«Ήξερα από πιο μικρή ηλικία ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να στηρίξει τα όνειρά μου και θα έπρεπε να μεταναστεύσω»
Με κίνητρο το κυρίαρχο πάθος της «γύρω από την αναζήτηση γνώσης και πληροφοριών» και πεπεισμένη για την αλήθεια της πανάρχαιας παροιμίας ότι «η γνώση ισοδυναμεί με δύναμη», η Μαρία Ηλιοπούλου Πεζώνη μπήκε στο συνειδητό κόσμο της ζωής ως ενθουσιώδης αναγνώστης και έκτοτε αναζητά συνεχώς ευκαιρίες για να διευρύνει τους ορίζοντές της και να αποκτήσει νέες εμπειρίες.
Με σταθερά υψηλά επίπεδα ενέργειας, η 23χρονη φιλόλογος και γλωσσολόγος από τη Μεσσήνη είχε την ευκαιρία σε τόσο νεαρή ηλικία να ακολουθήσει και να επιβεβαιώσει βιωματικά τη διαπίστωση του Ηρόδοτου ότι τα ταξίδια δίνουν την ευκαιρία στον άνθρωπο να εμβαθύνει στην κατανόηση του κόσμου. Με μικρή μόνο οικονομική στήριξη από την οικογένεια, αλλά με βαθιά διδάγματα και συνεπή παραδείγματα, η Μαρία ξεκίνησε το ταξίδι της με τα παρακάτω βασικά εφόδια-πυξίδα: «Και οι δύο γονείς μου, μου έμαθαν να αγωνίζομαι κάθε μέρα για να είμαι ανεξάρτητη, να παλεύω για τα όνειρά μου, πώς να είμαι άνθρωπος και να αντιμετωπίζω τους πάντες με σεβασμό και ευγένεια.
Ο αγώνας της θείας μου (σ.σ. πρόκειται για την πρόεδρο του Φιλοζωικού Ομίλου Καλαμάτας, Κατερίνα Πεζώνη) με έμαθε τι σημαίνει ηρωισμός και το πόσο σημαντικό είναι να παλεύουμε για αυτούς που δεν έχουν φωνή. Να παλεύουμε ενάντια στο άδικο»…
Σε μια ηλικία κατά την οποία τα περισσότερα Ελληνόπουλα σπουδάζουν ακόμη με την υποστήριξη της οικογένειάς τους ή διαμένουν στο παιδικό τους δωμάτιο γυμνάζοντας τα φτερά τους ή και δειλιάζοντας ακόμη να κόψουν τον «ομφάλιο λώρο», η Μαρία Ηλιοπούλου Πεζώνη μετά την αποφοίτηση από τη Σχολή Φιλολογίας της Καλαμάτας βρήκε μόνη της το δρόμο για συμπληρωματικές σπουδές στην Ιταλία και στη συνέχεια για δουλειά και μεταπτυχιακό στην Ολλανδία. Δίδαξε Ελληνικά σε σχολείο της Χάγης, δουλεύοντας παράλληλα σε φούρνο για να καλύπτει τα έξοδά της και το Φεβρουάριο ετοιμάζεται να ξεκινήσει το μεταπτυχιακό της στο Πανεπιστήμιο του Λέιντεν, το αρχαιότερο πανεπιστήμιο στην Ολλανδία, με έτος ίδρυσης το 1575, με βλέψεις για διδακτορικό, και κύριο ενδιαφέρον τη γλωσσολογική έρευνα.
