Πλαφόν έβαλε σούπερ μάρκετ στη Θεσσαλονίκη
Όλο και δυσκολότερα γίνονται τα πράγματα στις αγορές με το ελαιόλαδο και οι προβλέψεις για μειωμένη παραγωγή φέτος και στο νομό μας, σε συνδυασμό με την έλλειψη αποθεμάτων περσινών ποσοτήτων, κάνουν ακόμα πιο δυσοίωνα τα δεδομένα για τους καταναλωτές.
Καθώς το ελαιόλαδο ακριβαίνει, ενώ τα αποθέματα δεν είναι αρκετά, υπεύθυνοι σε γνωστή αλυσίδα σούπερ μάρκετ στη Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με δημοσιεύματα αθηναϊκών Μέσων, έβαλαν πλαφόν στις αγορές.
Η ανακοίνωση του σούπερ μάρκετ απευθύνεται κυρίως σε επαγγελματίες και ζητά από τους πελάτες να προμηθεύονται μέχρι τρία τεμάχια σε όλα τα ελαιόλαδα 4 και 5 λίτρων και μέχρι τέσσερα τεμάχια σε όλα τα ελαιόλαδα 1 και 2 λίτρων, για την καλύτερη εξυπηρέτηση όλων, όπως αναφέρεται, καθώς στην κατηγορία του ελαιολάδου οι προμηθευτές παραδίδουν πολύ μικρές ποσότητες λόγω περιορισμένων αποθεμάτων.
Το ελαιόλαδο, λοιπόν, γίνεται ακριβότερο από βδομάδα σε βδομάδα, με τους παραγωγούς να πουλούν πιο υψηλά από ποτέ και οι τιμές στο ράφι να εκτοξεύονται.
Για τη νέα ελαιοκομική περίοδο οι εκτιμήσεις είναι ακόμα πιο δυσοίωνες: οι παραγωγοί έχουν ήδη αποφασίσει να πουλήσουν στα 9 και πλέον ευρώ το λίτρο, με την τιμή στο ράφι να ανεβαίνει στα 20.
Τέλειωσαν τα αποθέματα
Τα αποθέματα και στην περιοχή μας τελείωσαν, όπως απάντησε ερωτώμενος από το «Θάρρος» ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Καλαμάτας, Μιχάλης Αντωνόπουλος. «Δεν έχουμε καθόλου αποθέματα. Τα έχουμε δώσει. Και για άλλους που ξέρουμε τα έχουν δώσει. Λίγοι πρέπει να είναι αυτοί σε όλη την Ελλάδα που μπορεί να έχουν κάποια λίγα αποθέματα», τόνισε ο κ. Αντωνόπουλος, σημειώνοντας ότι περσινό ελαιόλαδο πουλήθηκε μέχρι 8,5 ευρώ το κιλό.
Από 1η Νοεμβρίου, πρόσθεσε, ξεκινά για την Καλαμάτα η νέα ελαιοσυγκομιδή και με το που θα βγει το πρώτο λάδι, η τιμή του περσινού θα μειωθεί. Η τιμή κιλού στη φετινή παραγωγή αναμένεται περίπου στα 9 ευρώ και τότε η τιμή περσινού, όπου κι αν υπάρχει, αναμένεται να πέσει στα 7 ευρώ.
Ανισορροπία στο σύστημα
Από την πλευρά του, ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Γεωπονίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και διευθυντής του Εργαστηρίου Γευσιγνωσίας Ελιάς και Ελαιολάδου του τριτοβάθμιου ιδρύματος, Βασίλης Δημόπουλος, δήλωσε στο “Θ” ότι η κατάσταση έχει ξεφύγει πλέον και «η αγορά ελαιολάδου… ρέει σε αχαρτογράφητα νερά».
Επίσης, τόνισε ότι οι υπεύθυνοι φορείς το μόνο που καταφέρνουν είναι να διαχειριστούν το πρόβλημα που υπάρχει, κι αυτό δε γίνεται με τον καλύτερο τρόπο. Χαρακτήρισε, δε, τη σημερινή κατάσταση ως την καλύτερη εποχή για… λοβιτούρες, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό.
