Το καλοκαίρι των πανηγυριών είναι ένα από τα δημοσιογραφικά ευπώλητα θέματα. Τα πανηγύρια του καλοκαιριού είναι, επίσης, ένα από τα σταθερά αντικείμενα των ερευνητών λαογράφων και εθνολόγων (γιατί ναι, υπάρχει και αυτή η πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και όχι μόνο δι’ εμπειρίας ερευνητική ειδικότητα).
Κάπου ανάμεσα στις περί αυθεντικότητας ή μετανεωτερικών μετασχηματισμών αναλύσεις, ζει και βασιλεύει το πανηγύρι στο «κακολογημένο» τόξο από Αγρίνιο μέχρι Λακωνία, περνώντας από Ηλεία και Μεσσηνία, με το echo από τα συνθεσάιζερ, τα νέου τύπου συναυλιακά γεγονότα με μεγάλα ονόματα και την ουρά για μπύρα-σουβλάκι να πηγαίνουν σύννεφο, και την ίδια στιγμή με την κοινότητα να συγκεντρώνεται ξανά, να «δείχνεται» και να αναπαράγεται, όπως παλιά…
Αν, όμως, κάποιος λάβει τον κόπο να πάρει ανηφορικούς ορεινούς δρόμους, μιαν άλλη εκδοχή αποκαλύπτεται. Έτσι, είκοσι εννέα χιλιόμετρα από την Καλαμάτα και έξι από την Αναστάσοβα (ελληνιστί Νέδουσα) στην Αλαγονία, στις δυτικές πλαγιές του Ταΰγετου με τα τελευταία άκαφτα έλατα, στα 800 μέτρα υψόμετρο, έξω από την εκκλησιά της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Μαρδακίου, στήνεται χοροστάσι τρανό στις 14/8/2024. Τραπέζια και πάγκοι σιδερένιοι αράδα αφήνουν έναν πολλά υποσχόμενο γλεντικά κενό χώρο, ενώ στην είσοδο του χοροστασιού, καινοτομία των τελευταίων χρόνων, αλλά κλασικοί πλέον πανελλαδικά, μας καλωσορίζουν οι πανηγυριώτικοι λουκουμάδες.
Την ευθύνη του πανηγυριού, από τα όργανα μέχρι τα φαγώσιμα, έχει ο άξιος Σύλλογος Νεδουσαίων, που έτσι κορυφώνει τις καλοκαιρινές του εκδηλώσεις.
Μέλη του Συλλόγου ετοιμάζουν και σερβίρουν εργωδώς γουρνοπούλα και σουβλάκια- και από ντόπιο χοιρινό παρακαλώ, τζιέρια και γίδα βραστή, σαλάτα με μπόλικο κρεμμύδι και φέτα.
Κι εκεί, κατά τις 10 και μισή, η ζεστή φωνή του Κώστα Καντζιλιέρη φέρνει στο χώρο πουλιά κι αηδόνια, δέντρα και έρωτες, και καλεί το προεδρείο του Συλλόγου να ανοίξει το χορό, θυμίζοντας κάτι από τη δύναμη της κοινότητας. Η άξια ορχήστρα, με βιολί, κλαρίνο, λαούτο και νταούλι ή τουμπελέκι, κατά περίπτωση, σηκώνει το γλέντι, με οικογενειακές στον πυρήνα τους παρέες, αλλά και ζηλωτές χορευτικών συλλόγων από τη γειτονική πρωτεύουσα να χορεύουν συρτά, καλαματιανά τσαχταριστά και τσάμικα, όπως μόνο εδώ ξέρουν να χρωματίζονται.
Εν είδει αποσπασματικών στιγμιότυπων εθνογραφικής παρατήρησης του γλεντιού στο πανηγύρι του Μαρδακίου, μεταφέρουμε τις κορυφαίες στιγμές, όταν:
-δύο κυράδες του Συλλόγου άφησαν σαλάτες, ψωμιά και σερβιρίσματα, και σκουπίζοντας στα γρήγορα τα χέρια τους, μέτρησαν το τσάμικο της Διαμάντως όπως του πρέπει και χόρεψαν μοναδικά, αλλάζοντας τα χέρια, κρατώντας την ποδιά ως αυτοσχέδιο μαντήλι
-ο Παναγιώτης Αγγελάκος με το κλαρίνο του έπαιξε αριστοτεχνικά ένα πονεμένο και παθιασμένο μακεδόνικο Domakine, με όλα τα τσακίσματα, φτάνοντας το σκοπό σε τσαρσίνο και το νου στης εθνοκατασκευής τους καταναγκασμούς
-οι δύο μικρούλες μέτρησαν το βήμα τους κοιτώντας τους μεγαλύτερους σε ηλικία χορευτές –όπως παλιά- και χάρηκαν τις πρώτες τους στροφές στα χαμόγελά μας.
Στιγμιότυπα οιονεί φωτογραφικά μιας αποσπασματικής εθνογραφικής παρατήρησης στο δεκαπενταυγουστιανό πανηγύρι μιας κοινότητας με πολλά κρυμμένα μυστικά, που μαρτυρώνται από το δρώμενο της Αποκριάς μέχρι τους θρύλους της, κερδίζοντας την υπόσχεσή μας για μια σύντονη ερευνητική δουλειά, που δεν πρέπει να καθυστερήσει να γίνει.
Της Παναγιώτας Ανδριανοπούλου
Εθνολόγου-λαογράφου, προϊσταμένης Τμήματος Συλλογών, Έρευνας και Τεκμηρίωσης Λαϊκής Τέχνης Μουσείου Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού – ΥΠΠΟ
Φώτο αρχείου