Πρόκειται αναμφισβήτητα για μια ιστορία έμπνευσης, δυστυχώς, όμως, όχι και εθνικής υπερηφάνειας, αφού η Μαρία είναι μία από τους χιλιάδες, αν όχι εκατομμύρια, νέους της χώρας μας που ουσιαστικά δεν επιλέγουν, αλλά αναγκάζονται να μεταναστεύσουν. «Δε νομίζω ότι θέλω να γυρίσω στην Ελλάδα για κανέναν λόγο. Δεν μπορεί να μου προσφέρει αυτά που θέλω» είναι τα λόγια της ίδιας, που θα πρέπει να ακουστούν σαν σφυριά σε καμπάνα πάνω από το κεφάλι των πολιτικών μας…
Αναλυτικά όσα μας είπε από τη μακρινή Χάγη η Μαρία Ηλιοπούλου Πεζώνη στην παρακάτω συνέντευξη:
-Ποιες δυσκολίες είχες στο να πάρεις την απόφαση να πας έξω για συμπληρωματικές σπουδές και δουλειά;
Η αλήθεια είναι ότι όταν κάποιος ακούει για σπουδές και εργασία στο εξωτερικό, το πρώτο πράγμα που ενδεχομένως να σκέφτεται είναι η δυσκολία της απόφασης της μετανάστευσης. Η αλήθεια είναι ότι, δυστυχώς, δε δυσκολεύτηκα καθόλου. Λέγοντας «δυστυχώς», εννοώ ότι ήξερα από πιο μικρή ηλικία ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να στηρίξει τα όνειρά μου. Ήξερα ότι αν θέλω να κάνω το όνειρό μου πραγματικότητα, θα πρέπει να μεταναστεύσω.
-Ιταλία και Ολλανδία, βασικές ομοιότητες και διαφορές. Ποια χώρα σού αρέσει και σου ταιριάζει περισσότερο;
Η Ιταλία και η Ολλανδία είναι δύο χώρες εκ διαμέτρου αντίθετες. Η Ιταλία είναι μια χώρα που μοιάζει αρκετά με την Ελλάδα. Ο καιρός είναι ζεστός και οι άνθρωποι ακόμα πιο χαμογελαστοί και ζεστοί. Το «ούνα φάτσα ούνα ράτσα» παίρνει σάρκα και οστά. Μπορεί οι Ιταλοί να μην είναι μάστερ της αγγλικής γλώσσας, αλλά άμα έχεις λίγο χιούμορ μπορείς να συνεννοηθείς. Οι διαπροσωπικές σχέσεις είναι πιο εύκολες και φυσικές. Αντίθετα, η Ολλανδία είναι μια πάρα πολύ κρύα χώρα, με όλες τις σημασίες της λέξεις. Ο καιρός είναι μουντός και συννεφιασμένος. Διαφέρει λίγο η άνοιξη, μιας και ανθίζουν τα λιβάδια με τις τουλίπες, αλλά διαρκεί μόνο 2 μήνες. Οι άνθρωποι είναι και αυτοί με τη σειρά τους κάπως ψυχροί. Θεωρείται περίεργο να έχεις διαπροσωπικές σχέσεις με τους γείτονές σου. Υποφερτό είναι μόνο το small talk.
Η Ολλανδία είναι μία από τις οκτώ πλουσιότερες χώρες και αυτό έχει ως συνέπεια να υπάρχει μια πιο βαριά φορολογία. Τέλος, οι νόμοι εδώ τηρούνται κατά γράμμα. Το ολλανδικό φαγητό μπορεί να θεωρηθεί μέχρι και βαρετό, ενώ η ιταλική κουζίνα δεν μπορεί να συγκριθεί με καμία. Ευτυχώς ή δυστυχώς, οι ομοιότητες βρίσκονται στο απειροελάχιστο. Η φιλοσοφία των δύο χωρών είναι πολύ διαφορετική.
-Συγκεκριμένα σημεία και κομμάτια της ζωής που λάτρεψες στις δύο χώρες και ποια ήταν τα δύσκολα σημεία προσαρμογής;
Αναφορικά με την Ιταλία, ερωτεύτηκα την ξεγνοιασιά και τη ζεστασιά των Ιταλών. Το φαγητό είναι εξαιρετικό και η εύρεση στέγης σχετικά εύκολη. Το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν η γλώσσα γιατί δε μιλούσαν οι πιο πολλοί αγγλικά, οπότε αναγκάστηκα να μάθω την ιταλική γλώσσα. Αντίθετα, η Ολλανδία είναι μια χώρα που έχει ένα εξαιρετικό σύστημα οργάνωσης. Υπάρχουν νόμοι για τα πάντα και όλοι τους τηρούν ευλαβικά. Το μόνο μελανό σημείο είναι η δυσκολία εύρεσης στέγης, αλλά και η προσαρμογή σε ένα τόσο συντηρητικό περιβάλλον. Τέλος, είναι λίγο δύσκολο να προσαρμοστεί κανείς στο βροχερό και κρύο καιρό, αλλά όχι ακατόρθωτο.
