Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν θα μπορούσε να καταλήξει σε «συγκατοίκηση». Ποια είναι η διαδικασία σχηματισμού νέας κυβέρνησης; Τι συμβαίνει εάν δεν υπάρχει πλειοψηφία; Ποιες οι εξουσίες του προέδρου και της κυβέρνησης;
Η εντυπωσιακή νίκη της ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης στις ευρωεκλογές στις 9 Ιουνίου άφησε τη Γαλλία να παραπαίει και ο πρόεδρός της Εμανουέλ Μακρόν προκήρυξε πρόωρες εκλογές. Σε μια διαδικασία δύο γύρων στις 30 Ιουνίου και στις 7 Ιουλίου, η Γαλλία θα προσέλθει στις κάλπες για να εκλέξει νέα Εθνοσυνέλευση, την κάτω βουλή του γαλλικού κοινοβουλίου.
Με το μοναδικό υβριδικό ημι-προεδρικό σύστημα διακυβέρνησης, το ενδεχόμενο να μην προκύψει σαφές αποτέλεσμα δημιουργεί μια σειρά από υποθετικά αποτελέσματα που θα μπορούσαν να βυθίσουν τη Γαλλία και την Ευρώπη στην αβεβαιότητα σε μια κρίσιμη στιγμή παγκόσμιας αστάθειας.
Εξετάζουμε τις ιδιαιτερότητες του γαλλικού εκλογικού συστήματος και της πολιτικής διακυβέρνησης. Πώς λειτουργούν οι γαλλικές εκλογές; Ποια θα είναι τα πιθανά αποτελέσματα στο Παρίσι; Τι θα συμβεί αν δεν υπάρξει πλειοψηφία στο Palais Bourbon και αν ο Μακρόν αναγκαστεί να συνεργαστεί με έναν πολιτικό εχθρό στο Matignon, σε μια αμήχανη πολιτική συγκατοίκηση;
Πώς λειτουργούν οι βουλευτικές εκλογές;
Υπάρχουν 577 έδρες στην Εθνοσυνέλευση. Ο ρόλος του βουλευτή είναι να προτείνει, να τροποποιεί και να ψηφίζει νόμους.
Στον πρώτο γύρο των εκλογών στις 30 Ιουνίου, οι Γάλλοι ψηφοφόροι θα επιλέξουν έναν από τους υποψηφίους που κατεβαίνουν στην εκλογική τους περιφέρεια.
Εάν ένας υποψήφιος καταφέρει να συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία (πάνω από το 50% των ψήφων με τουλάχιστον 25% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων), κερδίζει αυτομάτως. Σε αντίθεση με τις προεδρικές εκλογές, το ποσοστό αποχής είναι, επομένως, καθοριστικό.
Στο τέλος αυτού του πρώτου γύρου, εάν κανένας υποψήφιος δεν συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία, διοργανώνεται δεύτερος γύρος για τις 7 Ιουλίου.
Οποιοσδήποτε υποψήφιος έχει συγκεντρώσει ποσοστό άνω του 12,5% των ψήφων μπορεί να περάσει στον επαναληπτικό γύρο.
Ο υποψήφιος με τις περισσότερες ψήφους στον δεύτερο γύρο κερδίζει μια έδρα στην Εθνοσυνέλευση.
Πώς λειτουργεί το γαλλικό σύστημα διακυβέρνησης;
Η Γαλλία διαθέτει ένα μοναδικό σύστημα διακυβέρνησης που περιγράφεται ως υβριδικό καθεστώς με πρόεδρο αλλά και ισχυρό κοινοβούλιο.
Σε αντίθεση με τις περισσότερες άλλες χώρες με κοινοβουλευτικό σύστημα (σκεφτείτε το Ηνωμένο Βασίλειο ή τον Καναδά), ο αρχηγός του κράτους εκλέγεται απευθείας από τον λαό, γεγονός που του προσδίδει προβολή και νομιμοποίηση.
Το Σύνταγμα του 1958 είναι αυτό που διέπει το πολιτικό σύστημα της Γαλλίας που ονομάζεται Πέμπτη Δημοκρατία.
Υιοθετήθηκε για να περιορίσει την εξουσία της Εθνοσυνέλευσης μετά την κυβερνητική αστάθεια που συγκλόνισε την Τέταρτη Δημοκρατία.
Το 1962, ένα δημοψήφισμα άλλαξε τον τρόπο εκλογής του προέδρου. Από τότε, ο αρχηγός του κράτους εκλέγεται με καθολική ψηφοφορία.
«Από τότε, το σύστημα έγινε πιο “προεδρικό”, με την έννοια ότι οι πολίτες έδιναν μεγαλύτερη προσοχή στον πρόεδρο παρά στους βουλευτές, ενώ στην πραγματικότητα θα έπρεπε να κοιτάμε πολύ περισσότερο τους βουλευτές μας, και αυτό το γνωρίζουμε καλά σήμερα», εξήγησε ο Alexandre Frambéry-Iacobone, ειδικός σε θέματα δικαίου από το Πανεπιστήμιο του Μπορντό.
