Green Land Co-farming: Τα αδέρφια που επέστρεψαν στη Στέρνα, αφιερώθηκαν στα ελαιόδεντρα και δικαιώθηκαν

Green Land Co-farming: Τα αδέρφια που επέστρεψαν στη Στέρνα,  αφιερώθηκαν στα ελαιόδεντρα και δικαιώθηκαν

Οι σπουδές τους, η οικονομική κρίση, το ξεκίνημα της επιχείρησης, τα λάθη και η απογείωση

Στη Στέρνα του Δήμου Μεσσήνης έχει έδρα η Green Land Co-farming, μια εταιρεία που δημιουργήθηκε από τέσσερα αδέρφια, και ειδικότερα την Ιουλία, τη Μαργιάννα, τον Παύλο και τον Γιάννη. Η πρώτη σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στην Πάτρα, ενώ συνέχισε κάνοντας μεταπτυχιακό στην Οικονομία των Φυσικών Πόρων και στη Διαχείριση Περιβάλλοντος. Η δεύτερη σπούδασε στο Φυσικό Τμήμα και συνέχισε κάνοντας μεταπτυχιακό στην Ιατρική Φυσική. Ο τρίτος είναι επαγγελματίας αγρότης και ο τελευταίος από τα αδέρφια σπούδασε στο Τμήμα Πολιτικών και Δομικών Έργων.

Τα τρία, λοιπόν, αδέρφια που ξεκίνησαν να εργάζονται πάνω στο αντικείμενο που σπούδασαν, αποφάσισαν την περίοδο της οικονομικής κρίσης να αφήσουν τα πτυχία τους στην άκρη και να επιστρέψουν στη Στέρνα και εκεί, μαζί με τον αδερφό τους Παύλο, να ασχοληθούν με τα κτήματά τους και να επενδύσουν σε αυτά.

Όπως μας λένε, δε μεγάλωσαν με την ελαιοκαλλιέργεια. Μπορεί να είχαν κτήματα και να μάζευαν τις ελιές τους, αλλά αυτό δεν ήταν το κύριο εισόδημα της οικογένειας: ο πατέρας τους ήταν οικοδόμος και η μητέρα τους πουλούσε τυρί και κρέας από τα ζώα που εξέτρεφε.
Όμως, η οικονομική κρίση τούς ώθησε να αξιοποιήσουν την κληρονομιά τους, ενώ η αγάπη τους για τη φύση και την παράδοση ήταν η κινητήρια δύναμη πίσω από αυτή την απόφαση.

Το «Θάρρος» μίλησε με την Ιουλία Ξηρόγιαννη για το όλο εγχείρημα, τις δυσκολίες που συνάντησαν, τα προϊόντα που παράγουν, τις εξαγωγές, το ελαιόλαδο και, τέλος, για τον αγροτουρισμό, που «από μόνος τους έφτασε στην πόρτα τους», αφού πελάτες τους ήθελαν να μάθουν για το λάδι και την όλη διαδικασία παραγωγής του.

-Πώς αποφασίσατε να γυρίσετε στο χωριό και τι σας οδήγησε σε αυτή την απόφαση;
Η απόφαση να επιστρέψουμε στη Στέρνα ήταν αποτέλεσμα τόσο της οικονομικής κρίσης όσο και της συνειδητοποίησης ότι τα κτήματά μας θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια βιώσιμη επιχειρηματική δραστηριότητα. Θέλαμε να αξιοποιήσουμε το πλούσιο οικογενειακό μας κληροδότημα και να προσφέρουμε κάτι ποιοτικό στην αγορά. Συζητούσαμε πολλές φορές πόσο σημαντικό θα ήταν όλη η περιοχή να μπορούσε να τυποποιήσει το ελαιόλαδο που παράγει και πόσο μεγάλο όφελος θα ήταν αυτό για τους παραγωγούς, αλλά και για την περιοχή γενικότερα.  