-Πού υστερεί η χώρα μας σε σχέση με το εξωτερικό και πού υπερέχει;
Οι διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Ολλανδίας είναι τεράστιες και το χάσμα αγεφύρωτο. Η Ελλάδα είναι μια αρκετά φτωχή χώρα με τεράστια προβλήματα οργάνωσης. Το μεγαλύτερο πλήγμα είναι ότι έχουμε μάθει να αδιαφορούμε για το σύνολο και να απορρίπτουμε εμφανώς τους κοινωνικούς κανόνες. Οι νόμοι είναι διακοσμητικοί και τα δικαιώματα του πολίτη ανύπαρκτα. Ας αναλογιστούμε μόνο ότι οι εργαζόμενοι εδώ πληρώνονται πολύ καλύτερα, πληρώνονται και τα 15 λεπτά δουλειάς παραπάνω. Την άνοιξη παρέχεται σε όλους ένα ποσό αποκλειστικά για τις διακοπές τους. Ακόμα προσπαθώ να προσαρμοστώ σε όλα μου τα “αυτονόητα’’ δικαιώματα. Από την άλλη, ο καιρός μας στην Ελλάδα είναι ανεκτίμητος. Στην Ολλανδία δεν υπάρχει η ιδέα της παρέας που κάποιος θα βγει έξω για φαγητό και θα γλεντήσει. Το ελληνικό φαγητό και γλέντι υπάρχει μόνο στην Ελλάδα. Αυτό είναι, φυσικά, που ζητούν όλοι οι τουρίστες ερχόμενοι στη χώρα μας.
-Το εξωτερικό είναι μονόδρομος για έναν νέο που έχει φιλοδοξίες;
Θεωρώ πως ναι. Στο εξωτερικό υπάρχει αξιοκρατία. Όλες οι ευκαιρίες που αρνείται να δώσει η Ελλάδα στη νεολαία της, έρχονται οι ευρωπαϊκές χώρες, και όχι μόνο, και τις χαρίζουν απλόχερα. Οι πιο πολλοί νέοι σήμερα, που δεν είμαστε γόνοι κάποιας οικογένειας και ανήκουμε στη μεσαία τάξη, ανεχόμαστε τεράστιες εκπτώσεις στα όνειρά μας μένοντας στην Ελλάδα. Χιλιάδες πτυχιούχοι με όνειρα και προοπτικές χαραμίζονται σε μια δουλειά που απεχθάνονται για να παίρνουν 700 ευρώ στην καλύτερη περίπτωση. Αν δεν αλλάξει το σύστημα, η Ελλάδα θα καταντήσει μια χώρα γερόντων και ελάχιστων ευνοούμενων νέων. Δυστυχώς, η Ελλάδα μάς πληγώνει…
-Πώς αντιμετώπισε η οικογένειά σου την απόφασή σου να φύγεις από την Ελλάδα;
Ήταν μια απόφαση που ήξεραν ότι κάποια στιγμή θα πάρω. Το δέχτηκαν και με στήριξαν με κάθε τρόπο. Νομίζω ότι ήταν αρκετά περήφανοι όταν τους ανακοίνωσα ότι θα αδράξω τη μέρα και θα αναζητήσω μια καλύτερη τύχη στην Ολλανδία. Τα αδέρφια μου χάρηκαν ιδιαίτερα, μιας και θα μπορούν να ταξιδεύουν στο Άμστερνταμ αρκετά συχνά. Φυσικά και τους λείπω, αλλά ξέρουν ότι είμαι χαρούμενη που παλεύω για τα όνειρά μου και αυτό είναι παρηγορητικό.
-Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σου; Η Ελλάδα υπάρχει σε αυτά;
Αφού έχω τελειώσει τις προπτυχιακές μου σπουδές στην Κλασική Φιλολογία με ειδίκευση στη Γλωσσολογία, έχω ξεκινήσει το master μου στη γλωσσολογική έρευνα. Έπειτα από δύο χρόνια θα συνεχίσω με το διδακτορικό μου και θα είμαι πλέον στην τελική ευθεία για να μπω στο διδακτικό προσωπικό του πανεπιστημίου. Το όνειρό μου είναι να κάνω έρευνα και να γίνω μέλος του ακαδημαϊκού κύκλου. Στην Ελλάδα είναι σχεδόν ακατόρθωτο. Δε νομίζω ότι θέλω να γυρίσω στην Ελλάδα για κανέναν λόγο. Δεν μπορεί να μου προσφέρει αυτά που θέλω.
-Ποιες συμβουλές θα έδινες στα νέα παιδιά που σκέφτονται να ανοίξουν τα φτερά τους έξω από τη χώρα μας;
Είναι σημαντικό να καταλάβουν οι νέοι ότι στο εξωτερικό τα πράγματα λειτουργούν διαφορετικά. Πρέπει να αποδεχόμαστε τη διαφορετικότητα και να είμαστε ανοιχτόμυαλοι. Οι νέοι που θα βγουν έξω θα πρέπει να αντιληφθούν ότι οι νέοι στο εξωτερικό είναι μακράν πιο ανεξάρτητοι, αφού μετά τα 18 ζουν μόνοι τους και αναλαμβάνουν μόνοι τους όλες τους τις υποχρεώσεις. Θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να συγκατοικήσουν και να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Ευλάβεια στους νόμους και, φυσικά, θα πρέπει να σέβονται τη χώρα που θα τους φιλοξενήσει. Τέλος, θα πρέπει πριν φύγουν για το εξωτερικό να έχουν προνοήσει αναφορικά με το ζήτημα της κατοικίας, των σπουδών και της εργασίας.
-Τι ακριβώς σου αρέσει και σε ενδιαφέρει στη Φιλολογία; Είναι οι Κοινωνικές και Ανθρωπιστικές Σπουδές περιττές στην περίοδο της τεχνολογίας;
Ερωτεύτηκα τη Φιλολογία στο Γυμνάσιο. Θεωρώ μαγικό το πώς αυτή η επιστήμη μπορεί να αγγίξει τις ψυχές των ανθρώπων. Η Φιλολογία υπάρχει από τα αρχαία χρόνια μέχρι και σήμερα. Ιδιαίτερα η Γλωσσολογία που ασχολείται με τη Γλώσσα είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα επιστήμη. Η Γλώσσα είναι κάτι ζωντανό που εξελίσσεται παρέα με την ανθρωπότητα και μπορεί να μελετηθεί σε πολιτικό, κοινωνικό, ιστορικό και φιλοσοφικό επίπεδο. Θα μπορούσα να μιλάω για ώρες για τη Φιλολογία, αλλά θα αρκεστώ σε μια φράση κλειδί από τον Ηράκλειτο: «Τα πάντα ρει». Η γλώσσα είναι ρευστή και συντροφεύει την ανθρωπότητα από πάντα. Οι ανθρωπιστικές σπουδές πάντα θα είναι επίκαιρες, γιατί έχουν κάτι που η τεχνολογία δεν μπορεί να αγγίξει στο ελάχιστο. Οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές σπουδές έχουν την ικανότητα να εξευγενίζουν το ήθος των ανθρώπων. Μπορούν να μιλήσουν στην ψυχή μας και να μας μεταμορφώσουν. Όσο και να προσπαθήσει η τεχνολογία, ποτέ δε θα μπορέσει να μας προσφέρει όλα όσα μας προσφέρει ένα ποίημα του Καβάφη για παράδειγμα. Όμως, όταν οι επιστήμες ενώνονται, γίνονται θαύματα! Όταν “παντρέψουμε” τα τεχνολογικά μέσα με τις κοινωνικές και τις ανθρωπιστικές σπουδές, τότε μπορούμε να προχωρήσουμε σε σπουδαία επιτεύγματα. Καμία επιστήμη δεν είναι περιττή, γιατί πάντα υπάρχουν γνώσεις που μπορεί να προσφέρει στην ανθρωπότητα.
