Χωρίς σχεδιασμό πρόληψης κάνουμε μια… τρύπα στο νερό
Έλλειψη σχεδιασμού, ανεπαρκές και μη καταρτισμένο προσωπικό πολιτικής προστασίας στους Δήμους που αναλαμβάνει παράλληλα καθήκοντα, μειωμένοι πόροι και ανάγκη καλύτερου συντονισμού. Αυτά είναι ορισμένα από τα βασικά ευρήματα του έργου «Κατάρτιση και εφαρμογή σχεδίων δράσης για την πρόληψη δασικών πυρκαγιών σε τοπικό επίπεδο», το οποίο εκπόνησε το WWF Ελλάς, σε συνεργασία με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και με την υποστήριξη του Ιδρύματος Μποδοσάκη.
Όπως προκύπτει από τα ευρήματα της έρευνας, οι Δήμοι, παρά τις σημαντικές ευθύνες τους, δίνουν από ελάχιστη έως καθόλου σημασία σχετικά με την πρόληψη των πυρκαγιών. Ο ολοκληρωμένος σχεδιασμός σχετικών δράσεων εξακολουθεί να εκλείπει από τη νομοθεσία, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ορθή εκτίμηση των τρωτών σημείων ενός Δήμου, που τον καθιστούν ευάλωτο όταν ξεσπάει μια πυρκαγιά.
«Δεν υπάρχει λογοδοσία πώς ξοδεύουν τα κονδύλια οι Δήμοι»
Σύμφωνα με όσα σχολίασε στην «Καθημερινή» ο Ηλίας Τζηρίτης, συντονιστής δράσεων για τις δασικές πυρκαγιές του WWF Ελλάς, το επίμαχο έργο ξεκίνησε το Μάιο του 2022.
Όπως εξήγησε, η πρόθεση ήταν «να φτιάξουμε ενιαίες προδιαγραφές για το πώς θα σχεδιάζεται η πρόληψη σε επίπεδο Δήμων». Άλλωστε, «το επίπεδο του Δήμου είναι αυτό στο οποίο μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρική ανάλυση του κινδύνου των δασικών πυρκαγιών. Με αυτό τον τρόπο μπορούν να σχεδιαστούν οι προτεραιότητες, όπως το αν θα πρέπει να μπουν περισσότερα πυροφυλάκια και σε ποιες θέσεις, αν κάποιοι δρόμοι που είναι αδιέξοδοι θα πρέπει να συνενωθούν ώστε να μη δημιουργούν προβλήματα στην κατάσβεση και την εκκένωση και να εντοπιστούν ελλείψεις σε σημεία υδροληψίας. Ουσιαστικά, με αυτόν τον τρόπο δείχνουμε τις κλάσεις κινδύνου και το ποιες είναι οι επικίνδυνες περιοχές σε κάθε Δήμο».
Το ζητούμενο κατά τον ίδιο είναι «να εκτιμηθεί η επικινδυνότητα, κάτι που δε συμβαίνει σε χωρικό επίπεδο στους Δήμους. Έπειτα, να δούμε σε ποιες περιοχές πρέπει να επέμβουν οι Δήμοι και με ποιον τρόπο. Με αυτόν τον τρόπο θα αξιοποιηθούν με τον κατάλληλο τρόπο τα χρήματα που έχουν να διαθέσουν οι Δήμοι, που δεν είναι ανεξάντλητα. Αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει λογοδοσία στο πώς ξοδεύουν αυτά τα κονδύλια, καθώς δε σχεδιάζουν δράσεις βάσει κάποιου σχεδίου πρόληψης».
Ο κ. Τζηρίτης επισημαίνει ότι «για κάθε Δήμο θα πρέπει να παρθούν διαφορετικά μέτρα. Το ποια θα είναι αυτά τα μέτρα όμως, μπορεί να διαφανεί μόνο μέσω του σχεδιασμού».
