Συνέντευξη του προέδρου της Κ.Ο. «Νέα Αριστερά» και βουλευτή Μεσσηνίας, Αλέξη Χαρίτση, στο «Θάρρος»
Κάθε νέο πολιτικό εγχείρημα – και δη στο χώρο της Αριστεράς- κουβαλάει το σπέρμα της αμφιβολίας για την επιτυχία του. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τη «Νέα Αριστερά», η οποία προήλθε με την αποχώρηση 11 βουλευτών από τον ΣΥΡΙΖΑ- Π.Σ. και τη δημιουργία Κοινοβουλευτικής Ομάδας με πρόεδρο τον Μεσσήνιο βουλευτή Αλέξη Χαρίτση.
Η συνέντευξη που ακολουθεί με τον ίδιο προσπαθεί να ανιχνεύσει τις δυσκολίες, αλλά και τα νέα πολιτικά προτάγματα που φέρνει αυτή η κίνηση. Βέβαια, από τη συζήτηση δε λείπει και η Μεσσηνία με τα προβλήματα που την ταλαιπωρούν εδώ και χρόνια.
-Ποια ανάγκη «γέννησε» τη «Νέα Αριστερά», κύριε Χαρίτση;
Αυτή τη στιγμή το πολιτικό σκηνικό στη χώρα μας χαρακτηρίζεται από μια ακραία ανισορροπία. Από τη μια, η κυριαρχία της νεοφιλελεύθερης και αυταρχικής Δεξιάς του κ. Μητσοτάκη με όρους ηγεμονίας και, από την άλλη, η αδυναμία των δυνάμεων της αντιπολίτευσης που ανήκουν στο προοδευτικό τόξο να αρθρώσουν μια σύγχρονη, πειστική, σοβαρή και αξιόπιστη πρόταση για την αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων της εποχής μας.
Το εγχείρημα της «Νέας Αριστεράς» εκκινεί από αυτό ακριβώς το σημείο. Από την ανάγκη να αντιπαρατεθούμε με την ηγεμονία της Δεξιάς με σοβαρούς προγραμματικούς όρους. Να ξαναδώσουμε στην πολιτική περιεχόμενο, έχοντας θέσει εξαρχής τρεις προτεραιότητες: την κλιματική δικαιοσύνη, την κοινωνική δικαιοσύνη και την επανεκκίνηση της δημοκρατίας. Να ανακτήσουμε μια σχέση εμπιστοσύνης με τις δυνάμεις της Αριστεράς, της Πολιτικής Οικολογίας, της Αριστερής Σοσιαλδημοκρατίας και των κοινωνικών κινημάτων. Λέγοντας αυτά που πιστεύουμε και πιστεύοντας αυτά που λέμε. Εκκινεί από την ανάγκη των «αόρατων» συμπολιτών μας οι οποίοι δεν εκφράζονται από τις υπάρχουσες δυνάμεις του πολιτικού συστήματος, να αποκτήσουν φωνή. Η «Νέα Αριστερά» είναι εδώ για να τους ακούσει, να συνομιλήσει μαζί τους, να γίνει η φωνή τους.
-Στη «Νέα Αριστερά» προέρχεστε από τον ΣΥΡΙΖΑ και όσοι είστε στην κοινοβουλευτική ομάδα υπηρετήσατε την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Το στίγμα της αναξιοπιστίας ήταν ένα από τα… αμαρτήματα της κυβερνητικής και της αντιπολιτευτικής περιόδου του συγκεκριμένου κόμματος. Πώς θα το αντιμετωπίσετε;
Κατά την άποψή μου, η κρίση αξιοπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ σε μεγάλο βαθμό σχετίζεται με την περίοδο 2019-2023. Νομίζω ότι εκείνη την περίοδο επικρατεί, στο συγκεκριμένο πολιτικό χώρο, ο καταγγελτικός λόγος και λιγότερο η προγραμματική αντιπολίτευση. Την περίοδο εκείνη δημιουργείται η αίσθηση ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης λέει ναι σε όλους χάνοντας τις σαφείς κοινωνικές του αναφορές. Και εκείνη την περίοδο ο ΣΥΡΙΖΑ διατυπώνει την ιδέα μιας προοδευτικής διακυβέρνησης χωρίς ορατές συγκλίσεις ή προγραμματικό διάλογο με τα όμορα κόμματα.
Η «Νέα Αριστερά», προφανώς, είναι μια υπέρβαση αυτής της αρνητικής παρακαταθήκης. Στη «Νέα Αριστερά», «λέμε αυτό που σκεφτόμαστε και σκεφτόμαστε αυτό που λέμε» και υπάρχουμε για να εκφραστούν όσες κι όσοι είναι αποκλεισμένοι από το σημερινό πολιτικό σύστημα, αλλά και από το νέο κοινωνικό συμβόλαιο μειωμένων προσδοκιών του κ. Μητσοτάκη.
