«ΘΑΡΡΟΣ» 4 Αυγούστου 1936: Διάλεξις για κοινωνιολογική σημασία των Ολυμπιακών Αγώνων

«ΘΑΡΡΟΣ» 4 Αυγούστου 1936: Διάλεξις για κοινωνιολογική σημασία των Ολυμπιακών Αγώνων

Δημοσιεύομεν σήμερον την δοθείσαν εις την αίθουσαν της Λαϊκής Σχολής την 2α/8/1936 διάλεξιν του διαπρεπούς εν Αθήναις δικηγόρου παρά τω Αρείω Πάγω Στυλ. Β. Πρωτονοταρίου, την μεγίστην αξίαν της οποίας θα εκτιμήσουν δεόντως οι αναγνώσται μας, όπως ακριβώς εξετίμησεν αυτήν και το πολυπληθές ακροατήριό της, το οποίον και δικαίως κατεχειροκρότησε τον ευρυμαθέστατον διακεκριμένον επιστήμονα:

Φίλος του αθλητισμού και των Καλαμών δεν μπορούσα να μείνω ασυγκίνητος σκεπτόμενος ότι την  1ην Αυγούστου στας 4.00 μ.μ. έφθασεν εις το Ολυμπιακόν Στάδιον του Βερολίνου ο τελευταίος εκ των τριών χιλιάδων λαμπαδηδρόμων, οι οποίοι μετελαμπάδευσαν από την Ολυμπίαν την Ιεράν Φλόγα της Άλτεως εις τον βωμόν του Λουστγκάρτεν δια να φωτίζει με το συμβολικόν φως του Απόλλωνος καθ’ όλην την διάρκειαν της ΙΑ΄ Διεθνούς Ολυμπιάδος, η οποία αρχίζει ακριβώς σήμερον.

Πεντήκοντα τρία έθνη εκ των πέντε ηπείρων, αδελφωμένων υπό την Ολυμπιακήν σημαίαν των πέντε κρίκων, θα διεκδικήσουν σήμερον δια πέντε χιλιάδων περίπου αθλητών την δόξαν της νίκης και της δάφνης τον στέφανον.

Ουδέποτε άλλοτε κατά την ιστορικήν περίοδον των πέντε χιλιάδων ετών του ανθρωπίνου πολιτισμού εσημειώθη τόση πανηγυρική προσπάθεια εκ μέρους τόσων αντιπροσώπων τόσων διαφόρων λαών δια την κατάκτησιν του κοτίνου της ειρηνικής και αναιμάκτου αμίλλης και συναδελφώσεως. Αποκτά δε η προσπάθεια αύτη εξαιρετικήν  σπουδαιότητα, διότι συμπίπτει εις εποχήν γεμάτην από μαύρα σύννεφα κοινωνικών και διεθνών περιπλοκών. Κανείς δεν θα πιστεύση ότι η ΙΑ΄ Διεθνής Ολυμπίας θα χύση βάλσαμον αιωνίας γαλήνης εις τας τεταραγμένας ψυχάς των συγχρόνων λαών, θα εξασφαλίση όμως μίαν έστω και προσωρινήν εκεχειρίαν, μίαν έστω και εφήμερον ειρήνην, όπως εκείνη την οποίαν αι αρχαίαι Ολυμπιάδες εξησφάλιζον εις τα μετέχοντα τμήματα της ατυχώς αιωνίως αλληλοσπαρασσομένης ελληνικής φυλής.

Ενώπιον ενός τοιούτου κοσμοϊστορικού γεγονότος όπως η σημερινή έναρξις της ΙΑ΄ Ολυμπιάδος εσκέφθην ότι η ένδοξος  πόλις των Καλαμών δεν μπορούσε να μείνη αδιάφορος. Θα διέπραττεν ασέβειαν προς την ωραίαν της παράδοσιν.

