Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗΠΕΘΕΚ κάνει τον απολογισμό του και φεύγει με μια γλυκόπικρη γεύση
Ο Γιάννης Μαργαρίτης ανέλαβε τα ηνία του Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου Καλαμάτας το Σεπτέμβριο του 2018. Είναι γεγονός ότι προσπάθησε να ανοίξει προς τον κόσμο το ΔΗΠΕΘΕΚ, κάτι που είχε βάλει ως στόχο από την αρχή, αλλά τελικά, όπως λέει και ο ίδιος, αυτό δε συνέβη. Παράλληλα, υποστηρίζει ότι ο κόσμος φοβάται το θέατρό του.
Πάντως, το διάστημα που ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής ανέβηκαν αρκετές παραστάσεις, όμως «έπεσε» και στην περίοδο της καραντίνας, με τα θέατρα να παραμένουν κλειστά, ενώ στη συνέχεια άνοιξαν με περιορισμούς, μέχρι που επήλθε η κανονικότητα.
Πλέον φεύγει από αυτή τη θέση με τη γεύση που μένει να είναι γλυκόπικρη, αλλά να τάσσεται υπέρ των εναλλαγών.
Μας αποχαιρετά, λοιπόν, με την παράσταση «Εκείνος κι Εκείνος», η οποία ανεβαίνει από το ΔΗΠΕΘΕΚ στο Μέγαρο Χορού Καλαμάτας από τη Δευτέρα 5 Αυγούστου.
Ο λόγος στον Γιάννη Μαργαρίτη:
-Αναλάβετε τη διεύθυνση του ΔΗΠΕΘΕΚ το 2018. Πώς το είχατε φανταστεί όλο αυτό και, τελικά, πώς ήταν;
Η διεύθυνση του ΔΗΠΕΘΕΚ ήταν ένα ενδιαφέρον ταξίδι. Ίσως στην πορεία αντιμετώπισα λίγο μεγαλύτερες δυσκολίες από αυτές που είχα φανταστεί. Σίγουρα η περίοδος της πανδημίας έφερε μεγάλες ανατροπές στους αρχικούς φιλόδοξους σχεδιασμούς. Τη γεύση, πάντως, που άφησε το ταξίδι αυτό θα τη χαρακτηρίσω ως γλυκόπικρη.
-Μιλήστε μας για το έργο σας όλα αυτά τα χρόνια…
Έδωσα πολύ μεγάλη έμφαση στην ποιότητα, το υψηλό καλλιτεχνικό επίπεδο και την εξωστρέφεια των παραστάσεων του ΔΗΠΕΘΕΚ, πράγμα που έχω την ικανοποίηση ότι αναγνωρίστηκε. Οι κριτικές που είχαμε ήταν διθυραμβικές, ειδικά για τις παραστάσεις «Εμφύλια Έπη» και «Βουντή». Η «Βουντή» ήταν, μάλιστα, υποψήφια για το βραβείο καλύτερης παράστασης από την Ελληνική Ένωση Κριτικών Θεάτρου και Παραστατικών Τεχνών.
Τα «Εμφύλια Έπη» παρουσιάστηκαν στη Γαλλία, αποσπώντας κι εκεί διθυραμβικές κριτικές, και στο κατάμεστο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, όπου η αποδοχή του κοινού ήταν απολύτως ενθουσιώδης. Το «Γάλα» του Κατσικονούρη χαρακτηρίστηκε από τον ίδιο το συγγραφέα ως η καλύτερη παράσταση του έργου του, μαζί με την παράσταση στη Σερβία.
Η παράσταση «Οδυσσέως σχεδία» παρουσιάστηκε από το κανάλι της Βουλής, ενώ έγινε και ειδική εκπομπή από το ίδιο κανάλι. Η παράσταση «Υλικό Καποδίστριας» παρουσιάστηκε σε μεγάλη περιοδεία σε όλη την Ελλάδα. Ενδεικτικό της επιτυχίας της είναι ότι στη Θεσσαλονίκη πήγαμε να δώσουμε μία και τελικά μας ζητήθηκαν επιπλέον τρεις παραστάσεις. Η παράσταση «Ατρείδες» θεωρήθηκε μία από τις 20 καλύτερες παραστάσεις της χρονιάς από το περιοδικό «Κουλτουρόσουπα» της Θεσσαλονίκης και η «Βουντή» μία από τις 10 καλύτερες.
