(Επί τη 123η Επετείω της Ναυμαχίας)
Το Ναυαρίνον δεν αποτελεί απλώς ιστορικόν σταθμόν εις την διαδρομήν της Επαναστάσεως. Ούτε, όπως μας έμαθαν από παραδόσεως να πιστεύωμε, η επέμβασις των Δυνάμεων ωφείλετο εις τον «αέρα» της εποχής. Με άλλα λόγια το Εικοσιένα και το Ναυαρίνον ημπορεί να τα τοποθετήσωμεν μεταξύ των μεγάλων γεγονότων που ηκολούθησαν την Γαλλικήν Επανάστασιν, ημπορεί, αν θέλετε, να αναζητήση κανείς αναλογίας και επιδράσεις ακόμη, η βάσις όμως και το νόημα των όσων συνέβησαν εις την Ελλάδα είναι διάφορα.
Η Επανάστασις, χωρίς να αποβλέπη, εδημιούργησεν αναστάτωσιν εις τας ευρωπαϊκάς δυνάμεις. Διότι με την υποχώρησιν της Τουρκίας προς Ανατολάς, έτεινε να διαμορφώση νέαν κατάστασιν εις την Βαλκανικήν και την Μεσόγειον.
Αυτομάτως δια τας μεγάλας Δυνάμεις ετίθετο ζήτημα προσανατολισμού. Επί έτη είχον προσαρμόσει τας πολιτικάς και οικονομικάς βλέψεις των με βάσιν το τουρκικόν καθεστώς. Ήδη, όμως κατέρρεε και απεσύρετο εις την αρχαίαν Πατρίδα του. Εις την θέσιν του προωθείτο ένας Λαός, του οποίου η ύπαρξις είχε λησμονθή. Το πρόβλημα επομένως συνίστατο εις την αποκατάστασιν της Ελληνικής Ανταρσίας εις τον Μεσογειακόν και Βαλκανικόν χώρον, όπως διεγράφετο με την μοιραίαν υποχώρησιν της Τουρκίας προς Ανατολάς.
Έτσι εγεννήθηκε το Ναυαρίνον.
Αλλά και το πρόβλημα και η λύσις του ωρίμασαν εις μίαν δεδομένην εποχήν. Το ελληνικόν ζήτημα και η αποκατάστασίς του οφείλονται κατά μέγα μέρος εις τας πολιτικάς και οικονομικάς τάσεις του 18ου αιώνα.
Εις το διάστημα της Ελληνικής Δουλείας η Ευρώπη και ο κόσμος είχον πραγματοποιήσει σπουδαία άλματα. Η γνωριμία με τας νέας Ηπείρους, η ανάπτυξις του εμπορίου και των τεχνικών μέσων, καθώς και η ομαδική μετακίνησις των δυνάμεων του πνεύματος, προς άλλας, παρθένους σφαίρας, εσήμαναν το τέλος των μέσων χρόνων.
Αργότερα η Γαλλική Επανάστασις εσφράγισεν οριστικά τον τάφον του σκοταδισμού. Εις την εξουσίαν ανέβαινεν η αστική Δημοκρατία (φιλελεύθερος καπιταλισμός). Νέα εποχή διεγράφετο εις την Ευρώπην και το ρεύμα της παρέσυρεν όχι μόνον τους οικονομικά υποτελείς λαούς, αλλά και τους εθνικά σκλάβους. Από τους τελευταίους ήσαν και οι Έλληνες.
Με την ανατολήν του 19ου αιώνος η Δύσις είχε πραγματοποιήσει την μεταβολήν. Η Ανατολή, όμως, με επικεφαλής την Ρωσσίαν, διετήρει την οικονομικήν και πολιτικήν παράδοσιν του Μεσαίωνος (απολυταρχίαν). Ήταν επόμενον η τύχη της Ευρώπης να επηρρεασθή από την αγεφύρωτον αυτήν αντίθεσιν. Εκ δυσμών έπνεεν άνεμος ανησυχίας. Δια να αντιδράση η Ρωσσία συνέστησε την «Ιεράν Συμμαχίαν» δια να διατηρή ακινδύνως την επιρροήν της μετά την ήτταν του Ναπολέοντος. Η πάλη, με την εξέλιξιν, έφθασε μέχρι της Βαλκανικής, εις την καρδίαν του Επαναστατικού Ηφαιστείου.