-Οι δημοσκοπήσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας δεν είναι… φιλικές στο εγχείρημα της «Νέας Αριστεράς». Υπάρχει χρόνος και χώρος για να αλλάξετε την εικόνα, τουλάχιστον μέχρι τις ευρωεκλογές;
Ας μην ξεχνάμε ότι η Κοινοβουλευτική Ομάδα της «Νέας Αριστεράς» έχει μόλις ενάμιση μήνα ζωής. Αυτό που αποκομίζουμε από τις περιοδείες και τις ανοιχτές συνελεύσεις που πραγματοποιούμε σε όλη την Ελλάδα είναι η έντονη ανάγκη των προοδευτικών συμπολιτών μας, οι οποίοι ασφυκτιούν από τη ζοφερή κατάσταση που έχει δημιουργήσει η μονοκρατορία της Δεξιάς του κ. Μητσοτάκη, να ακούσουν τις θέσεις και τις προτάσεις μας. Να εμπνευστούν από ένα πρόγραμμα σύγχρονο, αριστερό, μαχητικό και αξιόπιστο, για την επόμενη μέρα και τις μεγάλες κρίσεις που αντιμετωπίζουμε.
Αυτό είναι που μας ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή. Να ριζώσει η «Νέα Αριστερά» στην ελληνική κοινωνία. Είμαστε αισιόδοξοι ότι μέχρι τις ευρωεκλογές θα έχουμε καταφέρει να πείσουμε όλους αυτούς τους συμπολίτες μας οι οποίοι παρακολουθούν το εγχείρημα της «Νέας Αριστεράς» με ενδιαφέρον, ότι αξίζει να το στηρίξουν. Και ότι είμαστε εκείνη η πολιτική δύναμη την οποία αξίζει να εμπιστευθούν ώστε να κυβερνηθεί τα επόμενα χρόνια η χώρα με προοδευτικούς όρους, βάσει ενός αριστερού πολιτικού προγράμματος.
-Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είπε πρόσφατα ότι «συνηθίσαμε να κάνουμε περιοδείες και να συναντούμε θεσμικούς φορείς. Και λέγαμε ότι μιλήσαμε με την κοινωνία». Πρέπει να αλλάξει αυτή η πολιτική και αν ναι, πώς θα γίνει αυτό; Υπάρχει σχέδιο να πείτε στους πολίτες κάτι που θα αφορά στη ζωή τους;
Συμφωνώ με τον Ευκλείδη. Χρήσιμες και απαραίτητες οι επαφές με θεσμικούς φορείς, αλλά να μη χάνουμε το «δάσος». Θέλουμε εξωστρέφεια, θέλουμε πρωτοβουλίες, και αυτό σημαίνει ότι οι περιοδείες μας δε θα περιορίζονται στην επαφή με θεσμικούς φορείς, αλλά κυρίως στην οργάνωση συναντήσεων και συζητήσεων με αυτούς που θέλουμε μαζί μας: τους νέους, τους εργαζομένους, τις εργαζόμενες, τους νέους επιστήμονες, τους ανθρώπους που με τη δράση τους σε τοπικό επίπεδο δείχνουν ότι υπάρχει και άλλος δρόμος. Να εμπλακούν στο εγχείρημά μας οι πολλοί που ενδιαφέρονται και μπορούν να προσφέρουν και να ανανεώσουν αυτό που είμαστε. Έτσι θα πείσουμε ότι εννοούμε αυτό που λέμε, ότι η «Νέα Αριστερά» ιδρύθηκε για να φέρει μια δημιουργική επανάσταση στην πολιτική ζωή της χώρας.
-«Ήταν η καλύτερη εποχή, ήταν η χειρότερη εποχή». Η διάσημη αρχή της «Ιστορίας δύο πόλεων» του Ντίκενς αντικατοπτρίζει με ακρίβεια τα συμπεράσματα δύο ερευνών που είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας. Η έκθεση για τον «Σφυγμό του Επιχειρείν» του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) διαπιστώνει ότι το 2023 ήταν η καλύτερη εποχή για την οικονομία και τις επιχειρήσεις από το 2017.
Στον αντίποδα, η ενδιάμεση έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ διαπιστώνει ότι η τριετία 2021 – 2023 ήταν η χειρότερη για τα φτωχά νοικοκυριά, τα οποία «επιβαρύνονται με τους πιο δυσμενείς όρους» από την αύξηση των επιτοκίων και τις πληθωριστικές πιέσεις. Θα ήθελα το σχόλιό σας.
Η ελληνική οικονομία μετά το 2018 έχει μια δυναμική επανεκκίνηση που σχετίζεται απολύτως με την έξοδο από το καθεστώς της δημοσιονομικής εποπτείας και τη μεσοπρόθεσμη ρύθμιση του χρέους. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας την περίοδο 2019-2023 εκμεταλλεύεται τις βελτιωμένες δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας και την πανδημική συνθήκη για να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα αντεστραμμένης αναδιανομής εισοδήματος υπέρ των ισχυρών.
