Ο Φυσιολατρικός Όμιλός μας είναι καιρός πλέον να ομολογηθή ότι επέτυχεν απολύτως του σκοπού του. Κατόρθωσε δηλαδή να μας εμπνεύση την αγάπη προς τη ζωή του υπαίθρου, να μας κάμη να αγαπήσωμε το βουνό και τ’ ακρογιάλι και να τον ακολουθούμε ήδη κατά πυκνοτέρας φάλαγγας εις τις κυριακάτικες εξόδους του, εις αναζήτησιν της ανεξάντλητης ωραιότητος της φύσεως, με το νανουριστικό θρόισμα των φύλλων, το «ηδύ ψιθύρισμα της πίτυος», το τραγούδι των αναβλυζόντων νερών από τις κρουσταλλένιες βρυσούλες, το τραγούδι των πουλιών, το φλοίσβο του φωτεινού ακρογιαλιού, τη χαρά της θάλασσας. Μπορούμε επομένως να τον ευχαριστήσωμε για την αισθητική απόλαυση και το καθάρισμα των πνευμόνων που μας προσφέρει κατά την Κυριακή.
***
Ξεκινούμε. Ένας αλαλαγμός χαράς ξεφεύγει από τα χείλη όλων μας κι ένα ομαδικό τραγούδι, εν χορδαίς και οργάνοις, σκορπίζεται στην πρωινή γαλήνια ατμόσφαιρα του λιμανιού μας. Αποχαιρετούμε την κυριακάτικη πλήξη της Καλαμάτας… Το ολοκάθαρο, ευκίνητο βενζινόπλοιο «Άγιος Δημήτριος» του κ. Μιχαλέα… καλπάζει προς την Πύλο.
Σε λίγο η «νύμφη του Μεσσηνιακού» χάνεται στο φωτεινό πέπλο που της δωρίζει ο ανατέλλων ήλιος, ο αποκρουστικός θερμός ερωμένος της, και μεις πλημμυρισμένοι από την ηδονή του αισθήματος της φυγής, παραπλέουμε τον κάβο. Έχουμε πια τακτοποιηθή όλοι. Δεσποινίδες ακουμπισμένες στην κουπαστή κάνουν πιο πλούσιο τον πλούσιο εσωτερικό τους κόσμο, νεαροί τις καμαρώνουν, η γενεά που φεύγει φλυαρεί, τα «κυρτά χρόνια», χωρίς βλοσυρότητα, επιστατούν εν τούτοις, η μαντολινάτα τονίζει το ταξείδι, ο «Άγιος Δημήτριος» κυνηγά τ’ «αρνάκια» της θάλασσας και η ζέστη τρέπεται εις φυγήν από τον φρέσκον αέρα και τον κατακλυσμό των καλαμπουριών…
Καμμιά κούραση, ούτε και η παραμικρή ύφεσις του κεφιού μας. Κι όμως βρισκόμαστε ώρες ολόκληρες μέσα στη θάλασσα! Κι εν τούτοις. Η Κορώνη, η Μεθώνη, με τα γραφικά των κάστρα, ανανεώνουν τον ενθουσιασμό και το κέφι, και τις προσπερνούμε με φωνές, με τραγούδια, με… ζητωκραυγές!
Τι σημασία αν μπρος μας βρίσκονται μεγαλοπρεπείς νεκροί; Εμείς πετούμε τις καρπουζόφλουδες, τ’ αχλάδια μας, πετούμε το καπέλλο μας, από ενθουσιασμό. Το «ευλαβώς αποκαλύπτεσθαι» αρμόζει στον ιστορικό. Κι εμείς… τραβούμε προς τα εμπρός! Με ταχύτητα εξ μιλλίων! Να, στο βάθος αναδύεται τώρα το Ναυαρίνο…
***
Ένα λεπτό όμως. Η δεσποινίς Άννα Συρράκου, ανεβασμένη σε μια καρέκλα, ανασύρει τους λαχνούς από ένα καπέλλο. Πολύ ενδιαφέρον. Επτά, μεταξύ των οποίων και η ιδία (διότι ο θεός έχει τον τρόπο του να ευλογή και τα γένεια του…), εκέρδισαν από ένα μπιζουτέ, όλοι δε οι άλλοι, από ένα χαμόγελο της μπιζουτέ δεσποινίδος. Χαμένος κανείς…
***
Στις 12 και 1/2 πλευρίζουμε στο κομψό λιμανάκι της Πύλου. Ο βαρύς ίσκιος των γεροπλάτανων της πλατείας υφίσταται ευθύς την έφοδό μας. Αργότερα λίγο, θυμούμαστε πως έπρεπε να υποβάλλουμε τα σέβη μας στις τόσες φροντίδες για την άνεσή μας καταβαλλούσες αρχές, κι έπειτα συνεχίζει το χοροστατικό φαγί, το ανοιχτόκαρδο γλέντι, το οποίον τροφοδοτείται από την ρετσίνα και τ’ αχλάδια των φιλόξενων Πυλίων και ακολουθεί ο περίπατος ανά τα αξιοθέατα ιστορικά της Πύλου μέρη, στην κεντρική δεξαμενή της υδρεύσεως της πόλεως, στους… τάφους των «πεθαμένων ζωντανών» ή τυπικώτερον, στις φυλακές, και σ’ όλα γενικώς τα ενδιαφέροντα. Κίνησις, χαρά, ειλικρινής γνωριμία, γλέντι τρικούβερτο, εξ ώρες διαμονής στην Πύλο.
***
Ηλιόγερμα. Στο βάθος του δρόμου που ξεδιπλώνεται κάτω απ’ το κάστρο και πάνω απ’ τη θάλασσα διαγράφονται δύο σιλουέττες δεσποινίδων που παίρνουν τον περίπατό τους. Η αμφιθεατρική Πύλος, στις φωτοσκιάσεις του δειλινού, ιδέσθαι! Κάνουμε τις τελευταίες παρατηρήσεις μας, ενώ το βενζινόπλοιο προχωρεί επιστρέφοντας, κατειλημμένοι από μια φιλοσοφικορωμαντική διάθεση, μετά το αυθόρμητο ξέσπασμα του συγκινητικού αποχωρισμού μας με τους φίλους Πυλίους…
Κι η Πύλος όλο και φτερουγίζει στο βάθος προς το θάμπος του σουρουπώματος και χάνεται στο σκότος της νύχτας…
Οι φάροι κρυφομιλούν σαν τα μάτια που φλερτάρουν κι αστράφτουν λουσμένα με φως τα παραθαλάσσια χωριουδάκια, η Μεθώνη, η Κορώνη…
Κάμποσοι διατηρούν το κέφι τους. Κάποιες ρωμάντζες σβύνουν στην πρύμνα. Πολλοί δε μιλούν και άλλοι κοιμούνται. Λίγοι φιλοσοφούν και άλλοι σερβίρονται στον πλούσιο σε αναψυκτικά μπουφέ του Μαρούλη… Το χλωμό φως του φεγγαριού που προβάλλει, σαν περιποιημένο φρύδι κορασίδος, δίνει έναν παράξενο τόνο στην ακαταστασία που κρατεί στην κουβέντα του καραβιού… Σωστή εικόνα του έργου «ενώ το πλοίο ταξειδεύει» της Καζαντζάκη («το κατάστρωμα»). Τα ίδια περίπου συναισθήματα!
***
Τι πλούσια σε συγκινήσεις η εκδρομή… Πόσα πράγματα δεν εξυπηρετεί… Σωστό καθαρτήριο λουτρό των πνευμόνων, της σκέψης, της ψυχής.
ΙΝΤΕΡΙΜ
_________________________
ΜΙΑ ΩΡΑΙΑ ΤΕΛΕΤΗ ΣΤΗΝ ΠΥΛΟ
«ΘΑΡΡΟΣ» 28 Ιουλίου 1936
Η Πύλος προχθές διήλθεν μίαν από τας ωραιοτέρας ημέρας της υπάρξεώς της. Επρόκειτο το απόγευμα να τεθώσιν τα θεμέλια της ανεγέρσεως Κοινοτικού Μεγάρου και δια το εξαιρετικόν αυτό γεγονός, η πόλις από πρωίας είχεν λάβει εορτάσιμον όψιν. Η χαρά ήτο κατάδηλος εις τα πρόσωπα πάντων. Την 5ην απογευματινήν καταφθάνουν οι πρόσκοποι Φιλιατρών με επί κεφαλής τον καθηγητήν των Παπαχριστόπουλον και τους αρχηγούς των ομάδων.
Την 7ην οι πρόσκοποι καταθέτουν στεφάνους εις το μνημείον των πεσόντων και κατόπιν εις το ηρώον των Τριών Ναυάρχων. Είναι η ώρα η καθορισθείσα δια την κατάθεσιν του θεμελίου λίθου και ο κόσμος συγκεντρούται περί τα θεμέλια του κτηρίου. Αμέσως αρχίζει η ιεροτελεστία του αγιασμού, χοροστατούντος του αρχιερατικού επιτρόπου Φρέντζου και των προσελθόντων αυτοβούλως ιερέων των πέριξ χωρίων.
Η τελετή λαμβάνει επίσημον παράστασιν, παρευρίσκεται δε εκεί ολόκληρος η πόλις και άπασαι αι δημόσιαι Αρχαί. Περί το τέλος της ιεροτελεστίας ο πρόεδρος της Κοινότητος Κρασσάνος καταθέτει τον θεμέλιον λίθον μεθ’ ο εκφωνεί θαυμάσιον λόγον όστις συγκλονίζει τους πάντας. Ομιλεί περί της αρχής και του σκοπού που επιδιώκει η Κοινότης, ήτις έχουσα λέγει την καταγωγήν εκ των χρόνων της απεράντου δουλείας της τουρκικής τυραννίας εκλήθη παντού εις την εξυπηρέτησιν τοπικών αναγκών κ.λπ.
Κατόπιν ομιλεί περί της θέσεως του πολίτου εις την Κοινωνίαν και την Πολιτικήν. Ο λόγος του μεστός ευρυτάτων εννοιών καταπλήσσει και συναρπάζει πλειότερον δια τας προχωρημένας ιδέας του. Συγκεκριμένως δια το έργον τονίζει την σημασίαν του, ήτις δεν περιορίζεται εις την στενήν τοπικιστικήν έννοιαν, αλλ’ ενέχη πολύ σπουδαιοτέραν την σημασίαν εθνικής παραστάσεως κατά τον κατάπλουν των στόλων.
Και είτε το θέλομεν, λέγει, είτε δεν το θέλομεν, εις την γωνίαν ταύτην της γης, εμφανίζομεν την κρατικήν μας πρόοδον και δίδομεν εξετάσεις δια την έκτασιν και το μέτρον του Πολιτισμού μας.
Και όμως μέσα σε 100 χρόνια ουδείς εσκέφθη εκ των διαχειρισθέντων τα κοινά ούτε εκ των κρατικών οργάνων να καλύψη την εθνικήν ταύτην ανάγκην.
Καταλήγων τερματίζει τον λόγον με μίαν ωραίαν στροφήν «Χαίρετε, άνδρες Πυλίων, τοιαύτα πράττοντες» και εκσφενδονίζει την φιάλην της σαμπάνιας εις τα θεμέλια.
Ούτω έληξε μία ωραία τελετή ήτις θα μείνη αλησμόνητος εις την πόλιν της Πύλου.
Ημείς δεν έχομεν παρά να εκφράσωμεν τον θαυμασμόν μας και τα ολόψυχα συγχαρητήριά μας προς τον πρόεδρο της Κοινότητος Κρασσάνον, τον αληθή ανώτερον άνθρωπον, εις τον οποίον η Πύλος πολλά οφείλη.
Ω.