Επί της καταρρεύσεως της Τουρκίας αι Δυνάμεις έπαιζαν μεγάλα συμφέροντα. Η Ρωσσία εζήτει διέξοδον εις την Μεσόγειον. Δια τούτο η πολιτική της, ανεξαρτήτως ιδεών, εξεμεταλλεύετο όλας τας ευκαιρίας αι οποίαι θα συνέβαλον εις την πλήρη ήτταν της Τουρκίας. Το ζήτημα των Ελλήνων, από της πλευράς αυτής, αντιμετώπιζε συμπαθώς. Αλλ’ εντός των στρατηγικών συμφερόντων της. Ωργάνωσε τα Ορλωφικά όταν επρόκειται να κατέβη προς Νότον και εγκατέλειψε τους Έλληνας μετά την αποτυχίαν των πρώτων σχεδίων. Αλλά δεν παρητήθη από της Αικατερίνης το όνειρον. Δια των πρακτόρων της εις την Φιλικήν εκράτει σχεδόν τα νήματα του Αγώνος. Αντιθέτως η πολιτική των Δυτικών Δυνάμεων πιστεύει ακόμη εις την αντοχήν των Τούρκων και θεωρεί απαραίτητον την παρουσίαν των δια να φράσσουν τον δρόμον εις τους Ρώσσους. Κλασική ασυνέπεια ιδεών και πολιτικής.
Ήταν δια τους Έλληνας αδύνατον να κρατήσουν ισορροπίαν, ή να ελπίζουν εις ειλικρινή βοήθειαν.
Ο Βύρων εις τα τραγούδια του Τσάιλδ Χάρολδ έγραφεν εις τα 1811 ότι οι υπόδουλοι ήλπιζαν, αλλά και συγχρόνως αμφέβαλλαν δια τας διαθέσεις των τριών Δυνάμεων. Δι’ αυτό επροχώρησαν μόνοι. Διατρέχομεν ήδη το 1927 και δεν ανατέλλει ακτίς. Αλλά κάποιαν Οκτωβριανήν ημέραν (η ναυμαχία έγινεν εις τας 8 Οκτωβρίου 1827) εις το Ναυαρίνον οι στόλοι Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας χαρίζουν εις την Επανάστασιν την βοήθειαν που της ανήκε.
*
Πώς εφθάσαμεν εις την ένοπλον επέμβασιν; Πώς συνηντήθησαν οι δύο κόσμοι εις τα νερά του Ναυαρίνου;
Θα πρέπει να αναγνωρίσωμε, πως κάτι ήλλαξεν έξω από το σύνορον της Ανταρσίας. Η Ευρώπη επάλλετο από την επιθυμίαν να νικήση η Επανάστασις. Ενώ αι Κυβερνήσεις της Δύσεως έβλεπαν ανησύχως τας ρωσσικάς διαθέσεις. Κάθοδος των Ρώσσων εις την Μεσόγειον θα εσήμαινε έλεγχον των θαλασσίων οδών και άμεσον προσβολήν των οικονομικών συμφερόντων Αγγλίας και Γαλλίας. Επέμειναν δια τούτο να κρατήσουν την Τουρκίαν, ως φραγμόν, επί ευρωπαϊκού εδάφους και δια της συμφωνίας της 24ης Ιουνίου 1927 ανελάμβανον από κοινού μετά της Ρωσσίας την υποχρέωσιν να μεσολαβήσουν δι’ ανακωχήν.
Η συμφωνία ώριζε: «Οι Έλληνες να κυβερνώνται υπό την κυριαρχίαν του Σουλτάνου». Με τον όρον αυτόν διέσωζαν την Πύλον και έπνιγαν το βασικόν αίτημα της Ελληνικής Επαναστάσεως δι’ Εθνικήν Ανεξαρτησίαν και Αυτοτέλειαν.
Πέραν, όμως, αυτού η συμφωνία απεδείκνυεν, ότι η Επανάστασις εγίνετο δια τον Κόσμον πολιτική πραγματικότητος.
Η συμφωνία του Λονδίνου απέκλειε ρητώς ένοπλον επέμβασιν. Τα γεγονότα, όμως, υπήρχοντο ραγδαία και σύμφωνα με τας πραγματικότητος. Η ώριμος πολιτικότης του Κάνιγγος είχε μεθοδικά προετοιμάσει το Ναυαρίνον, διότι είχε πιστεύσει εις την Επανάστασιν και το μέλλον της.
Η Τουρκία ήτο «χαμένη υπόθεσις».
Αλλά δεν ευρέθη η Δύσις μόνον εκτός Πολιτικής. Το Ναυαρίνον παρέσυρεν εις «ασυνέπειαν» και την Ρωσσίαν. Διότι ενισχύουσα τον απελευθερωτικόν Αγώνα των Ελλήνων, κατάφερε θανάσιμον πλήγμα εις την «Ιεράν Συμμαχίαν» την οποίαν αυτή ενέπνευσε.
Έτσι υπεχρεώθησαν να προσαρμόσουν και η Ανατολή και η Δύσις την πολιτικήν επί του ελληνικού ζητήματος.