Τα δύο πιλοτικά έργα
Μέχρι σήμερα, ο σχεδιασμός σε επίπεδο Δήμων στηρίζεται στο γενικό σχέδιο της γ.γ. Πολιτικής Προστασίας για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών εξαιτίας δασικών πυρκαγιών με την κωδική ονομασία «Ιόλαος 2». Όπως επισήμανε όμως ο κ. Τζηρίτης, «ο “Ιόλαος 2” προβλέπει, μεταξύ άλλων, το πώς θα συνεργάζεται η Πυροσβεστική με τους Δήμους, πόσα μέσα πυρόσβεσης θα έχει ο κάθε Δήμος και τι θα πρέπει να γίνει όταν ξεσπάσει η πυρκαγιά. Δεν προβλέπεται σχεδιασμός πρόληψης κι αυτό είναι κάτι που παραδέχθηκε και η ίδια η Πολιτική Προστασία».
Αυτός είναι ο λόγος που το WWF, όπως ανέφερε ο ίδιος, «πρότεινε από τον Οκτώβριο του 2023 στο υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας να ενταχθεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο για την πρόληψη στον “Ιόλαο 2”. Εφόσον αυτό συμβεί, οι Δήμοι θα έχουν την υποχρέωση να καταρτίσουν σχέδια πρόληψης».
Σε αυτό το πλαίσιο πραγματοποιήθηκαν δύο πιλοτικά έργα στην Καλαμάτα και τον Κίσσαμο Χανίων που παραδόθηκαν πριν από μερικές ημέρες.
Σύμφωνα με τον κ. Τζηρίτη, «στις δύο αυτές περιοχές δείξαμε, μεταξύ άλλων, πού απαιτούνται περισσότερα σημεία υδροληψίας και ποιοι δασικοί δρόμοι θα πρέπει να φτιαχτούν κατά προτεραιότητα. Στον Κίσσαμο είδαμε ότι πρέπει να φτιαχτούν καινούρια πυροφυλάκια, καθώς και ποιοι οικισμοί κινδυνεύουν περισσότερο, ώστε οι εργασίες να ξεκινήσουν από αυτούς και να ενημερωθούν οι πολίτες κατά προτεραιότητα».
Αντίστοιχα, «στο Δήμο Καλαμάτας, βάσει των σχεδίων που καταρτίσαμε, και αναδείχθηκαν οι πιο επικίνδυνοι οικισμοί, ήδη ενημερώνονται οι κάτοικοι. Οι πολίτες πρέπει να ξέρουν τους κινδύνους και τους περιορισμούς της περιοχής τους. Είναι ενδεικτικό ότι κάποιοι οικισμοί δεν είναι ορατοί από τα πυροφυλάκια.
Σε αυτή την περίπτωση, τη φωτιά δε θα τη δει κάποιος, εκτός από τους ίδιους τους κατοίκους. Όπως έχουμε ενημερωθεί, ο Δήμος Καλαμάτας βρίσκεται σε μια διαδικασία τεκμηρίωσης των αναγκών, ώστε να εντάξουν συγκεκριμένα έργα στον προγραμματισμό τους».
«Από το 1980 ο εθνικός χάρτης κινδύνου πυρκαγιάς»
Κάποια από αυτά τα μέτρα μπορεί να αφορούν «στη διαχείριση της βλάστησης σε συγκεκριμένες περιοχές. Προτού λοιπόν οι Δήμοι αρχίσουν να πραγματοποιούν εργασίες σε αγροτικές ή δασικές περιοχές, θα πρέπει να ξέρουν από πού θα ξεκινήσουν, κάτι που μεταξύ άλλων προκύπτει από τους χάρτες βλάστησης, την τοπογραφία και την κλίση του εδάφους».
Παράλληλα, το WWF προτείνει την ενίσχυση των πόρων για την αποκατάσταση των καμένων εκτάσεων, καθώς και τον απολογισμό των δράσεων πρόληψης, ετοιμότητας και αποκατάστασης.
Είναι ενδεικτικό ότι, σύμφωνα με τον κ. Τζηρίτη, «η ανάλυση κινδύνου εξακολουθεί να πραγματοποιείται βάσει του εθνικού χάρτη κινδύνου πυρκαγιάς, ο οποίος καταρτίστηκε το 1980. Αν με βάση αυτόν το χάρτη μοιράζουμε τα χρήματα στους Δήμους και εκτιμούμε ποιες περιοχές διατρέχουν το μεγαλύτερο κίνδυνο, τότε κάτι κάνουμε λάθος».
