ανακοίνωσή της η Σουηδική Ακαδημία ανέφερε ότι «η θάλασσα και τα νησιά, τα ζώα και τα φυτά τους, τα απαλά βότσαλα και οι ακρογιαλιές, ο αφρός των κυμάτων, οι μαύροι θαλασσινοί αχινοί… είναι στοιχεία που επαναλαμβάνονται συνεχώς στο έργο του. αισθησιασμός και φως αναβλύζουν από την ποίηση του Ελύτη. Ο αισθητός κόσμος είναι έντονα ζωντανός στο έργο του, πλούσιος σε φρεσκάδα και καταπληκτικές εμπειρίες».
Συνεχίζοντας, τόνισε ότι «το έργο του Ελύτη, μολονότι δεν είναι πολιτικό με τη στενή έννοια του όρου, αποτελεί μια “γραφή ετοιμότητας”, που στοχεύει στην υπεράσπιση της ηθικής ακεραιότητας και εμπνέεται από την αντίληψη της μοναδικότητας του ανθρώπου, που του δίνει δύναμη για να αντιμετωπίσει τις δοκιμασίες της υπάρξεως».
Το ενδιαφέρον, όμως, της Σουηδικής Ακαδημίας κέντρισε και το ψευδώνυμο του Ελύτη (το πραγματικό του επώνυμο ήταν Αλεπουδέλης). Όπως ανέφερε, το ψευδώνυμό του «αντανακλά μια σύνθεση ιδεών της ελληνικής σκέψεως, όπως το όνομα της ίδιας της χώρας του, Ελλάδα, της Ελπίδας, της Ελευθερίας και της Ελένης, το όνομα της γυναίκας που συμβολίζει την ομορφιά και την γοητεία».
Η απονομή του βραβείου Νόμπελ πραγματοποιήθηκε λίγους μήνες αργότερα, στις 10 Δεκεμβρίου 1979.
Πηγή: Η Καθημερινή