Το νέο σύνταγμα παραχώρησε στον πρόεδρο συγκεκριμένες εξουσίες, όπως η διάλυση του κοινοβουλίου ή η προκήρυξη δημοψηφίσματος.
Ποια είναι τα πιθανά αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών;
Αποτέλεσμα 1: Το κόμμα του Μακρόν αποκτά την απόλυτη πλειοψηφία
Στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές, ο στόχος για κάθε κόμμα είναι να επιτύχει τουλάχιστον 289 έδρες για να έχει την απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση και έτσι να μπορεί να διεξάγει το πρόγραμμά του χωρίς να χρειάζεται να διαπραγματευτεί με άλλα κόμματα.
Εάν το κόμμα της φιλελεύθερης Αναγέννησης του Εμανουέλ Μακρόν κερδίσει, ο πρόεδρος μπορεί τότε να ορίσει και πάλι τον Γκαμπριέλ Αττάλ ως πρωθυπουργό του. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι αυτό είναι εξαιρετικά απίθανο, καθώς η παράταξη του Μακρόν βρίσκεται σήμερα πίσω από τον ευρύ αριστερό συνασπισμό και την Εθνική Συσπείρωση της Μαρίν Λεπέν.
Αποτέλεσμα 2: Το κόμμα του Μακρόν αποκτά σχετική πλειοψηφία
Εάν ένα κόμμα αποκτήσει σχετική πλειοψηφία -δηλαδή κερδίσει ως το μεγαλύτερο κόμμα αλλά χωρίς απόλυτη πλειοψηφία- δεν μπορεί να κυβερνήσει μόνο του και πρέπει να συνάψει συμμαχίες για να περάσει ορισμένους νόμους. Αυτή ήταν η περίπτωση για το κόμμα του Μακρόν, το οποίο κατείχε 230 έδρες στο διαλυμένο κοινοβούλιο.
Αποτέλεσμα 3: Ένα άλλο κόμμα αποκτά σχετική πλειοψηφία αλλά δεν μπορεί να εξασφαλίσει συμμάχους
Εάν κανένα κόμμα δεν κερδίσει την πλειοψηφία και δεν σχηματιστεί κυβερνητικός συνασπισμός, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε κατάσταση αδιεξόδου εντός της κυβέρνησης.
Θα βύθιζε τη Γαλλία σε άγνωστα νερά, καθώς αυτή η κατάσταση δεν έχει συμβεί ποτέ.
«Σε αυτή την περίπτωση, θα ήταν πολύ πιο περίπλοκο να συνεχιστούν οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις που θα προωθούσαν τη Γαλλία μπροστά. Αντ’ αυτού, θα είχαμε κολλήσει σε μια μορφή στασιμότητας», δήλωσε ο Alexandre Frambéry-Iacobone.
Ένα πράγμα είναι βέβαιο: νέες βουλευτικές εκλογές δεν μπορούν να προκηρυχθούν για ένα ακόμη έτος για να επιλυθεί η κατάσταση.
Μπροστά σε αυτή την πολιτική παράλυση, «μια λύση θα ήταν να παραιτηθεί ο Εμανουέλ Μακρόν», δήλωσε ο François-Xavier Millet, καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο των Αντιλλών.
Αλλά ο πρόεδρος έχει αποκλείσει μέχρι στιγμής αυτό το ενδεχόμενο. Ούτε το Κοινοβούλιο ούτε η κυβέρνηση μπορούν να τον αναγκάσουν να το πράξει.
Αποτέλεσμα 4: Ένα άλλο κόμμα κερδίζει την απόλυτη πλειοψηφία
Εάν ένα άλλο κόμμα αποκτήσει την απόλυτη πλειοψηφία – είτε η ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση είτε ο αριστερός συνασπισμός Νέο Λαϊκό Μέτωπο, τότε ο πρόεδρος θα πρέπει να επιλέξει πρωθυπουργό από τον συνασπισμό που θα κερδίσει. Ο πρωθυπουργός θα επιλέξει στη συνέχεια τους υπουργούς του. Στη γαλλική πολιτική, αυτό είναι γνωστό ως «συγκατοίκηση».
Πώς λειτούργησαν οι προηγούμενες «συγκατοικήσεις» και ποια είναι τα προηγούμενα;
Καθ’ όλη τη διάρκεια της Πέμπτης Δημοκρατίας, η Γαλλία γνώρισε τρεις «συγκατοικήσεις» μετά από κοινοβουλευτικές εκλογές που κέρδισε το κόμμα της αντιπολίτευσης.