-Εδώ υπήρχαν τα κτήματα… Για πόσες ρίζες μιλάμε και ποιο ήταν το αρχικό σας πλάνο για το προϊόν; 
Όταν ξεκινήσαμε, είχαμε περίπου 80 στρέμματα με ελιές και άλλα 100 στρέμματα χέρσα, τα οποία αμέσως φυτεύσαμε με ελαιόδεντρα. Αυτή τη στιγμή καλλιεργούμε δικά μας, αλλά και τρίτων, περίπου στα 5.000 δέντρα. Από την αρχή βασικός μας στόχος ήταν να μην πουλήσουμε ούτε ένα κιλό χύμα λάδι, αλλά να τυποποιήσουμε το προϊόν μας για να κερδίσουμε την υπεραξία του.

-Κι αφού ξεκινάτε να βγάζετε το δικό σας ελαιόλαδο, αρχίσατε αμέσως την τυποποίηση και τις εξαγωγές;
Ακριβώς. Από την αρχή θέλαμε να δώσουμε έμφαση στην τυποποίηση, καθώς αυτό μας επέτρεπε να ελέγξουμε την ποιότητα και την εικόνα του προϊόντος μας. Μέσα από την τυποποίηση καταφέραμε να εξάγουμε άμεσα σε διεθνείς αγορές, καθώς πιστεύαμε στη μοναδικότητα του ελαιολάδου μας και στην προοπτική που είχε σε διεθνές επίπεδο. Αυτό το τεκμηριώσαμε στέλνοντας το λάδι και τις ελιές μας σε διεθνείς διαγωνισμούς, όπου απέσπασε αρκετά σημαντικά βραβεία ποιότητας. 

-Γιατί αφήσατε εκτός την ελληνική αγορά και πόσο δύσκολο ήταν το προϊόν σας να φτάσει στο εξωτερικό;
Δεν αφήσαμε την ελληνική αγορά απέξω. Από το 2013 μέχρι το 2014 είχαμε 90 σημεία πώλησης στην Ελλάδα, σε μικρά delicatessen, μανάβικα και mini market. Όταν, όμως, το 2015 έγινε το capital control, βρεθήκαμε σε πολύ δύσκολη θέση και καταλάβαμε ότι η αγορά ήταν ακόμα πολύ ρευστή και ασταθής. Εκείνο το διάστημα αποφασίσαμε να στραφούμε εξ ολοκλήρου στην ευρωπαϊκή αγορά.
Πρώτο βήμα ήταν να μεταφράσουμε το όνομά μας, το οποίο από «Πράσινη Γη» έγινε Green Land, εντελώς άτοπο, γιατί ουσιαστικά σημαίνει Γροιλανδία, κάτι που φαινόταν αστείο προφορικά, αλλά και γραπτά δε φαινόταν ωραίο! Στη συνέχεια μεταφράσαμε τα πάντα στα αγγλικά.
Ψάχνοντας στο ίντερνετ φτιάξαμε μια λίστα από πιθανούς πελάτες και αρχίσαμε να στέλνουμε δείγματα. Δεν το έχω αναφέρει ξανά σε συνέντευξη, αλλά ήταν τα περισσότερο χαμένα χρήματα που επενδύσαμε όλα αυτά τα χρόνια. Από τα 80 περίπου δείγματα που στείλαμε, δε λάβαμε καμία απάντηση, ούτε θετική ούτε αρνητική. Απλά δεν ήταν ίσως ο σωστός τρόπος προσέγγισης.
Τότε σκεφτήκαμε να επικοινωνήσουμε με όλους τους γνωστούς και φίλους που είχαν φύγει στο εξωτερικό και να τους ζητήσουμε να πηγαίνουν αυτοί τα δείγματα στα καταστήματα. Αυτό λειτούργησε τελικά.