Αξίζει να σημειωθεί πως, σύμφωνα με το WWF, το 2023 διατέθηκαν συνολικά στους Δήμους 25 εκατομμύρια ευρώ για την εφαρμογή μιας δημόσιας πολιτικής, όπως η πρόληψη δασικών πυρκαγιών. Αυτό το ποσό, κατά το WWF, αντιστοιχεί κατά μέσο όρο σε 75.000 ευρώ ανά Δήμο και θα πρέπει να αυξηθεί.
«Το 50% έχει άσχετες ειδικότητες»
Το σχέδιο του WWF είναι, σύμφωνα με τον κ. Τζηρίτη, απλό: «Κάποιοι μπορεί να το χαρακτηρίσουν και μη επαρκές. Αυτό το κάναμε επίτηδες, επειδή το επίπεδο των στελεχών των Δήμων που καλούνται να αντιμετωπίσουν τέτοια ζητήματα, δεν είναι επαρκές».
Στο πλαίσιο του έργου, το φθινόπωρο του 2022 διανεμήθηκε στους 332 Δήμους της χώρας ένα ερωτηματολόγιο, προκειμένου να αξιολογηθεί η οργάνωση πολιτικής προστασίας σε επίπεδο Δήμων. Συνολικά απάντησαν 169 Δήμοι. Όπως προέκυψε, το 84% των Δήμων εξακολουθεί να απασχολεί το προσωπικό πολιτικής προστασίας σε παράλληλα καθήκοντα, κάτι που, σύμφωνα με το WWF, συμβαίνει «κατά παράβαση της παρ. 1, άρθρο 21 του ν.4662/2020».
Παράλληλα, «το 50% των στελεχών πολιτικής προστασίας έχουν ειδικότητες οι οποίες είναι άσχετες με το αντικείμενο ή δεν μπορούν να υποστηρίξουν επιστημονικά τέτοιες δράσεις», ενώ είναι επίσης ενδεικτικό ότι «το 76% των υφιστάμενων σχεδίων (είτε στηρίζονται στον Ιόλαο είτε όχι) δε διαθέτουν λεπτομερείς χάρτες ανάλυσης κινδύνου πυρκαγιάς με βάση τοπικά γεωχωρικά δεδομένα».
Είναι ενδεικτικό ότι, σύμφωνα με τον κ. Τζηρίτη, «σε ένα Δήμο μάς είπαν ότι ο υπεύθυνος πολιτικής προστασίας είναι ο υδραυλικός του Δήμου. Σε άλλους Δήμους, το Τμήμα Πολιτικής Προστασίας έχει συνενωθεί με άλλα. Αν οι Δήμοι δεν έχουν καν Τμήμα Πολιτικής Προστασίας και οι υπάλληλοι ασκούν παράλληλα καθήκοντα, τότε πώς θα σχεδιάσεις; Οι περισσότεροι Δήμοι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν την Πολιτική Προστασία σαν πάρεργο, είτε επειδή δεν έχουν τη δυνατότητα είτε επειδή δεν έχουν αναγνωρίσει τη σημασία της».
Πέραν της ενίσχυσης και εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού πολιτικής προστασίας σε επίπεδο ΟΤΑ Α’ βαθμού, η WWF προτείνει επίσης το συντονισμό μεταξύ των Δήμων κι άλλων αρμόδιων υπηρεσιών για την πρόληψη και την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών.
Όπως αναρωτήθηκε, όμως, ο κ. Τζηρίτης, «εφόσον δεν υπάρχει ενιαίος σχεδιασμός, πώς θα υπάρξει συντονισμός; Θα πρέπει τα σχέδια ενός Δήμου να “κουμπώνουν” με αυτά του διπλανού του. Σε πολλές περιπτώσεις βιαζόμαστε επειδή μας έχουν προλάβει οι εξελίξεις, όμως ο σχεδιασμός προηγείται της εφαρμογής».