Ελαιόλαδο: Στα 6,5 ευρώ τα συμβόλαια για το έξτρα παρθένο νέας σοδειάς

Ελαιόλαδο: Στα 6,5 ευρώ τα συμβόλαια για  το έξτρα παρθένο νέας σοδειάς

Οι επόμενοι δύο μήνες για το ελαιόλαδο, όπως όλα δείχνουν, θα περπατήσουν κατά τα γνωστά, με καλές μεν τιμές (6,5-7,5 ευρώ στο έξτρα), αλλά και σαφή πλαγιοκαθοδικό βηματισμό, ενώ το κρίσιμο πλέον στοίχημα είναι οι τιμές αφετηρίας για την περίοδο 2024/25 από Οκτώβριο, όταν θα ξεκινήσουν να δουλεύουν ξανά τα ελαιοτριβεία.

Σήμερα, οι τιμές ονομαστικά βρίσκονται στα επίπεδα των 7,20-7,70 ευρώ το κιλό σε Μεσσηνία και Κρήτη και γύρω στα 8 ευρώ στη Λακωνία, όμως δεν έχουν καταγραφεί την τελευταία εβδομάδες πράξεις.

Στην Ισπανία, οι δείκτες τιμών ακολουθούν σαφώς πτωτική πορεία από τα μέσα της περασμένης βδομάδας. Για την ώρα, παρατηρείται μια αισθητή υποχώρηση των τιμών στο έξτρα προς τα 7,50 ευρώ, ενώ απότομη είναι η διόρθωση σε παρθένο και λαμπάντε, προς τα 7,00 και 6,80 ευρώ το κιλό αντίστοιχα.

Σήμερα, σύμφωνα με το “Ελαία και Καρπός”, παρά το λογικό ενδιαφέρον για τις πολύ καλές παρτίδες έξτρα γα τις οποίες υπάρχει ζήτηση από την τουριστική βιομηχανία, τα υπόλοιπα έξτρα και παρθένα δεν έχουν ιδιαίτερη πέραση, αφού από τη μία πλευρά δεν υπάρχουν μεγάλες ποσότητες (ενδεικτικά στην περιφέρεια της Χαέν συγκεντρώνεται το 60-65% των αποθεμάτων όλης της Μεσογείου, εκεί σημειώνονται οι περισσότερες πράξεις), ενώ απ’ την άλλη οι χώρες-καταναλωτές (μεταξύ των οποίων δε βρίσκεται η Ελλάδα) προβαίνουν σε μέτρα τόνωσης των λιανικών πωλήσεων για όσα ελαιόλαδα έχουν αγοραστεί φέτος, ώστε να ομαλοποιηθεί η μετάβαση στη νέα σεζόν.

Σε αυτό το πνεύμα, άλλωστε, ήρθε και το μέτρο του μηδενικού ΦΠΑ στο ελαιόλαδο που πέρασε η Ισπανία, το οποίο σκοπό έχει να φέρει άμεσα την τιμή λιανικής στο έξτρα κάτω από 9 ευρώ το κιλό. Η Ισπανία έχει το καρπούζι και το μαχαίρι πλέον, αφού καθορίζει περισσότερο από ποτέ την τιμολόγηση.

Με δεδομένη τη μεγαλύτερη προσφορά σε διεθνές επίπεδο από 20% έως 25% συγκριτικά με την (περσινή) πλέον περίοδο, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η αγορά θα έχει να διαχειριστεί ποσότητες γύρω στους 2,95 εκατ. τόνους, κάτι που λέγεται από πολλές πλέον μεριές.

Η Κομισιόν υπολογίζει τελικά αποθέματα στους 300 με 350.000 τόνους, οι οποίοι θα φανούν πολύ χρήσιμοι σε βιομηχανία και εμπόριο τον Οκτώβριο, με σκοπό να ρίξουν νωρίς τις απαιτήσεις των παραγωγών. Οδεύουμε, δηλαδή, σε μία περίεργη σύνδεση μεταξύ των δύο εμπορικών περιόδων, κατά τη διάρκεια της οποίας θα ακουστούν πολλές φορές τα 5,5 ευρώ ως τιμή εκκίνησης.

Αυτές τις ημέρες στην Πορτογαλία κλείνονται τα πρώτα συμβόλαια για Νοέμβριο στο έξτρα παρθένο από υπερεντατικούς ελαιώνες σε ένα εύρος από 6 έως 6,5 ευρώ το κιλό, από παραγωγούς οργανωμένους οι οποίοι βγάζουν κοστολόγιο σε μία μέση χρονιά στα 4 ευρώ το κιλό. Παρόμοιες τιμές ακούγονται από Χαέν και Κόρδοβα.

Να σημειωθεί, επίσης, πως φέτος η χρονιά στις περισσότερες περιοχές είναι πρώιμη, που σημαίνει πως η παραγωγή ελαιολάδου θα είναι συγκριτικά με άλλες χρονιές αυξημένη Οκτώβριο και Νοέμβριο. Οι ελαιοπαραγωγοί θα πρέπει να έχουν στο νου τους πως η παγκόσμια παραγωγή είναι πάνω-κάτω υπολογισμένη και βάσει αυτής κάνουν οι εταιρείες τυποποίησης και οι βιομηχανίες τον προγραμματισμό τους. Κάπως έτσι καλούνται να πορευτούν μικροί και μεγάλοι καλλιεργητές, ώστε να μην πάει χαμένη η φετινή χρονιά από νωρίς.

Επένδυσαν στη φετινή χρονιά οι Έλληνες παραγωγοί

Το ανοδικό γύρισμα των τιμών κατά την τελευταία διετία ώθησε αρκετό κόσμο στο να ασχοληθεί πιο σοβαρά με την ελαιοκαλλιέργεια, προσβλέποντας σε καλύτερο εισόδημα. Από το Μάρτιο έχει καταγραφεί σημαντική αύξηση στη χρήση λιπασμάτων, αφού πολλοί ελπίζουν σε καλύτερες σοδειές στο διηνεκές. Αυτό σημαίνει πως οι παραγωγοί θέλουν και θα διεκδικήσουν καλύτερες τιμές, αλλά και θα παίξουν άμυνα όπου και όπως μπορούν, ωστόσο ζητούν η ελαιοκαλλιέργεια στη χώρα να αποκτήσει επαγγελματισμό και σε θεσμικό επίπεδο.

«Τα 4,5 με 5 ευρώ που πολλοί ευαγγελίζονται από Δεκέμβρη θα αντιστρέψουν την καλή διάθεση για επαγγελματική ενασχόληση με την ελιά» σχολιάζει γεωπόνος συνομιλητής από τη Λακωνία. «Είμαστε μέσα στις 5 δυνάμεις της παγκόσμιας ελαιοκομίας και δεν έχουμε σύστημα καταγραφής αποθεμάτων και πωλήσεων, όταν άλλες χώρες όπως η Τουρκία και η Τυνησία τα δουλεύουν», θα τονίσει ένας άλλος.