Πρωτοστατήσασα εις τον Ιερόν Αγώνα του 1821 εφόσον πρώτη εκήρυξεν την Επανάστασιν από της 23ης Μαρτίου, προηγηθείσα κατά δύο ημέρας της άλλης Ελλάδος, πρωτοστατήσασα εις την διάδοσιν του πνευματικού φωτός δια της εκδόσεως της πρώτης ελληνικής εφημερίδος «της Ελληνικής Σάλπιγγος», πρωτοστατήσασα εις την πολιτικήν οργάνωσιν του αγώνος δια της ιδρύσεως της πρώτης Μεσσηνιακής Γερουσίας, η ωραία πόλις σας δικαιούται και υποχρεούται να θεωρή ως ιδικήν της εορτήν κάθε εορτήν επιδείξεως δυνάμεως και ωραιότητος, όπως η σήμερον αρχίζουσα ΙΑ΄ Ολυμπιάς.

Ούτε είναι τυχαίον το γεγονός ότι ο Μεσσηνιακός Γυμναστικός Σύλλογος Καλαμών, ιδρυθείς τω 1888, είναι εν από τα αρχαιότερα οργανωμένα αθλητικά σωματεία της χώρας μας.

Ούτε είναι τυχαίον το γεγονός ότι η ωραία Μεσσηνία σας εγέννησεν μίαν μεγάλην αθλητικήν δόξαν, τον Ολυμπιονίκην Τσικλητήρα, του οποίου η ωραία νίκη συνήντησε την πλέον αγνώμονα περιφρόνησιν. Και απέθανεν αφανώς επί της κλίνης μιας ανάνδρου περιπνευμονίας ο ηρωικός αθλητής κατά τον πόλεμον του 1912, προσθέσας ο ίδιος εις μεν την αμάραντον δάφνην του τον φωτοστέφανον του εθνικού μάρτυρος, εις δε το μέτωπον του πάντοτε αγνώμονος ελληνικού κράτους το στίγμα της μωράς και ανηθίκου προς τους ευεργέτας του περιφρονήσεως.

Η Μεσσηνία μπορεί να καυχάται διότι εγέννησε και έναν άλλον επίσης εκλεκτόν αθλητήν, τον Μανωλόπουλον, νικητήν του Μαραθωνίου κατά τους Πανελληνίους Αγώνας του 1926.

Είμαι βέβαιος ότι με την προσεχή απόκτησιν μεσσηνιακού σταδίου, την οποία υπόσχεται η δραστηριότης του σημερινού συμβουλίου του Μεσσηνιακού Γυμναστικού Συλλόγου Καλαμών, η φιλότιμος Μεσσηνία θα λάβη την ευκαιρίαν να αναπτύξη ακόμη περισσότερον την αγάπην της προς το ιδανικόν της δυνάμεως και της ωραιότητος, το οποίον υπήρξεν ανέκαθεν το θείον, ακοίμητον ιδανικόν του Ελληνισμού, αρχαίου και νεωτέρου, και το οποίον ενέπευσεν τας ωραίας ολυμπιακάς εορτάς.

Αλλά ποία είναι η βαθυτέρα σημασία των αρχαίων Ολυμπιάδων και η έννοια της αναβιώσεως αυτών;

Τα ανωτέρω αποδεικνύουν πόσην ευγνωμοσύνην οφείλει ολόκληρος η ανθρωπότης εις τον μέγαν Γάλλον φιλέλληνα, βαρώνον Πέτρον ντε Κουμπερτέν, όστις δια μιας αληθώς ηρωικής προσπαθείας, αρξαμένης από του 1886, επέτυχεν την καθιέρωσιν των Διεθνών Ολυμπιάδων, εξ ων η πρώτη εορτάσθη ως γνωστόν το 1896 εις το Ελληνικόν Στάδιον.

