Οι εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ είναι απρόβλεπτες αυτή την περίοδο. Η αρχική ευφορία που υπήρξε μετά την εκλογή στην ηγεσία του κ. Κασσελάκη, όσο περνούν οι μέρες, δίνει τη θέση της στο σκεπτικισμό. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης πέφτει σε ποσοστά και σε λίγο, πιθανώς, να βρεθεί κάτω από το ΠΑΣΟΚ. Όσοι πίστεψαν στα λόγια του κ. Κασσελάκη, ότι δηλαδή θα νικήσει τον κ. Μητσοτάκη, γιατί είναι αυτοδημιούργητος και μιλάει καλύτερα αγγλικά, διαψεύστηκαν γρήγορα. Η απουσία πολιτικού λόγου, ικανού να προσελκύσει ψηφοφόρους, συνεχίζεται.
Στον ΣΥΡΙΖΑ του κ. Κασσελάκη υπάρχουν τρία δεδομένα, τα οποία τον οδηγούν σε καθοδική πορεία και τα οποία πολύ δύσκολα θα μεταβληθούν. Το πρώτο είναι ο ίδιος ο αρχηγός του, ο οποίος, αφού προέβαλε με τρόπο υπερβολικό την προσωπική του ζωή, αφού έπαιξε με το lifestyle και έγινε καθημερινό σήριαλ στις κουτσομπολίστικες εκπομπές, αποφάσισε, προφανώς έπειτα από παρέμβαση των μεντόρων του, να ασχοληθεί και με την πολιτική. Ο λόγος του, ωστόσο, δεν είναι καθόλου πειστικός. Εμφανίζει μεγάλη απειρία και επικίνδυνη άγνοια της ελληνικής πραγματικότητας και των γεωπολιτικών συμφερόντων που υπάρχουν στην περιοχή. Επιπλέον, έχει αγνωσία της ιστορίας του αριστερού κινήματος και των παραδόσεών του. Δε συγκαλεί τα όργανα στα οποία δεν έχει πλειοψηφία, αποφασίζει ερήμην τους και εν γένει λειτουργεί ως ιδιοκτήτης ενός κόμματος, στο οποίο δεν έχει γράψει ούτε ένα ένσημο τα προηγούμενα χρόνια. Πουλάει τσαμπουκά και διαγράφει εξ αποστάσεως, μάλιστα, χωρίς να έχει τέτοια δικαιοδοσία, ιστορικά στελέχη, τα οποία διαφώνησαν και διατύπωσαν διαφορετικές απόψεις ή κατέθεσαν προβληματισμούς για την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ.
Το δεύτερο ζήτημα είναι η ηγετική ομάδα που βρίσκεται γύρω από τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ και η οποία τον καθοδηγεί. Πρόκειται για στελέχη που στην πλειοψηφία τους έχουν προκαλέσει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Φθαρμένοι πολιτικοί, άλλοι με καταδικαστικές αποφάσεις και άλλοι με ρεβανσιστικές τάσεις, ξένες προς την Ανανεωτική, τουλάχιστον, Αριστερά. Τα στελέχη αυτά, που σε κάποιες περιπτώσεις θυμίζουν πολιτικά σκιάχτρα, παρά το γεγονός ότι παραμένουν δημοφιλή σε ένα λαϊκιστικό ακροατήριο των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, διώχνουν κόσμο τελικά, παρά συσπειρώνουν.
Το τελευταίο στοιχείο είναι η μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ προς τον κεντρώο χώρο, η οποία δεν αποτελεί πια ένα ενδεχόμενο, αλλά γίνεται πράξη με τις δηλώσεις του νέου αρχηγού, ο οποίος, όσο και να επικαλείται την Αριστερά και να αναφέρει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει αριστερό κόμμα, δεν πείθει κανέναν. Οι αναφορές που έκανε στον Σ.Ε.Β. για το ρόλο του κεφαλαίου, όσα είπε για τουρκικό κρατίδιο στη βόρεια Κύπρο και οι θέσεις που εξέφρασε για όσα συμβαίνουν στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη είναι χαρακτηριστικά αυτής της αλλαγής πλεύσης.
Μπροστά σ’ αυτήν την κατάσταση, η στάση όσων διαφωνούν είναι καθοριστική για τις πολιτικές εξελίξεις. Το σιωπητήριο, που επιχειρεί να επιβάλλει ο κ. Κασσελάκης και όσοι βρίσκονται πίσω από αυτόν, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Ούτε οι παρεμβάσεις και οι προτροπές κασσελακικών δημοσιογράφων και ΜΜΕ να τελειώνει με τους διαφωνούντες. Επιπλέον, θα αποδειχτεί ουτοπία η θέση ορισμένων στελεχών ότι οι συσχετισμοί μπορεί να ανατραπούν στην επόμενη κεντρική επιτροπή ή στο επικείμενο συνέδριο. Είναι φανερό ότι η πλειοψηφία του κόσμου της ανανεωτικής αριστεράς αρχίζει να νιώθει ξένο σώμα στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος βρίσκεται σε μια διαρκή μετάλλαξη για μεγάλο χρονικό διάστημα, για την οποία ευθύνονται και τα ίδια τα στελέχη, γιατί επέτρεψαν να γίνει με τη δική τους ανοχή, τα λάθη και τις παραλείψεις τους.
Σήμερα η ανανεωτική, η ριζοσπαστική και η πράσινη Αριστερά βρίσκεται μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα: ή θα παραμείνει στον ΣΥΡΙΖΑ ευνουχισμένη και χωρίς φωνή, υπό τας διαταγάς των στρατηγών του κ. Κασσελάκη, ή θα αποφασίσει να κάνει το επόμενο μεγάλο, δύσκολο και μετέωρο βήμα: να εκπροσωπήσει αυτόν το χώρο, καλώντας ευρύτερες δυνάμεις για τη δημιουργία μιας νέας πολιτικής κίνησης, μιας ευρύχωρης αριστεράς, όπως την έχει χαρακτηρίσει ο κ. Φίλης. Έτσι θα δώσει ελπίδα και προοπτική σε ένα μουντό πολιτικό τοπίο, που φαίνεται αδιέξοδο, και θα σχηματίσει έναν πόλο πραγματικής αντιπολίτευσης απέναντι στην μονοκρατορία του κ. Μητσοτάκη.
Του Γιάννη Ανδρουλιδάκη*
Εκπαιδευτικού στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας