Ο τουρισμός πόλης ή αστικός τουρισμός (city break) συνιστά ένα είδος εναλλακτικού τουρισμού. Στο πλαίσιο μιας σύντομης, αλλά ουσιαστικής εννοιολογικής προσέγγισης, ορίζεται, σύμφωνα με τον UNWTO (2012), ως εκείνη η μορφή τουρισμού που αφορά «ταξίδια προς τα αστικά κέντρα με συνήθως σύντομη διάρκεια». Αποτελεί μια σημαντική σταθερά ανερχόμενη τάση στο παγκόσμιο τουριστικό στερέωμα, που προκαλεί το ενδιαφέρον ολοένα και περισσότερων πόλεων, οι οποίες πασχίζουν να αποκτήσουν μερίδιο από αυτή την ιδιαίτερη αγορά.
Τα ταξίδια που τον αφορούν μπορεί να πραγματοποιούνται είτε για αναψυχή είτε για επαγγελματικούς λόγους. Ενώ είναι σύνηθες φαινόμενο στα επαγγελματικά ταξίδια να προστίθενται επιπλέον ημέρες για αναψυχή. Επιπρόσθετα, επισημαίνεται πως τα ταξίδια που εντάσσονται στην κατηγορία του city break δεν αντικαθιστούν τις κύριες διακοπές, αλλά λειτουργούν συμπληρωματικά σε αυτές.
Σύμφωνα με τους Dunne, Buckley & Flanagan (2009), τα χαρακτηριστικά των city break ταξιδιών είναι πέντε, τα πέντε Ds, και συγκεκριμένα Duration, Distance, Discretionary nature, Date flexibility και Destination travel party. Αποτελούν σύντομης διάρκειας ταξίδια, συνήθως έως τρεις ημέρες (Duration). Η μικρή τους διάρκεια προϋποθέτει και μικρή απόσταση (Distance) μεταξύ του τόπου προέλευσης του επισκέπτη και του προορισμού, μικρής διάρκειας πτήσεις, απευθείας πτήσεις. Τα ταξίδια αυτά έχουν ευκαιριακό χαρακτήρα (Discretionary nature), στην πλειονότητά τους προγραμματίζονται μικρό διάστημα πριν από την πραγματοποίησή τους και συχνά βάσει προσφορών. Δεδομένου πως ο καιρός δε συνιστά καθοριστικό παράγοντα, τα city breaks ταξίδια δεν πραγματοποιούνται συγκεκριμένη εποχή (Date flexibility), άλλωστε αρκετά από αυτά πραγματοποιούνται με αφορμή αθλητικά και πολιτιστικά γεγονότα, συναυλίες, φεστιβάλ και συνέδρια. Συνήθως πραγματοποιούνται από ζευγάρια και παρέες φίλων και σπανιότερα από οικογένειες (Destination travel party).
Ανάμεσα στους καθοριστικούς παράγοντες ανάπτυξης του τουρισμού πόλης περίοπτη θέση καταλαμβάνουν η υψηλή διαθεσιμότητα πτήσεων χαμηλού κόστους, η λειτουργία σιδηροδρομικών δικτύων υψηλής ταχύτητας, η ανάπτυξη της οικονομίας του διαμοιρασμού, ιδιαίτερα το μέρος της που αφορά στη βραχυχρόνια μίσθωση και η ανάπτυξη του διαδικτύου μέσω του οποίου αντλούνται στοιχεία για τους προορισμούς, τη μετάβαση, τη διαμονή και πλήθος άλλων πληροφοριών.
Πριν από την παγκόσμια υγειονομική κρίση ο τουρισμός πόλης εμφάνιζε ραγδαία ανάπτυξη. Σύμφωνα με διεθνείς έρευνες, το 2017 πραγματοποιήθηκαν 190 εκατ. ταξίδια city break και, μάλιστα, ήταν η πρώτη φορά που αυτά ξεπέρασαν τα ταξίδια που αφορούσαν στις κύριες διακοπές. Ο World Travel Monitor επισήμαινε το 2018 πως «σε παγκόσμιο επίπεδο ο τουρισμός πόλης εξελίσσεται σε ένα ξεκάθαρο… success story». Σε έρευνά του δε, που αφορούσε στο έτος 2017, και υλοποιήθηκε από την IPK International, δημοφιλέστεροι προορισμοί ήταν οι ΗΠΑ, η Γερμανία, η Γαλλία, η Μεγάλη Βρετανία και η Ισπανία. Ενώ οι ευρωπαϊκοί προορισμοί συγκέντρωναν το 60% των ταξιδιών αυτού του είδους.
Ως προς τα δημογραφικά χαρακτηριστικά των ταξιδιωτών, ο μέσος όρος ηλικίας τους ήταν τα 41 έτη, κατά το ήμισυ ανήκαν στην ανώτερη οικονομική τάξη και δύο στους τρεις δήλωσαν ανώτερη ή ανώτατη εκπαίδευση.