Προσπάθησα, και σε ένα βαθμό το πέτυχα, να αναπτυχθεί η λογική των συμπαραγωγών. Είναι μία πολύ πετυχημένη ευρωπαϊκή πρακτική ανάμεσα σε ομοειδείς καλλιτεχνικούς οργανισμούς. Το «Υλικό Καποδίστριας» είχε τη συμπαραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ Ρούμελης. Όσο για τη «Βουντή», ήταν συμπαραγωγή των ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας, Σερρών, Λάρισας, Αγρινίου και του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος.
Έδωσα έμφαση στην ποιότητα των παιδικών παραστάσεων, που ετοιμάζουν τους μελλοντικούς θεατές. Προσπάθησα να είναι το ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας ενεργό όσο το δυνατόν μεγαλύτερο διάστημα του χρόνου. Ακόμα και στην πανδημία είχαμε στο διαδίκτυο παραστάσεις, τις οποίες μπορούσε να παρακολουθήσει όποιος ήθελε. Επίσης, οι ηθοποιοί μας διάβαζαν παραμύθια για τους μικρούς μας φίλους, που κι αυτά προβάλαμε ελεύθερα μέσω διαδικτύου.
-«Πέσατε» και σε μια περίοδο καραντίνας και κλεισίματος, μεταξύ άλλων, των θεάτρων. Πόσο θεωρείτε ότι επηρέασε αυτό;
Σίγουρα η καραντίνα ήταν καταστροφική για τα θέατρα. Πέραν του αναγκαστικού κλεισίματος των θεάτρων, επηρέασε και την ψυχολογία των θεατών. Ο φόβος δεν άφηνε τους θεατές να νιώσουν άνετα με όλα τα μέτρα προστασίας που παίρναμε, όταν τα θέατρα ήταν ανοιχτά.
-Ένα από τα θέματα που είχαμε συζητήσει από την αρχή που βρεθήκατε στο ΔΗΠΕΘΕΚ ήταν η ανταπόκριση του κοινού προς αυτό. Τελικά, οι Καλαματιανοί στηρίζουν το συγκεκριμένο θέατρο;
Δυστυχώς όχι. Οι Καλαματιανοί μοιάζει να φοβούνται το θέατρό τους. Ενδεικτικό είναι ότι παραστάσεις μας που σε άλλες πόλεις είχαν μεγάλη ανταπόκριση και δημιουργούσαν ενθουσιασμό στο κοινό, εδώ είχαν μικρότερη απήχηση. Πρέπει να πω, όμως, ότι κάποιοι, αντί να βοηθούν το θέατρο, κάθε τόσο ασχολούνταν με το να αναγράφουν επικριτικά σχόλια στα σόσιαλ μίντια, μερικές φορές και στον Τύπο. Ανακρίβειες, κακοήθειες, συνειδητά ψέματα και διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Όλα αυτά δημιουργούν, όπως είναι φυσικό, ένα τοξικό και αρνητικό κλίμα γύρω από το θέατρο και τους καλλιτέχνες που το υπηρετούν.
-Οι εισπράξεις από εισιτήρια σας ικανοποίησαν; Θεωρείτε ότι το ΔΗΠΕΘΕΚ θα μπορούσε να σταθεί όρθιο μόνο του και να καλύπτει τα έξοδά του, τουλάχιστον, από τα εισιτήρια;
Φυσικά και όχι. Δε με ικανοποιούν. Πρέπει να ξέρετε, όμως, ότι πουθενά στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη, δεν μπορούν τα θέατρα να καλύψουν τα έξοδά τους. Μόνο το θέατρο που λειτουργεί με καθαρά εμπορικούς όρους μπορεί. Σε αυτήν την περίπτωση, όμως, χρειάζεσαι μεγάλο κοινό, που μόνο στην Αθήνα μπορεί να υπάρξει. Είναι θέμα αναλογιών και πληθυσμού. Πάντως, καλό είναι να γνωρίζουν όσοι υποστηρίζουν την ανοησία ότι είναι δυνατόν το μη εμπορικό θέατρο να καλύψει τα έξοδά του, ότι θέατρα, όπως το Εθνικό, που κατά κανόνα γεμίζει τις αίθουσές του, είναι ικανοποιημένα εάν τα εισιτήρια καλύπτουν το 1/3 των εξόδων.