-Είσαι αισιόδοξη ή απαισιόδοξη για το μέλλον;
Όσο και αν θέλω να σκέφτομαι και να πράττω με αισιοδοξία, μου είναι εντελώς αδύνατο… Μέσα στον τελευταίο χρόνο είχαμε στην Ελλάδα άπειρες γυναικοκτονίες, περιστατικά έμφυλης βίας και ρατσισμού, συγκρούσεις τρένων, δήθεν ναυάγια, ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης και μέχρι στιγμής δύο γιγαντιαία πρόστιμα από το διεθνές ευρωπαϊκό δικαστήριο κατά της Ελλάδας για δολοφονία και παραβίαση των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Με πληγώνει που ζω στο εξωτερικό και όταν λέω πως είμαι από την Ελλάδα, η απάντηση που παίρνω είναι: “Α, κρίμα! Ένα λαμπρό παρελθόν με ένα μαύρο παρόν και μέλλον”. Ντρέπομαι πραγματικά και φοβάμαι για τα χειρότερα. Είμαστε μια χώρα που οι πιο πολλοί άνθρωποι είναι βιοπαλαιστές χωρίς ανταμοιβή.
Από την άλλη πλευρά, ο κόσμος που ζούμε δεν είναι σε καλύτερη μοίρα. Πόλεμοι, βία, προπαγάνδα, θρησκευτικός φανατισμός και οικονομική μεγαλομανία, περιβαλλοντική κρίση είναι οι λέξεις που περιγράφουν την παγκόσμια κατάσταση. Ολοκληρώνοντας όμως, θα ήθελα να προσθέσω μια αισιόδοξη νότα, υπενθυμίζοντας ότι υπάρχει λύση. Τα παιδιά και η ορθή εκπαίδευση μπορούν να φτιάξουν έναν καλύτερο κόσμο. Να αγαπάμε τα παιδιά, γιατί έχουν φαντασία, ελπίδα και όρεξη για έναν κόσμο όμορφο…
«Στην Ολλανδία δεν υπάρχουν αδέσποτα, αλλά ασθενοφόρα για ζώα…»
Αν και η απάντηση είναι εν πολλοίς αναμενόμενη, δε θα μπορούσε να λείπει μια ερώτηση για τα ζώα και τη διαφορά που διαπιστώνει στην αντιμετώπισή τους σε σχέση με την ελληνική εμπειρία. Η Μαρία Ηλιοπούλου Πεζώνη λέει: «Πιστεύω ακράδαντα ότι ο τρόπος αντιμετώπισης των ζώων είναι ένα τεράστιο κομμάτι ένδειξης πολιτισμού. Στην Ολλανδία δεν υπάρχουν αδέσποτα, σε όλα τα μαγαζιά είναι αυτονόητο ότι τα σκυλιά επιτρέπονται. Κορωνίδα είναι ότι υπάρχουν ασθενοφόρα ζώων που παρέχονται από το κράτος, και όντως υπάρχουν και δεν υπολειτουργούν. Αντίθετα, στην Ελλάδα ζούμε τριτοκοσμικές καταστάσεις με άγριες δολοφονίες ζώων.
Όσο έκανα εθελοντισμό, τα σκυλιά μού δίδαξαν ότι οι άνθρωποι είμαστε ύπουλοι. Τα σκυλιά ζουν όλα μαζί, αγαπούν με ανιδιοτέλεια και όταν διαφωνούν με κάτι, το δείχνουν με τον τρόπο τους και τα δόντια τους προειδοποιητικά, αλλά ποτέ εκδικητικά. Οι άνθρωποι, κατά μεγάλο ποσοστό, λειτουργούμε με τον ακριβώς αντίθετο τρόπο»…
Της Χριστίνας Ελευθεράκη