Η αναβίωσις αύτη των Ολυμπιάδων κατά την λήξιν του αμαρτωλού αιώνος, τον οποίον θα στιγματίσει η ιστορία του πολιτισμού δια τα κτηνώδη βαβυλωνικά του ιδανικά, αποτελεί μίαν ευγενή προσπάθειαν προς εξύψωσιν της τόσον καταπεσούσης ανθρωπίνης αξιοπρεπείας και της τόσον εκτροχιασθείσης ανθρωπίνης λογικής, η οποία παρά τα διδάγματα της βαβυλωνιακής καταρρεύσεως, επιμένει ανοήτως να θεωρή τον πλουτισμόν και την ηδονήν ως τα μόνα μέσα δια την ευτυχίαν της ανθρωπότητος.

Τοιαύτη ηθική κατάπτωσις, τοιαύτη λογική εξάρθρωσις, δεν ήτο δυνατόν ειμή να οδηγήσουν εις την αιμοσταγή ατίμωσιν του Παγκοσμίου Πολέμου του 1914. Έκτοτε εγενικεύθη μεν εις όλην την γην το ιδανικόν του ωραίου και δυνατού σώματος και πνεύματος δια της παρατηρουμένης συνεχούς εξογκώσεως του αθλητικού ρεύματος, τούτο όμως δεν ημπόδισεν και δεν εμποδίζει την συσσώρευσιν μαύρων και πυκνών νεφών εις τον ορίζοντα και της κοινωνικής και της διεθνούς ειρήνης, απειλούντων νέον παγκόσμιον πόλεμον, φρικωδέστερον του 1914.

Ιδού διατί οφείλεται μεγάλη τιμή και εις τον Γερμανόν βαρώνον Τσάμπερλουντ Όστεν, ηγέτην του γερμανικού αθλητισμού και προέδρου της Γερμανικής Ολυμπιακής Επιτροπής, διότι εν μέσω τοιαύτης διεθνούς ατμοσφαίρας οργάνωσε τόσον μεθοδικώς την σημερινήν ΙΑ΄ Ολυμπιάδα του Βερολίνου και μάλιστα διότι υιοθέτησεν την εμπνευσμένην πρωτοβουλίαν του Έλληνος αρχαιολόγου και εκλεκτού μου φίλου Αλέξανδρου Φιλαδελφέως περί μεταλαμπαδεύσεως της Ολυμπιακής φλογός.

Αλλά τίθεται εν αμείλικτον ερώτημα:

Διατί το τόσον ωραίον ιδανικόν του ωραίου και ισχυρού σώματος και πνεύματος δεν έσωσεν την αρχαίαν Ελλάδα από το στίγμα των εμφυλίων σπαραγμών και από την ταπείνωσιν της ρωμαϊκής υποδουλώσεως.

Διατί η αναβίωσις του Ολυμπιακού ιδεώδους υπήρξεν ανίσχυρος δια να προλάβη την φοβεράν ανθρωποσφαγήν του 1914 και την σημερινήν σοβαρωτάτην κρίσιν, η οποία ασφαλώς θα καταλήξη εις νέον, αγριώτερον παγκόσμιον πόλεμον;

Η απάντησίς μου θα είναι όσον το δυνατόν περισσότερον σαφής.

Το ιδανικόν του ωραίου και ισχυρού σώματος και πνεύματος είναι μεν ιδανικόν υψηλόν και ευγενές, εν σχέσει μάλιστα προς την σύγχρονον λύσσαν της ηθικής αποκτηνώσεως, αλλ’ αναμφισβητήτως ανεπαρκές δια να εξασφαλίση την ευτυχίαν της ανθρωπότητος.

Είναι καιρός να αντιληφθούν οι λαοί ότι η ευμάρειά των δεν εξαρτάται μόνον από την υποταγήν των δυνάμεων της φύσεως εις την ανθρωπίνην βούλησιν. Οι εχθροί της ανθρωπίνης ευτυχίας δεν ευρίσκονται μόνον εις τον έξω κόσμον ως νομίζει ο άνθρωπος. Ο κύριος κατ’ εμέ εχθρός της ανθρωπίνης ευδαιμονίας ευρίσκεται εις τον έσω κόσμον, εντός του ιδίου μας εγώ. Είναι η αχαλίνωτος βαρβαρότης των ενστίκτων μας, των ενστίκτων του εγώ, του γενετησίου και της επιθετικότητος, τα οποία ωθούν τους ανθρώπους και τους λαούς εις το έγκλημα και τα οποία είναι ακόμη τόσον έντονα, ώστε να μη πειθαρχούν εις την ακόμη ατροφικήν βούλησιν της ηθικής συνειδήσεως.