Στον αντίποδα, ο γεωργοοικονομολόγος Βασίλης Ζαμπούνης, εκδότης του περιοδικού “Ελιά και Ελαιόλαδο”, υπεύθυνος της ενημερωτικής ιστοσελίδας “olivenews.gr”, αντιπρόεδρος και υπεύθυνος τύπου της 4Ε, καταγράφει χρόνια τώρα τη συμπεριφορά των αγορών ελαιολάδου, οπότε τα όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα για τον ίδιο δεν έρχονται ως… κεραυνός εν αιθρία.
Μιλώντας στο “Θ” σχολίασε ότι από τη στιγμή που έχει διαταραχτεί η ισορροπία, είναι φυσικό να έχουμε και ανάλογες πρακτικές. Δεν άφησε, μάλιστα, απαρατήρητο το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική ελαιοπαραγωγός χώρα που δε διαθέτει Εθνικό Συμβούλιο, έναν οργανισμό που να μπορεί να επεμβαίνει ουσιαστικά στην αγορά, αλλά και να προστατεύει με τον καλύτερο τρόπο ένα από τα εθνικά μας προϊόντα.
Μία από τις τελευταίες του παρεμβάσεις στην ιστοσελίδα olivenews.gr. αναφέρει: “Με αφορμή την άνοδο των τιμών, όχι μόνο παραγωγού (χύμα χονδρικής), αλλά και τη συνεπακόλουθη των τιμών καταναλωτή, μέσα στα τόσα που καθημερινά «βομβαρδίζεται» το αναγνωστικό κοινό γράφτηκε και μια ενδιαφέρουσα επισήμανση (δημοσιογράφος Δημήτρης Χαροντάκης), ότι θα κυκλοφορήσουν μείγματα ελαιολάδου με σπορέλαια και, μάλιστα, εισαγόμενα από Βουλγαρία. Οπότε, προέκυψε το ερώτημα, είναι πράγματι έτσι, ισχύει;
Κατ’ αρχάς, να πούμε πως ο κάθε πολίτης/ καταναλωτής είναι ελεύθερος να το κάνει μόνος του, αγοράζοντας μία ή περισσότερες συσκευασίες ελαιολάδου και μία ή περισσότερες συσκευασίες από κάποιο(α) σπορέλαιο(α) και αναμιγνύοντάς τα κατά το δοκούν και το γούστο του σπίτι του (της), σε έναν τεράστιο αριθμό δυνατών συνδυασμών.
Σύμφωνα, δε, με το σκεπτικό του κανονισμού 2014 του 2022: «Προκειμένου να μην παραπλανώνται οι καταναλωτές και να μη δημιουργείται αθέμιτος ανταγωνισμός στην αγορά του ελαιολάδου, θα πρέπει να επιτρέπεται η ανάμειξη μόνο κατηγοριών ελαιολάδων που επιτρέπεται να πωληθούν στον τελικό καταναλωτή με άλλα φυτικά έλαια ή η ενσωμάτωσή τους σε τρόφιμα. Για να λαμβάνονται υπόψη οι διαφορετικές συνθήκες τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απαγορεύσουν την παραγωγή των εν λόγω μειγμάτων στην επικράτειά τους».
Ενώ το άρθρο 3 με τίτλο «Μείγματα και ελαιόλαδο σε άλλα τρόφιμα» ορίζει: «Τα κράτη μέλη δύνανται να απαγορεύσουν την παραγωγή, στην επικράτειά τους, μειγμάτων ελαιολάδου και άλλων φυτικών ελαίων τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 1 για εσωτερική κατανάλωση. Ωστόσο, δε δύνανται να απαγορεύουν, στην επικράτειά τους, την εμπορία μειγμάτων τα οποία προέρχονται από άλλες χώρες ούτε την παραγωγή αυτών στην επικράτειά τους, με σκοπό την εμπορία σε άλλο κράτος μέλος ή την εκμετάλλευση».
Μέχρι εδώ θα μπορούσε να πει κανείς πως μια ελαιοπαραγωγική χώρα μέλος της Ε.Ε. (Ελλάδα ή Ιταλία ή Ισπανία) μπορεί να απαγορεύσει την παραγωγή μειγμάτων, δεν μπορεί όμως να απαγορεύσει την εισαγωγή και κυκλοφορία τους στο λιανικό εμπόριο, ούτε την παραγωγή με σκοπό την «εκμετάλλευση». Μετά τα παραπάνω ο καθένας μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του…”.
Των Βίκυς Βετουλάκη, Αντώνη Πετρόγιαννη