-Αν σας έδιναν το ελεύθερο να χτίσετε το ΔΗΠΕΘΕΚ από το μηδέν, τι θα αλλάζατε;
Μα έχω εκφράσει και σε θεσμικό επίπεδο την άποψη ότι τα ΔΗΠΕΘΕ πρέπει να μετασχηματιστούν σε μικρά ευέλικτα εθνικά θέατρα με πολύ μεγαλύτερη επιχορήγηση, με συνεχή και σχεδόν υποχρεωτική συνεργασία και ανταλλαγή παραστάσεων, με κεντρικό συντονιστικό όργανο.
Τα ΔΗΠΕΘΕ πρέπει να αλλάξουν διοικητικό μοντέλο και λειτουργία. Διαφορετικά, η συνεχής φθορά και υποβάθμιση νομοτελειακά θα τα οδηγήσει σε θάνατο. Εκτός όμως από αυτό, θα σας πω ότι εάν δεν αλλάξουν νοοτροπίες, ακόμα και η καλύτερη θεσμική αλλαγή θα εκφυλιστεί και θα ακολουθήσει το φαινόμενο της εντροπίας.
-Προσπαθήσατε να κάνετε πράγματα και δε σας το επέτρεψαν;
Ποτέ δεν αντιμετώπισα τέτοιου είδους πρόβλημα. Αν δεν μπόρεσα να κάνω πράγματα, αυτό οφείλεται στους χαμηλούς προϋπολογισμούς του θεάτρου. Το ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας δεν ανήκει στα θέατρα με υψηλούς προϋπολογισμούς. Εγώ πάντοτε κινήθηκα στα στενά όρια που ετέθησαν. Χωρίς σπατάλες και με προσπάθεια να βρεθούν τρόποι ώστε οι παραστάσεις να μη φαίνονται ποτέ φτωχές.
–Κι όπως όλα δείχνουν ήρθε η ώρα να αφήσετε το ΔΗΠΕΘΕΚ. Ήταν ένα διαζύγιο που περιμένατε;
Φυσικά. Έμεινα στην Καλαμάτα έξι χρόνια. Δύο τριετείς θητείες, έτσι όπως τις ορίζει το ΥΠ.ΠΟ. Καλό είναι να υπάρχει εναλλαγή.
-Τι θα συμβουλεύατε τον επόμενο διευθυντή;
Να έχει υπομονή και γερό στομάχι.
-Τι γεύση αφήνει στον Γιάννη Μαργαρίτη η συνεργασία με το ΔΗΠΕΘΕΚ και γενικότερα την Καλαμάτα;
Είπα και πιο πάνω. Γεύση γλυκόπικρη.
-Ποια τα σχέδιά σας;
Δεν ανακοινώνω ποτέ σχέδια που δεν είναι επιβεβαιωμένα. Θα τα μάθετε συν τω χρόνω, εφόσον παρακολουθείτε τις εξελίξεις στο χώρο του θεάτρου. Προς το παρόν έχουμε το ανέβασμα της κωμωδίας του Κώστα Μουρσελά «Εκείνος κι Εκείνος» από το ΔΗΠΕΘΕΚ τη Δευτέρα 5 Αυγούστου στο Μέγαρο Χορού Καλαμάτας. Οι εξαιρετικοί Έλενα Αρβανίτη, Άρης Τσαμπαλίκας και Δημήτρης Φραγκιόγλου δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους και ελπίζω το εμβληματικό έργο που αγάπησε όλη η Ελλάδα μέσα από την τηλεοπτική σειρά, σε δύσκολες για την πατρίδα μας εποχές, να αρέσει στο κοινό και μέσα από τη δική μας προσέγγιση. Καλή επιτυχία στο ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας!
Του Παναγιώτη Μπαμπαρούτση