Σημαντικό πόρισμα, επίσης, αποτελεί το ότι επτά στους δέκα δήλωσαν πως ταξιδεύουν αεροπορικώς.
Στην Ελλάδα η ιδιαίτερη αυτή εναλλακτική μορφή τουρισμού εμφανίζει τα τελευταία χρόνια θεαματική ανάπτυξη στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, ενώ ακολουθούν δειλά και μικρότερες πόλεις, μεταξύ των οποίων η Κέρκυρα, η Ρόδος, ο Βόλος, η Καλαμάτα, η Καβάλα, τα Ιωάννινα, τα Χανιά και το Ηράκλειο. Σύμφωνα με στοιχεία του Δήμου της Αθήνας, για την περίοδο 2013 – 2018, η σωρευτική αύξηση του αριθμού των ταξιδιωτών προσέγγισε το εντυπωσιακό ποσοστό του 650%.
Στην προσπάθεια ανάπτυξης του τουρισμού πόλης εντάσσεται και η σχετική διαφημιστική καμπάνια του ΕΟΤ με μήνυμα: greekend: end your week like a Greek.
Ένα συνονθύλευμα στοιχείων καθιστούν ελκυστική μια πόλη στους city break ταξιδιώτες. Πόλεις που διαθέτουν περιοχές ιστορικού ενδιαφέροντος, ιστορικά κέντρα, κτήρια με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, αρχαιολογικούς χώρους και ιστορικά μνημεία έχουν σημαντικό πλεονέκτημα. Οι ταξιδιώτες επιλέγουν πόλεις με πλούσια πολιτισμική και πολιτιστική κληρονομιά, πόλεις που διατηρούν τις παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμά τους, πόλεις πλούσιες γαστρονομικά, πόλεις στις οποίες πραγματοποιούνται εκδηλώσεις, εκθέσεις, φεστιβάλ, συναυλίες, ενώ διακρίνονται για τα μουσεία και τα θέατρά τους.
Η ύπαρξη πάρκων, κήπων και ενός ενδιαφέροντος περιαστικού περιβάλλοντος συμβάλλει σημαντικά στην εικόνα ενός προορισμού. Ενώ η αγορά, η νυχτερινή ζωή, τα καζίνο, η διασκέδαση, τα μαγαζιά εστίασης και ποτού είναι στοιχεία που έλκουν σημαντική μερίδα ταξιδιωτών. Επιπρόσθετα στα παραπάνω, η ποιότητα του οδικού δικτύου, η αεροπορική σύνδεση και γενικότερα η προσβασιμότητα, η ασφάλεια και η φιλικότητα των κατοίκων συνιστούν επίσης κριτήρια επιλογής.
Τα οφέλη από την ανάπτυξη του τουρισμού πόλης είναι αναμφίβολα πολλά και σημαντικά. Πέρα από τη θετική επίπτωση στο συνολικό εισόδημα ενός τόπου, σημαντική είναι και η διάχυση των ωφελειών που προκύπτουν μεταξύ των κατοίκων του. Ταυτόχρονα, η ανάπτυξή του αντιμετωπίζει σε σημαντικό βαθμό τα προβλήματα εποχικότητας του τουρισμού που τόσο πολύ απασχολούν τους περισσότερους προορισμούς. Επίσης, στο πλαίσιο της προσπάθειας των Δημοτικών Αρχών να καταστεί η πόλη τους ελκυστική προβαίνουν σε έργα αισθητικής βελτίωσης και δημιουργίας υποδομών, που ταυτόχρονα ωφελούν και τους κατοίκους.
Φυσικά, ο ασφαλέστερος δρόμος επίτευξης του στόχου να καταστεί μια πόλη ελκυστική για τους ταξιδιώτες, είναι να δημιουργηθούν οι συνθήκες εκείνες που θα κάνουν ευτυχισμένους τους μόνιμους κατοίκους της.
Ενίοτε, όμως, η επιτυχία μιας πόλης να καταστεί δημοφιλής city break προορισμός μπορεί να οδηγήσει, όταν δεν υφίστανται οριοθετήσεις, σε αυξημένες ροές επισκεπτών, υπέρβαση της τουριστικής φέρουσας ικανότητας και εμφάνιση τελικά του φαινομένου τον υπερτουρισμού, που ταλανίζει πολλές ευρωπαϊκές πόλεις και έχει αποτέλεσμα τη δυσαρέσκεια των μόνιμων κατοίκων, αλλά και πέραν ενός ορίου, ακόμα και τη χειροτέρευση της εμπειρίας του επισκέπτη και εν τέλει την απαξίωση του ίδιου του προορισμού.
Στην κατεύθυνση αποσόβησης του κινδύνου η Τοπική Αυτοδιοίκηση πρέπει να πράττει τα δέοντα, ενώ κρίνεται απαραίτητη η ύπαρξη ενός Οργανισμού Διαχείρισης και Προβολής Προορισμού (DMMO).
Του Χρήστου Αναστασόπουλου
Οικονομολόγος, MSc, Δημοτικού συμβούλου Καλαμάτας