-Πλέον τι προϊόντα παράγετε και σε ποιες αγορές φθάνετε;
Παράγουμε βιολογικό και συμβατικό ελαιόλαδο, ελιές Καλαμών, καθώς και μια σειρά από καινοτόμα προϊόντα, όπως οι φημισμένες πλέον Kalamata Baked Olives, οι οποίες κέρδισαν το βραβείο Sial Innovation το 2022. Πρόκειται για μια συνεταιριστική προσπάθεια τριών εταιρειών, των Mamella, Green Land και Farmers Messiniaki.
Οι αγορές μας εκτείνονται σε Ευρώπη , κυρίως Γερμανία, Αυστρία, Γαλλία, Ολλανδία, Πολωνία, Τσεχία και άλλες.

-Ανέφερα τη λέξη τυποποίηση. Κάτι σύνηθες είναι οι παραγωγοί να δίνουν το λάδι τους χύμα. Πόσο λανθασμένο είναι αυτό κατά την άποψή σας;
Η πρακτική της πώλησης ελαιολάδου χύμα είναι σύνηθες φαινόμενο, ειδικά σε περιοχές όπως η Μεσσηνία. Ωστόσο, από την εμπειρία μας στην Green Land Co-farming θεωρούμε ότι είναι μια στρατηγικά λανθασμένη επιλογή, κυρίως επειδή όταν το λάδι πωλείται χύμα, χάνει την ταυτότητά του και την προστιθέμενη αξία του. Χάνει τη δυνατότητα να φανεί η μοναδικότητά του, όπως η ποικιλία του, τα ιδιαίτερα γευστικά χαρακτηριστικά του, οι τρόποι καλλιέργειάς του, καθώς και οι πιστοποιήσεις της ταυτότητάς του, αφού δε φαίνονται πουθενά σαφείς πληροφορίες και επισημάνσεις.

Δεύτερον, χάνει την ποιότητά του. Ο παραγωγός, που είναι και τυποποιητής, έχει τη δυνατότητα να ελέγχει μέχρι το τελικό προϊόν που φτάνει στον καταναλωτή την ποιότητα του προϊόντος του και να αποφεύγει πιθανές νοθεύσεις.

Τρίτον και εξίσου πολύ σημαντικό, είναι τα χαμηλότερα έσοδα για τον παραγωγό, αφού το χύμα λάδι πωλείται συνήθως σε χαμηλές τιμές, ενώ η τυποποίηση σου επιτρέπει να διεκδικήσεις καλύτερη τιμή, εφόσον με ένα τυποποιημένο προϊόν  μπορείς  να προβάλλεις την ποιότητά του και να επενδύσεις σε μια αναγνωρίσιμη μάρκα.

Τέλος, όλοι γνωρίζουν ότι η Ελλάδα ως χώρα, και ειδικά η Μεσσηνία, έχουν ένα ισχυρό brand name στο ελαιόλαδο, και η τυποποίηση βοηθά να ενισχυθεί περαιτέρω αυτή η φήμη.

-Κι αφού μίλησα για τους παραγωγούς… Η χρονιά που πέρασε ήταν μια καλή χρονιά από άποψη τιμής για το ελαιόλαδο. Αυτό σας επηρέασε στην τελική τιμή πώλησης;
Αναφορικά με την υψηλότερη τιμή, μπορούμε να πούμε ότι ως παραγωγούς φυσικά μας ωφέλησε, αλλά είχαμε μεγάλη δυσκολία να εξηγήσουμε αυτή την αύξηση στους πελάτες μας.

-Οι δικές σας προβλέψεις τι δείχνουν για τη φετινή παραγωγή, αλλά και την τιμή;
Φέτος, από όσο δείχνουν τα πράγματα, οι τιμές δε θα πέσουν πολύ. Να σας πω την αλήθεια, δεν έχω τόση εμπειρία αναφορικά με την ανάλυση των τιμών του ελαιολάδου. Είναι ένα πολύ δύσκολο κομμάτι που διαμορφώνεται από πάρα πολλούς παράγοντες.

-Υπήρξαν και έρευνες που έδειξαν ότι λόγω της μεγάλης αύξησης της τιμής του ελαιολάδου στον καταναλωτή, αρκετοί αναγκάστηκαν να στραφούν σε άλλα λάδια. Είναι κάτι που είδατε κι εσείς; Κι αν ναι, πώς μπορούν να γυρίσουν αυτοί οι καταναλωτές πίσω;
Σίγουρα, αυτή η στροφή σε άλλα λάδια έγινε. Ίσως θα πρέπει να επικοινωνήσουμε στο κοινό τα μοναδικά οφέλη του ελαιολάδου, ειδικά σε σύγκριση με άλλα φυτικά λάδια. Το ελαιόλαδο, και ιδιαίτερα το έξτρα παρθένο, είναι πλούσιο σε αντιοξειδωτικά, έχει αντιφλεγμονώδη δράση και συμβάλλει στην καρδιαγγειακή υγεία.
Τέλος, ο διάλογος με τους καταναλωτές και η ενίσχυση της διαφάνειας γύρω από την παραγωγή και τα κόστη του ελαιολάδου μπορεί να τους βοηθήσουν να κατανοήσουν γιατί αυτό το προϊόν αξίζει να είναι μέρος της καθημερινής διατροφής τους, παρά τις διακυμάνσεις στην τιμή.

-Ο τρόπος που καλλιεργείτε εσείς τις ελιές σας, να υποθέσουμε, έχει ξεφύγει από αυτόν του παρελθόντος;
Η καλλιέργειά μας βασίζεται σε βιολογικές πρακτικές και φιλικές προς το περιβάλλον μεθόδους. Δε χρησιμοποιούμε χημικά φυτοφάρμακα, ενώ εφαρμόζουμε βιολογικό ράντισμα και επιλέγουμε να μην επεμβαίνουμε στη φυσική χλωρίδα και πανίδα των εδαφών μας. Κάθε χρόνο αυξάνουμε σταδιακά την παραγωγή μας φυτεύοντας νέα ελαιόδεντρα, ενώ η συγκομιδή γίνεται με προσοχή για να μειωθεί ο τραυματισμός των δέντρων και η υποβάθμιση της ποιότητας της παραγωγής.

-Πόσο σημαντική είναι η καλλιέργεια της ελιάς όλο το χρόνο και ειδικά την περίοδο της συγκομιδής;
Η συγκομιδή αποτελεί κρίσιμο στάδιο της διαδικασίας μας, καθώς επηρεάζει τόσο την ποιότητα όσο και την ποσότητα της παραγωγής. Χρησιμοποιούμε δονητικά μηχανήματα τύπου «χτένας» που δεν τραυματίζουν τα δέντρα, και οι ελιές τοποθετούνται σε τελάρα για να αποφευχθεί η συμπίεσή τους.
Την ίδια ημέρα της συγκομιδής προχωρούμε στην ελαιοποίηση των καρπών, εξασφαλίζοντας φρέσκο και υψηλής ποιότητας ελαιόλαδο, το οποίο αποθηκεύεται σε δεξαμενές με αδρανές άζωτο.

Βλέπετε ο κόσμος να εκσυγχρονίζεται στη συγκομιδή του ελαιόκαρπου;
Σίγουρα ναι. Στη δική μας περιοχή τα τελευταία χρόνια έχουμε εξελιχθεί σημαντικά από άποψη μηχανημάτων, καθώς και καλλιεργητικών τακτικών.

-Τι είναι αυτό που κάνει το ένα ελαιόλαδο να ξεχωρίζει από κάποιο άλλο και σε τι κατάσταση είναι η χώρα μας σε σχέση με τις ανταγωνίστριες χώρες;
Η ποιότητα του ελαιολάδου εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως η ποικιλία της ελιάς, οι καιρικές συνθήκες, οι μέθοδοι καλλιέργειας και παραγωγής, καθώς και η διαδικασία εξαγωγής και αποθήκευσης. Το καλύτερο ελαιόλαδο έχει χαμηλή οξύτητα και πλούσια γεύση και άρωμα, που προέρχονται από ποιοτικές ελιές και καλές μεθόδους παραγωγής.

Η Ελλάδα είναι γνωστή για την παραγωγή ελαιολάδου, αλλά χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία έχουν επενδύσει στην παραγωγή και την τυποποίηση, βοηθώντας τες να διατηρούν καλύτερο τμήμα της αγοράς.

Για να βελτιώσουμε την ελληνική παραγωγή, πρέπει να εκπαιδεύσουμε τους παραγωγούς στις σύγχρονες μεθόδους καλλιέργειας και παραγωγής, να προωθήσουμε την τυποποίηση και να δώσουμε έμφαση στο marketing και στις διεθνείς συνεργασίες. Έτσι θα μπορέσουμε να αναδείξουμε την ποιότητα του ελληνικού ελαιολάδου.

-Πέραν της παραγωγής, έχετε στραφεί στον αγροτουρισμό. Πώς πήρατε αυτή την απόφαση;
Από το 2017 άρχισαν να μας επισκέπτονται διάφοροι πελάτες μας από το εξωτερικό, μιας και μέσω του project “fruits of solidarity” στο οποίο συμμετέχουμε οι πωλήσεις μας γίνονται κυρίως online σε τελικούς καταναλωτές. Στη συνέχεια είδαμε ότι ο κόσμος ενδιαφερόταν πάρα πολύ να γνωρίσει πώς είναι η πραγματική ζωή ενός αγρότη που παράγει λάδι, ήθελαν πολύ να επισκεφθούν μαζί μας τους ελαιώνες και να τους εξηγήσουμε πώς γίνεται η συγκομιδή ή να πάμε στο ελαιοτριβείο και να δούμε πώς παράγεται το λάδι.

Όταν μετά επιστρέφαμε στο σπίτι, που είναι ένα αρκετά παραδοσιακό πέτρινο χωριάτικο σπίτι, και τηγανίζαμε λαλαγγίδες με το φρέσκο λάδι ή το βάζαμε πάνω σε καψαλιστό ψωμί και το δοκίμαζαν, ενθουσιάζονταν. Για εμάς ίσως είναι τα πιο ευχάριστα χρήματα που έχουμε εισοδεύσει ποτέ, γιατί έρχεσαι σε επαφή με ανθρώπους από όλο τον κόσμο, οι οποίοι πραγματικά θέλουν να μάθουν για το λάδι και για τις διάσημες ελιές Καλαμάτας. Όλο αυτό μας αφήνει μια πολύ όμορφη αίσθηση και ικανοποίηση για τη δουλειά μας.

-Η απήχηση ποια είναι μέχρι σήμερα;
Η απήχηση είναι πολύ καλή μέχρι τώρα. Μας βοήθησε αρκετά και μια κίνηση που οργανώθηκε από το Messinia Forum με τη δημιουργία της πλατφόρμας experienceskalamata. Εκεί μπορούν να μας βρουν οι επισκέπτες, να δουν αυτά που κάνουμε και να κάνουν κράτηση. Πιστεύουμε ότι είναι ένα πολύ καλό επιπλέον εισόδημα, ενώ ταυτόχρονα διαφημίζουμε και την περιοχή μας και τα δυο πολύ δυνατά προϊόντα του νομού μας.

-Τα σχέδιά σας ποια είναι;
Θα θέλαμε να συνεχίσουμε να βελτιωνόμαστε όσο μπορούμε σε όλους τους τομείς της δουλειάς μας.

Του Παναγιώτη Μπαμπαρούτση