Όλοι μεν οι λαοί, ιδίως δε ο ελληνικός, ο κατ’ εξοχήν διψών ελευθερίαν, δηλαδή ακώλυτον δράσιν των ενστίκτων του, δεν ηδυνήθησαν μέχρι σήμερον να πιστεύσουν ειλικρινώς και σοβαρώς εις το ιδανικόν της καταπιέσεως των ενστίκτων των, δηλαδή εις το ιδανικόν της ηθικής ωραιότητος, το οποίον μόνον εξασφαλίζει τον σεβασμόν προς τον πλησίον και προλαμβάνει τους εμφυλίους ή τους διεθνείς σπαραγμούς.

Μάτην ο πατήρ της φιλοσοφίας Θαλής εκήρυξεν πρώτος «αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν». Η αγάπη προς τον πλησίον σημαίνει χαλιναγώγησιν των ενστίκτων και κατάπνιξίν των, η οποία όμως προκαλεί την δυσφορίαν του ατόμου και η οποία ενέπευσεν εις τον Φρουλ το πολύκροτον έργον «Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας», αλλά δυστυχίας μόνον ατομικής.

Μάτην ο Σόλων εδίδαξεν ότι ευτυχούν οι λαοί μόνον όταν έχουν τόσον ευαίσθητον το συναίσθημα του δικαίου, ώστε να αγανακτούν κατά της αδικίας τόσον όσον αυτός ο αδικηθείς.

Μάτην ο Ηράκλειτος διεκήρυξεν το αιώνιον ρητόν «Ήθος ανθρώπω δαίμον», δηλαδή το ήθος και όχι το ωραίον σώμα ή πνεύμα δημιουργεί την ευδαιμονίαν των λαών.

Μάτην ο Σωκράτης εχαρακτήρισε την εγκράτειαν, δηλαδή την δια της βουλήσεως χαλιναγώγησιν των ενστίκτων, ως την μεγίστην των αρετών.

Μάτην ο Σοφοκλής δια της Αντιγόνης διδάσκει: δεν γεννήθηκα εις τον κόσμον για να μισώ αλλά για να αγαπώ.

Μάτην ο Χριστός εδίδαξεν το αιώνιο αλλά τόσον άγνωστον και περιφρονημένον αξίωμα: «Ο φιλών την ψυχήν αυτού απολύσει αυτήν», δηλαδή ο αγαπών το εγώ του θα το χάσει, υπονοών την δυστυχίαν εις την οποίαν μοιραία οδηγείται πας όστις ακολουθεί τυφλώς τα κτηνώδη ένστικτα.

Ούτε οι αρχαίοι Έλληνες, αλλ’ ούτε και ουδείς των χριστιανικών λαών ύψωσεν μέχρι σήμερον, ως ιδανικόν, το ιδανικόν της δικαιοσύνης και της ηθικής. Τα μαθήματα της ηθικής και της υγιεινής τα οποία έπρεπεν από εκατοντάδων και από χιλιάδων ετών να είναι τα πρώτα και κύρια και υποχρεωτικά μαθήματα των εκπαιδευτικών προγραμμάτων όλων των χωρών, είναι τα πλέον περιφρονημένα, τα τελευταία των.

Ιδού διατί οι σύγχρονοι λαοί στερούνται και σωματικής αλλά προ πάντως ηθικής υγείας, στερούνται βουλήσεως ικανής να συγκρατεί τα ένστικτά των και να εμποδίζει το έγκλημα. Η ατροφία της βουλήσεως και η υπερτροφία των ενστίκτων, ιδού η βδελυρά εικών των ψυχών των σύγχρονων λαών. Ιδού διατί κατέρρευσεν η αρχαία Ελλάδας, καταρρέει και θα καταρρεύση επαισχύντως και αιματηρώς ο σύγχρονος πολιτισμός, όπως τονίζεται εις το έργον «Ο πολιτισμός εν κινδύνω», διότι ενίκησαν μεν δια των εφευρέσεών των όλους σχεδόν τους εχθρούς του έξω κόσμου, αφήκαν όμως ελεύθερον το άγριον θηρίον των πρωτογόνων ενστίκτων, τον σπουδαιότερον κατ’ εμέ εχθρόν του ανθρωπίνου πολιτισμού.

Η Θέμις, η θεά της δικαιοσύνης και της ηθικής τάξεως, περιφρονήθη τόσον υπό των αρχαίων Ελλήνων, ώστε δεν ηξιώθη μιας έδρας εις το Δωδεκάθεον, εις το οποίον όμως η Θεά του Έρωτος, η Αφροδίτη και ο αιμοσταγής θεός του πολέμου, ο Άρης, είχον θέσιν επιφανή.

Οι αρχαίοι Έλληνες, όπως και οι σύγχρονοι λαοί, ελησμόνησαν ενωρίτατα ότι η λέξις ωραίον παράγεται εκ της λέξεως «Ώραι», δηλαδή εκ του ονόματος των Ωρών, θυγατέρων της Θέμιδος, αι οποίαι εσυμβόλιζον την εναλλαγήν των ωρών του έτους, τον ρυθμόν της φυσικής τάξεως. Ωραίον ήτο το ανήκον εις τας «Ώρας», το έχον τάξιν, ρυθμόν συμμετρίαν και επομένως ωραιότητα. Ελησμονήθη όμως η ηθική υπαιτιότης, ελατρεύθη και λατρεύεται ακόμη και σήμερον μόνον η υλική ωραιότης, η ωραιότης και η δύναμις του σώματος, ουχί η ωραιότης και η δύναμις του ήθους και της ψυχής.

Ιδού διατί η ηθική ωραιότης και δύναμις είναι απολύτως ασυμβίβαστος με την ήδη λατρευομένην τόσον βαρβάρως ελευθερίαν των εγωιστικών ενστίκτων, τα οποία ωθούν τα άτομα και τους λαούς εις τα εγκλήματα κατά των γειτόνων των. Δεν αρκεί συνεπώς η ωραιότης και δύναμις τας οποίας συμβολίζει το Ολυμπιακόν ιδανικόν, όταν δε συνοδεύονται με την ωραιότητα και την δύναμιν της ηθικής συνειδήσεως.

Είναι καιρός να ευχηθώμεν όπως τόσον η Ελλάς όσον και η πάσχουσα ανθρωπότης αποκτήσουν το ταχύτερον συνείδησιν του βαρυτάτου ηθικού νοσήματος το οποίον τας ωδήγησεν εις τας συμφοράς και θα τας οδηγήση εις την άβυσσον.

Η Ελλάς, η οποία έχει την δόξαν ότι πρώτη ύψωσεν την σημαίαν του Ολυμπιακού ιδανικού εν μέσω μιας αναξίως μοιρολατρικής, κτηνωδώς υλιστικής ανθρωπότητος, πρέπει να κερδίση και την δόξαν ότι πρώτην ύψωσεν την σημαίαν ενός ακόμη υψηλοτέρου ιδανικού, του ιδανικού της ηθικής ωραιότητος και δυνάμεως, του μόνου δυναμένου να αποσοβήση τον κίνδυνον όστις απειλεί τον πολιτισμόν.

Πρέπει να οργανώση και ηθικάς Ολυμπιάδας εις τας οποίας να βραβεύη  τας ωραιοτέρας εκδηλώσεις της ηθικής δυνάμεως, ως η αγάπη προς τον πλησίον, η αγάπη προς την πατρίδα, η αγάπη προς την ανθρωπότητα.

Υπό του δικηγόρου
Στυλ. Πρωτονοταρίου