«Δεν μπορούμε να πούμε ότι ήταν η πιο εύκολη θέση των προέδρων της Πέμπτης Δημοκρατίας που έζησαν μια συγκατοίκηση, αλλά ούτε η κυβέρνηση βρισκόταν σε αδιέξοδο», εξηγεί ο Alexandre Frambéry-Iacobone.
Η τελευταία φορά που έγινε «συγκατοίκηση» ήταν το 1997, όταν ο κεντροδεξιός πρόεδρος Ζακ Σιράκ διέλυσε το κοινοβούλιο, πιστεύοντας ότι θα κέρδιζε μια ισχυρότερη πλειοψηφία, αλλά απροσδόκητα έχασε από έναν αριστερό συνασπισμό υπό την ηγεσία του Σοσιαλιστικού Κόμματος.
Ο Λιονέλ Ζοσπέν ορίστηκε πρωθυπουργός και ηγήθηκε της κυβέρνησης μέχρι το 2002.
Ωστόσο, ο Ζοσπέν κατάφερε να εισαγάγει διάφορους νόμους στους οποίους αντιδρούσε το προεδρικό στρατόπεδο, όπως η 35ωρη εβδομαδιαία εργασία, η καθολική υγειονομική περίθαλψη και το σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια.
Πώς θα λειτουργούσε μια πιθανή συγκατοίκηση Μακρόν και ακροδεξιάς;
Αν και το όνομα του ακροδεξιού ευρωβουλευτή Ζορντάν Μπαρντελά έχει προταθεί για την πρωθυπουργία σε περίπτωση που η Εθνική Συσπείρωση κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία, ο πρόεδρος είναι αυτός που επιλέγει τον επικεφαλής της κυβέρνησης.
«Μπορούμε να φανταστούμε ότι ακόμη και με μια πλειοψηφία την Εθνική Συσπείρωση, αν ο Μακρόν έχει όρεξη, μπορεί να προσπαθήσει να διορίσει τη Μαρίν Λεπέν (την ιστορική ακροδεξιά ηγέτιδα της Εθνικής Συσπείρωσης), η οποία θα μπορούσε να αρνηθεί τη θέση. Αυτό θα συνεχιζόταν μέχρι ο Μακρόν να ορίσει τελικά τον Μπαρντελά ή κάποιον άλλον που θα συμφωνούσε να κάνει τη δουλειά», δήλωσε ο Frambéry-Iacobone.
Ως αποτέλεσμα, ένας Γάλλος πρόεδρος κατά τη διάρκεια μιας περιόδου «συγκατοίκησης» είναι αναγκασμένος να έχει έναν πιο διακριτικό ρόλο – πιο κοντά σε αυτόν που συναντάται σε άλλα κοινοβουλευτικά συστήματα.
Ωστόσο, ο πρόεδρος θα εξακολουθήσει να διατηρεί ορισμένες εξουσίες – τα λεγόμενα domaines réservés– όπως η διοίκηση των ενόπλων δυνάμεων και της εξωτερικής πολιτικής, η επικύρωση διεθνών συνθηκών και η διαπίστευση πρεσβευτών.
Όμως, τελικά το κόμμα με την απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση θα έχει τον έλεγχο των εσωτερικών πολιτικών της Γαλλίας.
Εάν ένας πρόεδρος δεν συμφωνεί με έναν συγκεκριμένο νόμο, μπορεί να παραπέμψει το θέμα στο Συνταγματικό Συμβούλιο (μια οντότητα που διασφαλίζει την τήρηση των συνταγματικών αρχών και κανόνων) ή να ζητήσει δεύτερη ανάγνωση από την Εθνοσυνέλευση.
Αλλά τελικά, αν το Συνταγματικό Συμβούλιο κηρυχθεί αναρμόδιο ή αν οι βουλευτές ψηφίσουν τον νόμο για δεύτερη φορά, ο αρχηγός του κράτους θα πρέπει να τον υπογράψει.
Ποιος αποφασίζει για θέματα της ΕΕ;
Ο επικεφαλής της κυβέρνησης, άρα και το κοινοβούλιο, είναι αυτοί που αποφασίζουν για τα θέματα της ΕΕ. Σε αυτά περιλαμβάνονται οι υπουργοί που συμμετέχουν στο Συμβούλιο της ΕΕ για να διαπραγματευτούν και να ψηφίσουν την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
«Οι ευρωπαϊκές υποθέσεις δεν θεωρούνται εξωτερική πολιτική. Είναι σε μεγάλο βαθμό εσωτερική πολιτική. Επομένως, είναι θέμα της κυβέρνησης να αποφασίζει για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις», δήλωσε ο François-Xavier Millet.
«Αλλά σαφώς θα μπορούσε να υπάρξει ένταση, η οποία είναι αναμενόμενη μεταξύ του πρωθυπουργού και του προέδρου σε μια κατάσταση συγκατοίκησης όσον αφορά τις ευρωπαϊκές υποθέσεις», δήλωσε ο Millet.
Πηγή: euronews.gr