Αλλά δεν εσταμάτησεν η περιπέτειά του, διότι η Ελλάς ως Κράτος διεπλάσθη ασφυκτικόν. Ηχρηστεύετο κατά μέγα μέρος ως παράγων της Μεσογείου και των Βαλκανίων. Βάσις, παρά την μείωσιν, παρέμενεν η Τουρκία. Εν τω μεταξύ η Ρωσσία εξακολουθεί να βλέπη το ελληνικόν ζήτημα, ως μίαν φάσιν του κατά της Πύλης αγώνος. Καμμία διάθεσις αποκαταστάσεως του Ελληνικού προβλήματος, όπως το διεμόρφωσεν η Επανάστασις.
Τα γεγονότα διέψευσαν όλους. Διότι ούτε η Τουρκία αντείχε να κρατήση το μέρος που της εμπιστεύετο η Δύσις, ούτε η Ρωσσία ηδύνατο να κατέβη εις το Αιγαίον. Από την εκκρεμότητα εκείνην ήλθεν εις την επιφάνειαν κυρίαρχον το Ανατολικόν ζήτημα. Το Συνέδριον του Βερολίνου ανεγνώρισεν, ότι η Τουρκία έπαυσε να είναι η αξιόλογος δύναμις των περασμένων χρόνων. Αλλά και πάλιν ο φόβος του Ρωσσικού επεκτατισμού επίεζεν την Δύσιν.
Ο Μπίκονσφηλδ (λόρδος Σαλίσμπρουρυ) εδοκιμάζετο υπό βαθείας εσωτερικής πάλης. Ενίκησαν όμως οι φόβοι του. Οι Δυτικοί εστηρίχθησαν, τότε, εις την Βουλγαρίαν και διεμήνυον εις την Ελλάδα να περιμένη! Αλλ’ η Βουλγαρία ενεθυμείτο καλλίτερον και την καταγωγήν της και την Γεωργικήν θέσιν της.
Μετά τον πρώτον παγκόσμιον πόλεμον το ελληνικόν έκαμεν ένα σημαντικόν βήμα. Πώς και διατί εστάθη μέχρις ενός σημείου μοιραίον είναι αδύνατον να εξαντληθή εδώ. Είναι γεγονός, ότι η Ελλάς επέστρεφεν από κοπιαστικήν πορείαν. Ο φόβος και ο υπολογισμός των συμμάχων της εσύροντο πίσω της ως μελαγχολικαί σκιαί. Ενώ η Βαλκανική αφήνετο έρημος και με ανοικτάς τας πύλας εις τους μεγάλους ανέμους.
Αυτό υπήρξε το Ναυαρίνον. Δια την ιστορίαν σταθμός, που έκρινε την Επανάστασιν.
Αλλά και προ και μετά το Ναυαρίνον ημπορεί να διακρίνωμε την οικονομικήν και πολιτικήν πάλην μεταξύ Δύσεως και Ανατολής.
Εις την πάλην αυτήν το Ελληνικόν ζήτημα επέρασε περιπετείας και κρίσιν. Και επειδή ούτε η πάλη εσταμάτησε ούτε η κρίσις παρήλθε, το ζήτημα θα συνεχίζη, άγνωστον πόσον, την πορείαν του, όπως ο τροχός του Συσσίφου.
_________
Ο ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΠΕΤΕΙΟΥ ΤΗΣ ΝΑΥΜΑΧΙΑΣ ΤΟΥ ΝΑΥΑΡΙΝΟΥ
«ΘΑΡΡΟΣ» 24 Οκτωβρίου 1950
Με μεγάλην επισημότητα και λαμπρότητα εωρτάσθη την παρελθούσαν Κυριακήν η επέτειος της Ναυμαχίας του Ναυαρίνου εις την Πύλον, όπου, εκτός των επισήμων, συνέρρευσεν άπειρον πλήθος κόσμου εκ Καλαμών και εκ των περιχώρων.
Ούτω την πρωίαν ετελέσθη δοξολογία εις τον Μητροπολιτικόν Ναόν «Κοίμησις της Θεοτόκου», χοροστατούντος του Σου Μητροπολίτου μας και περιστοιχουμένου υπό του κλήρου της περιοχής.
Μετά την δοξολογίαν, παιανιζούσης της Φιλαρμονικής Καλαμών, εγένετο παρέλασις προ του επί τούτω αφιχθέντος Αρχηγού του Γεν. Επιτελείου Στρατού Αντιστρατήγου κ. Κοσμά και όλων των επισήμων, τμήματος στρατού, ναυτικού αγήματος, αναπήρων πολέμου, των σχολείων, προσκόπων κ.λπ.
Την μεσημβρίαν ο Δήμος Πύλου παρέθεσε γεύμα εις το οποίον παρεκάθησαν όλοι οι επίσημοι.
Το απόγευμα οι επίσημοι επιβάντες βενζινακάτου ηνοίχθησαν προ το μέρος της ναυμαχίας και έρριψαν στέφανον εις τον υγρόν τάφον των ηρωικών ναυμάχων, αργότερον δε εις την πλατείαν εσύρθησαν ελληνικοί χοροί υπό μαθητών και μαθητριών.
Του Ι. Μ. ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