Σε αυτό βοηθούν οι εκτεταμένες επιδοτήσεις σε ολιγοπωλιακές επιχειρήσεις την περίοδο της πανδημίας, η κατεύθυνση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και, φυσικά, η λειτουργία του ίδιου του πληθωρισμού, που αφέθηκε ανεξέλεγκτος για 3 χρόνια.
Σήμερα η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας αναπαράγει το ίδιο μοντέλο ανάπτυξης που οδήγησε στην κρίση, δίνοντας έμφαση σε κατασκευές, τουρισμό και real estate, ενώ την ίδια στιγμή η χώρα μας χάνει την ιστορική ευκαιρία να στραφεί σε ένα πράσινο μοντέλο ανάπτυξης, με έμφαση στις νέες τεχνολογίες και στη μεταποίηση προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας.
-Στα πρώτα της βήματα η “Νέα Αριστερά” πλαισιώθηκε από νέα πρόσωπα. Θα συνεχιστεί αυτό;
Στο ξεκίνημά μας μιλήσαμε για ένα νέο εγχείρημα συλλογικής συμμετοχής και επιστροφής της πολιτικής στη ζωή των αριστερών και προοδευτικών πολιτών. Μιλήσαμε για όλους αυτούς που απέχουν και αδιαφορούν, για αυτούς που νιώθουν ότι η πολιτική δεν απαντά στις ζωτικές τους ανάγκες. Προφανώς, λοιπόν, θα συνεχίσουμε να αναδεικνύουμε νέα πρόσωπα ώστε να κάνουμε αυτό που λέμε. Την πολιτική αλλιώς. Είναι το στοίχημά μας. Στο εγχείρημά μας δε χωρούν ούτε επετηρίδες, ούτε θέσφατα, ούτε παραγοντισμοί. Θα ανακαλύψουμε νέους τρόπους οργάνωσης, θα σκεφτούμε επινοητικά ώστε να αντλήσουμε έμπνευση και εμπειρία από τα παλαιότερα μέλη και στελέχη μας, ιδέες και δύναμη από τη συμμετοχή νέων ανθρώπων, αυτών που μέχρι χθες δεν ήταν μαζί μας. Για να πείσουμε ότι, τελικά, η πολιτική έχει σημασία.
-Τέλος, η Μεσσηνία αντιμετωπίζει μια σειρά από προβλήματα. Υγεία, παραβατικότητα, υποδομές, κλιματική κρίση είναι ορισμένα από αυτά. Μπορούν να αντιμετωπιστούν;
Δεν έχω μιλήσει τυχαία για μια χαμένη τετραετία για τη Μεσσηνία. Εκτός από τα μεγάλα έργα υποδομών του νομού μας που παρέμειναν στάσιμα, γεγονός που προφανώς απαξιώνει την τοπική ανάπτυξη, οι πολίτες της Μεσσηνίας γνωρίζουν πολύ καλά ότι κατά την τετραετία Μητσοτάκη υποβαθμίστηκε δραματικά και η καθημερινότητά τους. Εδώ και χρόνια ζητάμε από την κυβέρνηση προσλήψεις ώστε να ενισχυθούν οι δομές υγείας του ΕΣΥ στο νομό μας. Αποτέλεσμα; Σήμερα μένουν ολόκληρες κλινικές του ΕΣΥ χωρίς γιατρούς, με κραυγαλέο παράδειγμα την Ογκολογική Κλινική του Νοσοκομείου Καλαμάτας.
Παράλληλα τα φαινόμενα παραβατικότητας σε περιοχές του νομού μας πλέον «χτυπούν κόκκινο», προκαλώντας στους πολίτες δικαιολογημένα αισθήματα ανασφάλειας και φόβου. Εδώ και χρόνια ζητάμε μαζί με φορείς της αυτοδιοίκησης από το αρμόδιο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ενίσχυση σε προσωπικό και μέσα αστυνόμευσης, χωρίς όμως κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα.
Και βέβαια, η κλιματική αλλαγή είναι εδώ, οι καλλιέργειες κινδυνεύουν, η ανομβρία σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών θα χτυπήσει τα επόμενα χρόνια τη χώρα μας, όπως συμβαίνει σήμερα στις γειτονικές μας χώρες, Ισπανία και Ιταλία.
Πώς το αντιμετωπίζει αυτό η κυβέρνηση στο νομό μας; «Αξιοποιώντας» ως… τουριστικό αξιοθέατο το Φράγμα Φιλιατρών, έργο που αν λειτουργούσε, θα έλυνε το πρόβλημα της ύδρευσης για 35.000 στρέμματα του παραγωγικού κάμπου της Τριφυλίας. Ντροπή!
Του Αντώνη Πετρόγιαννη